πίπα, γλειφομούνι και κομμουνισμός: τί χρώμα έχει η ανθρώπινη σάρκα;

Το βουνο μας. (της Αποστολίας)

     Την απάντηση στο ερώτημα αυτό, φίλες και φίλοι,  τη γνωρίζουν οι φοιτητές της Ιατρικής και οι γιατροί· εμείς όμως δεν είμαστε ούτε φοιτητές Ιατρικής ούτε γιατροί, άρα δεν γνωρίζουμε. Λάθος!  Γνωρίζουμε αλλά δεν γνωρίζουμε ότι γνωρίζουμε.    

    Πώς γίνεται να γνωρίζουμε χωρίς να γνωρίζουμε ότι γνωρίζουμε; Εάν σας πω την απάντηση, θα αναφωνήσετε, ναι, ναι, αυτό είναι το χρώμα της ανθρώπινης σάρκας. Δεν θα σας τη πω όμως· το θέμα είναι να ψάξουμε μαζί να τη βρούμε – η αλήθεια, η αναζήτηση της γνώσης  δεν είναι απόφανση, είναι διαδικασία – απλά χρειάζεται κάποιος συντονισμός, τον οποίο στη προκειμένη περίπτωση αναλαμβάνω εγώ. Θα μου πείτε, μα γιατί να μας ενδιαφέρει το χρώμα της σάρκας μας; Μα από περιέργεια!  Όχι μόνο αυτό. Κατά τη διαδικασία αναζήτησης θα προκύψουν κι άλλα ερωτήματα κι άλλες γνώσεις, χρήσιμες και χρησιμοποιήσιμες – και μη. Το περιττό, φίλες και φίλοι, δεν είναι άχρηστο. Τα περιττώματα των χορτοφάγων ζώων είναι περιττά γι αυτά αλλά τι νόστιμες ντομάτες που τρώμε! Μιας και ζούμε τον κομμουνισμό, δεν μπορεί να μην φέρουμε στην επιφάνεια το περιττό – ο κομμουνισμός είναι η επικράτεια του φαινομενικώς περιττού.  Continue reading

νοῦς ἀνάγκης ἄρχων . . . ἀνάγκη ἡττωμένη ὑπό πειθοῦς ἔμφρονος (Πλάτων, Τίμαιος 48a)

    φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

     Εάν κάποιος, κάποια θα ήθελε να διαβάσει Πλάτωνα, το κείμενο ή μετάφραση, θα πρότεινα να αρχίσει με  έναν σύντομο και με απλή δομή διάλογο, τον Ιππία Ελάττονα, και μια εκτενή πραγματεία στην οποία ο θείος φιλόσοφος εκθέτει τις απόψεις του για τη δημιουργία του κόσμου, τον Τίμαιο. Θα ασχοληθούμε αύριο με τον Ιππία Ελάττονα, στον οποίο ο Πλάτων υποστηρίζει (376 b) ότι αυτός που με τη θέλησή του κάνει λάθος και διαπράττει αίσχη και αδικίες (ο άρα εκών αμαρτάνων και αισχρά και άδικα ποιών), εφόσον βεβαίως υπάρχει τέτοιος άνθρωπος (είπερ τίς έστιν ούτος), δεν είναι δυνατόν να είναι άλλος παρά ο ισχυρός [αγαθός] (ουκ αν άλλος είη ή ο αγαθός)! Οι μεταφραστές του Πλάτωνος αφήνουν τη λέξη αγαθός αμετάφραστη, και δεν είναι η μόνη άλλωστε, αλλά αυτό είναι ένα πολύ τεράστιο πρόβλημα – ασφαλώς και θα το εξετάσουμε, όταν θα ασχοληθούμε με τη γλώσσα του Πλάτωνος.  Η λέξη πρέπει να μεταφραστεί, τελεία και παύλα, κι εγώ την αποδίδω με το επίθετο ισχυρός. Διαβάζουμε κι άλλα περίεργα – αυτός που λέει αλήθεια κι αυτός που ψεύδεται ταυτίζονται!  Ο διάλογος είναι ένα διαμάντι αλλά από όλους τους μελετητές του Πλάτωνος χαρακτηρίζεται παράδοξος και αινιγματικός. Θα δείξω αύριο ότι αυτός ο διάλογος είναι τόσο σημαντικός, είναι τόσο εκθαμβωτικός, τόσο σαφής, τόσο λαμπρός  που προκαλεί και τύφλωση και σύγχυση στή σκέψη εκείνων που δεν θέλουν να παραδεχτούν κάτι πολύ απλό: όλα αυτά τα παράδοξα που ισχυρίζεται ο Σωκράτης δεν είναι παρά τα κύρια χαρακτηριστικά της ύπαρξης του Κυρίου!

