αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους
There are 169 posts filed in αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους (this is page 6 of 17).
για το σπάσιμο (1)· από το σπάσιμο των οστών στο σπάσιμο του κώδικα: μια ανθρωπολογική, ιστορική και ψυχολογική προσέγγιση
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΤΟ σπάσιμο μας αρέσει, να μας τη σπάνε δεν μας αρέσει. Γιατί μας αρέσει να σπάμε, πότε και πώς προήλθε αυτή η ηδονή; Τί και πότε μας αρέσει να σπάμε; Έχει κάποια σχέση το σπάσιμο με τη σκέψη και την ανθρωπογένεση; Γιατί μας αρέσει να τη σπάμε, γιατί ηδονιζόμαστε, γιατί δεν μας αρέσει να μας τη σπάνε, γιατί δυσφορούμε και δυστυχούμε; Ποιος είναι ο σπαστικός και ο σπασαρχίδης, ποια η σπαστικιά και η σπασαρχίδω; Το ζήτημα του σπασίματος είναι ένα ζήτημα πολύ σημαντικό· το επιβεβαιώνει η αδιαφορία των σημερινών τσανακογλειφτών χαμάληδων του Κυρίου, με συγχωρείτε, του πνεύματος ήθελα να γράψω, η οποία δεν είναι άλλωστε και η μόνη· εννοώ τους νεοέλληνες διότι ως τούβλο οικοδόμος δεν γνωρίζω ξένες γλώσσες και δεν ξέρω τι γίνεται πέρα από την Καστανούσα – πεντακόσια μέτρα μακριά από τον κήπο μας το ζω και το θεωρώ ως ξενιτειά.
1. μεδούλι και ανθρωπογένεση
ανθρωπολογία του βλήματος: η Τεχνική και το boomerang (αυτεπίστροφο βλήμα)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΔΕΝ θα μάθουμε ποτέ, μάλλον, ποιες προϋποθέσεις συνέπεσαν και κάτω από ποιες συνθήκες ο άνθρωπος επινόησε το βλήμα και άρχισε να το χρησιμοποιεί συνειδητά και συστηματικά και να το εξελίσσει. Το ζήτημα του βλήματος μας ενδιαφέρει διότι είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτό της Τεχνικής, της Αποτελεσματικότητας, της επιβίωσης αρχικά και της καθυπόταξης και ελέγχου της φύσης αργότερα, με την εμφάνιση της Κυριαρχίας. Δύο είναι οι πηγές της Τεχνικής: τα εργαλεία και το βλήμα. Ενώ όμως για τα πρώτα έχουν γραφτεί τόσα πολλά, έχουν γίνει τόσες πολλές έρευνες, για το βλήμα υπάρχει μια δικαιολογημένη σιωπή, μιας και αναγκαζόμαστε, λόγω της έλλειψης στοιχείων, να καταφύγουμε σε άχρηστες, πιθανόν, εικασίες παρά σε εύλογες υποθέσεις. Να άλλο ένα αντικείμενο έρευνας – για τους λάτρεις της αχρηστίας,
ΘΑ πρέπει, φίλες και φίλοι, μάλλον να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο ότι η επινόηση του βλήματος ήταν μια τυχαία πράξη. Υποθέτουμε εύλογα ότι ο άνθρωπος κατασκεύαζε ήδη εργαλεία όταν άρχισε να χρησιμοποιεί το βλήμα. Το ότι υπήρξε μια περίοδος μακραίωνη κατά την οποία κυνηγούσε ομαδικά χωρίς τη χρήση βλήματος είναι μια υπόθεση η οποία αγγίζει τα όρια της βεβαιότητας. Άρα, σκέφτονταν. Υποτυπωδώς αλλά