“Η χειρονομία της φωτογραφικής πράξης προϋποθέτει ασφαλώς μια τελική απόφαση: το πάτημα του κουμπιού – όπως τελικά ο Αμερικανός πρόεδρος θα πατήσει το κόκκινο κουμπί.”
Vilem Flusser (Προς μια φιλοσοφία της φωτογραφίας, σ. 40)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Η σχέση μου με το κουμπί είναι μια σχέση παράφορου πάθους (ύπαρξη σχισμής) και ανυπόφορης απέχθειας (ανυπαρξία σχισμής). Αυτή τη σχέση θα σας αποκαλύψω σήμερα, αφού διευκρινίσω ότι θα εντάξω στην κατηγορία του κουμπιού και τους πολλούς και ποικίλης μορφής και λειτουργικότητας διακόπτες – τους on και off των μηχανημάτων, τους οικιακούς της ηλεκτροδότησης, τη σκαλδάλη των όπλων, το πεντάλ του αυτοκινήτου. Πολύ συχνά τους λέμε κουμπιά – έχω καταλάβει γιατί αλλά αρνούμαι να το δεχτώ ( άλλη μια μεταφορά που με πληγώνει βάναυσα).
Η σχέση έρωτα και μίσους γεννήθηκε όταν ήμουν παιδί. Καθόμουν δίπλα στη μάνα μου και την έβλεπα να ράβει κάποιο κουμπί, αφού πρώτα άναβε τη λάμπα: καθάριζε το λαμπογυάλι, τη γέμιζε με πετρέλαιο, σήκωνε το φυτίλι, το άναβε, το χαμήλωνε και μετά τοποθετούσε και πάλι το λαμπογιάλι στη θέση του. Δεν έρραβε κάθε βραδυ κουμπί αλλά τη λάμπα την άναβε. Έτσι περνούσαν τα χρόνια, μέχρι που μια μέρα πάτησα ένα κουμπί και το δωμάτιο φωτίστηκε λες και ήταν μέρα – είναι μια από τις χειρότερες στιγμές της ζωής μου: έχασα τη παρέα της μάνας μου. Κάθε φορά που πατάω το κουμπί για να ανάψει το φως (σας πληροφορώ, δεν ανάβει κανένα φως!) νιώθω ένα οδυνηρό σκίρτημα μέσα μου, βαθιά.
ΣΥΝΕΧΙΣΕ όμως να ράβει κάπου κάπου κάνα κουμπί. Κι όταν πήγα σχολείο και είδα τις σχολικές ποδιές των κοριτσιών με τα κουμπιά μπροστά, από πάνω μέχρι κάτω, μετα κενά ανάμεσα στα κουμπιά, αναστατώθηκα τόσο πολύ που, χωρίς να το σκεφτώ, πρόσθεσα άλλον έναν λόγο να πηγαίνω στο σχολείο – ο πρώτος: να είμαι μαζί με τα φιλαράκια μου. Άλλος λόγος δεν υπήρχε: όσο αγαπούσα τις δασκάλες, ακόμα και τις αυστηρές, και τους δασκάλους, άλλο τόσο απεχθανόμουν το σχολείο – κατάφερα να το εγκαταλείψω στο Β΄ έτος της Φιλοσοφικής Αθηνών.
ΤΑ κουμπιά της σχολικής ποδιάς συνέβαλαν καθοριστικά για να το παρατήσω. Πρωτοετής (1976-7) ερωτεύθηκα μαθήτρια της Πέμπτης Γυμνασίου (Β΄Λυκείου σήμερα) – όταν τη συναντούσα φορούσε πάντα σχολική ποδιά. Θα φαντάζεστε, υποθέτω, την αναστάτωσή μου όταν για πρώτη φορά ξεκούμπωσα το πάνω κουμπί, μετά το δεύτερο, και κατόπιν όρμησα κι έβαλα στο στόμα μου το κουμπί της ρόγας της. Μετά από μήνες συνέχισα να κατεβαίνω προς τα κάτω, ξεκουμπώνοντας ένα κουμπί το δίμηνο, μέχρι που έφτασα σε ένα σημείο για το οποίο μπορώ να κάνω μόνο ένα πολύ σύντομο σχόλιο: περισσότερο χρόνο έχω κάνει γλειφομούνι παρά έχω εργαστεί. Δεν υπάρχει πλέον καμιά αμφιβολία: η κλειτορίδα δεν είναι κουμπί – δεν είναι το κουμπί της, μακάρι να ήταν. Ακόμα με πονάει ο σβέρκος.
