φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΑΠΟ όλα τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας που έχουν διασωθεί, αυτά που μας δυσκολεύουν μακράν πιο πολύ είναι οι κωμωδίες του Αριστοφάνη. Εάν μεταφράσουμε πιστά (φιλολογική μετάφραση), ο αναγνώστης ή ο θεατής δεν θα καταλάβει απολύτως τίποτα. Για δύο λόγους. Πρώτον, αγνοούμε πολλές πτυχές της καθημερινής ζωής των αρχαίων Αθηναίων, των ανδρών και πολύ περισσότερο των γυναικών. Δεύτερον, και σημαντικότερο: η αττική κωμωδία είναι ένα σύμπαν υπαινιγμών, λογοπαιγνίων, υπονοουμένων, μεταφορών και παρομοιώσεων, περιορίζομαι σε αυτά, που άλλοτε μπορούμε κι άλλοτε δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε, άρα και να το εκφράσουμε. Εάν αποκλείσουμε τη φιλολογική μετάφραση, δεν μπορούμε να κάνουμε κι αλλιώς, τότε υπάρχει μόνο μία άλλη επιλογή: η ερμηνεία και η διασκευή, λιγότερο ή περισσότερο ελεύθερες, με άλλα λόγια θα πρέπει να καταφύγουμε στον αναχρονισμό. Έτσι, κατά κάποιο τρόπο, ξαναγράφουμε την κωμωδία. Πόσο τολμηροί όμως θα είμαστε ως προς τη χρήση του αναχρονισμού; Αυτό είναι το κομβικό ερώτημα σχετικά με την αντιμετώπιση των δυσκολιών της μετάφρασης των κωμωδιών του Αριστοφάνη. Η δική μου θέση είναι η εξής: τόλμη χωρίς όρια! Μόνο εάν είμαστε πιο αθυρόστομοι και βωμολόχοι από τον Αριστοφάνη, θα μπορέσουμε να πιάσουμε το πνεύμα αυτού του πολύ μεγάλου συγγραφέα, αυτού του έξοχου καλλιτέχνη. Είναι τόσο μεγάλος που κάνει ό,τι θέλει – θα τον κατανοήσουμε μόνο εάν κι εμείς κάνουμε ό,τι θέλουμε!
ΘΑ εκθέσω σήμερα δύο (μόνο) από τις καίριες μεταφραστικές επιλογές που έχω κάνει στους στίχους που διαβάσατε χτες για να κατανοήσετε τόσο τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο μεταφραστής όσο και την μεταφραστική στρατηγική που προκρίνω, με άλλα λόγια την μεταφραστική ιδεολογία μου.
ΔΙΑΒΑΣΑΤΕ πώς μεταφράζω τα πρώτα λόγια που λέει η Λυσιστράτη (στ. 1-5) – ας τα ξαναδούμε:
Τι να πω! Αν ήταν να πάνε να γλεντήσουν και να χορέψουν σε κάνα πανηγύρι ή σε κάνα ρεμπετάδικο, θα τσακιζόντουσαν να πάνε. Αν τις καλούσες σε πάρτι με ούζα και τρελίτσες, σα παλαβές θα τρέχανε, με τα τέσσερα, η μια πάνω στην άλλη. Τι να πω, τι να πω! Τον πούτσο και το γαμήσι έχουν στο μυαλό τους, τίποτα άλλο.
Θα παραθέσω τώρα δύο μεταφράσεις αυτών των στίχων, του Ν. Σ. Φίλιππα (εκδ. Πάπυρος, η πιο πιστή στο αρχαίο κείμενο) και του Κ. Τοπούζη (εκδ. Επικαιρότητα), και θα τις συγκρίνουμε με τις δικές μου επιλογές.
Εμ, βέβαια. Αν τις καλούσαν σε καμιά γιορτή του Βάκχου ή του Πανός ή της Γενετυλλίδας στην Κωλιάδα, από τα τούμπανα δεν θάχε μέρος να διαβείς.
Αν τις φώναζε κανείς στη γιορτή του Βάκχου ή του Πάνα ή της Αφροδίτης της Κωλούς ή της Καρπεσιάρας;. . . δεν θα μπορούσες να διαβείς απ΄τους χορούς και τα τραγούδια.
