θεωρία επανάστασης
There are 259 posts filed in θεωρία επανάστασης (this is page 15 of 26).
aut Caesar aut nihil: εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και μάχες οπισθοφυλακής
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Με τη λατινική φράση του τίτλου ο Έρνστ Κασίρερ (Ο μύθος του κράτους) συνοψίζει την πολιτική φιλοσοφία του “Ηγεμόνα” του Νικολό Μακιαβέλι (1469-1527) που γράφτηκε πριν από 500 ακριβώς χρόνια (1513). Η φράση, ο “Ηγεμόνας”, μας λέει το εξής: για να κερδίσεις το πολιτικό παιχνίδι, το οποίο παίζεται όπως το πολεμικό, και το ερωτικό, θα πρέπει να είσαι Καίσαρας (Βοργίας): πανούργος, δόλιος, αδίστακτος, βίαιος. Εάν δεν τα σηκώνει αυτά ο οργανισμός σου και δεν αντέχεις το ξύλο, άραξε, μην κάνεις τίποτα (nihil). Τρίτη επιλογή δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει;
Κυριαρχία, τιμωρία, φιλία και κοινωνική επανάσταση
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
1.
Λένε ότι ο χαρακτήρας του ανθρώπου διαμορφώνεται μέσα στα τουλάχιστον τρία πρώτα χρόνια. Τείνω να ασπαστώ ασμένως την παραπάνω διαπίστωση. Η διαμόρφωση αυτή όμως ουδόλως καθορίζει οριστικά και αμετάκλητα τη ζωή του.
Δυο κλεφτρόνια, ένας ψηλός κι ένας κοντός, τρέχουν να ξεφύγουν από τους μπάτσους. Ο ψηλός έχει μεγαλύτερο δρασκελισμό και τρέχει πιο γρήγορα και τους ξεφεύγει. Τον κοντό τον πιάνουν: και μια ζωή μπαινοβγαίνει στη φυλάκα. Ο ψηλός σπουδάζει και γίνεται δικηγόρος. Πρόκειται για αληθινή ιστορία – συνέβη στις ΗΠΑ, στη δεκαετία του ‘5ο.
ο άνθρωπος Κύριος είναι προάνθρωπος
3.
Έχοντας κατά νου ότι οι λέξεις, έννοιες και όροι, σηκώνουν μεγάλα φορτία ιδεολογίας και παρασημάνσεων, παραδηλώσεων, αναγκάζομαι να εξετάσω αυτές που με ενοχλούν όταν τις διαβάζω και τις ακούω. Δέχομαι το ανυπόστατο του στρουθοκαμηλισμού: οι στρουθοκάμηλοι δεν χώνουν το κεφάλι μέσα στην άμμο για να αποφύγουν τον κίνδυνο. Θα έλεγα ότι αυτό είναι ίδιον του ανθρώπου, οπότε στη λέξη ‘ανθρωπισμός’ επικάθεται ένα, άρτι επινοηθέν, νέο σημασιολογικό επίστρωμα, ικανό να υποκαταστήσει την μέχρι τώρα χρησιμοποιημένη λέξη για την εθελοτυφλία και την εξ αυτής προερχομένη υποκρισία.
