φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ παγκόσμιους πολέμους τους δύο μεγάλους πολέμους που έγιναν κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα αλλά ο χαρακτηρισμός αυτός είναι παραπλανητικός. Οι δύο αυτοί πόλεμοι, οι κρίσιμες μάχες που έκριναν την έκβαση του πολέμου, έγιναν στην Ευρώπη, κυρίως εκεί, και μεταξύ των ισχυρότερων καπιταλιστικών κρατών της Ευρώπης αλλά και άλλων που συμμετείχαν σε ένα από τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Η πλειονότητα των κρατών και του παγκόσμιου πληθυσμού δεν συμμετείχε. Το ερώτημα που εγείρει η διαπίστωση αυτή είναι, εάν θα ξαναγίνει πόλεμος στην Ευρώπη μεταξύ των κρατών, στον οποίο θα συμμετάσχουν κι άλλα κράτη, πέραν της Ευρώπης, όπως έγινε στους δύο προηγούμενους. Είμαστε βέβαιοι και βέβαιες ότι δεν θα γίνει. Τα καπιταλιστικά κράτη της Δύσης και πέραν αυτής (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Αυστραλία, Καναδάς, Ν. Ζηλανδία) δεν θα πολεμήσουν ποτέ πια μεταξύ τους. Αυτή είναι μια πολύ ευχάριστη εξέλιξη. Αλλά δεν είναι η μόνη, υπάρχουν όμως και δυσάρεστες εξελίξεις.
ΜΙΑ δεύτερη ευχάριστη πτυχή του ζητήματος είναι ότι οι άνδρες των καπιταλιστικών κοινωνιών που ενεπλάκησαν σε δύο μεγάλους πολέμους δεν εμφορούνται σήμερα από φιλοπόλεμα, πολεμοχαρή και εθνικιστικά αισθήματα: δεν θέλουν να πολεμήσουν – η στάση αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει. Και να ήθελαν όμως, και να γινόταν πόλεμος, πάλι δεν θα πολεμούσαν. Οι στρατοί όλων σχεδόν των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών είναι επαγγελματικός, μισθοφορικός δηλαδή, είναι ειδικοί στον χειρισμό όπλων μεγάλης καταστροφικότητας και εξοντωτικότητας. Οι πόλεμοι δεν γίνονται με το ντουφέκι στον ώμο από μαζικές στρατιές. Η ολιγόμηνη στρατιωτική θητεία που επιβιώνει ακόμα σε κάποιες καπιταλιστικές κοινωνίες πλαισιώνει τον επαγγελματικό πυρήνα του στρατού και είτε θα παραμείνει ως έχει, ως μια μορφή πειθαρχικού εγκλεισμού των νέων ανδρών, χωρίς την δυνατότητα συμμετοχής σε πιθανή διεξαγωγή του πολέμου, είτε θα καταργηθεί. Γνωρίζουμε ότι, εάν η στρατιωτική θητεία ήταν εθελοντική, δεν θα πήγαινε κανείς να υπηρετήσει. Το γνωρίζουμε πολύ καλά. Η στρατιωτική θητεία, όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα (δεν θα γίνει πόλεμος , κι αν γίνει, θα πολεμήσει ο επαγγελματικός στρατός), είναι ένα απολίθωμα του παρελθόντος και πρέπει να καταργηθεί το συντομότερο δυνατό.