ΜΠΟΡΕΙ να μην είμαστε ειδικοί στην αρχαία ελληνική θρησκεία και δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς έκαναν οι γυναίκες σε αυτές τις θρησκευτικές γιορτές, ο Αριστοφάνης όμως μας λέει ότι όλες οι γυναίκες ήθελαν πάρα πολύ να πηγαίνουν σε αυτές τις γιορτές και ότι το μόνο μουσικό όργανο που χρησιμοποιούσαν ήταν τα τύμπανα. (ουδ΄ αν διελθείν ην αν υπό των τυμπάνων – δεν μπορούσες να περάσεις μέσα από το πλήθος λόγω του μεγάλου αριθμού των γυναικών που κρατούσαν και χτύπαγαν τα τύμπανα). Και να μην το γνωρίζουμε, θα εικάσουμε βάσιμα ότι τραγούδούσαν και χόρευαν. Πιωμένες; Πιωμένες και μεθυσμένες. Είναι βέβαιο. Γλεντούσαν λοιπόν, ξεφάντωναν – χόρευαν και τραγουδούσαν μεθυσμένες. Η κατάσταση αυτή αποδίδεται με τις λέξεις Βακχείον και Πανός. Μόνο αυτό; Όχι. Ο Αριστοφάνης επικαλείται και τις γιορτές της Κωλιάδος Αφροδίτης (επί Κωλιάδα) και της Γενετυλλίδος. Προφανώς και εκεί γλεντούσαν, μάλλον μεθυσμένες. Η Αφροδίτη ήταν θεά του σεξ, του γαμησιού, της γενετήσιας δραστηριότητας και της αναπαραγωγικής λειτουργίας, όχι του έρωτα! Για τον έρωτα υπάρχει το παιδί-θεός Έρως. Οι πληροφορίες που έχουμε από άλλες πηγές μας λένε ότι σε αυτές τις γιορτές υπήρχε μεγάλη σεξουαλική ασυδοσία (όργια). Τι ακριβώς όμως γινόταν δεν το γνωρίζουμε – απαγορευόταν αυστηρότατα η είσοδος σε άλλους, προφανώς σε άνδρες. Όργια χωρίς άνδρες, μιας και ήταν γιορτές των γυναικών ή όργια μόνο μεταξύ γυναικών; Ή μήπως συμμετείχαν και άντρες, πιθανότατα δούλοι; Δεν το γνωρίζουμε και μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ. Χρησιμοποιούσαν δερμάτινα πέη, κάτι σαν τους σημερινούς δονητές; Δεν αποκλείεται; Το ότι υπήρχαν είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο αφού θα τα συναντήσουμε πιο κάτω στη Λυσιστράτη.
ΤΙ μας λέει ο Αριστοφάνης με τους πρώτους στίχους; Μας λέει ότι ο ίδιος, ή και όλοι οι άνδρες της αρχαίας Αθήνας, ήταν βέβαιοι ότι άρεσε πολύ στις γυναίκες το ομαδικό ξεφάντωμα, το γλέντι, το μεθύσι, η έκσταση (η προσωρινή απώλεια εαυτού με την οποία εξασφαλίζεται ηδονή και απόλαυση), η σεξουαλική ασυδοσία. Μετέφρασα, ξανάγραψα θα έλεγα, τους πρώτους στίχους της Λυσιστράτης με τέτοιο τρόπο ώστε να εκφράσω αυτή την πεποίθηση του Αριστοφάνη και των ανδρών της αρχαίας Αθήνας. Και το έκανα αποκωδικοποιώντας τους υπαινιγμούς και καταφεύγοντας σε αριστοφανική αθυροστομία. Ο μεταφραστής πρέπει να είναι πιο αριστοφανικός από τον Αριστοφάνη. Ξαναδιαβάστε λοιπόν την μετάφρασή μου και πείτε μου αν απολαύσατε ή όχι τον Αριστοφάνη – γνωρίζοντας ότι δεν υπήρχαν ρεμπετάδικα στην αρχαία Αθήνα ούτε ούζο ούτε πάρτι με ούζα. Παρτούζες όμως κάθε μέρα!
