“Thus Are Our Bodies Thus Was Our Custom”: Mortuary Cannibalism in an Amazonian Society
(Beth A. Conklin, American Ethnologist 22 (1): 75-101)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Η κοινοτοπία ότι ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που θάβει τους νεκρούς του, τα πτώματα, είναι μια γενίκευση που παραποιεί βάναυσα την πραγματικότητα. Η λειτουργία της είναι σαφής: αποσιωπεί, εξαλείφει θα έλεγα, όλους τους άλλους τρόπους διαχείρισης του πτώματος, αποσιωπεί δηλαδή ότι η ταφή, το παράχωμα του πτώματος βαθιά μέσα στη γη, είναι ένας από αυτούς τους τρόπους. Εύλογα λοιπόν θα αναρωτηθούμε: πώς έχει δημιουργεί αυτή η κοινοτοπία, ποιες είναι οι προϋπόθέσεις της; Είναι φανερό ότι εμφανίστηκε σε κοινωνίες που η ταφή ήταν ο μόνος τρόπος διαχείρισης του πτώματος – στις κοινωνίες του δυτικού πολιτισμού. Αφού οι δυτικές κοινωνίες θάβουν τα πτώματά τους συνεπάγεται ότι αυτό έκαναν και κάνουν όλες οι κοινωνίες του παρελθόντος και του παρόντος. Κάποια στιγμή ο άνθρωπος άρχισε να παραχώνει τα πτώματά του μέσα στη γη και συνέχισε να το κάνει, σε αντίθεση με τα άλλα ζώα που δεν το κάνουν.
ΣΗΜΕΡΑ θα θίξω αδρομερώς κάποια ζητήματα και θα θέσω κάποια ερωτήματα – ο χειμώνας είναι μπροστά μας, και χρόνο θα έχουμε και διάθεση θα έχουμε να ασχοληθούμε διεξοδικά και λεπτομερειακά με όλα αυτά τα θέματα. Εάν τα συνόψιζα σε μια φράση, θα την διατύπωνα ως εξής: Ιστορία (ή ανθρωπολογία) των τρόπων διαχείρισης του ανθρώπινου πτώματος. Γιατί όμως να ασχοληθούμε με αυτο το ζήτημα, με αυτήν την ιστορία ή την ανθρωπολογία; Απαντώ: θα μας βοηθήσει να εξετάσουμε από άλλη οπτική γωνία, να διατυπώσουμε νέες κατευθύνσεις στην εξέταση κάποιων ζητημάτων, για τα οποία οι θεωρίες, οι συζητήσεις και οι έρευνες, που διατυπώνονται χωρίς σταματημό, δεν έχουν καταλήξει σε γενικά αποδεκτές προσεγγίσεις – και δεν πρόκειται να καταλήξουν. Πώς, πότε αποκτήσαμε την επίγνωση του θανάτου; Ποιες είναι οι συνέπειες αυτής της επίγνωσης; Έχει αυτή η επίγνωση κάποια σχέση με τη συνείδηση; Τι είναι η συνείδηση; Πώς εμφανίστηκαν οι αντιλήψεις για τον θάνατο, οι τρόποι διαχείρισης του θανάτου; Εάν όλα αυτά σχετίζονται με τη θρησκεία, υπήρξε, υπάρχει, θα υπάρξει κοινωνία χωρίς θρησκεία; Μήπως η διαχείριση του πτώματος, και αργότερα και του θανάτου, είναι όψεις του εμμενούς, του ζωντανού κομμουνισμού; Μήπως ο θάνατος και η αποσύνθεση του νεκρού κόσμου (ζωικού και φυτικού) είναι όψεις του φυσικού κομμουνισμού, είναι φυσικές κομμουνιστικότητες; Εάν είναι έτσι, μήπως θα πρέπει να φέρουμε στο προσκήνιο τις κομμουνιστικές όψεις της ταφονομίας; Ταφονομία; Τι είναι αυτό;
ΘΑ προτείνω να εξετάσουμε την ιστορία της διαχείρισης του ανθρωπίνου πτώματος υπό το πρίσμα της εξέλιξης του ανθρώπινου νου. Θα αναρωτηθώ: εάν τέσσερις είναι οι σαφώς διακριτές φάσεις της εξέλιξης του ανθρώπινου νου – θα δούμε ποιες είναι – μήπως σε κάθε μία από αυτές τις φάσεις αντιστοιχεί μια ανάλογη της ιστορίας της διαχείρισης του πτώματος; Μήπως αυτές οι δύο εξελίξεις ήταν παράλληλες και αλληλοεπηρεαζόμενες; Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
ΠΤΩΜΑ είναι ένας νεκρός ζωικός οργανισμός. Μπορεί ένα δέντρο να είναι νεκρό αλλά, και να έχει πέσει, δεν είναι πτώμα. Πτώμα είναι είναι αυτό που έχει πέσει (πτώ-μα, πτώ -σις, πί-πτω, πέ-πτω-κα), άρα είναι αδύναμο, ανήμπορο. Πτώμα είναι ο ζωικός οργανισμός που μόλις έχει πεθάνει και προορίζεται να εξαφανιστεί, να μην μείνει τίποτα – εάν μείνει κάτι, οστά, θα απολιθωθεί και θα διασωθεί. Τα οστά που ανακαλύπτουν οι παλαιοντολόγοι και οι αρχαιολόγοι είναι απολιθωμένα. Εάν δεν απολιθωθεί, θα εξαφανιστεί ολοσχερώς. Αντικείμενο της Ταφονομίας είναι η μελέτη της διαδικασίας της αποσύνθεσης του πτώματος και της απολίθωσης των μερών που δεν έχουν αποσυντεθεί.
