προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος
(Πιστεύω)
[το σημερινό κείμενο το αφιερώνω στον Χαράλαμπο Π. από το Περιστέρι]
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Η προσδοκία της ανάστασης των νεκρών είναι η πιο πρωτότυπη ιδέα που έχει διατυπώσει ο άνθρωπος. Η ανυπέρβλητη πρωτοτυπία της ιδέας οφείλεται στην εξωφρενικότητά της, στον παραλογισμό της, δηλαδή στη βεβαιότητα περί της δυνατότητας της σωματικής (οντολογικής) ανάστασης και όχι απλά και μόνο ψυχικής. Όταν οι Αθηναίοι άκουσαν τον Παύλο να τους λέει ότι μια μέρα θα αναστηθούν, οι μεν εχλευαζον, οι δε είπον ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου, άλλοι τον χλεύασαν κι άλλοι γοητεύτηκαν με την ιδέα και ενδιαφέρθηκαν να ζητήσουν κι άλλες πληροφορίες, οι οποίες δεν δόθηκαν. Αυτά που θα ρωτούσαν οι Αθηναίοι, τα ρωτάμε κι εμείς σήμερα: πότε θα αναστηθούμε; Πώς θα γίνει αυτό; Σε ποια ηλικία;
ΟΙ απαντήσεις που δίνονται σε αυτά τα ερωτήματα είναι γνωστές και με αυτές θα ασχοληθούμε σήμερα. Θα αναστηθούμε όταν θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία, θα αναστηθούμε γιατί θα το θελήσει ο παντοδύναμος και πάνσοφος και φιλάνθρωπος Θεός και βέβαια νέοι και νέες – ποιος, ποια θα ήθελε να αναστηθεί στην ηλικία των 80 ή 95 ετών; Οι αντιγηραντικές κρέμες, οι χειρουργικές επεμβάσεις και η προσπάθεια της επιστήμης, μάλλον των επιστημών, όχι μόνο να καθυστερήσουν τη διαδικασία του γήρατος αλλά και να την αντιστρέψουν, ώστε όταν πεθαίνουμε εκατό χρονών να έχουμε σώμα εικοσάρη, δεν αφήνουν κανένα απολύτως περιθώριο αμφιβολίας περί της νεότητας. Τα βρέφη; Τα παιδιά και οι έφηβοι; Και αυτά νέοι και νέες θα αναστηθούν. Κατά συνέπεια, μετά τη Δευτέρα Παρουσία του Θεού, όταν πια θα έχει εξουδετερωθεί ο θάνατος, όλοι οι άνθρωποι που θα ζουν πάνω στον πλανήτη θα είναι αθάνατοι και νέοι. Ως αθάνατοι, δεν θα τρώμε, δεν θα πίνουμε, δεν θα γαμάμε, θα είμαστε σε μια κατάσταση που θα θυμίζει αυτή του νεκρού, όπως έξοχα παρατήρησε κάποτε ο Ευγένιος Αρανίτσης (ο μόνος αθάνατος είναι ο νεκρός: ο νεκρός είναι α-θάνατος). Και αφού δεν γνωρίζουμε τη βούληση και τη σκέψη του Θεού, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν θα είμαστε εικοσάρες ή τριαντάρηδες. Ελεύθερη βούληση έχουμε, γιατί να μην επιλέγουμε εμείς την ηλικία; Και είναι πολύ λογικό να σκεφτούμε ότι, αφού θα είμαστε αθάνατοι, δεν θα χρειαστεί να αναστηθούμε.
