βραστούς, βραστούς, θα φάμε τους αστούς
(σύνθημα εργατών)
την έφαγα (=τη γάμησα)
(νεοελληνική ανδρική έκφραση)
φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΜΑΛΛΟΝ δεν γνωρίζετε τι είναι το κουμάσι. Είναι μια ξύλινη μικρή καλύβα, υπερυψωμένη, με πάτωμα το οποίο έχει κενά για να πέφτουν τα περιττώματα του γουρουνιού που έκλειναν εκεί μέσα οι χωρικοί για να το παχύνουν. Όταν ήταν μικρό, τον Μάιο, μπορούσε να κινηθεί, όταν όμως μεγάλωνε, τον Σεπτέμβριο δεν μπορούσε, ήταν ακινητοποιημένο, τον Δεκέμβριο έφτανε τα 50 με 60 κιλά και το έσφαζαν λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα. Η λέξη είναι τούρκικη και σημαίνει καλύβα (kumes), δάνειο της περσικής kume, με την ίδια σημασία. Γιατί όμως έπρεπε το γουρούνι να είναι ακινητοποημένο;
ΤΟ κρέας του ακινητοποιημένου γουρουνιού είναι μαλακό ενώ του αγριογούρουνου πολύ σκληρό. Τι κάνουμε για να μαλακώσουμε ένα σκληρό κρέας; Το χταπόδι το χτυπάμε, με το χτύπημα μαλακώνει. Το αγριογούρουνο το βράζουμε ή το ψήνουμε πολλή ώρα. Άλλα κρέατα τα μαρινάρουμε. Το κρέας των αστών, που ήθελαν, μπορεί ακόμα να θέλουν, να φάνε οι εργάτες, είναι μαλακό ή σκληρό; Το κρέας των αστών που κάθονται όλη μέρα είναι μαλακό – το πιο κοντινό στο ανθρώπινο κρέας είναι αυτό του γουρουνιού. Το κρέας όμως των αστών που γυμνάζονται, περπατάνε, τρέχουν είναι σκληρό. Πρέπει να το μαρινάρεις ή να το βράζεις πολλή ώρα ή να το χτυπήσεις.
ΤΟ κρέας των ανθρώπων που έτρωγαν οι όχι και λίγες κοινωνίες (κάποιες τροφοσυλλεκτικές-κυνηγητικές, κάποιες αγροτικές) της παγκόσμιας ιστορίας ήταν σκληρό: τα θύματα έτρεχαν, περπατούσαν, δούλευαν. Πώς το μαλάκωναν; Με δύο τρόπους: το έβραζαν πολλή ώρα. Η εικόνα του μεγάλου καζανιού στη μέση του καταυλισμού μέσα στο οποίο βράζει το ανθρώπινο κρέας μάς είναι οικεία. Και βράζεται πολλές ώρες. Οι Αζτέκοι όμως είχαν επινοήσει έναν τρόπο μαλακώματος του ανθρωπίνου κρέατος που δείχνει το εύρος και το μεγαλείο της ανθρώπινης δημιουργικότητας και επινοητικότητας.
ΤΑ θύματά τους οι Αζτέκοι τα έσφαζαν σε τελετές – η θανάτωση ήταν μια τελετουργική πρακτική. Έχει σχέση με τη θρησκεία – δεν υπήρξε και δεν υπάρχει κοινωνία χωρίς θρησκεία· και δεν πρόκειται να υπάρξει. Τη χριστιανική θρησκεία διαδέχθηκε η θρησκεία της προόδου, μετά η θρησκεία της επιστήμης και της τεχνικής. Η μπάλα του ποδοσφαίρου είναι θεά και το ποδόσφαιρο η θρησκεία του λαού. Ποια ήταν η θρησκεία των Αζτέκων; Ο ήλιος είναι αυτός που εξασφαλίζει τη ζωή και επειδή ο θάνατος ενισχύει τη ζωή (χωρίς τον θάνατο δεν θα υπήρχε ζωή), εάν του δίνουμε θάνατο, θα μας συνεχίσει να μας δίνει ζωή, θα εξασφαλιστεί με αυτόν τον τρόπο η ενίσχυση της ύπαρξης του ήλιου. Αμοιβαία ανταποόδοση: μου δίνεις ζωή, σου δίνω θάνατο, για να συνεχίσεις να μου δίνεις ζωή. Αντιλαμβανόμαστε τη φρίκη τους όταν υπήρχε έκλειψη, μερική ή ολική, του ήλιου. Ο θεός-ήλιος δεν είναι ευχαριστημένος και πρέπει να του παράσχουμε περισσότερο θάνατο, περισσότερα θύματα. Τι τα έκαναν όμως τα άψυχα κορμιά των θυμάτων;