ΓΙΑ να μεταφράσουμε κάποια κωμωδία του Αριστοφάνη πρέπει αφενός να έχουμε μελετήσει όλες τις κωμωδίες του και αφετέρου να έχουμε όσο γίνεται περισσότερες γνώσεις και για τις θρησκευτικές γιορτές, των ανδρών και των γυναικών. Οι κωμωδίες του Αριστοφάνη είναι πολύ σημαντική πηγή και για την καθημερινή ζωή και για τις γιορτές της αρχαίας Αθήνας – που ήταν πολλές, πάρα πολλές! Πολύ συχνά όμως η δυσκολία είναι τέτοια που ακόμα κι αυτά δεν αρκούν. Θα σχολιάσω στη συνέχεια δύο στίχους (59-60) που η μετάφρασή τους είναι ιδιαίτερα δύσκολη, τους εξετάζει και ο Γρηγόρης Μ. Σηφάκης (Προβλήματα μετάφρασης του Αριστοφάνη, εκδ. Στιγμή, 1985). Η Λυσιστράτη και η Κλεονίκη περιμένουν πρωινιάτικα κοντά στα Προπύλαια τις γυναίκες να έρθουν αλλά αυτές δεν φαίνονται. Ούτε οι γυναίκες από τη Σαλαμίνα έχουν έρθει, λέει η Λυσιστράτη. Η Κλεονίκη σχολιάζει:
Αλλ΄ εκείναι γ΄οιδ΄ ότι/επί των κελήτων διαβεβήκασι όρθριαι
Να μια πιστή μετάφραση:
Είμαι όμως βέβαιη, γνωρίζω πάρα πολύ καλά (αλλά γ΄οίδα) ότι εκείνες πρωί πρωί (όρθριαι) ανέβηκαν στα πλοιάρια (επί των κελήτων) και πέρασαν απέναντι (διαβεβήκασι).
Να η δική μου μετάφραση:
Αυτές, Λυσιστράτη, έχουν πέσει τώρα με τα μούτρα στο πρωινό γαμήσι.
Πώς, φίλες και φίλοι, κατέληξα σε αυτή την μεταφραστική επιλογή; Πριν απαντήσω θα παραθέσω πέντε μεταφράσεις αυτών των δύο στίχων:
Κώστας Βάρναλης: Μα το ξέρω/πως έχουν ξεκινήσει απ΄τα χαράματα/κατά δω, στα καΐκια τους καβάλα!
Θρασύβουλος Σταύρου: ταξιδεύουν·/αυγήν αυγή μπαρκάραν στα . . .Παλούκια
Κώστας Ταχτσής: Δεν είναι κι εύκολο/πρωί πρωί να ξεκολλήσεις από τα παλούκια. . .
Κώστας Τοπούζης: Α! Εκείνες πρωί πρωί τα καβαλούν ορθές/τα τρεχαντήρια τους
Νικόλαος Φίλιππας: Περίεργο! γι αυτές ξέρω πολύ καλά πως από τα χαράματα/διαβήκαν με τα καϊκια τους αντίκρυ.
Αντιλαμβάνεστε, φίλες και φίλοι, τι γίνεται; Χαμός! Ποιος είναι πιο κοντά στο πνεύμα του Αριστοφάνη, ποιος είναι πιο αριστοφανικός; Ο Κώστας Ταχτσής. Μόνο αυτός παραβλέπει αυτά που λέει κυριολεκτικά μιλώντας ο Αριστοφάνης, μόνο αυτός παραβλέπει τελείως το στοιχείο του διάπλου Σαλαμίνας -Αττικής, που είναι και το μόνο στον Αριστοφάνη! Γιατί το κάνει, φίλες και φίλοι. Διότι αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να εκφράσει τον υπαινιγμό, αυτό που έχει μέσα στο κεφάλι του ο Αριστοφάνης. Η γνώμη μου είναι ότι ο Ταχτσής είναι άτολμος, σεμνότυφος, δεν είναι πιο αριστοφανικός από τον Αριστοφάνη. Επαναλαμβάνω: η μετάφραση αυτών των δύο στίχων από τον Ταχτσή είναι έξοχη, ιδιοφυής.
