ο πάτος της κοινωνίας και οι εργάτες γης

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Ο πάτος της κοινωνίας, αν και αχανής, είναι μια χώρα μέσα σε μια άλλη χώρα, είναι αθέατη, άγνωστη, απλησίαστη, σκληρή και τρυφερή, βάναυση, ανελέητη και συμπονετική, αχάριστη και χαριστική. Είναι η χώρα των φτωχών των πόλεων, που τρώνε μια μακαρόνια και μια ρύζι, των φτωχοσυνταξιούχων, των ανειδίκευτων εργατών των εργοστασίων, των τρελαμένων εφήβων, των μεταναστών, παράνομων και μη, των εργατών γης, των φτωχών γύφτων, των φυλακισμένων, των πρεζονιών, των τρελών, των αναπήρων, των πορνών, των τραβεστί πορνών.  Όταν καμιά φορά, εσείς που δεν ζείτε στον πάτο της κοινωνίας, πιάνετε πάτο, πατώνετε, όταν δεν μπορείτε να κατατρακυλίσετε πιο κάτω,  σας δίνετε μια μοναδική ευκαιρία να εικάσετε κάπως πώς ζουν οι άνθρωποι σε αυτή τη χώρα της ένδειας, της δυστυχίας, της απελπισίας και της απόγνωσης. Όταν πατώνετε, όταν πιάνετε πάτο, μόνο προς τα πάνω μπορείτε να κοιτάξετε, ποτέ προς τα κάτω. Όταν όμως η χώρα του πάτου της κοινωνίας είναι η μόνιμη κατοικία μας, είναι το ενδιαίτημά μας, αυτό το πλεονέκτημα δεν το έχουμε. Εκεί,  στον πάτο της κοινωνίας δεν μπορείς να κοιτάξεις ψηλά, μόνο δίπλα. Και δίπλα βρίσκεται κάποιος σαν κι εσένα: αβοήθητος, μόνος, απελπισμένος, μπατίρης, ξεμείνης. Είναι η παρηγοριά σου. Είσαι η παρηγοριά του. Εάν δεν είσαι, οι μέρες σου, εάν δεν θα  είναι μετρημένες, θα είναι πολύ δύσκολες.

Continue reading

“ο άντρας (η γυναίκα) πρέπει να αλλάζει γυναίκα (άντρα) και δουλειά κάθε τρία χρόνια”

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΜΙΑ από τις σημαντικότερες ενδείξεις της μοριακής και γενικευμένης κοινωνικής επανάστασης της εποχής μας είναι η μείωση της διάρκειας των μακροχρόνιων σχέσεων και του γάμου–  εστιάζω σε αυτές μεταξύ των ανδρών και γυναικών αλλά η διαπίστωση αυτή ισχύει και για όλες τις άλλες, που δεν με αφορούν άμεσα και προσωπικά. Σκέφτομαι λοιπόν και αναρωτιέμαι: μήπως επιστρέφουμε σε ένα παρελθόν  στο οποίο οι χαλαρές σχέσεις, μικρής διάρκειας αλλά και σεξουαλικής ανεκτικότητας και ελευθερίας, ήταν ο κανόνας; Ναι, απαντώ,  αλλά με πολλές επιφυλάξεις. Η γνώμη μου είναι, μπορεί να κάνω και λάθος ασφαλώς, ότι ζούμε μια μεταβατική κατάσταση, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι η σταδιακή διαμόρφωση δύο τάσεων. Η μία είναι άμεση συνέπεια της διάλυσης και της αποσύνθεσης της πατριαρχικής οικογένειας και κοινωνίας: δυσκολία χωρισμού, δυσκολία σύναψης νέας σχέσης, ατομικισμός, μοναξιά, κατάθλιψη. Τη δεύτερη τάση θα τη συνόψιζα σε ένα παλιό ανδρικό γνωμικό, που θα μπορούσαν να το υιοθετήσουν και οι γυναίκες: ο άντρας (η γυναίκα) πρέπει να αλλάζει γυναίκα (άντρα) και δουλειά κάθε τρία χρόνια. Αν το διατύπωνα κάπως αλλιώς, θα θυμόμουν τη γύφτισσα που γνώρισα κάποτε που είχε εφτά παιδιά από εφτά διαφορετικούς πατέρες. Δεν με προβληματίζει ούτε και ανησυχώ που η πρώτη τάση, η κολλημένη στο παρελθόν, είναι η επικρατέστερη.