Η σφαγή των θυμάτων δεν γινόταν στη γη, χαμηλά, αλλά σε υψηλά κτίρια, σε πυραμίδες, για να βρίσκονται πιο κοντά στον θεό-ήλιο. Δε χρειάζεται και πολύ μυαλό ή πολλή φαντασία για να το σκεφτείς. Στην αρχή οι πλευρές των πυραμίδων ήταν επίπεδες, σε μια πλευρά όμως έκτιζαν μια σκάλα για να ανεβαίνουν στην κορυφή οι ιερείς-σφαγείς και τα θύματα, τα οποία ήταν νεαροί άνδρες, αιχμάλωτα θηράματα επιδρομών των Αζτέκων σε γετονικές φυλές, περισσότερο τροφοσυλλεκτικές και λιγότερο κυνηγητικές διότι δεν υπήρχαν μεγάλα θηράματα. Αργότερα, όλες οι πλευρές κτίζονταν με βαθμίδες, με σκαλοπάτια. Τα σκαλοπάτια αυτά δεν τα έκτιζαν για να ανεβαίνουν. Από αυτά τα σκαλοπάτια δεν μπορούσες να ανέβεις – μάλλον, ανέβαινες με πάρα πολύ μεγάλη δυσκολία όμως. Είχαν μεγάλο ύψος και μικρό πλάτος, πάτημα. Γιατί; Μόλις έσφαζαν τον νεαρό αιχμάλωτο άνδρα, τον έρριχναν για να φτάσει κάτω στη γη, για να το πάρουν οι κάτοικοι, να το μαγειρέψουν και να το φάνε. Το πτώμα χτυπούσε καθώς έπεφτε από τα ψηλά σκαλοπάτια αλλά δεν σκάλωνε, δεν σταματούσε και συνέχιζε να κυλά μέχρι που έφτανε στους ανυπόμονους παραλήπτες του. Και έφτανε βέβαια λουκούμι. Τις μέρες των ανθρωποθυσιών σε όλα τα σπίτια κόχλαζαν τα μεγάλα καζάνια ενώ σωροί οστών συσσωρεύονταν στις αυλές και στους δρόμους μετά το φαγοπότι.
ΤΟ πρόβλημα και τη δυσκολία που αντιμετωπίζουμε είναι η προέλευση της ανθρωποφαγίας, του κανιβαλισμού, ως θεσμού και όχι ως ανάγκη. Γιατί κάποιες κοινωνίες, ελάχιστες σε σύγκριση με τον μεγάλο αριθμό των κοινωνιών που υπήρξαν, επινόησαν θεσμούς τελετουργικής, δηλαδή, οργανωμένης ανθρωποθυσίας; Γιατί κάποιες από αυτές, πολύ λίγες, έτρωγαν τα θύματα (ανθρωποφαγικές κοινωνίες). Γιατί σε άλλες τα θύματα ήταν μόνο γυναίκες, σε άλλες μόνο άνδρες και σε άλλες, τις περισσότερες, και των δύο φύλων; Γιατί τα θύματα ήταν νεαρής ηλικίας, και λιγοτερο συχνά παιδιά; Υπάρχει αυτό που λέμε, που είπε πρώτος ο Φρόιντ, ανθρωποφαγική φαντασίωση; Κι εάν υπάρχει, ποια είναι η προέλευσή της;
ΤΑ ερωτήματα είναι πάρα πολλά, όπως και οι απαντήσεις. Σε μερικά από αυτά υπάρχει μια γενικά αποδεκτά υπόθεση, στα υπόλοιπα η διαμάχη δεν έχει σταματήσει και δεν πρόκειται. Ας ξεκινήσουμε από το σημείο εκείνο για το οποίο υπάρχει μια ευρύτερη συμφωνία: την ανθρωποφαγική φαντασίωση. Η φαντασίωση αυτή εκδηλώνεται πολύ συχνά στην καθημερινή ζωή αλλά πέρασμα στην πράξη δεν υπάρχει – πολύ σπάνια. Είναι μία από τις τρεις απαγορεύσεις που υπέδειξε ο Φρόιντ: δεν θα σκοτώσεις, δεν θα συνευρεθείς σεξουαλικά με συγγενείς πρώτου βαθμού, δεν θα φας άνθρωπο. Παραβιάζονται και οι τρεις, σε μικρότερο βαθμό η απαγόρευση της ανθρωποφαγίας. Πώς εκδηλώνεται στην καθημερινή ζωή;