σκέφτονταν. Μιλούσαν; Εάν εικάσουμε ότι είναι δυνατόν να υπάρχει υποτυπώδης σκέψη χωρίς γλώσσα, δεν μιλούσαν. Άρα, ο άνθρωπος άρχισε να χρησιμοποιεί το βλήμα πριν αρχίσει να μιλάει. Αφού σκέφτονταν υποτυπωδώς, θα διέθετε και μια υποτυπώδη φαντασία, αφού δεν μπορεί να υπάρξει φαντασία χωρίς σκέψη. Η φαντασίωση, ως θυγατέρα του Ασυνειδήτου, προηγείται λογικά και χρονικά και της σκέψης και της φαντασίας. Είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι το βλήμα χρησιμοποιούνταν πολύ πριν την εμφάνιση της Τέχνης, της έκφρασης δηλαδή των παντοίων συναισθημάτων των τροφοσυλλεκτών και κυνηγών. Τώρα, ποια είναι η σχέση του βλήματος με το γέλιο και την επίγνωση του θανάτου είναι ζητήματα τόσο ακανθώδη που δεν μπορώ ούτε άχρηστες εικασίες να διατυπώσω – τόσο άχρηστος είμαι. Η χρήση του βλήματος προηγείται από αυτήν της φωτιάς και του ψησίματος του κρέατος; Διατυπώνω τη βεβαιότητα πως δεν προηγείται, έχοντας επίγνωση της βεβαιότητας ότι ενδέχεται να κάνω λάθος.
ΕΠΙΔΙΩΞΗ μου είναι να τοποθετήσω την έναρξη της χρήσης του βλήματος στη χρονική σειρά εμφάνισης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ανθρώπου. Κι αυτό για δύο λόγους. Εάν κάθε χαρακτηριστικό είναι ή επίλυση ενός προβλήματος ή συνέπεια επίλυσης προβλήματος, τι μας επιτρέπεται να εικάσουμε για το βλήμα; Ήταν πρωτογενής επινόηση ή ήταν συνέπεια επίλυσης κάποιου άλλου προβλήματος και ποιου; Ο δεύτερος: συνέβαλε στην εμφάνιση νέων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών ή μήπως επηρέασε τα ήδη υπάρχοντα;
ο Χριστός ως άνθρωπος και ως λογοτεχνικός ήρωας (3)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Η σωματική αθανασία και η ανάσταση των νεκρών δεν είναι επιθυμίες που επέβαλε ο Κύριος στους Υποτελείς· είναι επιθυμίες κατ΄ αρχήν δικές Του, είναι δικές Του επινοήσεις – οι Υποτελείς τις δέχονται , μιμούμενοι τον Κύριο. Αν και τις δέχονται, οι περισσότεροι δεν πιστεύουν ότι είναι εφικτές· κάποιοι από τους Κυρίους θεωρούν ότι, τουλάχιστον η σωματική αθανασία, είναι εφικτές. Εκείνη όμως που δεν το αποκλείει είναι η Τεχνική και η Επιστήμη. Υπάρχει όμως μια διαφορά: ενώ η σωματική αθανασία θα προκύψει ως δυνατότητα της Τεχνικής (ό,τι μπορεί να γίνει, θα γίνει), για την Επιστήμη είναι επιθυμία και σκοπός. Ας μην συγχέουμε την Τεχνική με την Επιστήμη: η πρώτη εμφανίστηκε με την κατασκευή των πρώτων λίθινων και οστέινων εργαλείων και το βλήμα, όπως θα δούμε αύριο, η Επιστήμη όμως είναι πολύ πρόσφατη. Η Τεχνοεπιστήμη είναι ο συνδυασμός τους (πως η Τεχνική επηρεάζεται από τις επιθυμίες και τις τελικότητες της Επιστήμης) και η Τεχνολογία είναι ο λόγος για την Τεχνική.