Η κατάσταση, όπως έχει διαμορφωθεί, φέρνει στο προσκήνιο το ζήτημα της κατανόησής της: γιατί δεν θα πολεμήσουν στο μέλλον μεταξύ τους τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη; Γιατί ενώνονται, με το ΝΑΤΟ να είναι η εμπροσθοφυλακή αυτής της ενότητας; Εγείρονται κι άλλα δύο κομβικά ερωτήματα. Αφού δεν θα γίνει πόλεμος μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, όπως γινόταν για πολλούς αιώνες, αυτό σημαίνει ότι δεν θα ξαναγίνει ποτέ πια πόλεμος; Την απάντηση στο δεύτερο ερώτημα μας το δίνει ο πόλεμος της Ουκρανίας, στον οποίο συμμετέχει σύσσωμη η Δύση εξοπλίζοντας τον ουκρανικό στρατό και συμμετέχοντας στον συντονισμό και διεύθυνση του πολέμου. Τι πόλεμος όμως είναι αυτός; Πριν απαντήσουμε σε αυτά τα δύο αλληλοσχετιζόμενα ερωτήματα, ας διατυπώσουμε και το τρίτο. Τι θα γίνει με την τερατώδη πολεμική βιομηχανία που έχουμε κληρονομήσει; Γιατί οι στρατοί των καπιταλιστικών κρατών εξοπλίζονται συνεχώς με ένα όπλα, τα οποία δεν χρησιμοποιούν και δεν θα χρησιμοποιήσουν σε μεταξύ τους πολέμους;
ΑΣ απαντήσουμε πρώτα στο τρίτο, διατυπώνοντας το ερώτημα: τι θα γίνει, εάν καταργηθεί η πολεμική βιομηχανία; Υπάρχει κάποιο ενδεχόμενο να συμβεί αυτό; Δεν υπάρχει. Εάν καταργηθεί η πολεμική βιομηχανία, οι καπιταλιστικές κοινωνίες θα βυθιστούν στην πιο μακροχρόνια και βαθιά ύφεση που θα μπορούσε να συμβεί. Η πολεμική βιομηχανία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την καπιταλιστική παραγωγή στο σύνολό της και η κατάργησή της θα εκτίνασε την ανεργία, και την αεργία, σε δυσθεώρητα ύψη. Άρρηκτα συνδεδεμένη με την καπιταλιστική παραγωγή είναι και η δορυφορική βιομηχανία: οι ισχυρές, ανεπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες και οικονομίες είναι αιχμάλωτες αυτών των δύο βιομηχανιών, σε τέτοιο σημείο ώστε δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίζαμε ότι δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς αυτές. Είναι ο ζωοποιός δεσμός που ενώνει το κράτος και το κεφάλαιο: το ένα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το άλλο και τα δύο δεν μπορούν να αναπαραχθούν χωρίς αυτές τις δύο βιομηχανίες.
Η ιστορία της επέκτασης του καπιταλισμού επιβεβαιώνει τη στενή σχέση κεφαλαίου και κράτους. Ο καπιταλισμός εδραιώθηκε και επεκτάθηκε εν πολλοίς λόγω των πολεμικών αναγκών του κράτους. Για να καλυφθούν αυτές οι ανάγκες (όπλα, κτήρια, ρουχισμός, οχήματα, επικοινωνίες, περίθαλψη και φάρμακα, τροφοδοσία, πιθανόν κι άλλα) ιδρύθηκαν πολλές και μεγάλες βιομηχανίες, οι οποίες αναδείχθηκαν στον πιο εξελιγμένο τομέα του βιομηχανικού καπιταλισμού. Όλες σχεδόν οι καινοτομίες, από το αυτοκίνητο μέχρι το ίντερνετ, ξεκίνησαν από την πολεμική βιομηχανία και τις ανάγκες του στρατού. Η συμπαγής ενότητα των καπιταλιστικών κρατών που σφυρηλατήθηκε μετά τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο και η αμετάκλητη αποφυγή του μεταξύ τους πολέμου οδήγησε την πολεμική βιομηχανία σε κάποια συρρίκνωση. Τα όπλα των στρατών της Δύσης δεν αντικαθίστανται με γοργό ρυθμό ενώ πολλά κράτη, που δεν ανήκουν στον δυτικό κόσμο, έχουν αναπτύξει, ή επιχειρούν να αναπτύξουν, τη δική τους πολεμική βιομηχανία. Η πολεμική βιομηχανία των ενωμένων πια καπιταλιστικών κρατών αντιμετωπίζει ένα αδιέξοδο από το οποίο δεν μπορεί να διαφύγει.