ΟΤΑΝ λέμε “τα σκλήκια θα μας φαν”, αναφερόμαστε σε έναν από τους δύο τρόπους αποσύνθεσης του πτώματος – τον βιοτικό, στον πολλαπλασιασμό βακτηρίων, σκουληκιών και άλλων μικροοργανισμών που καταναλώνουν την οργανική ύλη. Ο αβιοτικός τρόπος είναι η απευθείας επιστροφή των ανόργανων στοιχείων – λέγεται και αυτόλυση. Ο βιοτικός τρόπος γίνεται άλλοτε αργά και άλλοτε ταχύτατα και στις δύο περιπτώσεις όμως πρόκειται για το φαινόμενο της πτωματοφαγίας . Στην πρώτη περίπτωση η πτωματοφαγία ολοκληρώνεται μετά από πολλές μέρες, έχει διακριτά στάδια, στη δεύτερη μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας – ή σε λίγες ώρες. Όταν λέμε πτωματοφαγία εννοούμε κατά κύριο λόγο τον δεύτερο τρόπο, τον ταχύ.
ΕΧΕΤΕ σκεφτεί, φίλες και φίλοι, πόσα πολλά πτωματοφάγα ζώα υπάρχουν; Όλα τα παμφάγα και σαρκοφάγα θηλαστικά είναι πτωματοφάγα, όλα. Ενώ δεν υπάρχει κάποιο που να είναι μόνο πτωματοφάγο, κάποια τρέφονται κατά κύριο λόγο με πτώματα (οι ύαινες), όλα τα άλλα το κάνουν από ανάγκη (αρκούδες, σκυλιά, λύκοι, γάτες, λιοντάρια . . .) Τα πτωματοφάγα πτηνά είναι πολλά, υπάρχουν και πτωματοφάγα ψάρια (καρχαρίας, γατόψαρο ή γουλιάνός στα ποτάμια) – υπάρχουν βέβαια και πτωματοφάγα έντομα (μύγες, σφήκες, μυρμήγκια και άλλα). Το πτώμα είναι τροφή, συνήθως καταναλώνεται από τα μεγάλα ζώα και μόνο όταν δεν υπάρχουν αυτά από τα βακτήρια και τα σκλήκια. Πεθαίνεις, φαγώνεσαι – στο άψε σβήσε.
ΕΙΝΑΙ λοιπόν βάσιμη η εικασία που έχει διατυπωθεί ότι ο μακρινός πρόγονος του ανθρώπου εξασφάλιζε ένα μεγάλο μέρος της τροφής του από τα πτώματα μεγάλων θηλαστικών, τα οποία δεν μπορούσε τότε να κυνηγήσει. Και, επίσης βάσιμη είναι η εικασία ότι ως πτώμα και ο ίδιος ήταν τροφή, το έτρωγαν άλλα ζώα. Στο σημείο αυτό θα διατυπώσουμε ένα κρίσιμο ερώτημα: εφόσον το πτώμα είναι τροφή και εφόσον οι προάνθρωποι του απώτατου μέλλοντος έτρωγαν και πτώματα, τα δικά τους πτώματα τι τα έκαναν; Τα έτρωγαν;
ΟΙ μαρτυρίες που διαθέτουμε θα μας ωθήσουν να δεχτούμε ότι έτρωγαν τα πτώματά τους. Υπήρξαν κοινωνίες που έτρωγαν τους νεκρούς τους, που θεωρούσαν τα πτώματα τροφή και τα έτρωγαν, όπως η κοινωνία που περιγράφεται στο άρθρο που παραπέμπω. Θα εκφράσουμε πολλές επιφυλάξεις για τη βασιμότητα αυτής της εικασίας. Εκτάκτως, κάτω από το βάρος της ανάγκης, θα μπορούσε να συμβεί – ένας σκύλος νηστικός θα φάει ένα νεκρό σκύλο, δεν θα τον φάει όμως εάν είναι χορτάτος. Η διατροφή των μακρινών μας προγόνων, μικρόσωμων, βασιζόταν στην κατανάλωση φρούτων, ριζών, φύλλων και άλλων – το 40% της τροφής των χιμπατζήδων είναι τα φρούτα. Τι έκαναν όμως όταν δεν το έτρωγαν; Το άφηναν να το φάνε τα άλλα ζώα. Απομακρύνονταν από το πτώμα ή το μετακινούσαν εκτός του καταυλισμού.