ΣΤΗ δεύτερη θέση της πρωτοτυπίας θα τοποθετήσουμε μια άλλη καταπληκτική ιδέα, την ιδέα της επιθυμία της σωματικής αθανασίας. Η ιδέα αυτή διατυπώθηκε πρώτη φορά στη Σουμερία, στο σουμεριακό Έπος του Γκιλγκαμές, και πολύ αργότερα στην αρχαϊκή Ελλάδα στην Ιλιάδα. Στο πρώτο, ο πανίσχυρος lugal (βασιλιάς, άνδρας-μεγάλος) Γκιλγκαμές αναζητεί να βρει ένα τρόπο να μην πεθάνει αλλά η περιπετειώδης αναζήτηση τον παρωθεί να διαπιστώσει με θλίψη ότι η αθανασία είναι ανέφικτη. Στην Ιλιάδα, ο επίσης ισχυρός ήρωας Έκτωρ λέει ότι θα ήθελε να ήταν αθάνατος και νέος ήματα πάντα, αθάνατος και πάντα νέος, να μην γεράσει ποτέ. Πίνω καφέ, καπνίζω, ζυμώνω και συνεχίζω.
ΣΗΜΕΡΑ είμαστε σε θέση να δώσουμε νέες απαντήσεις στα ερωτήματα που διατυπώνουμε. Τι συμβαίνει σήμερα; Τίποτα σπουδαίο, απλά είμαστε πολύ κοντά στη Δευτέρα Παρουσία του Θεού, μερικές δεκαετίες πριν, πόσες ακριβώς θα το μάθουμε όταν έρθει η ώρα. Πριν εξετάσω αυτό το ζήτημα, της χρονικής εγγύτητας της Δευτέρας Παρουσίας του Θεού, θα ήθελα να σχολιάσω την κοινοτοπία της ανθρώπινης επιθυμίας για αθανασία, στη γοητεία της οποίας έχει υποκύψει και ο Θεοφάνης Τάσης (Φιλοσοφία της ανθρώπινης αναβάθμισης). Υποστηρίζουν πολλοί ότι από εξ ανέκαθεν οι άνθρωποι επιθυμούσαν να μην πεθάνουν. Γνωρίζουμε όμως, θα μας πει η κοινωνιολογία της γνώσης, ότι οι κοινοί τόποι, οι αντιλήψεις, οι επιθυμίες έχουν ιστορική καταγωγή. Όπως δεν επιθυμούσαν να έχουν έξυπνο κινητό, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο δεν επιθυμούσαν να είναι αθάνατοι. Πώς το γνωρίζουμε αυτό; Πότε εμφανίστηκε αυτή η επιθυμία; Εμφανίστηκε στη Σουμερία και στην αρχαία Ελλάδα και αυτοί που την διατύπωσαν ήταν ισχυροί και πλούσιοι άνδρες. Μέχρι τότε ήταν αδιανόητο να διατυπώσει κάποιος μια τέτοια επιθυμία. Μας το επιβεβαιώνουν οι φαραώ της Αιγύπτου και ο πρώτος αυτοκράτορας της Κίνας, ο Τσιν Σι Γουάνγκ, περί το 250 π. Χ. Οι τύποι αυτοί, ισχυροί και πλούσιοι, δεν εξέφρασαν την επιθυμία να μην πεθάνουν αλλά προσδοκούσαν ότι θα συνεχίσουν να ζουν και μετά τον θάνατο. Παραλλαγή αυτή της επιθυμίας είναι η χριστιανική μετά θάνατον ζωή, στον παράδεισο ή στην κόλαση, αν και υπήρχε η αιρετική άποψη ότι όλοι στον παράδεισο θα πάμε, κάτι που το πιστεύω κι εγώ ακράδαντα, όπου ο παράδεισος δεν είναι τίποτα άλλο από το Τίποτα, από το οποίο και προήλθαμε και στο οποίο θα επιστρέψουμε αφού αφήσουμε πίσω μας ό,τι πήραμε προσωρινά – σπίτι, πόρσε, διαμάντια, κότερο, άνθρακα, άζωτο, υδρογόνο, οξυγόνο και κάτι μικροποσότητες καλίου, σιδήρου, χρυσού, πυριτίου και άλλων δομικών υλικών της ζωής.