Η θρησκεία του ποιμένα Κυρίου καταγράφει επιθυμίες· η Τέχνη τις αναπαριστάνει (ως να έχουν πραγματοποιηθεί)· η Φιλοσοφία εξετάζει τους όρους της εκπλήρωσής τους και η εξ αυτής προερχόμενη Επιστήμη επιχειρεί να τις πραγματοποιήσει, με βοηθό την Τεχνική. Εάν συγκρίνουμε την Ιλιάδα και τη Καινή Διαθήκη θα εντοπίσουμε πάρα πολλές ομοιότητες, και διαφορές ασφαλώς, που μάλλον έχουν περάσει απαρατήρητες. Ένα άλλο πρωινό θα είμαστε διεξοδικότεροι και λεπτομερέστεροι. Όλα τα θαύματα που διαβάζουμε στην Καινή Διαθήκη δεν είναι παρά επιθυμίες: νεκροί ανασταίνονται, τυφλοί βλέπουν, χωλοί περπατούν, ανίατες ασθένειες θεραπεύονται, μισό κιλό σαρδέλες γίνονται τόνοι και άλλα πολλά. Κι ενώ η Ιλιάδα είναι γνήσιος έπος, η Καινή Διαθήκη ως έπος είναι υψηλό μπουρλέσκ: ένας ταπεινός ήρωας κάνει πολλά και αξιόλογα και αξιοθαύμαστα υπερφυσικά κατορθώματα, θαύματα δηλαδή, και αφηγείται ιστορίες πρωτοφανείς για την εποχή τους.
ΘΕΩΡΩ ότι υπήρξε ένας άνθρωπος, που τον έλεγαν Ιησού και μετέπειτα Χριστό, φυσιολογικός, σαν κι εμάς. Θεωρώ ότι η μάνα του γαμήθηκε όπως γαμήθηκε και η δική μας, γεννήθηκε, μεγάλωσε, ήταν φτωχός, δυσκολευόταν πολύ να επιβιώσει εκείνα τα πολύ δύσκολα χρόνια της εξαχρειωμένης ιουδαϊκής Κυριαρχίας και της ρωμαϊκής Κατάκτησης, λόγω της αρπακτικότητας των Κυρίων, έκανε παιδιά με τη Μαρία από τα Μάγδαλα, και πέθανε γέρος, πενήντα χρονών, εξήντα, θα σας γελάσω, μπορεί και ενενήντα. Βέβαια όλα αυτά είναι εικασίες, αν και μερικά ευαγγέλια που δεν υπάγονται στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης μας παρέχουν κάποιες μαρτυρίες. Είναι εικασίες που οφείλουμε να διατυπώσουμε εφόσον δεν δεχτούμε ότι τον γέννησε παρθένα, που έμεινε έγκυος από τα αυτιά, ότι κοτζάμ άνδρας δεν γάμησε ποτέ του, ότι έκανε θαύματα, ότι πέθανε και αναστήθηκε την τρίτη μέρα κατά τας Γραφάς, ότι αναλήφθηκε στους ουρανούς και πήγε και κάθισε στα δεξιά του πατέρα του, του Θεού, του Γιαχβέ. Μάλιστα, όλα αυτά κατά τας Γραφάς! Και ποιες είναι αυτές οι Γραφές; Ποιος τις έγραψε; Τις έγραψαν Κύριοι, ποιμενικής καταγωγής. Για ποιο λόγο;
ο Χριστός ως άνθρωπος και ως λογοτεχνικός ήρωας (2)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΣΤΟ ερώτημα εάν υπάρχει ή όχι Θεός, η απάντησή μου, μαρξιστική, αναρχοκομμουνιστική, (σημειολογική, αφηγηματική, ψυχαναλυτική) είναι: και υπάρχει και δεν υπάρχει. Πώς είναι δυνατόν και να υπάρχει κάτι και να μην υπάρχει; Ποια όντα και υπάρχουν και δεν υπάρχουν; Τα πλάσματα της φαντασίας μας – και τα προσωποποιημένα όντα. Ο Θεός, ο Κένταυρος, η Χίμαιρα, και άλλα πολλά, είναι πλάσματα της φαντασίας μας – ο θεός Άρης είναι και πλάσμα της φαντασίας και προσωποποίηση ενός κοινωνικού φαινομένου. Ο Θεός, ο Ζεύς ή ο Γιαχβέ ή ο Αλλάχ και άλλοι πολλοί (της ιρανικής και ινδικής μυθολογίας) υπάρχει ως