ΑΝΑΣΤΑΤΩΝΟΜΑΙ όταν βλέπω στο δρόμο γυναίκα να φοράει φόρεμα με κουμπιά από πάνω μέχρι κάτω. Άλλες προτιμούν τα κουμπιά να είναι πίσω και άλλες μπροστά. Για πολλά χρόνια ήμουν αναποφάσιστος: τι με αναστατώνει πιο πολύ, τα πίσω κουμπιά ή τα μπροστά; Και μια μέρα, στα τριάντα πέντε, ας είναι καλά το Βερολίνο και η D., το δίλημμα ξεθώριασε και χάθηκε: κουμπιά νάναι κι όπου νάναι. Τότε ήταν που συνειδητοποίησα ότι όσο πιο πολύ αρέσει σε μια γυναίκα ο πούτσος, τόσο πιο πολλά κουμπιά φοράει. Κάθε κουμπί χρειάζεται και μια κουμπότρυπα, μια σχισμή, και κάθε κούμπωμα είναι μια διείσδυση. Άλλο να κουμπώνεις δέκα κουμπιά πριν βρεις τον καλό σου κι άλλο κανένα. Θα αντιληφθήκατε ότι το πρώτο πράγμα που παρατηρώ σε μια γυναίκα είναι ο αριθμός των κουμπιών. Κι ας μην είναι φόρεμα, ας είναι πουκάμισο. Χύνω όταν βλέπω γυναίκα να φοράει πουκάμισο. Ψυχοπνευματικά.
ΑΥΤΑ ως προς το παράφορο πάθος. Αυτό που με συναρπάζει στα κουμπιά των φορεμάτων είναι η δυσκολία και η προσμονή, η χαρμάνα, που θα έλεγαν και τα πρεζάκια. Το πιο σημαντικό στη ζωή μας είναι αυτό που μας λείπει – και πάντα κάτι μας λείπει. Υπάρχουν φάσεις της ζωής μας που δεν είναι το πιο σημαντικό αλλά αυτές είναι τόσο σύντομες και φευγαλέες! Έχω παράφορο έρωτα με τη δυσκολία, μου αρέσουν πολύ τα δύσκολα, και να μου βάζουν και να βάζω, η ζωή μου είναι μια σειρά δυσκολιών – κι αυτός είναι ο βασικός λόγος που είμαι υγιέστατος και θαλερός. Απεχθάνομαι την ευκολία και την άνεση – πρόκειται για πολιτισμική επιδημία, πρόξενος πολλών δεινών: σωματικών, διανοητικών, ψυχικών, κοινωνικών.
ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ, καλά μου φιλαράκια, ποια είναι η υπέρτατη συνέπεια της ευκολίας και της άνεσης: ο Θεός – είναι η προσωποποίηση της ευκολίας και της άνεσης. Στην Ιλιάδα θα εντοπίσουμε την πρώτη εμφάνιση της λατρείας της ευκολίας και της άνεσης: οι θεοί είναι οι ρεία ζώοντες (Ζ 138), αυτοί που ζουν μέσα στην ευκολία – και την άνεση. Το αμέσως παρακάτω επίπεδο, η κορωνίδα της επίγειας ευκολίας είναι το κόκκινο κουμπί του Αμερικάνου προέδρου. Εάν είναι κόκκινο, θα είναι κόκκινο σαν το χαλί που έστρωσε η Κλυταιμήστρα στον Αγαμέμνονα. Η Κλυταιμήστρα όμως κουράστηκε για να καθαρίσει τον σύζυγό της: δύο τσεκουριές στο κεφάλι από πίσω. (Δεν με έχει πείσει ακόμα κανένας και καμία ότι ο “Μακμπέθ” του Σέξπυρος και ο “Αγαμέμνων” του Αισχύλου δεν είναι τα αξεπέραστα θεατρικά κείμενα – με το δεύτερο να υπολείπεται κατά τι του πρώτου, κατά τι όμως. Το κριτήριό μου; Να ποιο είναι: αρρωστούργημα είναι το κείμενο που καταπιάνεται με το ζήτημα της εγκράτειας – ή της έλλειψής της- της αυτοσυγκράτησης, του αυτοελέγχου, του αυτοπεριορισμού (της βίας, της εκδίκησης, του μίσους, τις φιλο-και ματαιοδοξίας και άλλων πολλών). Κάποιο πρωινό θα ασχοληθούμε διεξοδικότερα με αυτό το ζήτημα.