ΤΩΡΑ θα θέσω ένα άλλο κρίσιμο ερώτημα: μας επιτρέπεται να εικάσουμε ότι δεν μπορούσαν να διακρίνουν μεταξύ ζωντανού και νεκρού, μεταξύ ζωντανού και πτώματος; Δεν μας επιτρέπεται. Αυτή τη διάκριση μπορούν να την κάνουν άλλα θηλαστικά; Ασφαλώς και μπορούν. Είναι δυνατόν ένας χιμπατζής να μην μπορεί να διακρίνει μεταξύ του ζωντανού και του νεκρού; Ο σκύλος; Πλησιάζει πτώμα σκύλου, το μυρίζει και αμέσως απομακρύνεται – περιοριζομαι σε αυτήν μόνο την ενστικτώδη συμπεριφορά.
ΜΠΟΡΕΙ ένας χιμπατζής να κάνει αυτή τη διάκριση αλλά δεν γνωρίζει ότι θα πεθάνει. Μπορεί να το διαισθάνεται όταν έρθει η ώρα, όπως και πολλά άλλα ζώα, κάτω από ποικίλες συνθήκες, αλλά διαισθάνεται μόνο, και μόνο τη τελευταία στιγμή. Ο άνθρωπος γνωρίζει πολύ χρόνο πριν ότι θα πεθάνει. Πότε συμβαίνει αυτό; Όταν είμαστε παιδιά, η γνώση αυτή είναι πολύ ασαφής, δεν υπάρχει. Το ίδιο και όταν είμαστε έφηβοι, ες. Όταν είμαστε νέοι, νομίζουμε ότι είμαστε αθάνατοι και κάνουμε τη μια μαλακία μετά την άλλη και . . . πεθαίνουμε ή μένουμε ανάπηροι. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ήρωες πολεμιστές είναι νέοι, αψηφούν τον θάνατο! Αρχίζουμε να το παίρνουμε απόφαση στη τρίτη δεκαετία της ζωής μας και, είναι αλήθεια, το φέρουμε βαρέως – μέχρι να το συνηθίσουμε. Ο χρόνος της επίγνωσης του θανάτου από τον άνθρωπο γίνεται όταν έχει ολοκληρωθεί η ψυχοπνευματική εξέλιξη – στα τριάντα, τριανταπέντε. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο Χριστός πέθανε 33 χρονών. Και πολλοί συγγραφείς και καλλιτέχνες – πολλοί από αυτούς και πιο νωρίς!
ΕΙΠΑΜΕ ότι κάποτε απομακρυνόμασταν από το πτώμα για να το φάνε τα ζώα, όταν δεν το τρώγαμε εμείς, ή το απομακρύναμε από τον καταυλισμό για τον ίδιο σκοπό. Ο τρόπος της απομάκρυνσης όμως είναι ένα πολύ κρίσιμο σημείο της έρευνας μας. Στην αρχή, απλά το απομακρύναμε από το ενδιαίτημά μας, τον καταυλισμό. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες ότι η απομάκρυνση του πτώματος για να προσφερθεί ως τροφή σε πτωματοφάγα πτηνά ήταν μια πολύ διαδεδομένη πρακτική – σε κυνηγητικές αμερινδιάνικές φυλές των Μεγάλων Πεδιάδων, στις κοινωνίες των Ζωροαστρών και σήμερα στο Θιβέτ. Υπήρχαν κι άλλοι τρόποι απομάκρυνσης – ρίψη στο ποτάμι ή στη θάλασσα, για να το φάνε τα ψάρια και τα χέλια (πτωματοφάγο ψάρι). Η απομάκρυνση όμως αυτή δεν ήταν απλή μετακίνηση ενός πτώματος που η δυσοσμία του θα το κάνει περιττό και άχρηστο σκουπίδι. Γινόταν τελετουργικά, τελούνταν κάποια τελετή, κάποια τελετουργία. Το ερώτημα είναι: πότε άρχισε αυτό;
Η κηδεία, η τελετουργική φροντίδα, η όποια φροντίδα, του πτώματος ακολουθεί λογικά και χρονικά την ανάδυση της τελετουργίας. Αν μάθουμε πότε εμφανίστηκε η τελετή και η τελετουργία, κατά συνέπεια και το σύμβολο, τότε θα μάθουμε και πότε αναδύθηκαν και οι ταφικές τελετουργίες. Να διευκρινίσω ότι με τον όρο ταφικός δεν εννοούμε ό,τι έχει σχέση ή αναφέρεται στην ταφή αλλά στην με οποιονδήποτε τρόπο διαχείριση του πτώματος – εξ ου και ο όρος Ταφονομία.