επιθυμία – υπάρχει ως πλάσμα της φαντασίας, άρα δεν υπάρχει, δεν έχει υλική υπόσταση. Όταν η Παλαιά Διαθήκη λέει να γίνουμε θεοί, σαν τον Θεό, όταν ο Πλάτων λέει να ομοιάσουμε στον θεό (ομοίωσις θεώ, Φαίδων), δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να καταγράφουν μια επιθυμία: την επιθυμία να γίνουμε πιο ισχυροί από τη φύση, να γίνουμε δηλαδή πανίσχυροι, δήλα δή αθάνατοι σωματικά – όχι όλοι, προφανώς, αλλά μόνο οι επίγειοι ισχυροί, ο Κύριος. Εάν συμβεί αυτό, εάν γίνουμε πιο ισχυροί από τη φύση, θα γίνουμε πιο ισχυροί και από τους Υποτελείς. Ο Κύριος θεωρεί τον θάνατο ήττα και η ήττα είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να του συμβεί διότι τα χάνει όλα. Όσοι φρίττουν με την σκέψη και μόνο ότι θα τα χάσουν όλα, ότι θα υποστούν ήττα άκρως ταπεινωτική παρηγορούνται με την ελπίδα και τη πίστη ότι είμαστε ήδη αθάνατοι – αυτή είναι η αθανασία της ψυχής, η μετενσάρκωση, η μετεμψύχωση και άλλες παρόμοιες πεποιθήσεις. Στην ελπίδα αυτή βρίσκουν ψυχικό καταφύγιο όχι μόνο οι Κύριοι άλλα και αυτοί που πολύ θα ήθελαν να είναι Κύριοι – στις μέρες μας κυρίως οι μικροαστοί αλλά και μεγάλο μέρος των Υποτελών.
ΝΑ ποιο είναι το ερώτημα που με απασχολεί και να η απάντηση που διατυπώνω. Είναι δυνατόν ένα πλάσμα της φαντασίας μας να γίνει ένα ον με σάρκα και οστά; Είναι δυνατόν μια μέρα να δούμε στους δρόμους να κυκλοφορούν κένταυροι και χίμαιρες; Είναι δυνατόν μια μέρα ο Κύριος να γίνει Θεός; Τι εννοεί ο χριστιανισμός όταν διατείνεται ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος;
ο Χριστός ως άνθρωπος και ως λογοτεχνικός ήρωας (1)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΕΙΝΑΙ παντελώς αδύνατον να διατυπώσουμε έναν ορισμό της θρησκείας. Θα δείξω ευθύς αμέσως γιατί. Πρώτα όμως θα ήθελα να εστιάσω την προσοχή μου στην έννοια του ορισμού και να εκφράσω τις σκέψεις μου. Ο ορισμός είναι ένας τρόπος εξοβελισμού, ή και κατάργησης ακόμα, της μεταβολής, της αλλαγής, του γίγνεσθαι. Η λατρεία του ορισμού είναι παράγωγο της λατρείας της αμεταβλησίας, όπως άλλωστε και η λατρεία της μέτρησης, με επινοητή τον αριστοκράτη Πυθαγόρα. Ο ορισμός, ως έγερση ορίων και προσδιορισμός περιορισμών, είναι μια απόπειρα νέκρωσης της πραγματικότητας μέσω της ρήξης και καταστροφής των διαδικασιών και των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ των όντων και των πραγμάτων. Ο ορισμός είναι μια επιχείρηση απομόνωσης του όντος και είναι επινόηση του δυτικού Κυρίου. Την πρώτη απόπειρα διατύπωσης ορισμού την οφείλουμε στον Παρμενίδη – στο περί φύσιος επιχειρεί να ορίσει το εόν, το όν, το υπάρχον, αυτός όμως που μας έδωσε τους πρώτους ορισμούς ήταν ο Πλάτων. Η διατύπωση ορισμών ήταν το αντικείμενο των πρώτων διαλόγων του, μια άλλη μέρα όμως θα δούμε τι επεχείρησε να ορίσει και γιατί.
