” Το κράτος έχει γίνει στ΄ αλήθεια ένας ‘θνητός θεός’ και, για μια εποχή που δεν πιστεύει πλέον σέ έναν αθάνατο θεό, το κράτος είναι ο μόνος θεός που απόμεινε”
Χανς Μόργκενταου (Επιστήμη και Πολιτική της Ισχύος, σ. 182)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΛΙΓΕΣ μέρες πριν το κάψιμο του δάσους της Δαδιάς, που καταλαμβάνει το ένα τρίτο του νομού Έβρου, και τη πλημμύρα στη Θεσσαλία, η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία προέβλεψε μεγάλης διάρκειας καύσωνα και καταρρακτώδεις βροχές μεγάλης διάρκειας επίσης (“επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα”). Κι αφού το δάσος της Δαδιάς κάηκε και η Θεσσαλία πλημμύρησε, αναρωτιόμαστε: ποιες ήταν οι πρακτικές συνέπειες αυτών των προγνώσεων; Σε τι μας βοηθούν οι προ-γνώσεις του καιρού; Μας βοήθησαν να αποτρέψουμε το κάψιμο του δάσους και τη πλημμύρα του κάμπου; Όχι, κατά κανένα τρόπο. Οι άνθρωποι, οι τηλεθεατές, και των δύο αυτών περιοχών και όλης της επικράτειας, άκουσαν τη πρόγνωση του καιρού και συνέχισαν τη ζωή τους. Τι άλλο να έκαναν; Τίποτα – απολύτως τίποτα. Συνέχισαν να πηγαίνουν στη δουλειά τους, οι υλοτόμοι να κόβουν ξύλα στο δάσος, οι αγρότες να καλλιεργούν τα χωράφια τους, οι κτηνοτρόφοι να βόσκουν τα κοπάδια τους. Είχαν σκεφτεί, φανταστεί, ότι θα καιγόταν το δάσος και ότι δεκάδες χωριά, τεράστιες εκτάσεις εύφορης γης και κτηνοτροφικές μονάδες θα εξαφανίζονταν κάτω από τις τεράστιες ποσότητες νερού που κατέβηκε από τα βουνά της Πίνδου; Όχι, δεν το είχαν σκεφτεί, γιατί θα έπρεπε να το κάνουν; Μπορούμε να προβλέψουμε εάν του χρόνου ή σε πέντε, δέκα χρόνια θα υπάρξουν πάλι καταρρακτώδεις βροχές μεγάλης διάρκειας με καταστροφικές συνέπειες; Σε καμιά περίπτωση. Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την αβεβαιότητα; Με την πρόληψη, με τη φροντίδα του μέλλοντος. Οι προγνώσεις του καιρού είναι άχρηστες, δεν έχουν πρακτικές συνέπειες. Το κράτος κάνει πως νοιάζεται! Μόνο που από δω και πέρα οι προγνώσεις του καιρού θα είναι όλο και πιο συχνά προαναγγελίες καταστροφής και θανάτου.
ΘΑ θέσουμε τώρα το κομβικό ερώτημα που πρέπει να τεθεί και να απαντηθεί: θα μπορούσε να αποτραπούν το κάψιμο του μεγαλύτερου μέρους του δάσους της Δαδιάς και οι πλημμύρες στη Θεσσαλία; Απαντώ ευθέως: θα μπορούσε. Θα δούμε πώς. Γιατί όμως δεν απετράπησαν; Οφείλεται στην ανικανότητα του κράτους; Όχι, οφείλεται στην ικανότητα του κράτους. Με αυτήν την ικανότητα θα ασχοληθούμε σήμερα.
Η πυρκαγιά του δάσους στη Δαδιά σταμάτησε μετά από δεκαεφτά μέρες – κάηκαν πάνω από 800.000 στρέμματα, τα οποία, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία και επιφύλαξη, σε δύο τρία χρόνια θα είναι πάλι καταπράσινα, όπως είναι τώρα τα δάση της βόρειας Εύβοιας που κάηκαν πριν λίγα χρόνια. Πώς σταμάτησε η πυρκαγιά; Τη στημάτησαν τα πυροσβεστικά οχήματα και οι εναέριοι κουβάδες; Μπορούν αυτά τα μέσα να σταματήσουν τη πυρκαγιά σε ένα πευκοδάσος, όπως της Δαδιάς; Ποια πυρκαγιά τίνος πευκοδάσους έσβησαν; Θα μας απαντήσουν οι δασολόγοι: οι χερσαίοι και οι ενάεριοι κουβάδες ποτέ δεν έσβησαν φωτιά, είναι παντελώς αναποτελεσματικά – η συμβολή τους είναι παντελώς επουσιώδης και επικουρική. Τα πυροσβεστικά οχήματα σβήνουν τις φωτιές στις πόλεις, όχι στα βουνά – πώς να πλησιάσουν τη φωτιά; Τι να κλάσουν οι εναέριοι κουβάδες που ρίχνουν λίγο νερό με μεγάλα διαστήματα απουσίας, καθώς είναι ελάχιστα και η απόσταση ανεφοδιασμού με νερό πολύ μεγάλη; Πώς έσβησε η φωτιά στη Δαδιά; Με δύο τρόπους: πρώτον, δεν υπήρχε τίποτα άλλο να καεί – ανατολικά, νότια και δυτικά. Δεύτερον: στα βορειοδυτικά η φωτιά σταμάτησε γιατί εκατοντάδες υλοτομοι και κάτοικοι της περιοχής, Πομάκοι, πήραν τα αλυσοπρίονα και για μέρες πολλές έκοψαν δεκάδες χιλιάδες δέντρα, δημιούργησαν αντιπυρικές ζώνες και κατάφεραν να αναχαιτίσουν την πύρινη λαίλαπα. Το μάθαμε αυτό από τα κανάλια; Όχι, βέβαια.