Ενοχλούμαι όταν διαβάζω τις λέξεις ‘αγώνας’ και ‘πάλη’. Κι αυτό διότι ο Κύριος ούτε αγωνίζεται, ούτε παλεύει. Ο Κύριος μπορεί να τον παίζει αλλά δεν παίζει, δεν αστειεύεται· ο Κύριος πολεμάει, είναι πολεμιστής: αρπάζει, καταστρέφει, εξοντώνει. Δεν το κάνει πάντα με όπλα, το κάνει και με άλλους τρόπους. Αυτός είναι ο κοινωνικός πόλεμος· τον διεξάγει και ο Κύριος. Εάν μεταχειριζόμαστε τις λέξεις ‘αγώνας’ και ‘πάλη’, τότε, τον διεξάγει μόνο Αυτός. Ο Κύριος πολεμάει κι εμείς τον παίζουμε· παίζουμε, αγωνιζόμαστε και επιδιδόμαστε σε αθλοπαιδιές, παλεύουμε. Είναι δυνατόν να μην ηττώμεθα αενάως, τη στιγμή μάλιστα που ο Κύριος τη λέξη ‘ήττα’ δεν θέλει ούτε και να την ακούει;
Όσο δεν θα αποφασίζουμε να πολεμήσουμε, θα ηττόμεθα οικτρώς, διότι θα πολεμάει μόνο ο Κύριος κι εμείς απλά θα υφιστάμεθα τα πλήγματά του, τις εκτελεσμένες αποφάσεις Του. Εάν όμως αποφασίσουμε να πολεμήσουμε, όχι μόνο θα πετάξουμε τους όρους ‘αγώνας’ και ‘πάλη’, όχι μόνο θα υιοθετήσουμε αυτόν του κοινωνικού πολέμου αλλά και θα υποχρεωθούμε να ασχοληθούμε με τη θεωρία του πολέμου και του κοινωνικού πολέμου. Γιατί όμως μεταχειριζόμαστε τις παραπάνω μεταφορές;
Τις μεταχειριζόμαστε για να αποφύγουμε τον όρο πόλεμος, μιας και είμαστε φιλειρηνιστές και οραματιζόμαστε μια κοινωνία χωρίς πόλεμο. Δεν τον θέλουμε τον πόλεμο, οπότε, δεν θέλουμε ούτε τον κοινωνικό πόλεμο. Κι αφού δεν θέλουμε να πολεμάμε και να πολεμήσουμε, θα αποφύγουμε και τον κοινωνικό πόλεμο. Ανθρωπισμός, αγαπητές στρουθοκάμηλοι, ανθρωπισμός!
τα κρατικά έσοδα ως πεδίο μάχης του κοινωνικού πολέμου (2)
2.
Ο Κύριος μας απαγορεύει, θα μας απαγορεύσει να υπάρχουμε. Όχι όλους! Ο Κύριος δεν μπορεί, όσο και να το επιθυμεί, να υπάρξει, δεν θα είναι Κύριος χωρίς εμἀς τους Υποτελείς. Η εξέλιξη όμως του καπιταλισμού, η συρρίκνωσή του, ξεβράζει στην κοινωνική επιφάνεια πληθυσμούς περιττούς, άχρηστους και επικίνδυνους, τους οποίους επιθυμεί και επιδιώκει να εξοντώσει – θα δούμε με ποιους τρόπους.
Ένας μεγάλος αριθμός Υποτελών θα εξαιρεθεί: οι χρήσιμοι και οι υπάκουοι, οι Υποτελείς των λεγόμενων αναπτυγμένων καπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών, οι οποίοι συνδέουν την τύχη τους και το μέλλον τους με τον ισχυρό, κατ’ αυτούς, Κύριο, και θα κάνουν ό,τι η Αυτού μεγαλειότης τους υποδείξει. Οι χρήσιμοι και υπάκουοι αυτοί υπήκοοι έχουν αφομοιώσει πλήρως τον καπιταλιστικό τρόπο ζωής, την μέσω της κατανάλωσης εμπορευμάτων επιβίωση και την άσκηση δραστηριοτήτων που συνυφαίνονται με τον καπιταλισμό· και αν χρειαστεί να στραφούν κατά των περιττών πληθυσμών, θα το κάνουν ολόψυχα αφοσιωμένοι στον Κύριο, πειθήνια συντεταγμένοι στις γραμμές Του. Οι χρήσιμοι και υπάκουοι αυτοί αρχόμενοι είναι δυνάμει ναζιστές, ήτοι εξοντωτές. Δεν μπορούν να φανταστούν τη ζωή τους πέραν του καπιταλισμού, δεν μπορούν να δουν κάτι πέραν αυτού, κι αυτό είναι το μέγα επίτευγμα της καπιταλιστικής Κυριαρχίας, για να συνοψίσουμε και τη Σχολή της Φραγκφούρτης.