ΔΕΝ μπορούμε να ορίσουμε τη θρησκεία διότι υπήρξαν θρησκείες χωρίς θεό, με θεό και με άνθρωπο που θεωρήθηκε θεός. Τολμώ δε να εικάσω ότι υπήρξε μια μακραίωνη περίοδος της ανθρώπινης ιστορίας κατά την οποία η θρησκεία ήταν άγνωστη. Η θρησκεία χωρίς θεό είναι είναι μια καταγραφή, μια κωδικοποίηση των σχέσεων του ανθρώπου με τη φύση μέσα από το πρίσμα των υπαρχόντων κοινωνικών σχέσεων. Όταν η φύση λατρεύεται, στους τροφοσυλλέκτες – κυνηγούς, ως μητέρα, ως τροφός είναι πολύ σαφές γιατί λατρεύεται κατ΄ αυτόν τον τρόπο. Θρησκείες όμως χωρίς θεό θα βρούμε και σε κυριαρχικές κοινωνίες· στην περίπτωση αυτή η θρησκεία κωδικοποιεί τη στάση του Υποτελούς έναντι της Κυριαρχίας. Ο Ταοϊσμός και ο Κουμφουκιανισμός στην Κίνα είναι πολύ γνωστά και χαρακτηριστικά παραδείγματα – αν και ο πρώτος είναι μια μεταβατική φάση από τη λατρεία της φύσης (Ταό) στην λατρεία της Κυριαρχίας. Η μεταβατικότητα αυτή, ως περιορισμός, έκανε αναγκαία άλλωστε και την εμφάνιση του δεύτερου.
για το υπόγειο πέρασμα της Μάγχης: από τη στιγμή που μπορεί να γίνει κάτι, θα γίνει
ο Andreas Lubitz είναι α- θάνατος, είναι αθάνατος: τον ρούφηξε η μαύρη τρύπα της δυτικής Κυριαρχίας
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΠΡΙΝ 2.600 χρόνια μια μικρή, μικροσκοπική μαύρη τρύπα, κοινωνική και πολιτισμική, εμφανίστηκε σε μια άκρη της Γης, στην αρχαία Ελλάδα, στα μικρασιατικά παράλια, στις πόλεις των δουλοκτητών γαιοκτημόνων – η δυτική Κυριαρχία. Η μαύρη τρύπα είναι ένας στρόβιλος που έχει τόσο μεγάλη βαρύτητα (η γνώμη του έχει μεγάλη βαρύτητα) που ρουφάει, τραβάει, καταπίνει ό,τι προσεγγίζει σε αυτήν, ή αυτή προσεγγίζει, και το εξαφανίζει, το εξαϋλώνει, το νεκρώνει, το κάνει α-θάνατο. Η μικροσκοπική μαύρη τρύπα της δυτικής Κυριαρχίας, λόγω της μεγάλης βαρύτητας της (της ανείπωτα έντονης επιθυμίας του ήρωα-γαιοκτήμονα), έμελλε να μεγαλώνει, να μεγαλώνει, να μεγαλώνει και σήμερα να έχει επεκταθεί σε όλον τον πλανήτη.