Ο μόνος τρόπος να αποτραπεί εν πολλοίς η επέκταση μιας φωτιάς στο δάσος είναι ένα πυκνό δίκτυο αντιπυρικών δρόμων, αντιπυρικών ζωνών. Εάν υπήρχε στο δάσος της Δαδιάς αυτό το δίκτυο, θα είχε καεί ένα πολύ μικρό μέρος. Κάποιοι θα αντιτείνουν ότι για να κατασκευαστεί αυτό το πυκνό δίκτυο αντιπυρικών ζωνών και δασικών δρόμων πρέπει να κοπεί ένας πολύ μεγάλος αριθμός δέντρων και να ανοιχτούν δρόμοι, αυτό όμως είναι μια εκτεταμένη οικολογική καταστροφή. Όσοι και όσες όμως σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο, θα πρέπει να αντιληφθούν, να μάθουν, να κατανοήσουν ότι μεταξύ του απόλυτου κακού (που συνέβη) και του μικρότερου κακού (κόψιμο δέντρων) προτιμάμε το μικρότερο κακό. Διότι, αυτό κι αν πρέπει να κατανοήσουν, το απόλυτο καλό (το παρθένο δάσος) μπορεί ένας κεραυνός, όπως συνέβη, να το μετατρέψει σε απόλυτο κακό.
ΓΙΑΤΙ όμως δεν είχαν κατασκευαστεί αντιπυρικές ζώνες; Για δύο λόγους. Το κράτος συμβουλεύεται τους δασολόγους, οι οποίοι τους λένε ότι τα πευκοδάση είναι καταδικασμένα να καίγονται κάθε πενήντα ή εκατό χρόνια και μετά αναγεννάται. Το δάσος της Δαδιάς ήταν εκατόν πενήντα ετών και έχει καεί πολλές φορές, απλά δεν το γνωρίζουμε. Οπότε, γιατί να ανοίξουμε αντιπυρικές ζώνες, αφού θα καεί και να αναγεννηθεί με φυσιολογικό τρόπο; Τον δεύτερο λόγο θα τον εξετάσω παρακάτω.
ΘΑ μπορούσε να αποτραπούν τα πλημμυρικά φαινόμενα στη Θεσσαλία που είχαν τόσες καταστροφικές συνέπειες; Θα μπορούσε, χωρίς καμιά αμφιβολία. Μόνο ένας τρόπος υπάρχει: η κατασκευή πολλών, εκατοντάδων μικρών, μεσαίων και μεγάλων φραγμάτων στους ποταμούς που κατεβάζουν μεγάλες ποσότητες νερού από τα βουνά της Πίνδου, όταν οι βροχές είναι καταρρακτώδεις – και συχνά είναι, όπως το 1994. Τα φράγματα αυτά όχι μόνο θα προστάτευαν τους κατοίκους των χωριών του κάμπου, τις καλλιέργειες και τις κτηνοτροφικές μονάδες αλλά θα μπορούσαν να παραγάγουν και ηλεκτρικό ρεύμα και να διοχετεύουν νερό για άρδευση των χωραφιών κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού αντί να διαπράττουν το έγκλημα της εκτροπής του Αχελώου. Τη γνώριζαν αυτή τη λύση; Μα και βέβαια τη γνώριζαν! Γιατί λοιπόν δεν κατασκεύσαν αυτά τα φράγματα; Θα τα κατασκευάσουν; Όχι, βέβαια! Μα γιατί;
ΑΦΟΥ γνωρίζουν τη λύση του προβλήματος, σημαίνει πώς έχουν κατανοήσει το πρόβλημα, τους επικείμενους κινδύνους, σημαίνει πως είναι ικανοί, δεν είναι ανίκανοι. Δεν τα κατασκεύασαν όμως και ούτε πρόκειται να τα κατασκευάσουν! Αυτό σημαίνει ότι είναι ανίκανοι; Όχι! Είναι ικανότατοι! Είναι ικανοί να μην κάνουν αυτό που πρέπει να κάνουν!
