“λυσιτελεί αυτώ ει λίθος μυλικός περίκειται περί τον τράχηλον αυτού και έρριπται εις την θάλασσαν”
Χριστός, κατά Λουκάν, ΙΖ’, 1-3
(είναι καλύτερα να δέσει στον λαιμό του μια μεγάλη πέτρα και να πάει να πέσει στη θάλασσα)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΥΠΑΡΧΟΥΝ πολλές στερεότυπες φράσεις της καθημερινής ζωής που εκφράζουν την αντίδραση στη συγγνώμη και την απροθυμία και αδυναμία της συγχώρεσης. Τι να την κάνω τη συγγνώμη σου; Από τότε που βγήκε η συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο! Να τη χέσω τη συγγνώμη σου! Ο Θεός συγχωρεί, εγώ όχι! Η στάση αυτή, η απόρριψη, η μη αποδοχή της συγγνώμης και η μη απόδοση της συγχώρεσης, ούτε σπάνια είναι ούτε περιθωριακή και έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη γενικευμένη και συχνότατη, σε καταχρηστικό βαθμό, επιείκεια που ζητάμε για να μας συγχωρεθεί κάποια απρεπή συμπεριφορά ή κάποιο σφάλμα σε ποικίλα πεδία της καθημερινής ζωής. Η ύπαρξη αυτών των δύο παραδόσεων, η εντονότατη αντίθεσή τους, η επικράτηση της παράδοσης της συγγνώμης και η παράδοση της αντίδρασης σε αυτήν είναι ζητήματα, αν δεν κάνω λάθος, που δεν έχουν συνειδητοποιηθεί και ερευνηθεί. Με αυτά τα ζητήματα θα ασχοληθούμε σήμερα, αφού διευκρινίσω ότι ο τίτλος του κειμένου δεν είναι η ιστορία της συγγνώμης αλλά μια ιστορία, όπως εγώ την αντιλαμβάνομαι, τη ζω, την ακούω, τη μελετώ.
ΓΙΑΤΙ υπάρχουν αυτές οι δύο αντιτιθέμενες παραδόσεις γύρω από τη συγγνώμη και την συγχώρεση; Εμφανίστηκαν ταυτόχρονα ή κάποια από τις δύο προηγείται χρονικά; Γιατί η παράδοση της συγγνώμης και της συγχώρεσης έχει επεκταθεί σε βάρος της παράδοσης της αντίδρασης στην συγγνώμη; Υπάρχουν άραγε κάποιες ενδείξεις υποχώρησης και συρρίκνωσης της πρώτης και ενδυνάμωσης και επέκτασης της δεύτερης; Ποιες είναι οι σχέσεις αυτών των δύο παραδόσεων με την τιμωρία; Πώς εμπλέκεται η κυριαρχική σχέση, η σχέση μεταξύ Κυρίου και Υποτελούς, με αυτές τις δύο παραδόσεις αλλά και με την τιμωρία; Πώς χρησιμοποιεί ο ισχυρός Κύριος τη συγγνώμη; Πώς ο Υποτελής;
Η εθνογραφία, η επιτόπια κοινωνική έρευνα, και η ανθρωπολογία, η θεωρητικοποίηση αυτής της έρευνας, μας παρέχουν μαρτυρίες που μας παρωθούν να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες, αρχίζοντας από τις τροφοσυλλεκτικές-κυνηγητικές, η συγγνώμη και η συγχώρεση ήταν άγνωστες πρακτικές και στάσεις ζωής. Εάν κάποιος επιδίωκε την αρχηγία και τα προνόμια, φονευόταν και δεν υπήρχε η παραμικρή αντίδραση στον φόνο. Εάν ο σαμάνος-αρχηγός δεν μπορούσε να προκαλέσει βροχή με τις δεήσεις του στη φύση, εάν αποτύγχανε, θυσιαζόταν. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, ήταν παντελώς αδιανότητο να ζητήσει το θύμα συγγνώμη και να συγχωρεθεί. Η στάση αυτή επιβίωσε σε όλες τις κοινωνίες, επιβιώνει και στις κοινωνίες μας. Μπορεί ένας δολοφόνος ή ένας βιαστής να ζητήσει συγγνώμη αλλά το δικαστήριο δεν θα τον συγχωρέσει – θα τον τιμωρήσει. Πολύ συχνά ζητάμε συγγνώμη αλλά αυτή δεν γίνεται δεκτή. Η συγγνώμη είναι μια έκφραση της μετάνοιας, της αλλαγής της σκέψης μας και της συμπεριφοράς μας, είναι αίτημα για επιείκεια, είναι όμως και μια απόπειρα να αποφύγουμε την τιμωρία ή να την μετριάσουμε. Κάποιες φορές, όταν πρόκειται για σφάλματα που δεν είναι σοβαρά, ηθικής φύσης ή αντικοινωνικής συμπεριφοράς, η τιμωρία αντικαθίσταται από την επίπληξη και από την απειλή, η μετάνοια και το αίτημα της επιείκειας αναγνωρίζονται.