Εάν όμως ο Κύριος μας απαγορεύει να υπάρχουμε, δεν θα έπρεπε και εμείς να τον απαγορεύσουμε να υπάρχει; Ασφαλώς και θα έπρεπε – και θα το κἀνουμε. Υπάρχει όμως μια κομβική, οντολογική θα έλεγα διαφορά. Για να την κατανοήσουμε θα πρέπει πρώτα να εξηγηθούμε.
πανταχού απουσία: εγχειρίδιο διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου
πανταχού απουσία
εγχειρίδιο διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1. ΑΓΩΝΑΣ, ΠΑΛΗ Ή ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ;
1.1 ο αγώνας
1.2 η πάλη
1.3 ο κοινωνικός πόλεμος
2. Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΣΤΗ ΣΥΡΡΙΚΝΩΣΗ
τα κρατικά έσοδα ως πεδίο μάχης του κοινωνικού πολέμου (1)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
1.
Στο 67ο κεφἀλαιο της ‘Ρωμαϊκής Ιστορίας’ του, ο Δίων ο Κάσσιος (Dio Cassius) γρἀφει ότι όταν ήταν αυτοκράτορας ο, κατά τον ιστορικό, λίαν υπεροπτικός, παρανοϊκός και αδιστάκτως ωμός Δομιτιανός, οι φόρου υποτελείς κάτοικοι της περιοχής του σημερινού Αλγερίου, οι Νασαμόνες, εξεγέρθηκαν κατά των Ρωμαίων, έσφαξαν τους φοροεισπράκτορες και λεηλάτησαν το ρωμαϊκό στρατόπεδο. Μεταξύ της λείας ήταν και μπόλικο κρασί, το οποίο ρούφηξαν και κοιμήθηκαν βαριά. Το έμαθε αυτό ο ρωμαίος κυβερνήτης, ο Φλάκκος, και πήγε και τους έσφαξε όλους, άνδρες και γυναικόπαιδα. Αυτό έγινε το 86 μ. Χ. Λίγες μέρες μετά, ο Δομιτιανός είπε, γράφει ο Δίων ο Κάσσιος, απευθυνόμενος στη Σύγκλητο (67.4.6):
‘ Έχω απαγορεύσει στους Νασαμόνες να υπάρχουν΄.
Declaration θεωρητικού αδιεξόδου
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Ολοκλήρωσα χτες την ανάγνωση του βιβλίου των Χάρντ και Νέγκρι, Να πάρουμε τη σκυτάλη (μετ. Αλέξανδρος Κιουπκιολής, εκδ. Βιβλιόραμα). Δεν μπορώ να κατανοήσω τους λόγους που δεν διατηρήθηκε ο τίτλος του πρωτοτύπου (Declaration, Διακήρυξη) αλλά υιοθετήθηκε αυτός του προοιμίου (Να πάρουμε τη σκυτάλη), με υπότιτλο τον τίτλο της αμερικάνικης έκδοσης.
Ποιος διατυπώνει αυτή τη διακήρυξη; Τη διατυπώνουν οι δύο συγγραφείς, η διακήρυξή τους όμως είναι μια επανεπεξεργασία, ένας εμπλουτισμός, υπό το πρίσμα των απόψεών τους, όλων αυτών που έχουν διακηρύξει τα πλήθη και τα κοινωνικά κινήματα των πλατειών κατά τα τελευταία δύο χρόνια. Θα αντιλαμβάνεστε ότι δεν ενθουσιάστηκα – αποφεύγω μετά επιγνώσεως να μεταχειριστώ πιο σκληρές και πιο βάναυσες λέξεις. Όταν ολοκλήρωσα την ανάγνωση σκέφτηκα το εξής: δεν πρόκειται για Διακήρυξη αλλά για τον επικήδειο της Νεκροζώντανης Αριστεράς.