ΓΙΑΤΙ όμως τα καπιταλιστικά κράτη ενώνονται και δεν πολεμούν, και δεν πρόκειται να πολεμήσουν, μεταξύ τους; Είμαστε σε θέση να διατυπώσουμε δύο απαντήσεις, που σχετίζονται μεταξύ τους. Μέχρι τώρα η Ευρώπη για πολλούς αιώνες, να μη πω χιλιετίες, ήταν ένα αχανές πεδίο μαχών και μακροχρόνιων πολέμων. Γιατί γίνονταν αυτοί οι πόλεμοι; Γίνονταν γιατί το κάθε κράτος επεδίωκε να αυξήσει τον πλούτο του και την ισχύ του. Επεδίωκε να αρπάξει γη και πλούτο. Η σχέση μεταξύ πλούτου και ισχύος είναι ολοφάνερη: ο πλούτος αυξάνει την ισχύ και η ισχύς αυξάνει τον πλούτο. Ο πλούτος και η ισχύς μπορούν να αυξηθούν με δύο τρόπους, με δύο τρόπους αρπαγής: με το χρήμα και με τα όπλα, με τη βία, με τον πόλεμο. Ο πρώτος είναι ο τρόπος του κεφαλαίου, ο δεύτερος είναι ο τρόπος του κράτους. Ο πρώτος είναι βραδύς, ο δεύτερος ταχύς. Όταν ο πρώτος, του κεφαλαίου, είναι αναποτελεσματικός, τότε η προσφυγή στον δεύτερο είναι αναπόφευκτος, ως σφόδρα επιθυμητός. Εδώ όμως επεισέρχεται ένας άλλος παράγοντας: η καταστροφικότητα και η εξοντωτικότητα των όπλων, για τον οποίο θα κάνω μια πολύ σύντομη παρέκβαση.
ΑΦΟΥ ο σκοπός κάθε στρατού (κράτους) είναι η νίκη, αυτή δεν μπορεί να εξασφαλιστεί παρά, αλλά όχι μόνο, με την αύξηση της εξοντωτικότητας και της καταστροφικότητας, με την αύξηση της παραγωγής της καταστροφής και της εξόντωσης. Η ιστορία της εξέλιξης των όπλων κατά τη διάρκεια των τελευταίων εννέα αιώνων το επιβεβαιώνει περίτρανα. Από τα πυροβόλα κανόνια του 1300, τα εμπροσθογεμή ντουφέκια του τέλους του 18ου αιώνα, τα αυτόματα επαναληπτικά του τέλους του 19ου περάσαμε στα πολεμικά αεροσκάφη, τα τεθωρακισμένα αυτοκίνητα, στους πυραύλους και τελικά στην κατασκευή ενός όπλου που συνδυάζει το μέγιστο επιθυμητό αποτέλεσμα, στον συνδυασμό ανυπέρβλητης εξόντωσης και καταστροφής: στα πυρηνικά όπλα. Η εξοντωτικότητα και η καταστροφικότητα των πυρηνικών όπλων ένωσαν τα καπιταλιστικά κράτη και απέκλεισαν αμετάκλητα και αναπόφευκτα το ενδεχόμενο πολεμικών συρράξεων. Αυτή ήταν η βασική λειτουργία των πυρηνικών όπλων, η οποία μας διαφεύγει. Φαντάζεστε να πολεμήσουν η Γαλλία και η Αγγλία με ανταλλαγή στρατηγικών ή τακτικών πυρηνικών όπλων; Δεν θα μείνει τίποτα όρθιο. Αλλά και με συμβατικά όπλα να πολεμήσουν, το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο, αν και σε μικρότερο βαθμό. Τα σύγχρονα όπλα συμβάλλουν στην αποφυγή της αλληλοκαταστροφής και της αλληλοεξόντωσης, της αυτοκαταστροφής και της αυτοκτονίας. Δεν είναι παράδοξο;
ΔΕΝ θα ξαναγίνει λοιπόν πόλεμος; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό μας τη δίνει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Εδώ, σύσσωμη η Δύση και οι σύμμαχοί της, συμμετέχουν σε ένα πόλεμο, το αντίπαλο στρατόπεδο των οποίων αποτελείται από μια συμμαχία εν εξελίξει, υπό διαμόρφωση, αν και ο πυρήνας της έχει σχηματιστεί – η συμμαχία της Ρωσίας, της Κίνας, του Ιράν. Για να κατανοήσουμε τον πόλεμο στην Ουκρανία θα πρέπει να αναρωτηθούμε, εάν αυτός ο πόλεμος έχει σκοπό την αύξηση του πλούτου