    Έγραψα προχτές ότι το κλειδί της κατανόησης του πλατωνικής φιλοσοφίας είναι ο όρος θεός. Εάν κατανοήσουμε τι εννοούσε με τον όρο αυτό ο Πλάτων θα κατανοήσουμε και τη φιλοσοφία του. Για να κατανοήσουμε τον όρο θεός θα πρέπει να διαβάσουμε τον Τίμαιο. Υπάρχουν πολλές μεταφράσεις του έργου αυτού – θα σας πρότεινα όμως αυτήν του Βασίλη Κάλφα ( με κείμενο, εκτενή εισαγωγή και πολλά σχόλια) από τις εκδόσεις Πόλις. Σε αυτό το έργο,της γεροντικής ηλικίας, ο  Πλάτων υποστηρίζει ότι τον κόσμο τον έπλασε ένας θεός, ένας δημιουργός τεχνίτης.  Εκθέτω ευθύς αμέσως και απροκαλύπτως την άποψή μου: ο δημιουργός θεός τεχνίτης δεν είναι παρά,  πρώτον, αυτό που θα ήθελε να ήταν ο Κύριος και, δεύτερον, αυτό που θέλει να γίνει ο Κύριος.  Ο Κύριος θα ήθελε να ήταν αυτός που είχε δημιουργήσει τον κόσμο – αλλά δεν ήταν αυτός. Επειδή όμως η πραγματικότητα είναι ατελής, ο Κύριος θέλει και σκέφτεται  τη βελτίωση της πραγματικότητας, θέλει και σκέφτεται να επινοηθεί μια άλλη πραγματικότητα, θέλει και σκέφτεται να  δημιουργηθεί μια νέα πραγματικότητα. Γιατί η πραγματικότητα είναι ατελής; Ποιά πραγματικότητα θέλει; Πώς θα την δημιουργήσει;

 

Continue reading

το ἀγαθόν του Πλάτωνος και τα ξερά κρεμμύδια του Αθανασίου

η μαβρη εκκλησια (της Αποστολίας)

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

    Όταν σε κάποια φάση της ζωής μου, πριν πολλά χρόνια, συνειδητοποίησα ότι το εντονότερο χαρακτηριστικό της δυτικής Κυριαρχίας, τουτέστιν η ζωτικότερη προσδοκία και  επιδίωξη του δυτικού Κυρίου ήταν, είναι και θα είναι η αύξηση της διαθέσιμης ισχύος, περπατούσα και παραμιλούσα ψιθυρίζοντας ασταμάτητα ‘αύξηση της ισχύος, αύξηση της ισχύος, αύξηση της ισχύος. . . ‘  για να αναγκάσω τον εγκέφαλο να αποθηκεύσει αυτή τη συνειδητοποίηση τόσο έντονα ώστε να μπορώ να την ανασύρω με ευκολία ανά πάσα στιγμή.  Θεώρησα ότι αυτή η γνώση ήταν γόνιμη αφού πολύ σύντομα διεγέρθη το εξής ερώτημα: αύξηση, μεγέθυνση της ισχύος, πολύ ωραία, αλλά μέχρι ποιό σημείο;  Είναι δυνατόν η ισχύη να φτάσει σε τέτοιο σημείο που να μην μπορεί να μεγεθυνθεί περαιτέρω;  Στο ερώτημα αυτό απάντησα ως εξής: η απόλυτη ισχύη είναι η σωματική αθανασία. Επίσης γόνιμη επίγνωση. Διότι ευθύς αμέσως ένα νέο ερὠτημα προβάλλει στο προσκήνιο – σε ευχαριστώ, εγκέφαλἐ μου: είναι εφικτή η σωματική αθανασία;

     Έχουν διατυπωθεί δύο απόψεις: είναι εφικτή – δεν είναι εφικτή. Ύπάρχουν Κύριοι που διατείνονται ότι είναι εφικτή, άλλοι πως δεν είναι· υπάρχουν μαρξιστές που πιστεύουν πως είναι εφικτή, άλλοι πως δεν είναι. Εγώ υποστηρίζω  ότι η απόλυτη ισχύς, η σωματική αθανασία, δεν είναι εφικτή – να το επιχείρημά μου: η ζωή επινόησε τον θάνατο για να μην εξαλειφτεί· εάν εξαλείψουμε τον θάνατο, θα εξαλειφθεί η ζωή· μόνο ο νεκρός είναι αθάνατος.