ΓΙΑ να κατασκευαστούν αυτά τα μικρά, μεσαία και μεγάλα φράγματα θα πρέπει κοπούν πάρα πολλά δέντρα, να ανοιχτούν δρόμοι. Και εδώ πάλι η οικολογική ευαισθησία αγνοεί, θα το επαναλάβω, ότι μεταξύ μικρότερου κακού και απόλυτου κακού προτιμάμε το μικρότερο – δεν έχουμε την παραμικρή πολυτέλεια να προκρίνουμε το απόλυτο καλό γιατί θα μετατραπεί σε απόλυτο κακό – όπως και συνέβη. Θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιηθεί ένα πολύ μεγάλο μέρους του κοινωνικού πλούτου (εργασία και υλικά), με χρηματικούς όρους, πρέπει να δαπανηθούν, να επενδυθούν, πολύ μεγάλα ποσά. Πώς θα βρεθούν αυτά τα ποσά; Υπάρχουν τρόποι: να περικοπούν κοινωνικές δαπάνες στην υγεια, την εκπαίδευση, την κοινωνική πρόνοια – άκυρον, θα υπάρξει κοινωνική δυσφορία και αναταραχή, διακιολογημένη. Να περικοπούν οι στρατιωτικές δαπάνες, να μην αγοράζουμε πολεμικά αεροσκάφη και υποβρύχια – άκυρον, θα μας βάλουν χέρι οι πολεμικές βιομηχανίες και τα κράτη των συμμάχων μας γιατί θα μειωθεί ο ρυθμός ανάπτυξης των οικονομιών τους. Να αυξηθούν οι φόροι στο μεγάλο κεφάλαιο – άκυρον, το κράτος εκτελεί τις εντολές του κεφαλαίο και όχι το αντίθετο.
ΤΟ κράτος είναι ικανό να μην θέλει να εξασφαλίσει τα μεγάλα χρηματικά ποσά που απαιτούνται για να κατασκευαστούν τα φράγματα στους ποταμούς των βουνών της Πίνδου. Τι σημαίνει είναι ικανό; Σημαίνει ότι είναι τόσο ισχυρό που μπορεί και αδιαφορεί για να προστατεύσει τους κατοίκους της Θεσσαλίας, τα χωράφια τους και τα κοπάδια τους. Το κράτος γνωρίζει, μπορεί αλλά δεν θέλει. Εμείς γνωρίζουμε πώς να προστατευθούμε αλλά δεν μπορούμε. “Από όλες τις πίκρες η χειρότερη που μπορεί να νιώσει ο άνθρωπος είναι να γνωρίζει πολλά και να μην μπορεί να κάνει τίποτα”, διαβάζουμε στον Ηρόδοτο (Θ 16). ” Στο κοσμικό πεδίο” γράφει ο Χανς Μόργκεντάου, “το κράτος έχει καταστεί το πιο εξιδανικευμένο αντικείμενο αφοσίωσης εκ μέρους του ατόμου, και ταυτόχρονα ο πιο αποτελεσματικός οργανισμός για την άσκηση εξουσίας πάνω στο άτομο. Αυτές οι δύο ιδιότητες επιτρέπουν στο σύγχρονο κράτος να οξύνει τη διαφθορά στην πολιτική ζωή τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. . . Ενώ όμως το κράτος, από ιδεολογική πλευρά αλλά και ως φυσική οντότητα, είναι ασύγκριτα οσχυρότερο από τους πολίτες του, το ίδιο δεν δεσμεύεται από καμία ανώτερη δύναμη” (σελ. 181).