ΓΙΑ φανταστείτε! Με το πάτημα ενός κουμπιού, ενός κουμπιού ρε φίλε, και σπέρνεται η φρίκη, η βαναυσότητα και η ωμότητα σε όλον τον πλανήτη, γίνονται όλα σπασμένα λαμπόγυαλα. Επαναλαμβάνω: αυτό το κουμπί είναι η κορωνίδα της επίγειας ευκολίας και άνεσης. Εάν συνεχίσουμε να κατεβαίνουμε επίπεδα θα φτάσουμε στους Πετράδες μια μέρα του 1968, όταν εννιάχρονος Αθανάσιος πάτησε το κουμπί κι ένας μικρός ήλιος εμφανίστηκε να κρέμεται στο ταβάνι της κουζίνας με τη ξυλόσομπα και το κρεβάτι, όπου ο παππούς του έπαιρνε έναν υπνάκο μέχρι να γίνει το φαγητό. Αυτό το κουμπί συνοψίζει όλη την τεχνική και την επιστήμη του δυτικού πολιτισμού, της δυτικής κυριαρχίας. Το κουμπί συμβολίζει τον αυτοματισμό, την τεχνητή νοημοσύνη. Τίποτε δεν λειτουργεί χωρίς κουμπί. Το τεχνικό κουμπί είναι το κομβικό σημείο της δυτικής κυριαρχίας, της δυτικής τεχνικής. Είναι η αρχή της – και το τέλος της. Το κουμπί, ετυμολογικά, προέρχεται από το κομβίον, από το κόμβος, που είναι ο κόμπος που σχημάτιζε το νήμα όταν συνέδεαν τις άκρες του χιτώνα ή του ιματίου. Η προφορά μπ επιβεβαιώνει και επικυρώνει για άλλη μια φορά την εικασία ότι το β προφερόταν μπ, το δ ως ντ (δέντρο) και το γ ως γκ (άγγελος, εγγενής). Το κουμπί είναι η οπτικοποίηση της λατρείας της ευκολίας και της άνεσης. Ζούμε την εποχή της ευκολίας και της άνεσης. Πότε άρχισε; Με την επινόηση της φωτογραφίας, στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν η χειρωνακτική εργασία του ζωγράφου αντικαταστάθηκε από το πάτημα ενός κουμπιού – του μηχανισμού, του εγγεγραμμένου προγράμματος της σκοτεινής κάμερας, της κάμερας του θανάτου και του διαφράγματος, πηγή της έμπνευσης του οποίου ήταν η καρμανιόλα – είμαστε βέβαιοι γι΄ αυτό. Πότε άρχισε να τελειώνει; Με τη ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πότε θα τελειώσει η αρχή του τέλους. Εσείς μπορεί να έχετε επιφυλάξεις, εγώ δεν έχω. Η εποχή της δυσκολίας και της ταλαιπωρίας, είναι μπροστά μας, είναι το μέλλον μας. Η εποχή της αφθονίας και της σπατάλης παρέρχεται, ταυτόχρονα με την εποχή της ευκολίας και της άνεσης.
Σχολιάστε ελεύθερα!