Το ζήτημα της συγγνώμης και της συγχώρεσης είναι ένα από τα κεντρικά ζητήματα της ηθικής (και πολιτικής) φιλοσοφίας. Η Χάνα Άρεντ (Hanna Arendt) υποστηρίζει (Η ανθρώπινη κατάσταση [Vita Activa], εκδ. γνώση, μετ. Στ. Ροζάνης, Γερ. Λυκιαρδόπουλος) ότι, δεν μπορούμε να συγχωρέσουμε, ό,τι δεν μπορούμε να τιμωρήσουμε. Θα παραθέσω ένα σύντομο απόσπασμα, από το κεφάλαιο Το αμετάκλητο και η δύναμη του συγχωρείν, για να διαβάσουμε άλλη μια φορά τι γράφει ακριβώς η Άρεντ (σελ. 327):
Το ενάλλαγμα της συγγνώμης, διόλου όμως το αντίθετό της, είναι η τιμωρία· και η μία και η άλλη έχουν κοινό χαρακτηριστικό την προσπάθεια να θέσουν τέρμα σε κάτι το οποίο χωρίς κάποια περέμβαση θα μπορούσε να συνεχίζεται διαρκώς. Είναι συνεπώς άκρως ενδεικτικό, και αποτελεί δομικό στοιχείο του χώρου των ανθρωπίνων υποθέσεων, το ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να συγχωρέσουν ό,τι δεν μπορούν να τιμωρήσουν και δεν μπορούν να τιμωρήσουν ό,τι έχει αποδειχτεί ασυγχώρητο.
Η Αρεντ εστιάζει στον αμετάκλητο χαρακτήρα της ανθρώπινης πράξης. Εάν διαρρήξω ένα περίπτερο και κλέψω εκατό ευρά, μπορώ να αποκαταστήσω τη ζημιά επιστρέφοντας τα χρήματα. Το δικαστήριο όμως θα με τιμωρήσει, επιεικώς ή αυστηρώς. Τι γίνεται όμως όταν κάποιος παίρνει ένα όπλο, μπαίνει σε σχολείο, εμπορικό κέντρο, κατασκήνωση παιδιών και εφήβων, σε θέατρο και σκοτώσει δέκα ή πενήντα ή εκατόν ογδόντα; Τι γίνεται όταν ένας ηγέτης αποτυγχάνει να προστατεύσει τη ζωή των υποτελών; Η καταδίκη σε θάνατο του δράστη αυτών των πολλαπλών φόνων δεν είναι τιμωρία, είναι άμυνα της κοινωνίας. Η οποία μπορεί να αμυνθεί με τον περιορισμό της ελευθερίας του δράστη, τον εγκλεισμό, τη φυλάκιση. Δεν είναι τιμωρία γιατί δεν μπορούμε να τον τιμωρήσουμε, δεν έχει νόημα να αλλάξουμε την συμπεριφορά του, απολύτως κανένα. Η πράξη του, όπως κάθε πράξη, είναι αμετάκλητη. Επειδή είναι αμετάκλητη, ούτε συγγνώμη μπορεί να ζητήσει, ούτε να τον συγχωρέσουμε μπορούμε.
ΣΤΟ κεφάλαιο του βιβλίου που προανέφερα, η Αρεντ σχολιάζει διεξοδικά τα κείμενα στα οποία για πρώτη φορά εμφανίζεται το ζήτημα της συγχώρεσης – τα Ευαγγέλια. Στα κείμενα αυτά έρχονται αντιμέτωπες και οι δύο παραδόσεις, τόσο της συγγνώμης και της συγχώρεσης όσο και της αντίδρασης σε αυτήν, την αδυναμία αποδοχής της συγγνώμης και της συγχώρεσης. Εφτά φορές να σου ζητήσει κάποιος συγγνώμη, εσύ θα τον συγχωρέσεις, λέει ο Χριστός (Λουκά, ΙΖ, 3-4). Γιατί το λέει αυτό ο Χριστός; Η Άρεντ απαντά (σελ. 327): ‘ Η ελευθερία που περιέχεται στα διδάγματα του Χριστού για τη συγγνώμη είναι η ελευθερία από την εκδίκηση, η οποία εγκλωβίζει τόσο τον πράττοντα όσο και τον πάσχοντα. . . ” Ο Χριστός όμως λέει και κάτι άλλο, το οποίο περνάει απαρατήρητο, το έχουμε λησμονήσει (Λουκά, ΙΖ, 1-3): [μερικές φορές] είναι καλύτερα να δέσει στον λαιμό του μια μεγάλη πέτρα και να πάει να πέσει στη θάλασσα – θα συμπληρώσουμε εμείς: να γλιτώσεις εσύ από εμάς κι εμείς από σένα.