     Πώς έφτασα σε αυτή την αλληλουχία κατανοήσεων, επιγνώσεων, διατύπωσης ερωτημάτων;  Έφτασα χωρίς να το πολυκαταλάβω με την μελέτη του Πλάτωνος.  Αλλά!  Υπάρχει ένα τεράστιο αλλά! Το θέμα δεν είναι να διαβάσεις τον Πλάτωνα αλλά πώς θα τον διαβάσεις. Δεν υπάρχει έτσι γενικά και αόριστα διάβασμα· εάν διαβάζουμε χωρίς να ψάχνουμε να βρούμε κάτι, δεν θα βρούμε τίποτα, χαμένος χρόνος το διάβασμα. Όταν λέω ότι όταν διαβάζω ψάχνω να βρω κάτι σημαίνει ότι το διαβάζω από κάποια σκοπιά.  Διάβασα λοιπὀν τον Πλάτωνα από μαρξιστική αναρχοκομμουνιστική σκοπιά.

 

Continue reading

από την Κρίση του αδίστακτου Κυρίου Θεού στην Κρίση του αδίστακτου Κυρίου καπιταλιστή: λίγοι θα πάτε στον Παράδεισο, όλοι οι άλλοι στην Κόλαση.-

θαλασσινο τοπιο (της Αποστολίας)

     φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα 

    ‘Αυτό το αφήνω στη κρίση σου’, λέμε και εννοούμε ότι εσύ θα αποφασίσεις· απόφαση, αυτή ήταν η αρχική σημασία της λέξης κρίση,  η οποία και επιβιώνει ακόμα. Κι ενώ διαβάζουμε το ρήμα κρίνω ήδη στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια (χωρίζω, ξεχωρίζω, ξεδιαλέγω), το όνομα κρίσις απαντάται για πρώτη φορά στο πρώτο μισό του 5ου π. Χ. αιώνα – στον Πίνδαρο, στον τρίτο Ολυμπιόνικο, στ. 21 ( και μεγάλων αέθλων αγνάν κρίσιν)· μετά το 450 η λέξη εμφανίζεται ολοένα και πιο συχνά –  τη διαβάζουμε στον Ηρόδοτο, στον Θουκυδίδη, στους αττικούς ρήτορες, στον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη – μέχρι στις μέρες μας. Η βασική της σημασιολογική εξέλιξη ήταν η εξής: ενώ αρχικά δήλωνε την απόφαση που στηριζόταν σε μια αξιολόγηση, κατέληξε να δηλώνει αφενός την αιφνίδια και βίαιη επιδείνωση μιας χρόνιας πάθησης και αφετέτου τις περιστάσεις, τη χρονική περίοδο κατά την οποία, λόγω της επιδείνωσης, υπάρχει  εκτροπή, υπάρχει  εξαίρεση από τη θεωρούμενη ως  φυσιολογική, κανονική  κατάσταση της προηγούμενης περιόδου.     

    Όταν στη Θεολογία λέμε Κρίση εννοούμε τη Δευτέρα Παρουσία του Θεού κατά την οποία ο Θεός κρίναι ζώντας και νεκρούς– , θα κρίνει, θα ξεχωρίσει τους δίκαιους (χρήσιμους, πιστούς, αφοσιωμένους, υπάκουους Υποτελείς) από τους  άδικους (άχρηστους, περιττούς, άπιστους, απείθαρχους, ανυπάκουους Υποτελείς), θα αποφασίσει ποιοι θα πάνε στον Παράδεισο και ποιοι στην Κόλαση. Αυτό θα γίνει κάποτε στο μέλλον – είναι η μέλλουσα Κρίση, η μέλλουσα Απόφαση του Θεού, είναι η ώρα, η ημέρα της Κρίσεως·  είναι η ώρα, η ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας.       