ΑΠΟ τα 19 μέχρι σήμερα (66)  συνήψα 9 (εννιά) μακροχρόνιες σχέσεις ( από χρόνο και πάνω) και τώρα πάω προς τη δέκατη: cherchez la femme. Δεν ψάχνω να τη βρω, εδώ κι εκεί,  ποτέ δεν έψαξα· την αναζητώ, την αναζητεί το σώμα μου, η ψυχή μου, το μυαλό μου –  πιο πολύ το δέρμα μου. Μια μέρα θα γίνει αυτό που έγινε ήδη εννιά φορές: θα συναντηθούμε μια μέρα των ημερων, πηγαίνοντας εγώ προς αυτήν, ερχόμενη αυτή προς εμένα.  Ανησυχώ μήπως δεν την συναντήσω; Καθόλου! Έρχεται! Έχει αρχίσει ήδη να χτυπάει η καρδιά μου. Θα είναι ωραία. Άλλο όμορφη γυναίκα άλλο ωραία! Εάν δεν αντιλαμβάνεστε τη διαφορά, λυπάμαι, πολύ λυπάμαι.

Continue reading

το κλείσιμο των πάρκων, η εμπορευματοποίηση της δροσιάς, οι παραθεριστές του παρελθόντος, ο οικιακός εγκλεισμός και η συρρίκνωση της κοινοχρησίας

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΕΚΛΕΙΣΕ η κυβέρνηση τα μεγάλα πάρκα στην Αθήνα και οι κάτοικοι των γύρω περιοχών δεν μπορούν να πάνε εκεί ούτε τη μέρα ούτε τη νύχτα για να προστατευθούν από τη ζέστη. Γιατί τα έκλεισε; Για να μην καούν! Υπάρχει κάποιος άλλος λόγος; Δε νομίζω. Για ποιο λόγο, ποιος θα ήθελε να κάψει ένα πάρκο; Ας πούμε ότι κάποιος θα το ήθελε και θα επιχειρούσε να το κάνει. Πότε θα προστατευόταν το πάρκο, όταν δεν υπάρχει ψυχή ή όταν είναι γεμάτο με κόσμο; Ποιος θα τολμούσε να κάψει το πάρκο μπροστά σε εκατοντάδες ανθρώπους; Είναι εύκολο να καεί ένα πάρκο; Είναι εύκολο, ναι, μόνο όταν έχει πεύκα και κανένα άλλο δέντρο. Αλλά τα πάρκα της Αθήνας δεν έχουν πεύκα – εάν έχουν, είναι ελάχιστα. Τα πάρκα δεν είναι πευκοδάση να καούν εύκολα και γρήγορα. Τα πάρκα δεν καίγονται. Τα πάρκα τα έκλεισε η κυβέρνηση γνωρίζοντας πολύ καλά ότι δεν θα υπάρξει αντίδραση, εκτός από κάποιες διαμαρτυρίες στα μέσα κοινωνικής απομόνωσης. Γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν θα κάνει ντου ο κόσμος να πάει εκεί να δροσιστεί. Έχουν κλιματιστικά. Εάν δεν έχουν, να αγοράσουν. Εάν δεν μπορούν να αγοράσουν, να πάνε κάπου αλλού, σε καφέ, σε εμπορικό κέντρο –  θα πληρώσουν βέβαια. Η δροσιά έγινε εμπόρευμα, πολύ κερδοφόρο. Εάν κάτι δεν θα γίνει εμπόρευμα αυτό είναι μόνο το κλάσιμο. Μήπως ούτε αυτό είναι βέβαιο;