ΤΙ κάνουμε όταν πιάνουμε ένα βρέφος και λέμε, μού ΄ρχεται να το φάω, σού ‘ρχεται να το φας; Γιατί τα λέμε αυτά; Γιατί όταν λέμε “τον έφαγε¨ (μπαμπέσικα) εννοούμε “τον σκότωσε”; Γιατί όταν ένας άνδρας λέει “την έφαγα” εννοεί “τη γάμησα”; ‘Η, όταν είναι όμορφη, λέει, “να την πιεις στο ποτήρι” ή “είναι μπουκιά και συγχώριο”; Γιατί οι εργάτες θέλουν να φάνε βραστούς τους αστούς; Η ανθρωποφαγική φαντασίωση εκδηλώνεται μέσω της γλώσσας, μας λέει η ψυχανάλυση. Εκδηλώνεται όμως και με το σεξ, όταν γλείφουμε τη σάρκα του άλλου/της άλλης, όταν την δαγκώνουμε, όταν πιπιλάμε και ρουφάμε αίμα, όταν μπουκώνουμε το στόμα μας με σάρκα (στήθος, πέος, κλειτορίδα, δάχτυλα). Γιατί οι κατ΄ εξοχήν ερωτογόνες ζώνες είναι ο λαιμός και τα μέρη όπου είναι συσσωρευμένες μεγάλες ποσότητες μυικής μάζας (μηροί και γλουτοί αλλά και στήθος και πλάτη); Γιατί ο λαιμός; Μήπως επειδή τα σαρκοφάγα θανατώνουν τα χορτοφάγα δαγκώνοντας αυτό το καίριο σημείο του σώματος;
ΠΟΙΑ είναι η προέλευση της ανθρωποφαγικής φαντασίωσης; Γιατί οι άνθρωποι έχουν αυτή την φαντασίωση, αυτή την επιθυμία; – για επιθυμία πρόκειται, ασφαλώς. Μήπως κάποτε, πριν εκατομμύρια χρόνια, ήμασταν αλληλοφάγοι; Και σταματήσαμε να είμαστε; Και γιατί να σταματήσουμε; Μήπως αγγίξαμε το φάσμα της εξαφάνισης; Σταματήσαμε την αλληλοφαγία αλλά η πρακτική, η επιθυμία, επιβίωσε ως μνήμη στον εγκέφαλο; Δεν ξέρω και ίσως δεν πρόκειται ποτέ να μάθουμε. Είναι γεγονός ότι η παγκόσμια γραμματεία μας παρέχει πληθώρα μαρτυριών αυτής της φαντασίωσης. Στην Ιλιάδα, για παράδειγμα, ο Αχιλλεύς λέει (Χ 347) ότι θέλει να κάνει κομμάτια τον Έκτορα, που σκότωσε τον φίλο του τον Πάτροκλο, και να τα φάει ενώ η Εκάβη θέλει να ξεριζώσει και να φάει το συκώτι του Αχιλλέα (Ω 212 κ.ε.), που σκότωσε τον γιο της τον Έκτορα. “Εσύ”, λέει ο Ζεύς στην αδερφή του και σύζυγο Ήρα, “θέλεις να φας ωμό τον Πρίαμο και τα παιδά του και άλλους Τρώες” (Δ 35-36). Στη Μαχαμπαράτα, σε αυτό το ινδικό έπος, διαβάζουμε τα εξής: ο Μπίρμα (σημαίνει “φοβερός”) ” Τραβώντας το κοφτερό σπαθί με την υπέροχη λεπίδα και πατώντας πάνω στον λαιμό του άνδρα που σφάδαζε άνοιξε διάπλατα το στήθος του, όπως ήταν πεσμένος στο χώμα και ήπιε το ζεστό αίμα του. Μετά, έχοντας πιει ξανά και ξανά, κοίταξε προς τα πάνω και ξεστόμισε με μανία αυτά τα λόγια: καλύτερο κι από το γάλα της μάνας μου” (παρατίθεται στο: Β. Hainsworth, Ερμηνευτικό Υπόμνημα της Ιλιάδας, τόμος Γ΄, σελ. 145).Η αρχαία ελληνική μυθολογία βρίθει ανθρωποθυσιών, κυρίως νεαρών γυναικών – ο μελετητής της αρχαίας ελληνικής θρησκείας και μυθολογίας W. Burkert στο Homo necans (ΜΙΕΤ, μετ. Λιάπης Βάιος) μελετά διεξοδικά τις σχετικές μαρτυρίες, αν και εστιάζει κυρίως στη ζωοθυσία. Όσο για την κινηματογραφική “σιωπή των αμνών”, ο Άντονι Χόπκινς και μας τρομάζει και μας γοητεύει. Κι αυτό γιατί η στάση μας απέναντι στο φαινόμενο της βίας είναι αμφίσημη: τη βία, την οποιαδήποτε μορφή βίας, όλοι και όλες την απωθούμε και όλοι και όλες την ασκούμε! Και μάλιστα καθημερινά.