    Οι χριστιανοί και οι χριστιανές θα περιμένουν να δούνε τον Θεό για δεύτερη φορά και θα περιμένουν για πολύ – την πρώτη φορά σταυρώθηκε, τη δεύτερη θα μας γαμήσει. Εγώ δεν τον περιμένω, τον βλέπω·  εγώ ζω τη Δευτέρα Παρουσία, ζω την ώρα και την ημέρα της Κρίσεως. Και τη ζω γιατί ζω τη γένεση του θεού, ζω τη γένεση του πανίσχυρου Κυρίου καπιταλιστή. Δεν ζω όμως τη γένεση του Θεού, δεν ζω τη γένεση του αθάνατου και αήττητου Κυρίου καπιταλιστή.

 

Continue reading

η βαθύτητα της σκέψης ενός βαθυστόχαστου συγγραφέα· ο βαθύς Κύριος και η λατρεία του βάθους (1)

    φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

    Εάν ζούσαμε στην αρχαία Ελλάδα, δεν θα ακούγαμε ποτέ τη φράση η θάλασσα είναι (εστί) ρηχή· δεν υπάρχει αρχαιοελληνικό επίθετο ρηχός, ή, όν. Θα ακούγαμε τη φράση η θάλασσα εστί αβαθής –  το επίθετο αβαθής είναι το αντίθετο του βαθύς. Το επίθετο ρηχός χρησιμοποιείται και μεταφορικά: ρηχή σκέψη είναι η σκέψη που δεν έχει βάθος ( ρηχότητα της σκέψης), ρηχός άνθρωπος είναι αυτός που δεν σκέφτεται, δεν εξετάζει τα πράγματα σε βάθος – ο επιπόλαιος θα λέγαμε. Πώς όμως προέκυψε το επίθετο ρηχός;

Continue reading

κακοκαιρία: ο βρομοπαλιοσκατόκαιρος θα χαλάσει

οι δυο ανθρωποι που κλενε (της Αποστολίας)

     φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα    

    Να καταργηθεί η δυστυχία, να καταργηθεί ο πόνος, να καταργηθούν τα γηρατειά, να καταργηθεί ο θάνατος, να καταργηθεί η κακοκαιρία,  κραυγάζει ο δυτικός Κύριος και σιγοτραγουδάει ο Υποτελής υπάκουος υπήκοος, και εκτρεφόμενο ζώο με παραλλαγή και στρατιώτης με πολιτικά – πόσο τον σκέφτομαι και τον αγαπάω!  Να καταργηθεί η φύση! Να καταργηθεί το χιόνι, και η βροχή και ο κάψωνας, που λέει και η Αποστολία. Να έχουμε  (πανταχού παρόν βρε παιδιά αυτό το ρήμα!), να έχουμε ήλιο αλλά να μην κάνει πολλή ζέστη, μια θερμοκρασία γύρω στους 25 με 30 βαθμούς Κελσίου! Ο επίγειος Παράδεισος! Υπάρχει επίγειος Παράδεισος, υπάρχει,  εκεί στη Μαλαισία, στη Ταϊλάνδη, στην Ινδία, εκεί που ένας νεόπλουτος αν δεν πάει δεν θεωρείται πλούσιος, δεν θεωρείται Κύριος. Το να ζεις εκεί, στους επίγειους Παραδείσους, είναι μια έμμεση διακήρυξη των επιθυμιών του Κυρίου να υποτάξει τη φύση – είναι σαν την πλατωνική και χριστιανική αθανασία της ψυχής:  αφού αυτόν τον καιρό δεν μπορούμε να τον έχουμε εδώ, ας τον έχουμε αλλού. Εάν πάμε εκεί, τη νικήσαμε τη Φύση – την ώρα που η Ευρώπη έγινε παγοδρόμιο και η Αγγλοουαλία μια τεράστια λίμνη βάθους δύο μέτρων.  ” Εδώ κάτω”, διαπίστωνε η ρεπόρτερ στη τηλεόραση, πάνω σε βάρκα ευρισκόμενη,   “έβοσκαν πρόβατα και λίγο πιο κάτω ήταν ένα γήπεδο γκολφ “.  Ο Παρατατικός μου αρέσει πάρα πολύ, είναι 0 χρόνος του δυτικού πολιτισμού.