Continue reading

το χωριό ως οικιστική μονάδα: το αναπότρεπτο τέλος του

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ το 1959 σε χωριό, μέσα στο σπίτι, βορεια-ανατολικά του Διδυμοτείχου, κοντά τον ποταμό Έβρο. Σύμφωνα με την απογραφή του 1961, οι κάτοικοι ήταν 1.103. Σήμερα δεν είναι πάνω από 150 και σε είκοσι χρόνια θα είναι λιγότεροι από 50. Και μια μέρα, δεν θα αργήσει και πολύ, θα είναι ένα εγκατελελειμμένο χωριό, θα προστεθεί στον μεγάλο κατάλογο των ήδη έρημων και ακατοίκητων. Από το 2013 ζούμε  στην Καστανούσσα, στους πρόποδες του Μπέλες. Όταν ήρθαμε οι κάτοικοι ήταν γύρω στους 450, σήμερα δεν είμαστε πάνω από 300. Στη δεκαετία του 1960 οι κάτοικοι θα πρέπει να ήταν πάνω από 900. Σε είκοσι χρόνια, δεν θα είμαστε πάνω από 150 και μια μέρα θα ερημώσει και η Καστανούσσα. Τα γειτονικά χωριά είναι μικρότερα, σε δύο, τρεις δεκαετίες θα ερημώσουν κι αυτά. Αυτό είναι το μέλλον όλων σχεδόν των ελληνικών χωριών. Κάποια, τα μεγαλύτερα, αυτά που βρίσκονται κοντά σε πόλεις θα επιβιώσουν. Είναι όμως χωριά; Μήπως είναι κακά αντίγραφα πόλεων, μήπως είναι προάστεια πόλεων; Γιατί ερημώνουν τα χωριά;  Υπάρχουν χωριά σήμερα; Τι είναι ένα χωριό;

Continue reading

ημερολόγιο από το μέτωπο της ακρίβειας (πρώτη αναφορά)

1. Πηγαίνω στο χτήμα με τα πόδια, όχι με το μηχανάκι (παπάκι). Σταμάτησα επίσης να πηγαίνω με το μηχανάκι στη πλατεία, στο σούπερ μάρκετ. Μειώνουμε έτσι τα έξοδα για τη βενζίνα και τα λάδια, που αλλάζω κάθε τέσσερις μήνες. Τα λάστιχα φθείρονται λιγότερο. Μειώνεται η ρίπανση και, το σημαντικότερο, περπατάω. Ετήσιο όφελος το χρόνο καμιά εικοσαριά ευρά – τα επενδύουμε σε 8 κιλά φασόλια (προς το παρόν).
2. Βάζουμε λιγότερη οδοντόκρεμα στην οδοντόβουρτσα. Εγώ δεν βάζω καθόλου, πλένω όμως τα δόντια μου αμέσως μόλις φάω. Ετήσιο όφελος κάπου πέντε ευρά το χρόνο, μισό κιλό κρέας (προς το παρόν).
3. Σταματήσαμε να αγοράζουμε μακαρόνια. Τα φτιάχνουμε στο σπίτι, με σκληρό αλεύρι. Μείωση κόστους στο μισό. ‘Αρα, μπορούμε να τρώμε πιο συχνά μακαρόνια.
4. Στις σαλάτες, βάζουμε το μισό λάδι από ό,τι μέχρι τώρα. Βάζουμε δηλαδή το κανονικό, το είχαμε παραξηλώσει. Όφελος ένας τενεκές λάδι το χρόνο, 53 ευρά. Το τηλέφωνο-ίντερνετ για ένα δίμηνο.
5. Αν και τηγανίζαμε λίγες φορές, το κόψαμε τελείως. Πολύ καλό για το σώμα. Χρηματικό όφελος, δέκα ευρά το χρόνο, 7 κιλά ρύζι (προς το παρόν)
6. Σταμάτησα να αγοράζω βιβλία. Ψυχικός πόνος μεγάλος. Δεν πειράζει, καλός είναι και ο πόνος, δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα. Έχω αρκετά αδιάβαστα, έκανα καβάντζα τις καλές εποχές. Διαβάζω για δεύτερη ή τρίτη ή τέταρτη φορά βιβλία που πρέπει να ξαναδιαβαστούν. Μεγάλη ευχαρίστηση να βρίσκεις πράγματα που με τις πρώτες αναγνώσεις δεν τα βλέπεις.
7. Δεν πάω λαϊκή κάθε Τετάρτη – μία πάω μία δεν πάω. Τρώμε λιγότερα φρούτα και δύο φορές ψάρι τον μήνα (σαρδέλα, πέντε ευρά το κιλό) αντί για τέσσερις. Δεν θα πάθουμε τίποτα. Από τον Ιούνιο μέχρι τον Οκτώβριο τρώμε πολλά φρούτα, δικά μας, γειτόνων και από το δάσος.
8. Τους τρεις πρωινούς ελληνοτούρκικους καφέδες και τα τρία τσιγάρα (με καπνό χύμα) τα έκανα δύο. Γύρω στα δέκα ευρά το χρόνο η εξοικονόμηση – τρία κιλά ρεβύθια (προς το παρόν). Δεν κάνω καλό στον οργανισμό μου γιατί δεν έκανα κάνα κακό. Δύο, τρεία τσιγάρα τη μέρα είναι απαραίτητα για την καλή λειτουργία του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος. Θα πετάξω από τη χαρά μου όταν φίλος ή φίλη μου φέρει εσπρέσσο. Μπρίκι έχω. Δεν κάνει καϊμάκι –  δεν πειράζει. Μπορώ να ζήσω και χωρίς καϊμάκι.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