Αυτό το σκέφτηκα από την πρώτη ήδη σελίδα του βιβλίου. Και κάθε σελίδα επιβεβαίωνε αυτή τη σκέψη. Τι διάβασα στη πρώτη σελἰδα (9):
‘Τα υποκείμενα της αλλαγής έχουν κατέβει ήδη στους δρόμους και έχουν καταλάβει τις πλατείες των πόλεων, και δεν απειλούν ή δεν ανατρέπουν απλώς τους εξουσιαστές, αλλά επινοοούν επίσης τα οράματα ενός νέου κόσμου. Το κυριότερο είναι, ίσως, ότι τα πλήθη, με τις λογικές και τις πρακτικές τους, τα συνθήματακαι τις επιθυμίες τους , έχουν διακηρύξει ένα νέο σύνολο αρχών και αληθειών. Πως μπορεί η διακήρυξή τους αυτή να γίνει η βάση για τη συγκρότηση μιας νέας και βιώσιμης κοινωνίας;’
Γνωρίζετε ότι η δική μου θέση βρίσκεται στον αντίποδα αυτών των απόψεων. Επειδή όμως είμαι λιγάκι αψύς και χάνω συχνά την ψυχραιμία μου, και καλά κάνω, διακηρύσσω ότι εάν γίνουν όλα αυτά που διατείνονται οι δυο συγγραφείς εγώ όχι μόνο θα παραδεχτώ δημοσίως την πλάνη στην οποία έχω υποπέσει αλλά θα κόψω τ’ αρχίδια μου και θα τα κρεμάσω στη πλατεία Συντάγματος να τα φάνε οι γκουγκουχτούρις (δεκαοχτούρες).
φέτος δεν θα αγοράσω κρατικό λαχείο
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα, κι ας βρέχει, κι ας χιονίζει – δεν υπάρχει κακός καιρός, ούτε ο καιρός χαλάει
Σήμερα, θα ασχοληθούμε για άλλη μια φορά με το πρώτο αξίωμα διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου: νικάμε χωρίς να πολεμάμε (το δεύτερο: πρώτα νικάμε και μετά πολεμάμε). Με ρωτούν πολύ συχνά: Πως είναι δυνατόν να νικάμε χωρίς να πολεμάμε;
Τι θα συνέβαινε, φίλες και φίλοι, εάν δεν αγοράζαμε, κανένας και καμία, λαϊκά, εθνικά, κρατικά λαχεία, και δεν παίζαμε αγοράζοντας προπό, τζόκερ, λότο, κίνο και όλα τα άλλα τα κρατικά τυχερά παιχνίδια που πρόκειται να ιδιωτικοποιηθούν; Θα μου πείτε, ‘αυτό, φιλάρα, δεν γίνεται!’ Ντάξ’, μάγκες, αφού το λέτε εσείς, έτσι θα είναι, δεν γίνεται. Θα μου επιτρέψετε όμως να επιδοθώ σε αυτή τη μαλακισμένη συνήθειά μου να διατυπώνω υποθέσεις και εικασίες; Θα μου το επιτρέψετε, θέλετε δε θέλετε. Δεν νομίζω να σας ενοχλώ.
Πριν το κάνω, θα ήθελα να διερευνήσω μερικά ζητήματα. Θα ήθελα να διατυπώσω μια απάντηση στο σύνθετο ερώτημα, ποιοί και γιατί αγοράζουν λαχεία και παίζουν κρατικά τυχερά παιχνίδια. Γιατί το κράτος ασχολείται με τέτοιο ζήλο με την οργάνωση των κρατικών τυχερών παιχνιδιών και διαρκώς επιχειρεί να γενικεύσει την κατανάλωσή τους; Υπάρχει κάποια σχέση της δημοκρατίας με τον τζόγο; Τι γίνεται στις μέρες μας, είναι γεμάτα ή όχι τα προπατζίδικα; Ποιο είναι το μέλλον τους; Ποια είναι η θέση της Αριστεράς για τα κρατικά τυχερά παιχνίδια;
Γνωρίζετε, φίλες και φίλοι, ότι έχουμε επιθυμίες (και φόβους και άγχη) που δεν τις γνωρίζουμε και επιθυμἰες που τις γνωρίζουμε. Δύο επιθυμίες εμπλέκονται στην κατανάλωση, στο παίξιμο των τυχερών παιχνιδιών: μία συνειδητή και μία ασύνειδη. Ας δούμε πρώτα τη δεύτερη.
