φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ότι πρέπει να βάλω βενζίνα στο αυτοκίνητο. Η σκέψη αυτή εκφέρεται ως πρόταση εσωτερικής ομιλίας. εσωτερικού μονολόγου. Λέω στον εαυτό μου, χωρίς να μιλάω: πρέπει να βάλεις βενζίνα. Αυτό το “πρέπει” είναι μια εντολή – διατάζουμε τον εαυτό μας να κάνει κάτι. Στην πραγματικότητα απευθυνόμαστε στον εγκέφαλό μας ως να είναι κάποιος άλλος και άρα μπορούμε να μιλάμε μαζί του. Η εντολή αυτή αποθηκεύεται στην βραχύχρονη (βραχυπρόθεσμη) μνήμη και θα ανακληθεί, πρέπει να ανακληθεί – ειδάλλως θα μείνω από βενζίνα. Ο εγκέφαλος εντέλλεται, διατάσσεται να μας θυμήσει να κάνουμε κάτι. Η πρόταση αυτή παίρνει συχνά την εξής μορφή: πρέπει να βάλεις βενζίνα, μην το ξεχάσεις. Γιατί εκφέρουμε την πρόταση, μην το ξεχάσεις; Γιατί στο παρελθόν έχουμε ξεχάσει να βάλουμε βενζίνα και έχουμε όχι μόνο ταλαιπωρηθεί αλλά έχουμε χάσει και ραντεβού και δουλειά και χρήματα. Με τη δεύτερη αυτή πρόταση κάνουμε πιο επιτακτική την εντολή για να αποθηκευτεί πιο έντονα στην βραχύχρονη μνήμη και έτσι είμαστε πιο βέβαιοι ότι η εντολή θα ανακληθεί. Για να γίνει ακόμα πιο επιτακτική, για να εξαλείψουμε κάθε ενδεχόμενο να ξεχάσουμε να βάλουμε βενζίνα, θα πούμε στον εαυτό μας, στον εγκέφαλό μας, πρέπει να βάλεις βενζίνα, μην το ξεχάσεις, παλιομαλάκα. Βρίζουμε τον εαυτό μας διότι συνηθίζει να μην βάζει βενζίνα με όλες τις γνωστές συνέπειες.