σας γράφω από τις πρώτες γραμμές του κοινωνικού μετώπου της επιβίωσης και της ζωής – τσουκνιδόσουπα σήμερα και πατατοσαλάτα

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΗΡΘΕ και πάλι ο Οκτώβρης! Θα είμαστε μαζί μέχρι τον Απρίλιο, με χαρές και ντέρτια, με ωραίες στιγμές και με νταλκάδες, με σκέψεις και ερωτήματα, με απορίες, αμφιβολίες και βεβαιότητες. Και βεβαιότητες, χωρίς αυτές δεν μπορούμε να ζήσουμε. Δεν γνωρίζω ποιες είναι οι δικές σας, πιθανότατα όμως θα έχουμε κάποιες κοινές. Η φιλία θα είναι μία από αυτές, είμαι βέβαιος. Φέτος ένα από τα ζητήματα που θα μας απασχολήσουν είναι οι βεβαιότητες της ζωής, είναι τα θεμέλια, οι βάσεις που δίνουν νόημα και χαρά στη ζωή μας. Ίσως να σας ενοχλεί, μπορεί και να σας τρομάζει  η λέξη ‘ βεβαιότητα’. Αυτά όμως που θα διαβάσετε ίσως σας παρωθήσουν να την ξανασκεφτείτε.

ΣΤΡΕΦΩ την σκέψη μου, την περιέργειά μου, την παρατηρητικότητά μου και τη φαντασία μου στις βεβαιότητες ορμώμενος όχι από κάποια φιλοσοφική ανησυχία αλλά από τις μάχες που δίνονται στις πρώτες γραμμές του κοινωνικού μετώπου της επιβίωσης και της ζωής, από την πραγματικότητα της καθημερινής ζωής ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας που ζει στον πάτο, από όπου όμως αντί να βλέπει προς το μόνο μέρος που μπορεί να δει, προς τα πάνω δηλαδή, αυτό είναι το πλεονέκτημα να ζεις στον κοινωνικό πάτο, αντί να βλέπει προς τα πάνω, βλέπει προς τα κάτω! Και τι βλέπει;! Τίποτα, σκοτάδι, αδιέξοδο, απελπισία, απόγνωση, ανησυχία, κινδύνους, απειλές, φόβους. Να, παρατηρώ ότι ο φόβος έχει εξαπλωθεί τόσο που από προσωρινή και περαστική κατάσταση έχει γίνει συμπεριφορά. Λόγου χάριν, δεν παύω να εκπλήττομαι και να απορώ, αν και το κατανοώ, ότι τα παιδιά δεν πάνε σχολείο μόνα τους αλλά τα πάνε οι γονείς τους –  και τα παίρνουν μόλις σχολάσουν. Μου θυμίζει την αρχαία Αθήνα που οι παιδ-αγωγοί δούλοι γίνονταν σκιά των αγοριών που πήγαιναν στο Γυμνάσιον, στη παλαίστρα για να γυμναστούν γυμνά, και τα παρακολουθούσαν στενά. Γιατί; Για να μη τα γαμήσουν!  Ο ίδιος φόβος και σήμερα. Να ήταν μόνο αυτός!