ΓΙΑΤΙ όμως βρισκόμαστε παραμονές της Δευτέρας Παρουσίας του Θεού; Θα μπορέσουμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, εάν διαυγάσουμε την έννοια της Πρώτης Παρουσίας του Θεού. Η Πρώτη Παρουσία του Θεού είναι η για πρώτη φορά διατύπωση της επιθυμίας της αθανασίας, με άλλα λόγια της επιθυμίας να γίνουμε πιο ισχυροί από τον θάνατο, δηλαδή από τη φύση. Ο Θεός, είτε λέγεται Ζεύς είτε Γιαχβέ, είναι αυτό που θα θέλαμε να ήμασταν – αθάνατοι και πάντα νέοι. Ο ανθρωπομορφισμός αυτός δεν είναι τίποτα άλλο από την προσωποποίηση της επιθυμίας, από την φαντασιακή εκπλήρωση της επιθυμίας της αθανασίας. Η λογοτεχνία, η θρησκεία διατυπώνουν την επιθυμία και ταυτόχρονα την εκπληρώνουν φαντασιακά, με την Τέχνη να ακολουθεί κατά πόδας – ο Παρθενώνας ή ένα μαρμάρινο άγαλμα του Δία δεν είναι τίποτα άλλο παρά η εκπλήρωση της επιθυμίας της αθανασίας μέσω ενός αθάνατου υλικού, του μαρμάρου. Ή του χαλκού και του ορειχάλκου, που δεν σκουριάζουν. Ποιος ανόητος γλύπτης θα έφτιαχνε σιδερένια αγάλματα;
Η αποδοχή της θνητότητας είναι σαφής στην αρχαιοελληνική γραμματεία. Θα ήταν όμως ατόπημα να μην επισημάνουμε ότι η επιθυμία της αθανασίας υποφώσκει στην πλατωνική φιλοσοφία όχι μόνο με τη μορφή της δοξασίας περί της αθανασίας της ψυχής αλλά και με τη μορφή της λατρείας της γνώσης (επιστήμη, αυτή είναι η πλατωνική λέξη για τη γνώση – για την επιστήμη χρησιμοποιεί τον όρο τέχνη). Μόνο με τη γνώση θα μπορέσουμε να γίνουμε πιο ισχυροί από τη φύση, θα διορθώσουμε την ελαττωματική φύση. Ποια είναι τα ελαττώματα της φύσης; Είναι ο θάνατος, τα γηρατειά, ο πόνος. Ο πλατωνική φιλοσοφία κινείται στο πεδίο της διατύπωσης των επιθυμιών και της υπόδειξης της μεθόδου (γνώση), συνεχίζει δηλαδή το έργο της Ιλιάδας (αυτός είναι και ο λόγος που βγάζει σπυριά ο Πλάτων με τον Όμηρο). Ο Αριστοτέλης ανασκουμπώνεται και αρχίζει το μεγάλη προσπάθεια: θα γνωρίσουμε τη φύση και θα γίνουμε πιο ισχυροί από αυτήν.
Η προσπάθεια διακόπηκε για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Εμφανίζεται και πάλι μετά από 1.800 χρόνια, με την Αναγέννηση. Όταν λέμε Αναγέννηση εννούμε την αναγέννηση, την αναβίωση, την επανεμφάνιση και επαναδιατύπωση των επιθυμιών της ισχυροποίησης έναντι της φύσης και ο Πλάτων παραγκωνίζει τον φιλόσοφο των σχολαστικών, τον Αριστοτέλη. Από την εμφάνιση της επιστημονικής επανάστασης (και όχι της φιλοσοφικής – Κοπέρνικος, Κέπλερ, Γαλιλαίος, Νεύτων) και της βιομηχανικής καπιταλιστικής επανάστασης όλες οι επιθυμίες που διατύπωσε η Ιλιάδα έχουν εκπληρωθεί. Τι να κλάσει ο κεραυνός του Δία μπροστά στα πυροβόλα και στα πυρηνικά; Τι το ιπτάμενο άρμα της Ήρας μπροστά στα αεροπλάνα; Τι η ταχύτατη Ίριδα μπροστά σε ένα ιμέιλ; Ωχριούν τα αυτόματα οχήματα και τα ρομπότ του εργαστηρίου του Ηφαίστου μπροστά στα σημερινά ρομπότ!