ΤΑ ζητήματα όμως της τελετουργικής ανθρωποθυσίας με ή χωρίς τελετουργική ανθρωποφαγία παραμένουν μυστήρια. Έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες, ξεχωρίζουν όμως τρεις. Μία από αυτές υποστηρίζει ότι η πείνα ή, σε άλλη εκδοχή της, η έλλειψη πρωτεϊνών, ήταν η αιτία της συλλογικής και οργανωμένης, τελετουργικής ανθρωποθυσίας και ανθρωποφαγίας. Η ένσταση που προβάλλεται κατά αυτής της θεωρίας είναι ότι η διατροφή των ανθρωποφαγικών κοινωνιών (τροφοσυλλεκτικών και αγροτικών) δεν βασίζονταν στην καθημερινή, συχνή κατανάλωση ανθρώπινου κρέατος. Η κατανάλωση αυτή γινόταν λίγες φορές το χρόνο, δεν θα διακυβευόταν η ύπαρξη και η αναπαραγωγή της κοινωνίας, εάν δεν έτρωγαν ανθρώπινο κρέας. Παραλλαγή αυτής της θεωρίας υποστηρίζει ότι υπάρχει ένας συνδυσμός τερπνού και ωφελίμου: τρώνε τον άλλον για να αφομοιώσουν την ψυχή του, την ισχύ του, κι έτσι να γίνουν πιο δυνατοί – μόνο που η ψυχή για να αφομοιωθεί πρέπει πρώτα να περάσει από το πεπτικό σύστημα. Και πρωτεΐνες και ενέργεια! Η περιστασιακότητα του φαινομένου μας παρωθεί να υποστηρίξουμε ότι έχει κάποια βάση αυτή η θεωρία. Κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες οι άνθρωποι αναγκάζονται να καταφύγουν στην κατανάλωση ανθρωπίνου κρέατος για να επιβιώσουν (πολιορκίες πόλεων, ναυάγια, αεροπορικά δυστυχήματα).
ΜΙΑ άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι η τελετουργική ανθρωποθυσία/ανθρωποφαγία σχετίζεται με την κυριαρχία. Εμφανίζεται σε κρατικές και ταξικές κοινωνίες (Αζτέκοι και Ίνκας) και επιτελεί πολλές λειτουργίες. Ήταν μια πρακτική εκφοβισμού και πειθάρχησης των υποτελών; ‘Ηταν επίδειξη της ισχύος των κυρίων της αζτέκικης κοινωνίας; Μήπως συνδυασμός και των δύο; Επιπλέον, η κυριαρχική κοινωνία των Αζτέκων γειτόνευε με κοινωνίες ακρατικές και αταξικές, τροφοσυλλεκτικές, και η ύπαρξή τους ήταν το αντίπαλο δέος – ήταν παραδείγματα μη κρατικών, μη ταξικών, εξισωτικών, λίγο πολύ, κοινωνιών και η εξολόθρευσή τους κρινόταν αναγκαία από τους κυρίους της αζτέκικης κοινωνίας. Γιατί όμως να οργανώσουν την εξόντωση ως συλλογική ανθρωποθυσία και ανθρωποφαγία; Πρόσφεραν στους υποτελείς ζωικές πρωτεΐνες που δεν υπήρχαν σε αφθονία, ας ήταν και ανθρώπινες; Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αποκλείσουμε αυτό το ενδεχόμενο.