ΑΥΤΟ το οποίο δεν εξετάζει η Άρεντ, είναι πέρα από τη σκέψη και τη φιλοσοφική παράδοση στην οποία ανήκει και με την οποία έχει διαμορφωθεί φιλοσοφικά, είναι το ζήτημα γιατί αυτή συγκεκριμένα την εποχή (100-150 μ. Χ.) από τη μια εμφανίζεται η παράδοση της έκκλησης στη συγγνώμη και της συγχώρεσης και από την άλλη περιθωριοποιείται η αντίδραση σε αυτήν. Είναι η εποχή κατά την οποία παρακμάζει, πνέει τα λοίσθια, υποχωρεί η παράδοση της σκληρότητας, της αυστηρότητας, του μίσους και της απηνούς τιμωρίας και εμφανίζεται η επιείκεια, η αγάπη, η συγγνώμη και η συγχώρεση. Τα Ευαγγέλια και ο πρώιμος χριστιανισμός εκφράζουν και αποτυπώνουν αυτή την μετεξέλιξη, αυτή τη μετάβαση. Για ποια μετεξέλιξη, για ποια μετάβαση όμως πρόκειται;
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για μια πολύ σημαντική εξέλιξη της στάσης του δουλοκτήτη Κυρίου προς τους δούλους του. Μέχρι τότε, για μια περίοδο που ξεπερνάει τους εφτά αιώνες, οι δουλοκτήτες ήταν πολύ σκληροί απέναντι στην πλειονότητα των δούλων, η ζωή τους ήταν γεμάτη στερήσεις, η ανυπακοή τους τιμωρούνταν ανηλεώς και φρικωδώς. Η στάση και τα αισθήματα των δούλων μας είναι γνωστά: αδιαφορία για την εργασία, καταστροφές της περιουσίας του δουλοκτήτη, αποδράσεις, εξεγέρσεις, ανηλεής εκδίκηση και μίσος, πολύ μίσος. Όταν όμως, τον πρώτο και δεύτερο χριστιανικό αιώνα, σταμάτησε η επέκταση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και παρουσιάστηκαν οι πρώτες ελλείψεις σε δούλους, εμφανίστηκε η αδυναμία αντικατάστασης της δουλικής εργασίας, οι δουλοκτήτες αναγκάστηκαν αφενός να να κάνουν κάποιες παραχωρήσεις και αφ΄ ετέρου να γίνουν πιο επιεικείς. Άρχισαν να διδάσκουν την αγάπη, τη συγγνώμη και τη συγχώρεση. Ο ανοικτίρμων και ανηλεής Θεός της Παλαιάς Διαθήκης, ο αμείλικτος και οργίλος τσομπάνης εξοντωτής, έγινε Θεός φιλάνθρωπος, και αγαθός, και άγιος, και ελεήμων – ο Θεός αγάπη εστί! Να σας υπενθυμίσω, από μνήμης, ένα πολύ σύντομο εδάφιο της Παλαιάς Διαθήκης. Στο όγδοο κεφάλαιο του Ιησού του Ναυή διαβάζουμε: Και μου είπε ο Κύριος ο Θεός να πάω στο χωριό Γαι και να τους σφάξω όλους. Και πήγα και τους έσφαξα και μοίρασα τα πρόβατα και ό,τι άλλο ζωντανό πήραμε μεταξύ μας. Αν έχετε καμιά Παλαιά Διαθήκη, ανοίξτε την και διαβάστε το.
Το μίσος και η απηνής τιμωρία παραχωρούν τη θέση τους στην αγάπη και στην επιείκεια, στη συγγνώμη και στη συγχώρεση, για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία. Ο δουλοκτήτης αγαπά τον δούλο, ο δούλος πρέπει να αγαπά τον Κύριό του, η αγάπη θα μας σώσει. Η διδασκαλία αυτή, μια μορφή άμυνας και εξαπάτησης του υποτελούς, δεν είχε όμως την απήχηση που περίμενε ο δουλοκτήτης. Η παράδοση της αντίδρασης στη συγγνώμη και στην συγχώρεση επιβίωσε και επιβιώνει. Οι Υποτελείς, δούλοι, δουλοκτήτες και εργάτες, συνέχισαν να προτείνουν στον Κύριο τη μεγάλη πέτρα και το πέσιμο στη θάλασσα. Όταν δεν το έκανε, τον εκτελούσαν δημόσια – πόσοι Κύριοι έχασαν το κεφάλι τους!
ΜΕΤΑ όμως ο ευφυής Κύριος επινόησε μια άλλη μορφή άμυνας, την οποία προσέθεσε στην ήδη υπάρχουσα: τη δημοκρατία. Οι υποτελείς δεν κόβουν τα κεφάλια των Κυρίων τους, τους εκλέγουν! Κι αυτοί, για να τους ευχαριστήσουν, όποτε αποτυχγάνουν να προστατέψουν τη ζωή των Υποτελών, τους ζητούν συγγνώμη. Πολλοί την δέχτηκαν και την δέχονται, έχω όμως την εντύπωση ότι, αυτοί και αυτές που δεν την δέχονται, γίνονται ολοένα περισσότεροι και περισσότερες.