και της ισχύος των κρατών, εάν είναι ένας ακόμα πόλεμος σαν κι αυτούς που διεξάγονταν επί αιώνες στην Ευρώπη. Θα μας βοηθήσει να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα η παρακάτω επισήμανση. Εκτός από τον πόλεμο αύξησης του πλούτου και της ισχύος υπάρχει και ο πόλεμος επιβίωσης/αναπαραγωγής της κοινωνίας, που προηγείται χρονικά και ιστορικά του πολέμου αύξησης του πλούτου και της ισχύος. Οι πόλεμοι των φιλοπόλεμων και πολεμοχαρών πόλεων (μικροσκοπικών κρατών) του αρχαιοελληνικού κόσμου και της ρωμαϊκής respublica ήταν πόλεμοι αύξησης του πλούτου και της ισχύος. Αλλά οι πόλεμοι που διεξήγαγαν επί χιλιετίες οι νομαδικοί ποιμενικοί λαοί (Ινδοευρωπαίοι, Άραβες, Μογγόλοι, Τούρκοι) ήταν κατ΄ αρχήν πόλεμοι επιβίωσης και αναπαραγωγής της κοινωνίας. Η ποιμενική κοινωνία δεν μπορούσε να αναπαραχθεί χωρίς την εξόντωση ή την εκδίωξη των γειτονικών ποιμενικών κοινωνιών. Κι άλλοτε οι ηττημένοι εισέβαλαν στις περιοχές των αγροτικών κοινοτήτων κι άλλοτε, νικητές και νικημένοι, άφηναν τα βοσκοτόπια για να τις λεηλατήσουν και να τις κατακτήσουν.
Η σταθερή, αν και αργή, μείωση των αναγκαίων φυσικών και πλουτοπαραγωγικών πόρων, τους οποίους χρειάζονται σε μεγάλες ποσότητες οι ανεπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες και οικονομίες, ακόμα κι αν το πρόβλημα της ενέργειας επιλυθεί αποτελεσματικά, κάτι το οποίο δεν είναι βέβαιο, όπως πολλοί υποστηρίζουν, μας ωθεί να διατυπώσουμε την άποψη ότι οι πόλεμοι του μέλλοντος θα γίνουν για την αρπαγή και τον έλεγχο αυτών των πόρων (ενέργεια, μέταλλα, σπάνια και μή, ξυλεία), κατα συνέπεια, θα γίνουν για να εξασφαλιστεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή των κοινωνιών και των κρατών. Μεταβαίνουμε από την εποχή της αφθονίας και της σπατάλης στην εποχή της ένδειας και της σπάνης.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι μια πρώτη σαφής ένδειξη ότι όλος ο πλανήτης θα πολωθεί σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα: από τη μια όλος ο παγκόσμιος καπιταλιστικός κόσμος δυτικής προέλευσης, με επί κεφαλής το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ και από την άλλη η συμμαχία Ρωσίας και Κίνας και όλων των άλλων κρατών που θα στραφούν προς αυτήν, μια διαδικασία που θα διαρκέσει κάποια χρόνια. Μέσα στην επόμενη δεκαετία δεν θα υπάρξει κράτος που να μην ενταχθεί σε μία από αυτές τις δύο συμμαχίες. Θα οδηγήσει αυτή η αντιπαλότητα στον πρώτο κυριολεκτικά παγκόσμο πόλεμο; Θα οδηγήσει σε παγκόσμιο πόλεμο με χρήση πυρηνικών; Ποιος θα νικήσει; Ποιες θα είναι οι συνέπειες της νίκης ή της ήττας της μιας ή της άλλης συμμαχίας;
ΣΕ αυτα τα ερωτήματα θα απαντήσουμε αφού επιστρέψω από την Αθήνα (8-13 Ιουνίου).
Οταν εσπουδαζα, οι καθηγηταδες,οι πληρωμενοι διανοουμενοι της σχεσης κρατους κεφαλαιου, συμπυκνωναν αυτα που γραφεις με τον ευφημισμο “Οι δημοκρατιες δεν πολεμουν μεταξυ τους” που σημαινει οποιον εξοντωνουμε ή θελουμε να εξοντωσουμε εμεις οι δυτικοι δεν ειναι δημοκρατης, δηλ. δεν εξυπηρετει τα συμφεροντα μας.