φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΜΙΑ ηλιόλουστη, ζεστή φθινοπωριάτικη μέρα του 1964 ο παππούς Αθανάσιος, 70 ετών, και ο εγγονός Αθανάσιος, 5, κάπου στα νότια Βαλκάνια, στη βόρεια Ελλάδα, φόρτωσαν το αλέτρι στο κάρο, έζεψαν τις αγελάδες και πήγαν να οργώσουν ένα χωράφι για να σπείρουν σιτάρι μετά από λίγες μέρες. Ο παππούς μάθαινε στον εγγονό να οργώνει. Μετά το όργωμα, πήγαν στο ποτάμι για να βοσκήσουν οι αγελάδες, να πιουν νερό, να πιουν κι αυτοί νερό από το ποτάμι, φόρτωσαν ξερά κλαριά για το φούρνο και επέστρεψαν στο σπίτι.
ΑΥΤΟ που έκαναν ο παππούς και ο εγγονός, να εργαστούν μαζί στην παραγωγή της τροφής και της ενέργειας, το έκαναν πολλοί παππούδες και εγγονοί σε όλη την Ελλάδα, σε όλα τα Βαλκάνια, σε όλη την Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο καθ΄όλη τη διάρκεια της ιστορίας του ανθρώπινου γένους. Πριν δύο αιώνες, σταδιακά, και ανάλογα με τον βαθμό επέκτασης του βιομηχανικού καπιταλισμού σε κάθε κοινωνία, αυτή η συν-εργασία, αυτή η κοινωνική σχέση παππού και εγγονού, γιαγιάς και εγγονής, άρχισε και εκλίπει και τελικά εξέλιπε ολικώς. Οι γέροι και οι γριές εξοβελίστηκαν από την παραγωγή του κοινωνικού υλικού πλούτου, απομονώθηκαν στα γηροκομεία, στα καφενεία, στα ΚΑΠΗ και στα διαμερίσματα ενώ τα παιδιά, οι έφηβοι και ένα μεγάλο μέρος των νέων κλείστηκαν στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Δεν συμμετέχουν πια στην παραγωγή του υλικού κοινωνικού πλούτου.
Continue reading →