ΟΛΕΣ οι επιθυμίες έχουν εκπληρωθεί; Όχι, βέβαια! Έχει μείνει μία- αυτή της σωματικής αθανασίας. Θα έλεγα και της τηλεμεταφοράς, της πανταχού παρουσίας, αλλά ας την αφήσουμε για άλλο πρωινό. Όπως κάποτε ανασκουμπώθηκε ο Αριστοτέλης, έτσι και σήμερα πληθώρα επιστημών σηκώνουν τα μανίκια με μεγάλη αποφασιστικότητα και εργάζονται πυρετωδώς. Να γίνουμε σωματικά αθάνατοι, λένε οι θεωρητικοί του υπερανθρωπισμού, να γίνουμε όπως ήταν ο καβλιάρης Ζεύς· να καταργήσουμε την υλικότητά μας, την σωματικότητά μας και να γίνουμε πνεύματα, να μεταφορτώσουμε τον νου, να γίνουμε ψηφιακές οντότητες, όπως είναι και ο Θεός, μας λέει ο τεχνικός μετανθρωπισμός. Σωματική αθανασία ή ψηφιακή αθανασία;
ΔΙΑΛΕΓΟΥΜΕ και παίρνουμε, φίλες και φίλοι, διαλέγουμε και παίρνουμε. Εάν επιτευχθούν αυτές οι δύο μορφές αθανασίας, θα γίνουμε θεοί και θεές – αν και κάποιες γυναίκες είναι ήδη θεές (ντίβες, diva, deus), ειδικά όταν είναι νέες. Όταν θα γίνει αυτό, θα γίνει και η Δευτέρα Παρουσία του Θεού. Με τη σκέψη και μόνο ότι μπορεί ο Χαράρι να γίνει αθάνατος, Θεός, μου έχει κοπεί η όρεξη και για αυγό και για τσουρέκι. Θα είμαι όμως με φίλους και φίλες, οπότε θα μου ξανάρθει. Και μόλις ανοίξω το δέμα με έξι βιβλία, τούβλα και τα έξι, που θα μου φέρει η φίλη μου για να περάσω το καλοκαίρι, συμφοιτήτρια μου το 1978 στη Φιλοσοφική Αθηνών, θα αναφωνήσω: Κύριε, ή τα σκλήκια θα σε φαν ή οι φλόγες θα σε κάνουν τρία κιλά ανόργανη ύλη. Α, το ξέχασα, υπάρχει και το υγρό άζωτο, η προσδοκία της ανάστασης! Δεν υπάρχει ζωή χωρίς θάνατο, δεν θέλετε τον θάνατο γιατί δεν θέλετε τη ζωή, στην οποία πάντα θα ηττάσθε – θα πεθαίνετε, αφού εκλαμβάνετε τον θάνατο ως ήττα.
Αθανάσιε, άστα δαύτα και κοίτα συ μην και φας πολύ αρνί αύριο και σ’ ανέβει στα ουράνια η χοληστερίνη…
αγριογούρουνο, καλή μου, αγριογούρουνο, δωρεάν. Στον φούρνο, αγιορείτικα ψημένο. Κρατάω τη χοληστερίνη μου στα 180 τρώγοντας μόνο ζωικό λίπος και λίγο κρέας – με καθημερινή εργασία τεσσάρων ωρών ή 4-6 χιλιόμετρα περπάτημα.
α ρε μέγα διδάσκαλε κακοτέχνη, τζόβενο κρατιέσαι, τό ξερα! καλό πάσχα να χεις 🙂