in αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους

ταχύτητα και παγκόσμια ιστορία (1)

“η ταχύτητα είναι το πεπρωμένο της Δύσης”

Πολ Βιριλιό (Paul Virilio)

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΕΑΝ η ταχύτητα είναι το πεπρωμένο της Δύσης, εάν δεν μπορεί να υπάρξει καπιταλισμός και δυτικός πολιτισμός χωρίς την ταχύτητα και την διαρκή αύξησή της, εάν η ταχύτητα καταστρέψει και τον μεν και μαζί με αυτόν και τον δε, να συμβάλλει δηλαδή καθοριστικά στην κατάρρευσή τους, τότε  εύλογα θα εγερθεί το κρίσιμο ερώτημα: εάν η παρακμή των κοινωνιών διαδραματίζεται με ρυθμό που καθορίζεται και από τις ταχύτητες που γνωρίζουν και χρησιμοποιούν, μήπως οι δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες καταρρεύσουν με τις ταχύτητες που γνωρίζουν και χρησιμοποιούν, δηλαδή, αιφνίδια και ταχύτατα; Μήπως η αιφνίδια και ταχεία κατάρρευση θα είναι ένα μεγα-ατύχημα, όπως υποστηρίζει ο θεωρητικός της ταχύτητας, ο Βιριλιό, ένα δηλαδή αρνητικό θαύμα, αφού το θαύμα είναι θετικό ατύχημα; 

ΔΕΝ θα μπορέσουμε να απαντήσουμε σε αυτά τα κομβικά για την εποχή μας ερωτήματα, εάν δεν διατυπώσουμε κάποια άλλα που προηγούνται και λογικά και χρονικά. Πώς ένα τόσο αργό πρωτεύον έφτασε στο σημείο να γνωρίζει και να  χρησιμοποιεί τόσο μεγάλες ταχύτητες; Συνέβαλε η ταχύτητα στην κοινωνιογένεση/ανθρωπογένεση, γενικά, και ειδικά στην εξέλιξη του νου και της σκέψης; Εάν η απάντηση είναι καταφατική, πώς;  Γιατί κάποιες κοινωνίες αδιαφορούν για την ταχύτητα κι άλλες δείχνουν εμμονικό ενδιαφέρον – ποιες είναι αυτές;

ΟΙ  παλαιοανθρωπολόγοι λένε ότι ο παλαιότερος γνωστός πρόγονος του ανθρώπου ήταν ο μοναχικός Ardipithecus ramidus (<ramus, κλαδί δέντρου) και ήταν αυτός που στάθηκε όρθιος και περπάτησε με τα μεγάλα πίσω άκρα, χωρίς να  χάσει την ικανότητα να αναρριχάται στα δέντρα, προσαρμοζόμενος σε περιβάλλοντα αφρικανικής σαβάνας, πριν 4, 4  εκ. χρόνια, σαν χτες. Η ολοκλήρωση της διαδικασίας διαμόρφωσης της δίποδης βάδισης έγινε μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα, 1 εκ. χρόνια –  με αποτέλεσμα να εμφανιστούν διάφορα είδη αυστραλοπιθήκων. Η όρθια στάση και η δίποδη βάδιση ήταν η λύση σε ένα κρίσιμο πρόβλημα επιβίωσης που αντιμετώπισε ο μοναχικός Ardipithecus ramidus: μέσα στη σαβάνα με το ψηλό χορτάρι και τους θάμνους μόνο όρθιος θα μπορούσε να βλέπει μακριά τους θηρευτές του, δεν ήταν και λίγοι. Αυτό βέβαια δεν αρκούσε γιατί και να τους έβλεπε, δεν μπορούσε να διαφύγει –  ήταν πολύ αργός, αν και με την όρθια στάση και τη δίποδη βάδιση αυξήθηκε η ταχύτητά του. Εφόσον η φυγή ήταν αναποτελεσματική, ένας μόνος απέμεινε: η πάλη.  Ο πρόγονός μας ήταν μοναχικός και ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίσει τους θηρευτές του ήταν η συνεργασία με τους άλλους. Και η συνεργασία έγινε συμβίωση. Αυτή, φίλες και φίλοι, είναι απαρχή της ανθρώπινης κοινωνίας: η εγγενής αδυναμία (βραδύτητα, σωματική ρώμη) του μοναχικού προγόνου μας πιθήκου, που δεν ξεπερνούσε το ένα μέτρο σε ύψος.