Ο Φρόιντ έγραψε ότι ο έρωτας, ο θάνατος και τα τυχερά παιγνίδια έχουν το εξής κοινό χαρακτηριστικό: δεν γνωρίζεις πότε θα σου συμβεί. Θα
πότε θα βγούμε στους δρόμους
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Την 21η Απριλίου του 1967, ή την επομένη, ή την επομένη, δεν μπορώ να θυμηθώ, ήμουνα μπροστά στον φούρνο, οχτώ χρονών, Γ΄Δημοτικού, ήμουνα μπροστά στον φούρνο και περίμενα να βγει η πιταλιά. Η πιταλιά είναι κάτι σαν λαγάνα, λίγο πιο ψιλή, την έβαζαν στον φούρνο τελευταία για να την βγάλουν πρώτη, πριν βγάλουν τα σουμούνια, τα καρβέλια. Στην Ιταλία, η πιταλιά εμφανίζεται ως πίτσα, με ντομάτα, μοτσαρέλα και παστή σαρδέλα, αυτή είναι η γνήσια πίτσα, – πριν, μέχρι να βγει το ψωμί, έτρωγες ζεστό ψωμί μετά τα ξεροκόματα των τελευταίων δύο-τριών ημερών, τα οποία, όταν τα έτρωγα βρεγμένα, τα έτρωγα με αλάτι, όχι με ζάχαρη -αλάτι βάζαμε και στο κατσικίσιο γάλα.
Εκεί μπροστά στον φούρνο, περιμένοντας να βγει η πιταλιά, άκουσα από τις γυναίκες για κάτι που έκανε ο στρατός στην Αθήνα, αλλά δεν κατάλαβα. Κατάλαβα αργότερα, επρόκειτο για το στρατιωτικό πραξικόπημα, για τη στρατιωτική δικτατορία των συνταγματαρχών. Εκεί, στις όχθες του Έβρου ζούσαμε με τον στρατό, οι στρατιώτες μας έδιναν κουραμάνες να φάμε, θυμάμαι ένα τσαμπούκι, τσαμπούκια έλεγαν τους φαντάρους που δεν είχαν που να πάνε και κάθονταν στον στρατό, λόγω αλλεπάλληλων φυλακών, μέχρι που αναγκάζονταν να τους διώξουν, θυμάμαι ένα τσαμπούκι, ξυπόλητο, που μας έδινε την κουραμάνα με τόση χαρά που δεν τον ξεχάσω μέχρι να ψοφήσω. Το 1963 πήγε να γίνει πόλεμος με την Τουρκία, φύγαμε από το σπίτι μας, στην άκρη του χωριού προς τα σύνορα, και πήγαμε στου παππού μου, για να προφυλαχτούμε ντεμέκ, για να είμαστε παρέα, γιατί ο φὀβος μας φέρνει κοντά, είναι ο πιο συντελεστικός καταλύτης δημιουργίας και σύμπηξης παρέας, ομάδας. Όταν μας εκφοβίζουν και μας απειλούν, μασάμε και υπακούουμε, αλλά όταν φοβόμαστε μέσα στην καθημερινή ζωή, όταν ερχόιμαστε αντιμέτωποι με κάποιον πραγματικό, ένυλο φόβο, τότε, ενστικτωδώς, μαζευόμαστε, όπως μαζεύονται μια μπάλα τα σπουργίτια και πέφτουν με ορμή πάνω στο γεράκι. Και βέβαια, όταν αρχίζει μια διαδικασία σχηματισμού και σύμπηξης ομάδων και παρεών μέσα στη ζωή, [να] [θα] γνωρίζετε ότι κάτι όμορφο και ωραίο συμβαίνει και θα συμβεί.