Η δυτική Κυριαρχία είναι η σφοδρότατη επιθυμία (βαρύτητα) εξαφάνισης του θανάτου, η εντονότατη βούληση καθυπόταξης της φύσης με σκοπό την επίτευξη της σωματικής αθανασίας· δεν πρόκειται για μεταφυσική αγωνία, για εναγώνια μυστικιστικά ερωτήματα για το άγνωστο Υπερπέραν, για το μυστηριώδες Εκείθεν, όχι, όχι, κατά κανένα τρόπο. Η επιθυμία αυτή, η βούληση αυτή είναι παράγωγο μιας άλλης επιθυμίας: του εξοβελισμού του Γίγνεσθαι, της μεταβολής, της αλλαγής – της αποθέωσης του Είναι, της αμεταβλησίας, της μονιμότητας, της σταθερότητας, της αφθαρσίας: ό, τι υπάρχει, δεν γίνεται και ό,τι γίνεται, δεν υπάρχει, μας λέει ο Παρμενίδης συμπυκνώνοντας σε μια πρόταση το Περί φύσιος έργο του, θέτοντας τα θεμέλια της μεταφυσικής της δυτικής Κυριαρχίας, μεταφυσική που δεν είναι παρά αντεστραμμένη τελολογία, δηλαδή ένα corpus επιθυμιών που θα εκπληρωθούν μια μέρα (μέσω της γνώσης, της επιστήμης, συμπληρώνει ο Πλάτων), συντεθειμένο (το περί φύσιος) σε δακτυλικό εξάμετρο, το μέτρο της ηρωικής ποίησης των ηρώων ποιμένων και αργότερα δουλοκτητών γαιοκτημόνων (που έγινε και μέτρο της φιλοσοφικής ποίησης). Ας αποκωδικοποιήσουμε τον Παρμενίδη και όλη την αρχαία ελληνική σκέψη: η κυριαρχική σχέση, η σχέση μεταξύ Κυρίου και Υποτελούς, υπάρχει, δεν γίνεται – αποκλειομένης της αλλαγής, της μεταβολής, μια άλλη κοινωνική σχέση δεν μπορεί να υπάρχει. Ο τελικός τρόπος ενίσχυσης της κυριαρχικής σχέσης είναι ο εξοβελισμός του θανάτου, η επίτευξη της σωματικής αθανασίας (του Κυρίου, εννοείται).
μορφή και περιεχόμενο της κοινωνικής επανάστασης της εποχής μας
σκέψεις στα έγκατα της γης (1)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΟΤΑΝ επισκέπτομαι την Αθήνα, περνάω από το Δίπορτο, μια υπόγα με καλό φαγητό και καλή ρετσίνα, πίσω από τη Βαρβάκειο, στην οδό Θεάτρου· από ένα μπιστρό, απέναντι από τη πύλη του Αδριανού, χωμένο σε ένα στενάκι· και κατεβαίνω στα έγκατα της γης, στο Μοναστηράκι. Κατεβαίνω μια μεγάλη κυλιόμενη σκάλα, μετά άλλη μία, εξίσου μεγάλη, και μετά μια τρίτη, μικρότερη. Θα πρέπει να βρίσκομαι πάνω από 50 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της πόλης.
ΦΟΒΑΜΑΙ κάθε φορά που κατεβαίνω. Έχω την εντύπωση ότι μπαίνω σε τάφο, ότι κατεβαίνω στον Άδη. Είναι μια εμπειρία θανάτου – το μετρό είναι μια αναβίωση, κατά κάποιο τρόπο, των Ελευσίνιων μυστηρίων. Θα βγω ζωντανός; Αν κοπεί το ρεύμα, αν γίνει σεισμός κι εγκλωβιστώ εκεί μέσα, στα έγκατα της γης; Αν ήμουν ποντικός ή σκουλήκι, θα τη έβγαζα καθαρή – αλλά δεν είμαι, είμαι άνθρωπος. Είμαι άνθρωπος όμως εκεί κάτω στα έγκατα της γης; Αυτό το ερώτημα διατυπώνω εκεί στα έγκατα της γης, αυτή τη σκέψη κάνω – κι άλλες πολλές.