Continue reading

τι νιώθω, τι σκέφτομαι και πώς απαντώ όταν με ρωτάνε, Αλβανός είσαι; (κι αν δεν θέλω να γίνω Έλληνας; )

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΜΕ έχουν ρωτήσει τουλάχιστον πέντε φορές μέχρι τώρα, εάν ξέρω να διαβάζω και να γράφω. Κανένας και καμία από μια παρέα διανοουμένων ή ποιητών, στην οποία θα ήμουν κι εγώ, (ουδέποτε συνέβη και ούτε θα συμβεί), δεν θα μου έκανε αυτή την ερώτηση. Εάν όμως τυχαίνει να ζήσεις σε περιβάλλοντα που πολλοί ή οι περισσότεροι ή και όλοι (γύφτοι) είναι αναλφάβητοι, η ερώτηση είναι πολύ λογική. Ναι, ναι, ξέρω, έχω τελειώσει τη Δευτέρα Δημοτικού –  αυτή ήταν και θα είναι η σταθερή μου απάντηση.

ΠΑΝΩ από είκοσι φορές με έχουν ρωτήσει, Αλβανός είσαι; Εδώ τα πράγματα, φίλες και φίλοι, ψιλομπερδεύονται. Οι απαντήσεις που μπορεί να δοθούν σε αυτό το ερώτημα είναι πολλές. Να μία: όχι, δεν είμαι Αλβανός. Να μια άλλη: όχι, όχι, δεν είμαι Αλβανός. Το δεύτερο όχι στη δεύτερη απάντηση δηλώνει προφανέστατα μια απέχθεια, μια αποκήρυξη, μια βδελυγμία, μια αποστροφή, μια αηδία –  πώς να το πω αλλιώς; Θα μπορούσα να απαντήσω επίσης, όχι, είμαι Έλληνας. Ή: όχι, όχι, είμαι Έλληνας, όπου εδώ η ποσότητα και η ένταση της αποστροφής και της αηδίας περιορίζονται –  υπάρχει μία άρνηση, όχι δύο.

Continue reading

ψυχοφάρμακα και γύφτοι

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΤΗΝ τριετία 1984-7 ήμουν περιπλανώμενος εργάτης γης. Ένας εργάτης γης δεν μπορεί παρά να είναι περιπλανώμενος. Οι αγροτικές εργασίες, κυρίως συγκομιδή και φόρτωση λαχανικών και φρούτων,  διαρκούν από λίγες μέρες έως μερικές εβδομάδες οπότε η μετακίνηση είναι αναπόφευκτη. Αν ξεκινήσουμε από τον Ιούνιο, αρχίζαμε με τα βερίκοκα στο Κιάτο Κορινθίας, συνεχίζαμε στη Βάρδα Ηλείας με καρπούζια, στη Γαστούνη με ντομάτες, τρύγο στα χωριά του Ηρακλείου Κρήτης, μήλα στο Πήλιο τον Οκτώβρη, στο Ναύπλιο και στο Άργος για πορτοκάλια και μανταρίνια τον Νοέμβριο, ξεχειμωνιάζαμε στη Κρήτη δουλεύοντας ελιές και πορτοκάλια, την άνοιξη θερμοκήπια νότια Κρήτη και επιστρέφαμε για βερίκοκα κοκ. Αυτοί ήταν οι βασικοί σταθμοί μας. Υπήρχαν κι άλλα μέρη κι άλλα αγροτικά προϊόντα αλλά τα καλά λεφτά ήταν οι σταθμοί που ανέφερα. Διότι αυτό που μας ενδιέφερε ήταν να εργαζόμαστε λίγο και να πληρωνόμαστε καλά.