ΜΙΑ άλλη θεωρία θα εστίαζε στο φαντασιακό, στην φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας. Σύμφωμα με αυτή τη θεωρία, οι θεσμοί δεν είναι παράγωγα της ανάγκης και της υλικής εξέλιξης της κοινωνίας αλλά δημιουργήματα της φαντασίας. Να ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα φαντασιακής θέσμισης της κοινωνίας: Οι αρχαίοι Έλληνες, οι ελεύθεροι και ωραίοι άνδρες, οι καλοί καγαθοί, όχι οι γυναίκες, και όχι όλοι οι αρχαίοι Έλληνες αλλά οι Αθηναίοι, φαντάστηκαν μια κοινωνία στην οποία οι άνδρες δεν θα εργάζονταν, θα εργάζονταν οι δούλοι, θα είχαν ελεύθερο χρόνο για να πολεμούν (πολεμούσαν κάθε χρόνο), θα συγκεντρώνονταν κάθε τόσο για να αποφασίσουν κυρίως πότε και με ποιον θα πολεμήσουν. Και φαντάστηκαν τις γυναίκες να είναι κλειδωμένες στον γυναικωνίτη και όλη τη μέρα να γνέθουν μαλλί και να υφαίνουν. Τα φαντάστηκαν όλα αυτά, τα οραματίστηκαν και τα έκαναν πράξη και έτσι εμφανίστηκε αυτό το θαύμα, αυτός ο μοναδικός, ιδιαίτερος, ξεχωριστός πολιτισμός της αρχαίας Ελλάδας. Οι Αζτέκοι έκαναν πράξη, θεσμό τη φαντασία τους, το όραμά τους, θέσμισαν την κοινωνία σύμφωνα με τη φαντασία τους: η θυσία, ο θάνατος των νεαρών αιχμαλώτων ανδρών θα ενίσχυε τη ζωή του ήλιου, άρα και η δική τους, κυρίων και υποτελών. Και θα παρείχε μεγάλες ποσότητες ζωικών πρωτεϊνών στους υποτελείς. Ριζική φαντασία.
ΟΦΕΙΛΩ να ομολογήσω ότι συντάσσομαι με τη δεύτερη από τις θεωρίες που εξέθεσα.
Ένα μικρό σχόλιο για τα γουρούνια, που εκτρέφαμε:
Το 50 – 60 κιλά είναι «αστείο» μέγεθος!
Ένα γουρούνι, που θα «τάϊζε» μια φαμελιά, για «όλον» το χρόνο, έπρεπε να περνάει τις 100 οκάδες! Να βγάζει πάνω από 5 τενεκέδες (σαν αυτούς των 17 λίτρων λαδιού, ίσως λίγο μεγαλύτερους) λίπα (το λιωμένο και στη συνέχεια «παγωμένο», σαν βούτυρο, λίπος), να γεμίζει όλα τα (λεπτά) έντερα – περί τις 10 οργιές λουκάνικα κ.λπ..
Ένα γεγονός στο χωριό μου, είχε μείνει – ακόμα και τώρα αγνοώντας την προέλευση, χρησιμοποιείται η φράση – ιστορικό:
Κάποιος Γιώργος είχε την ατυχία να του ψοφήσει το γουρούνι που εξέτρεφε. Πήρε άλλο, αλλά δεν πρόλαβε να το παχύνει αρκετά. Το βράδυ – τα σφάζαμε ανήμερα των Χριστουγέννων – στο καφενείο, ο πονηρός του χωριού: «ΜπάρμπαΓιώργη, πόσο βγήκε (πόσες οκάδες) το γ’ρούνι;»
Ήταν κάτω από 100 οκάδες, δεν τόλμησε να πει παραπάνω, αλλά για να είναι κοντά στις 100 και για να γίνει πιστευτός, απάντησε: «Ενενήνταεννιά τριακόσια» (η οκά είχε 400 δράμια)!
Από τότε, όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος λέει ψέματα, λέμε: «Ενενήνταεννιά τριακόσια»!
Αθανάσιε, εσύ αλήθεια πώς το προτιμάς το τσιτσί; ξεροψημμένο ή με το αίμα του; πάντως ο mads mikkelsen στη σειρά “χάνιμπαλ” με το ρεσιτάλ ερμηνείας που έδωσε, τον εξαέρωσε τον χόπκινς…
αίξ
Καλέ μου αίξ, δεν τρώω πολύ κρέας, λίγο, δύο, τρεις φορές τον μήνα. Είτε το ψήνω στον ξυλόφουρνο, στη γάστρα, ώρες πολλές, είτε το μαγηειρεύω, επίσης πολλές ώρες στη ξυλόσομπα. Τη σειρά που λες δεν την έχω δει, ο Μίκελσεν όμως μου αρέσει πολύ και θα τη βρω να τη δω.