ΟΙ άλλοι μεταφραστές διατηρούν το στοιχείο της πλεύσης από τη Σαλαμίνα στην απέναντι παραλία. Οι Τοπούζης και Φίλιππας δεν κάνουν καμιά νύξη στο σεξουαλικό υπονοούμενο – θα δούμε πώς το εκφράζει ο Αριστοφάνης. Οι άλλοι το αποκωδικοποιούν, ο καθένας με τον τρόπο του. Η επιλογη του Βάρναλη είναι ατυχέστατη (στα καΐκια τους καβάλα). Πιο κοντά στον Αριστοφάνη βρίσκεται ο Σταύρου (μπαρκάραν . . . στα Παλούκια), όπου ο αναχρονισμός Παλούκια είναι αμφίσημος (λογοπαίγνιο, Παλούκια, χωριό της Σαλαμίνας, αλλά και παλούκι, ο πούτσος).
Διαβαίνω (διαβεβήκασι, παρακείμενος) σημαίνει περνάω απέναντι (διάβαση) αλλά και ανοίγω τα πόδια μου. Οι αρχαίοι Αθηναίοι άκουγαν (εμείς σήμερα διαβάζουμε) ‘έχουν περάσει απέναντι πρωί πρωί’ αλλά καταλάβαιναν ‘έχουν ανοίξει τα πόδια τους πρωί πρωί”. Γιατί τα άνοιξαν; Η φράση επί των κελήτων μας βοηθάει να απαντήσουμε. Η φράση επί των κελήτων παραπέμπει στο ρήμα κελητίζω που σημαίνει “πηδάω τη γυναίκα, καβαλάω τη γυναίκα, γαμάω”. (κέλης είναι και το άλογο που καβαλάμε αλλά και το ελαφρύ πλοιάριο για κοντινές αποστάσεις). Η Κλεονίκη δεν μπορεί να είναι βέβαιη ότι οι γυναίκες εκείνη την ώρα έχουν περάσει απέναντι – θα μπορούσε να το εικάσει, να το υποθέσει αλλά δεν μπορει να είναι τόσο βέβαιη, κατά κανένα τρόπο. Για κάτι άλλο είναι βέβαιη, γιατί το γνωρίζει και η ίδια και όλες οι γυναίκες (και όλοι οι άνδρες): είναι πολύ ωραίο το πρωινό γαμήσι.
Η Κλεονίκη λοιπόν λέει στην Λυσιστράτη: πώς να έρθουν βρε Λυσιστράτη τέτοια ώρα. Αυτή την ώρα αυτές έχουν ανοίξει τα πόδια τους, το έχουν ρίξει στο πρωινό γαμήσι. Δεν είμαι βέβαιος ότι το σύνολο των αναγνωστών και των θεατών, ιδίως της νεώτερης γενιάς, θα πιάσουν τον υπαινιγμό και το λογοπαίγνιο της μετάφρασης του Ταχτσή. Μόνο εάν είμαστε πιο σαφείς, πιο άμεσοι, πιο τολμηροί, πιο αριστοφανικοί θα μπορέσουμε να πιάσουμε το πνεύμα του Αριστοφάνη και να εξασφαλίσουμε απόλαυση με την ανάγνωσή του ή το άκουσμά του στη σκηνή. Δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα. Παραβλέπουμε το ταξίδι και αποδίδουμε τον υπαινιγμό. Όταν δεν μπορούμε να τον αποδώσουμε, κυριολεκτούμε. Μας το υποδεικνύει και μας το επιτρέπει ο ίδιος ο Αριστοφάνης: όταν κυριολεκτεί – και το κάνει πολύ συχνά – όταν αθυροστομεί και βωμολοχεί ασύστολα και ασυγκράτητα.
Εξαιρετικό! Συμφωνώ απολύτως με τημεταφραστική προσέγγιση. Στο “κελητίζω” αντιστοιχεί και η στάση “ιππαστί”.
Δάσκαλε, ευχαριστώ πολύ, για την κατανόηση και τα καλά σου λόγια. Εργασία σχετικά με το σεξουαλικό λεξιλόγιο δεν εχει γίνει ακόμα – υπάρχουν πολλά θέματα για τα οποία δεν έχει τίποτα, απολύτως. Σεμνοτυφία και ατολμία;