Continue reading

γαμώ το καντήλι σου! όταν ζούσαμε μέσα στο σκοτάδι

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Η βρισιά γαμώ το καντήλι σου είναι ταυτόσημη με τις βρισιές γαμώ το σπίτι σου, την οικογένειά σου, το σόι σου, τη μάνα σου. Είναι βαριά βρισιά. Αν και λανθάνει ένας τόνος θρησκευτικής βρισιάς, δεν είναι. Διότι το καντήλι ήταν αναμμένο μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας με τον Χριστό μωράκι (και σπανιότατα μπροστά στον πάσχοντα Εσταυρωμένο) όχι για να βλέπουμε το εικόνισμα αλλά για να μπορούμε να κινούμαστε μέσα στο σπίτι όταν έχουμε μικρά παιδιά. Εάν υπήρχε πολύ λάδι, τότε άναβε και χωρίς να υπάρχουν παιδιά. Όταν δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα.

ΘΑ συγκρίνω σήμερα τη ζωή μέσα στο σκοτάδι της νύχτας με τη ζωή μέσα στο φως το ηλεκτρικό. Κάποτε οι άνθρωποι ζούσαν μέσα στο σκοτάδι. Οι νύχτες του χειμώνα ήταν, και παραμένουν, μακρές, οι άνθρωποι όμως δεν κοιμόντουσαν με τις κότες. Άναβαν το καντήλι (ή τη λάμπα), έτρωγαν, το έσβηναν και ξάπλωναν να κοιμηθούν. Μέσα στο πηχτό σκοτάδι, ξαπλωμένη η οικογένεια μιλούσε, γελούσε, έπαιζε, έλεγε παραμύθια, ιστορίες. Τους έπαιρνε ο ύπνος και ξυπνούσαν νωρίς, μόλις χάραζε. Ακόμα και πριν χαράξει, και τότε συνέχιζαν να μιλάνε. Ζώντας μέσα στο σκοτάδι, ο φόβος του σκοταδιού δεν υπήρχε, ο φόβος αυτός είναι αποτέλεσμα του ηλεκτρικού φωτός.

Continue reading

γιατί με αρέσει να βλέπω και να ακούω τις γυναίκες να κατουράνε

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΕΧΕΤΕ δει αγελάδα να κατουράει;  Υποθέτω πως όχι. Δεν πειράζει, σας συγχωρώ. Κατουράει για πολλή ώρα και μεγάλη ποσότητα. Τόση ώρα ώστε οι μάνες με μωρά στις κοινότητες των κτηνοτρόφων Ζουλού, στη Νότια Αφρική, από τις οποίες κατάγονταν και ο Νέλσον Μαντέλα, έτρεχαν, δεν ξέρω αν τρέχουν ακόμα, να πλύνουν τα μωρά τους. Ο Πεταλούδας, ο περιβόητος δραπέτης, στην απομόνωση έπινε το κάτουρό του και έτρωγε κατσαρίδες. Έζησε. Το έχουμε παρεξηγήσει, περιφρονήσει το κάτουρο. Είναι φάρμακο. Αν μας τσιμπήσει μέλισσα ή σφήκα, πρέπει, εάν δεν υπάρχει σκόρδο, κάποιος, κάποια να κατουρήσει στο χώμα, να το κάνει λάσπη και να το βάλει πάνω στο τσίμπημα. Ανακουφίζει.

ΟΛΑ τα υγρά του σώματος είναι φάρμακα. Τα χύσια του άνδρα τεντώνουν το δέρμα, κάτι σαν λίφτιγκ. Εάν το δέρμα του προσώπου μου είναι νεανικό, το οφείλω στα πολλά κιλά χύσια που έχω απλώσει πάνω του, όταν δεν ήθελε να το κάνει η γυναίκα. Εάν ήθελε, τα μοιραζόμασταν. Το σάλιο! Αν δεν έχετε κολλύριο, ανοίξτε τα μάτια αυτού, αυτής που το χρειάζεται, και γλείψτε του τον βολβό –  τι ανακούφιση, τι ηδονή! Έμαθα στα παιδιά μου να βάζουν  σάλιο αμέσως πάνω στις πληγές τους, όταν είμαστε στα χωράφια – από τα σκυλιά το είδα και το κάνω και το προτείνω ανεπιφύλακτα.

Continue reading