Νίκο, συμφωνώ για το βάρος. Πολυμελείς οικογένειες χρειάζονταν μεγάλες ποσότητες κρέατος και λίπους – και το δέρμα: τα πρώτα παπούτσια που φόρεσα μου τα έφτιαξε ο παππούς μου από δέρμα γουρουνιού. Όταν οι οικογένειες έγιναν ολιγομελείς και άρχισαν να καταναλώνουν και ελαιόλαδο, το βάρος περιορίστηκε, η οικογένειά μου έφτανε το γουρούι στα πενήντα κιλά. Να σου πω κι εγώ μια ιστορία για τα γρούνια. Περνάει ο παπάς, στο χωριό μου, εξω από ένα σπίτι, απο την αυλή του οποίου προεξέχουν κλαριά αχλαδιάς, με πολλά και μεγάλα και ώριμα αχλάδια αλλά διστάζει να απλώσει το χέρι του να πάρει. Τον βλέπει η νοικοκυρά, τρέχει και του φωνάζει πρόσχαρα:
Πάρι παπαμ, πάρι, για τα γρούνια τα χουμι!
και τώρα εγώ δλδ πρέπει να πιστέψω ότι εσύ, ένας άνθρωπος με τόσες γνώσεις γλωσσολογίας, δεν γνωρίζεις ότι η αίξ είναι θηλυκού γένους… ε όχι! μπορείς και καλύτερα.
αγαπητή αίξ, ασφαλώς και γνωρίζω το γένος της αιγός, αλλά ποιος με λέει ότι δεν έχεις κάνει αιξ το λατινικό ex; Και πώς μπορώ να γνωρίζω την queer πλευρά της αιγός; Έρριξα άδεια και έπιασα γεμάτα. Δεν αντελήφθης ότι είμαι πολύ μεγάλη πουτάνα;
χαχαχαχα! εχμ ναι, κάτι είχα ψυλλιαστεί, να πω την αλήθεια… αλλά βρε Αθανάσιε, σαν πολλά να ξέρεις εσύ και τώρα που σε καλοκοιτάζω σαν γνωστή φάτσα με φαίνεσαι… κάτι μου λέει ότι μάλλον κάπου κάποτε έχουμε ξανασυναντηθεί, ποιος ξέρει, ίσως σε κάποιο σκοτεινό πιξελικό καταγώγι κάποια κρύα και υγρή νύχτα του νοέμβρη…
Πού και πότε;
Δεν καταλαβαίνω τη φράση το σκοτεινό πιξελικό καταγώγι.
Εάν ήμασταν μέχρι έξι, θα μπορούσαμε να είχαμε συναντηθεί. Εάν ήταν πάνω από έξι, εσύ μπορεί να ήσουν, εγώ όχι.
Εάν ήμασταν μέχρι έξι, θα συνέβαιναν δύο τινά. Εάν ανήκεις στο 97% που με μισούν όταν με γνωρίζουν και θέλουν να με δουν κρεμασμένο ανάποδα στη πλατεία Συντάγματος, τότε θα με θυμόσουν πολύ καλά.Δεν με μισείς όμως! ‘Αρα δεν γνωριζόμαστε. Εάν ανήκεις στο 3%, τώρα θα ήμασταν φιλαράκια και μάλιστα για μια ζωή. Δεν είμαστε όμως φιλαράκια, άρα δεν γνωριζόμαστε.
νέα υποδιάσταση στην αριστοτελική λογική, όχι μαλακίες… πάνω από έξι και μπορεί να ήμουνα; ω νο νο! τρεις είναι το όριο μου… πάντως κοίτα, όσο και να γκρινιάζεις, γω θα συνεχίζω να βρίσκω ότι είσαι ένας συμπαθής κύριος με ενδιαφέρουσες συγγραφικές ικανότητες.
Ο αριθμός έξι αναφέρεται σε παρέα γύρω από το τραπέζι (και όχι σε ό,τιδήποτε άλλο), μιας και σε αυτή την ηλικία που είμαι ναι μεν η σκέψη παραμένει ερωτογόνος ζωνη, που γίνεται όλο και πιο έντονη, η ευτυχία όμως είναι η καλή παρέα. Για τα καλά σου λόγια, που μου δίνουν χαρά και κουράγιο, σε ευχαριστώ με όλη τη δύναμη της ψυχής μου.