ΘΑ τελειώσω σήμερα, πρέπει να ζυμώσω, ανάβουμε φούρνο σήμερα. Γεμιστά, δώδεκα καρβελάκια ψωμί, δύο χορτοτυρόπιτες, μελιτατζάνες και φλωρίνης ψητές – και, οπωσδήποτε, καυτερές. Πριν κλείσω όμως θα διατυπώσω ένα ερώτημα, το οποίο μάλλον θα σας κεντρίσει το ενδιαφέρον και τη σκέψη, και μπορεί να σας αναστατώσει ευχάριστα. Ο χειμώνας προβλέπεται ιδιαιτέρως ενδιαφέρων – από όλες τις απόψεις. Παρατηρώντας τη φύση και βλέποντας τι γίνεται εκεί, οι προάνθρωποι και ο άνθρωπος για πολλά εκατομμύρια χρόνια αντιμετώπισαν το πτώμα ως τροφή και το πρόσφεραν στα ζώα για να το φάνε – όταν δεν το έτρωγαν οι ίδιοι (κάτι που γινόταν σπανίως και κάτω από έκτακτες συνθήκες). Η τελευταία κοινωνία που έτρωγε τους νεκρούς της σταμάτησε να το κάνει τη δεκαετία του 1960, όπως διαβάζουμε στο άρθρο που παραπέμπω. Αυτό ήταν το φυσιολογικό: και το ανθρώπινο πτώμα είναι τροφή. Και κάποτε συμβαίνουν κάποιες πολύ μεγάλες αλλαγές. Αντί να το προσφέρουν με γενναιοδωρία στα άλλα ζώα να το φάνε, να επιστραφούν στη φύση με αυτόν τον τρόπο τα συστατικά που έχει πάρει, ανοίγουν μια τρύπα στη γη (πολλή δουλειά, σας μιλάω ως πρώην νεκροθάφτης) και το θάβουν εκεί, στερώντας τροφή από τα ζώα, πολύ συχνά κάτω από το δάπεδο του σπιτιού τους (Τσατάλ Χουγιούκ). Να το πούμε μοχθηρία; Πώς να το πούμε; Κάποιοι άλλοι βάζουν χιλιάδες εργάτες να εργαστούν για δεκαετίες κάτω από τον καυτό ήλιο για να κτίσουν τεράστια οικοδομήματα (θολωτοί και θαλαμωτοί τάφοι, πυραμίδες) για να ταφούν εκεί μέσα! Να κόβεις τις φλέβες σου! Κάποιοι άλλοι προσπαθούν να αποτρέψουν την αποσύνθεση του πτώματος (ταρίχευση), έστω μερικώς! Κάποιοι άλλοι το καίνε – στερώντας τροφή και από τα βακτήρια και τα σκουλήκια. Κάποιοι άλλοι διατυπώνουν την επιθυμία να μην υπάρχουν πτώματα (επιθυμία σωματικής αθανασίας). Κάποιοι άλλοι προσδοκούν ξαναζωντάνεμα, ανάσταση του πτώματος, ακόμα κι αυτού που το έφαγαν τα λιοντάρια στις ρωμαϊκές αρένες και το έχεσαν! Κάποιοι άλλοι το βάζουν μέσα σε υγρό άζωτο ώστε να παραμείνει ως έχει τη στιγμή του θανάτου για να το αναστήσει η επιστήμη του μέλλοντος. Και κάποιοι άλλοι ξημεροβραδιάζονται στα εργαστήρια για να εκπληρώσουν την επιθυμία της σωματικής αθανασίας. Έχουμε ξεφύγει τελείως, δεν είμαστε καθόλου καλά.
ΤΟ ερώτημα: γιατί όλα αυτά; Έχουν κάποια σχέση με την εμφάνιση της κυριαρχίας, της ιδιοκτησίας, της λατρείας της ισχύος και της επιθυμίας αύξησης της ισχύος, της επιθυμίας κατάργησης της εξάρτησης από τη φύση;
Σχολιάστε ελεύθερα!