ΑΥΤΟ που εκλαμβάνουμε ως ανικανότητα του κράτους είναι μια ένδειξη της ικανότητάς του, της ικανότητας να είναι ισχυρό και να διαιωνίζει και να αυξάνει την ισχύ του με κάθε τρόπο. Η ισχύς είναι ικανότητα και δυνατότητα επιβολής της θέλησης στους άλλους. Είναι τόσο ισχυρό που αδιαφορεί τόσο για την προστασία της φύσης όσο και την προστασία των πολιτών του. Ως ισχυρός προστάτης, μπορεί να προστατεύει αλλά μπορεί και να μην προστατεύει – πρόκειται για δύο όψεις της ίδιας ικανότητας. Θα μπορούσαν οι κάτοικοι της περιοχής του κατακλυσμού να φτιάξουν μόνοι τους τα φράγματα; Κατά κανένα τρόπο! Είναι, είμαστε αιχμάλωτοι της ισχύος του κράτους – το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι: ή η αλληλοβοήθεια, όπως γίνεται συνήθως σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών και όπως γίνεται αυτές τις μέρες στη Θεσσαλία ή η διαμαρτυρία. Η πρώτη, σε συνθήκες απόγνωσης και απελπισίας, έχει κάποια χειροπιαστά αποτελέσματα- η δεύτερη δεν έχει, ως συνήθως. Θα εκφράσουμε την οργή μας και την ανανάκτησή μας, θα χαρακτηρίσουμε τους πολιτικούς του κράτους, είτε αυτούς που κυβερνούν είτε αυτούς που θέλουν να κυβερνήσουν, εγκληματίες, αχρείους, ανοικτίρμονες και αδίστακτους, θα τους κατηγορήσουμε για ανικανότητα και ανευθυνότητα, θα τους καταγγείλλουμε για διαφθορά αλλά το αυτί τους δεν ιδρώνει, δεν συγκινούνται, δεν πείθονται – είναι το ανελέητο πολιτικό προσωπικό του αδίστακτου κράτους.
ΘΑ μπορούσε να συγκροτηθεί μια οργάνωση που να είναι πιο ισχυρή από το κράτος; Θα μπορούσε να γίνει αυτή η οργάνωση, είναι κάτι τέτοιο επιθυμητό, είναι εφικτό; Η απάντησή μου: όχι, κατηγορηματικά όχι. Εάν εσείς διαφωνείτε, σηκώστε τα μανίκια σας και ξεκινήστε.
Θα μπορούσε όμως να αναλάβει την οργάνωση του κράτους πολιτικό προσωπικό που θα έχει ως κύριο μέλημά του την επίλυση των οξυμένων κοινωνικών προβλημάτων. Αυτό σημαίνει έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο παραγωγής και οργάνωσης της κοινωνίας. Το θέλουμε αυτό; Λίγοι το θέλουν. Οι περισσότεροι βολευόμαστε (εμού συμπεριλαμβανομένου) με αυτό που έχουμε μάθει και το πολύ να επιθυμούμε μικροδιορθώσεις των κοινωνικών προβλημάτων (πχ γιατί να μην έχουμε την οργάνωση και τις παροχές της καπιταλιστικής Σουηδίας, Δανίας ή την μεθοδικότητα των Γερμανών;). Το ερώτημά μου είναι γιατί κάποιοι νιώθουν και είναι βέβαιοι ότι μπορούν να αλλάξουν σε βάθος την κοινωνική οργάνωση και κάποιοι άλλοι είμαστε εντελώς απαισιόδοξοι ή στην καλύτεροι αβέβαιοι ως προς αυτό; Είναι θέμα αισιοδοξίας-απαισιοδοξίας; Μήπως εκείνοι που θέλουν ριζικές αλλαγές είναι περισσότερο συναισθηματικοί/ρομαντικοί ενώ οι υπόλοιποι έχουν έναν πιο “μπετονιαρισμένο” και οκνηρό, από την διαφήμιση και τα κοινωνικά στερεότυπα, νου; Μήπως νιώθουμε κατα βάθος ότι ακόμα και αν αλλάξουν όλα πάλι σε ένα ίδιο περίπου Κράτος με κάποιου είδους εκμετάλλευση και αδικία θα επιστρέψουμε γιατί ο άνθρωπος είναι ένα πολυσχιδές και απρόβλεπτο ον που χρειάζεται κρατική μορφή οργάνωσης και βία για να επιβιώσει;
Αγαπητέ σε παροτρύνω να μελετήσεις, έστω κ λίγο, άλλη μια από τις καλές τέχνες του Κυρίου ημών, τη στατιστική (πακετάκι με τις πιθανότητες). Έστω ιστορικά, αν βαριέσαι τα πολλά μαθηματικά.
Τα φράγματα, όπως έχω γράψει, δεν εχουν καμιά σχέση με τη στατιστική: δεν θα γίνονταν ΜΟΝΟ για να αποτραπούν οι καταστροφικές συνέπειες μιας σπάνιας σε σφοδρότητα βροχόπτωση αλλά και για ΠΑΡΑΓΩΓΗ ηλεκτρικού ρεύματος, για ΑΡΔΕΥΣΗ των χαραφιών το καλοκαίρι και επιπλέον θα ΕΜΠΛΟΥΤΙΖΟΝΤΑΝ το περιβάλλον με μικρούς αλλά πολλούς υγροβιότοπους.
Η παρότρυνση σου απορρίπτεται.
Η παρότρυνση είναι γενική κ δεν αφορά τις προτάσεις του άρθρου, με τα οποία συμφωνώ, αλλά τη σχέση κράτους (state) κ στατιστικής!