    Continue reading

για την ένοπλη βία (2) : όποιος ανακατεύεται με το Κράτος, τον τρώει το Κράτος

    φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

    Κάποτε, εάν είχα πάνω μου όπλο, θα σκότωνα άνθρωπο·  κάθε άνθρωπος, εάν υπάρξουν κάποιες συνθήκες και προϋποθέσεις – παιδί, γέρος, άνδρας, γυναίκα –  είναι δυνάμει φονιάς. Πριν σας αφηγηθώ τι συνέβη, θα ήθελα να σημειώσω ότι,  όταν ο πολεμιστής πολεμάει υπό το βάρος έντονων αρνητικών συναισθημάτων (οργή, λύπη, στενοχώρια, αγανάκτηση και άλλα πολλά),  αυτό που θα καταφέρει θα είναι να ενταθούν ακόμα περισσότερο τα ήδη υπάρχοντα αρνητικά συναισθήματα και να προσθέσει κι άλλα· με άλλα λόγια, κάτω από αυτές τις συνθήκες η ήττα είναι αναπόφευκτη. Θα ήθελα να σημειώσω ακόμα ότι  η ήττα στον όποιο πόλεμο παίρνει πολλές και διάφορες μορφές, ο θάνατος όμως είναι η απόλυτη ήττα· και μιας κι ο Θάνατος (με καφαλαίο) είναι αθάνατος, είναι ο μόνος Θεός, είναι ο μόνος Θεός του Κυρίου ημών.  Όποιος πεθαίνει στον πόλεμο, λατρεύει τον Θεό του Κυρίου, τον Θάνατο –  μερικοί το γνωρίζουν, οι περισσότεροι όμως όχι. Ο θάνατος όμως μπορεί να είναι η τελική κατάληξη όχι μόνο του πολέμου αλλά και της αυτοκαταστροφής –  το πως όμως,  και το γιατί μας σπρώχνει  ο Κύριος προς την αυτοκαταστροφή θα το εξετάσουμε σε ένα από τα προσεχή σημειώματα που αφιερώνουμε στην ένοπλη βία. 