Η αδυναμία του προανθρώπου να κυνηγήσει  ζώα πιο γρήγορα και πιο μεγαλόσωμα από αυτόν τον ανάγκασε να βρει άλλους τρόπους για να τα πιάσει και να τα φάει –  παγίδες, λόγου χάριν. Μετά από μερικά εκ. χρόνια αναζήτησης και διαρκούς πειραματισμού, επινόησε κάτι που οι συνέπειές του ήταν κοσμογονικές: το βλήμα, το ακόντιο, μόλις πριν 400.000 χρόνια! Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία, οφείλουμε να εικάσουμε, ότι πολύ πριν την επινόηση του ακοντίου, η εκσφενδονιζόμενη με το χέρι πέτρας ήταν το πρώτο βλήμα. Το ακόντιο όμως είναι πολύ πιο αποτελεσματικό: έχει αιχμή, διεισδύει στο σώμα του θηράματος. Έχει όμως ένα μειονέκτημα, όπως και η πέτρα: έχει μικρό βελενεκές, το πολύ μέχρι είκοσι μέτρα. Μετά από αυτά τα μέτρα είναι αναποτελεσματικό. Πριν 23.000 χρόνια όμως επινόησε ένα άλλο βλήμα, που αύξησε και την ταχύτητα και το βεληνεκές: το τόξο και το βέλος. 

Οι επινοήσεις του βλήματος ήταν η απαρχή της τεχνικής. Με την τεχνική κατάφεραν οι προάνθρωποι πρόγονοί μας να αντιμετωπίσουν το μειονέκτημα της βραδύτητας και να αυξήσουν την ταχύτητά τους μέσω του βλήματος και να εξασφαλίσουν πρόσβαση σε μεγαλύτερες ποσότητες τροφής. Μέχρι το 1300-1500  μ. Χ. το βέλος του τόξου παρέμεινε το βλήμα με την μεγαλύτερη ταχύτητα και το μεγαλύτερο βεληνεκές, όποια κι αν ήταν η χρήση του (κυνήγι και πόλεμος).  Πέραν της ταχύτητας του βλήματος, οι τροφοσυλλεκτικές-κυνηγητικές κοινωνίες ήταν κοινωνίες της βραδύτητας. Η συλλογή της φυτικής τροφής δεν χρειάζεται την ταχύτητα, κάθε άλλο!

ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ της βραδύτητας ήταν και οι πρώτες γεωργικές, οι αυτόνομες αγροτικές κοινότητες, απο τη νεολιθική εποχή μέχρι και σήμερα. Η γεωργία, η καλλιέργεια της γης, αλλά και η κτηνοτροφία, δεν έχουν καμμιά απολύτως σχέση με την ταχύτητα. Ούτε η κατασκευή των σπιτιών, των σκευών, των ρούχων, των κοσμημάτων, των τεχνουργημάτων (ειδώλια) –  όποιος βιάζεται, θα καταστρέψει το υλικό του,  εάν δεν σκοντάψει. Όποιος βιάζεται πάει αργά. Και: το γοργόν στη φουρτούνα φαίνεται, ένα έχει χάρη. Οι αγροτικές κοινωνίες ύμνησαν τη βραδύτητα, όπως και η πολιτισμική παράδοση της αποδοχής της εξάρτησης από τη φύση και την κοινωνία. Ύμνους της βραδύτητας και ποικίλα σχόλια θα διαβάσουμε σε όλη τη γραμματεία του δυτικού πολιτισμού –  τον τελευταίο ύμνο τον έπλεξε ο Μίλαν Κούντερα (Η βραδύτητα). Η βραδύτητα είναι ο ρυθμός της απόλαυσης και της μνήμης, λέει ο Κούντερα, ενώ η ταχύτητα του ανικανοποίητου και της λήθης. Κατά συνέπεια, σε ένα κόσμο που όλοι και όλες τρέχουμε, και δεν φτάνουμε, η απόλαυση και η μνήμη εξοβελίζονται, θα μας πει ο Χάρτμουτ Ρόζα στο πολύ ενδαφέρον δοκίμιό του, Επιτάχυνση και αλλοτρίωση (εκδ. Πλήθος, μετ. Κουλουθρός Μ., επ. Γ. Κτενάς). Πώς όμως από την εποχή που όλες οι κοινωνίες ήταν κοινωνίες της βραδύτητας περάσαμε στην εποχή που όλες οι κοινωνίες γίνονται, έγινα, θα γίνουν κοινωνίες της ταχύτητας; Τι συνέβη και η ταχύτητα εκτόπισε τη βραδύτητα; Είναι δυνατόν να ξαναγίνουμε κοινωνίες της βραδύτητας;

ΚΙ ενώ, όπως είπαμε, όλες οι κοινωνίες ήταν κοινωνίες της βραδύτητας και χρησιμοποίησαν την ταχύτητα του βλήματος μόνο στο κυνήγι για να θεραπεύσουν την φυσική τους βραδύτητα και να τον ανεβάσουν στη κορυφή της τροφικής αλυσλιδας, κάποια στιγμή της παγκόσμιας ιστορίας εμφανίστηκαν κοινωνίες που δεν μπορούσαν να υπάρξουν και να αναπαραχθούν χωρίς την εκτεταμένη χρήση της ταχύτητας και το αδιάλειπτο ενδιαφέρον για την αύξησή της. Ήταν οι πολεμικές, ποιμενικής προέλευσης, κοινωνίες, που εμφανίστηκαν στις στέπες, στις ερήμους και στα υψίπεδα, εκεί όπου το έδαφος και το κλίμα δεν ευνοούν  την καλλιέργεια της γης, τη γεωργία.

