φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Θα αφήσουμε τις άδενδρες στέπες του Πόντου, της σημερινής Ουκρανίας, και τους (γνωστούς αργότερα ως ινδοευρωπαίους) ποιμένες που αυτή την εποχή, το 5.000 π.Χ., ζουν ειρηνικά και δεν αλληλοσφάζονται, μιας και υπάρχουν ακόμα αχανή βοσκοτόπια και μπορούν να επεκταθούν και θα κινηθούμε ανατολικά και νότια – με την υπόσχεση ότι θα επιστρέψουμε. Θα περάσουμε την περιοχή του Καυκάσου και μετά από δυο χιλιάδες χρόνια, γύρω στο 4.000 π.Χ., θα φτάσουμε στη Μεσοποταμία. Εδώ θα δούμε έναν κόσμο τελείως διαφορετικό. Έναν κόσμο μικρών αγροτικών κοινοτήτων, αυτόνομων και εξισωτικών, που σχετίζονται και συνεργάζονται μεταξύ τους. Εάν μπούμε μέσα σε ένα από αυτά τα χωριά, εκείνο που θα μας κινήσει την περιέργεια θα είναι ένα μεγάλο, σε σύγκριση με τις χαμηλές και μικρές κατοικίες, κτίριο που δεσπόζει κάπου στο κέντρο. Πρόκειται για την κοινοτική αποθήκη πρώτων υλών και εργαλείων, που είναι ταυτόχρονα και κοινοτικό εργαστήριο και τόπος περιοδικής συλλογικής κατανάλωσης της τροφής. (Παρόμοιες κοινοτικές αποθήκες τροφίμων θα συναντήσουμε και στις νεολιθικές αγροτικές κοινότητες της ελλαδικής χερσονήσου – το νότιο μέρος της Βαλκανικής . Θα αφιερώσω ένα σημείωμα για αυτό το θέμα λίαν συντόμως).