   Πρέπει να ήταν το 1987· μάζευα ροδάκινα στη Σκύδρα Ημαθίας, στο Βέρτεκοπ, όπως την έλεγαν κάποτε, και μετά τη δουλειά πήγα να φάω και μετά το φαΐ πήρα τη BMW, μοντέλο 1952,  με καλάθι, όπου είχα τα υπάρχοντά μου (βιβλία, ρούχα, κουζινικά) και πήγα να παίξω μπιλιάρδο.  Ακολουθούσα  το ίδιο δρομολόγιο κάθε μέρα, εκείνη όμως τη μέρα λοξοδρόμησα και πέφτω σε ένα τύπο που έπλενε το αυτοκίνητό του στη μέση του δρόμου. Σβήνω τη μηχανή και περιμένω να κάνει στην άκρη. Ο τύπος όμως δεν χαμπάριαζε, λες και δεν υπήρχα. Του λέω να κάνει στην άκρη και μου λέει,  ‘βιάζεσαι, αγοράκι μου;’ Κι αρχίζω να του λέω ότι δεν έχει το δικαίωμα να κλείνει το δρόμο, ότι ο δρόμος ανήκει σε όλους και άλλα παρόμοια. Μου λέει,  η Αστυνομία είναι εδώ πιο κάτω! Ξέρετε τί έκανα;  Πήγα στο Τμήμα, τους εξήγησα τι συνέβη, ήρθε μαζί μου ένας αστυνομικός και του λέει χαμογελώντας, άντε, ρε Τάκη, τελείωνε να περάσει ο άνθρωπος! Κι απαντάει κι ο Τάκης χαμογελώντας, ‘ τελειώνω σε πέντε λεπτά’.  Κάθισα στη μηχανή και περίμενα. Μάταια. Άρχισα να βράζω μέσα μου. Αν είχα πάνω μου εκείνη τη στιγμή μια καραμπίνα,  θα του έκανα το κεφάλι νιανιά, θα του το μάζευαν με το κουταλάκι. Όπλο όμως δεν είχα, να παίξω ξύλο είδα ότι δεν με έπαιρνε κι εκεί που σκέφτομαι να δω τι θα κάνω, ρίχνω ένα βλέφαρο γύρω μου, να εξερευνήσω το περιβάλλον,  να βρω κάποια διέξοδο, και παρατηρώ ότι στα δεξιά μου είναι ένα ξενοδοχείο-μπουρδέλο. Τρεις πουτάνες κάθονται στα μαρμάρινα βρόμικα σκαλοπάτια και πίνουν φραπέ και χασκογελάνε. Τα είδα αμέσως  όλα. Ο νταβατζής συνέχισε να πλένει προκλητικά το αυτοκίνητο ψάχνοντας για θύμα, ψάχνοντας να πλακώσει κάποιον στο ξύλο.  Έκανα μερικές μανούβρες, γύρισα τη μηχανή προς την άλλη κατεύθυνση, έβαλα μπρος κι έφυγα. Αυτό το περιστατικό με απασχόλησε και με απασχολεί ακόμα. Πρώτη μου φορά  ένιωσα τόση μεγάλη επιθυμία να σκοτώσω άνθρωπο. Εκείνο που με απασχόλησε πιο πολύ ήταν η απύθμενη αφέλειά μου, η απερίγραπτη βλακεία μου, η ασυνείδητη ανωριμότητά μου. Λίγα λεπτά της ώρας σκέφτηκα ότι αυτό που έκανα τελικά ήταν αυτό που έπρεπε να κάνω από την αρχή, είτε είχα όπλο πάνω μου είτε όχι. Να είχα όπλο πάνω μου δεν υπήρχε περίπτωση – έπρεπε να κόψω κίνηση, να εκτιμήσω όσο πιο γρήγορα ήταν δυνατόν την κατάσταση, να γυρίσω και να εξαφανιστώ μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Έτσι, ούτε εγώ θα συγχυζόμουν, ούτε θα διασκέδαζα νταβατζή, μπάτσο και πουτάνες. Δεν είχα κατανοήσει ότι εάν πολεμούσα θα έχανα –  κι αν σκότωνα, άν νικούσα δηλαδή, τότε θα καταλάβαινα ότι κάθε νίκη με τη χρήση όπλων είναι αποτρόπαια ήττα. Ο μόνος τρόπος να νικήσω πραγματικά ήταν να μην πολεμήσω, να έφευγα –  κι αυτό έκανα αλλά πολύ αργά. Πότε όμως δεν είναι αργά, μιας και αργά σημαίνει ‘μαθαίνω’.

Continue reading

σε ποιά από τις δύο κατηγορίες συγγραφέων ανήκει ο Πέτρος Τατσόπουλος;

    φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

    Ομολογώ, και δεν ντρέπομαι, ότι δεν έχω διαβάσει ούτε ένα βιβλίο του Πέτρου Τατσόπουλου, ούτε μία σελίδα. Έχω πάψει να διαβάζω νεοελληνική  πεζογραφία από τότε, πριν από πολλά πολλά χρόνια,  όταν κατέληξα στο συμπέρασμα ότι θα διαβάσω μόνο εάν κάποιο κείμενο με συγκινήσει όπως με συγκινούν δύο τρεία διηγήματα του Γεωργίου Βιζυηνού, τα οποία τα διαβάζω και βουρκώνω.  Από τότε, δε νομίζω ότι έχει γραφτεί κάτι εξ  ίσου συγκινητικό. Δοκίμια διαβάζω, οι νεοέλληνες δοκιμιογράφοι είναι πολύ καλύτεροι των πεζογράφων. Η ποίηση είναι άλλη ιστορία – με συγκινούν ο Κωνσταντίνος Καβάφης και ο Τίτος Πατρίκιος. 

    Προτιμώ να ξαναδιαβάζω βιβλία που με συγκίνησαν – με συγκινούν γιατί είναι φιλικά προς εμένα, ανακαλύπτω νέες πτυχές, είναι πηγή μάθησης και αναθεώρησης του τρόπου σκέψης μου. Διάβασα δύο φορές τον Δον Κιχότη του Μιγκέλ Θερβάντες, διαβάζω τώρα, μετά απόπολλά χρόνια, για δεύτερη φορά Νίτσε, θα αρχίσω την για τρίτη φορά ανάγνωση του Γαργαντούα και Πανταγκριέλ  του Φρανσουά Ραμπελέ, σκέφτομαι να ξαναδιαβάσω τον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις, ας μην συνεχίσω τον κατάλογο, είναι πολλά ακόμα.  Προτιμώ, με λίγα λόγια, το ξαναδιάβασμα από το διάβασμα.