ΟΙ πολεμικές κοινωνίες δεν αγνοούν την βραδύτητα –  δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς την βραδύτητα. Στις κοινωνίες αυτές η βραδύτητα περιορίζεται σε πολύ στενά πλαίσια (αναπαραγωγή, παραγωγή κοινωνικού πλούτου) ενώ επεκτείνεται διαρκώς και συνεχώς η ταχύτητα. Οι πολεμικές κοινωνίες δεν μπορούν να υπάρξουν και να αναπαραχθούν χωρίς τη συχνή ή τη μόνιμη διεξαγωγή του πολέμου. Όταν δεν αρκούν τα βοσκοτόπια τους για να εκθρέψουν τους μεγάλους αριθμούς των ζώων που τιυς παρέχουν το μεγαλύτερο μέρος της τροφής (κρέας, γάλα) πρέπει να εκδιώξουν ή να εξοντώσουν τους  ποιμένες του γειτονικού γένους (ή φυλής ή ομοσπονδίας φυλών), να αρπάξουν τα βοσκοτόπια και τον κινητό κοινωνικό πλούτο, έμψυχο και άψυχο. Εάν θέλουν να επιβιώσουν, πρέπει να νικήσουν. Νίκη σημαίνει επιβίωση, ελευθερία, απόλαυση, θρίαμβος, χαρά, ηδονή, κυριαρχία, κατάκτηση, διαταγή, αύξηση πλούτου και ισχύος· ήττα σημαίνει θάνατος, τραυματισμός, πόνος, αιχμαλωσία, δυστυχία, υποταγή, υπακοή, μείωση και απώλεια πλούτου και ισχύος. Ποιος νικάει; Ο πιο ισχυρός, αυτός που μπορεί να επιβάλει τη θέλησή του στους άλλους.

ΠΟΙΟΣ είναι ο πιο ισχυρός; Ο πιο ταχύς νικάει. Η ταχύτητα είναι το κύριο χαρακτηριστικό του πολέμου ( η απάτη ακολουθεί) και είναι το σύμβολο της ισχύος. Ο όρος ταχύτητα είναι μια γενίκευση –  πρόκειται για ένα φάσμα ταχυτήτων: η ταχύτητα του πολεμιστή, του οχήματος που χρησιμοποιεί, του βλήματος, της μετάδοσης πληροφορίας –  όλα αυτά καθορίζουν την ταχύτητα της επίθεσης, της φυγής, της αρπαγής, της καταστροφής και της εξόντωσης. 

Κουράστηκα και πρέπει να ετοιμαστώ για το ταξίδι στην Αθήνα. Όταν επιστρέψω, 1 Δεκεμβρίου, θα ασχοληθώ διεξοδικά με τις ταχύτητες που ανέφερα. Θα καταλήξω στο συμπέρασμα, δεν θα είναι το μόνο,  ότι η ευρύτατη χρήση της ταχύτητας στις σημερινές δυτικές και μη, καπιταλιστικές κοινωνίες μας παρωθούν να δεχτούμε ότι αυτές οι κοινωνίες είναι κοινωνίες της ταχύτητας, άρα είναι πολεμικές κοινωνίες. Αν και διεξαγάγουν συχνά πολέμους μεταξύ τους, είναι πολεμικές κοινωνίες με την έννοια ότι ο πόλεμος έχει διαχυθεί και διεξάγεται καθημερινά σε όλα τα πεδία και τα επίπεδα της κοινωνίας, σε όλες τις σχέσεις και τις διαδικασίες. Έχει αποικίσει ακόμα και την παραγωγή του κοινωνικού πλούτου –  όσο πιο ταχεία η παραγωγή και η κυκλοφορία των εμπορευμάτων, τόσο πιο μεγάλη η ταχύτητα αρπαγής, το κέρδος δηλαδή. Εάν σας ενδιαφέρει να διαβάσετε πάνω σε αυτό το ζήτημα, του εμμενούς και εγγενούς πολεμικού  χαρακτήρα του καπιταλισμού, θα μάθετε και θα σκεφτείτε πολλά με το βιβλίο των Αλιέζ και Λαζαράτο, Πόλεμοι και Κεφάλαιο, εκδ. Ακυβέρνητες Πολιτείες, μετ. Μαριλένα Καρρά). Εάν δεν το έχετε διαβάσει.

Καλή αντάμωση.

Σχολιάστε ελεύθερα!