     Θα έλεγα ότι προτιμώ το πάθος από την προς πάθεια. Εάν το πάθος είναι η ζωή, η προς πάθεια είναι ντεμέκ ζωή. Κάθε φορά που ακούω τη λέξη προσπάθεια, αναγουλιάζω, μα την Παναγία. Ένας παθιασμένος συγραφέας είναι ένας ζωώδης συγγραφέας, δεν προσπαθεί, πάσχει, θέλει να ζήσει, να χαρεί όλες τις απολαύσεις της ζωής, να ρουφήξει τη ζωή μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο, να πιει, να γλεντήσει, να ενισχύσει τη ζωή,  να δημιουργήσει, να γράψει και να να μας δείξει νέες πτυχές της προσωπικής και κοινωνικής ύπαρξης·  ένας παθιασμένος συγγραφέας είναι ένας ανυπάκουος συγγραφέας. Κάθε φορά που προφέρω τις λέξεις συγραφέας  και γράψιμο το μυαλό μου πάει στην ανυπακοή.

    Διακρίνω τους συγγραφείς της ανυπακοής από αυτούς της υπακοής.  

    Δεν μπορώ να διαβάσω υπάκουους συγγραφείς, δεν μπορώ. Δεν μπορώ, όχι δεν θέλω, δεν μπορώ να διαβάσω Καζαντζάκη, Σεφέρη, Ελύτη, δεν μου λένε τίποτα.  Η νεοελληνική λογοτεχνία, και η διεθνής, είναι μια υπάκουη

Continue reading

15. διεκδίκηση της μπάλας, διεκδίκηση του φύλου

    Θα έχετε παρατηρήσει ότι οι περισσότερες  ελληνικές και λίγες ξένες ποδοσφαιρικές ομάδες φέρουν ως τίτλο άλλοτε ένα ανδρικό όνομα (θεού, ή ήρωα της ελληνικής μυθολογίας, π.χ., Άρης, Απόλλων, Ηρακλής, Εργοτέλης, Διαγόρας, Βύζας, Άγιαξ, κλπ ) κι άλλοτε κάποιο επίθετο που δηλώνει ένα ψυχικό (πολεμικού περιεχομένου, ασφαλώς) χάρισμα (των ηρώων αυτών): Ακράτητος, Ατρόμητος, Ατσαλένιος, Γιουβέντους (σημαίνει “νεότητα”), κλπ1. Το φαινόμενο αυτό μας αποκαλύπτει πως βλέπουν την ποδοσφαιρική ομάδα όχι μόνο οι ιδρυτές του συλλόγου και οι ποδοσφαιριστές αλλά και οι υποστηρικτές τους. Ακόμα κι αν  ο τίτλος του ποδοσφαιρικού συλλόγου είναι θηλυκού γένους, π.χ. Αθλητική Ένωση Λάρισας, Κωνσταντινουπόλεως (ΑΕΛ, ΑΕΚ, κλπ), η ποδοσφαιρική ομάδα εκλαμβάνεται ως ένας νέος,  γενναίος, ανίκητος άνδρας που έρχεται αντιμέτωπος με έναν άλλο άνδρα που διαθέτει τα ίδια σωματικά και ψυχικά χαρακτηριστικά. Όταν παίζουν ποδόσφαιρο δυο ομάδες, οι θεατές δεν βλέπουν μόνο δυο ποδοσφαιρικές ομάδες αλλά και δυο άνδρες που μονομαχούν, διεκδικούν τη κατοχή της μπάλας και προσπαθούν να την χώσουν ο ένας στη τρύπα του άλλου. Κάθε ποδοσφαιρική ομάδα είναι ένα σώμα με πολλά κεφάλια, πολλά χέρια, πολλά πόδια και μία (συλλογική) παραλληλόγραμμη κωλοτρυπίδα. Δυο ομάδες, δυο σώματα, δυο κωλοτρυπίδες.

    Γιατί όμως ένα πέος;   

Continue reading