φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΠΟΛΥ ευχάριστα νέα. Το κράτος υποχώρησε και ο Θάνος Χατζηαγγέλλου σταμάτησε την απεργία δίψας, μετά από 18 μέρες, αλλά συνεχίζει την απεργία πείνας έως ότου ληφθεί επίσημη απόφαση για την μεταγωγή στον Κορυδαλλό, για την επιστροφή του στις εκεί φυλακές από τις φυλακές Νιγρίτας Σερρών. Τα γεγονότα αυτά, αυτές οι εξελίξεις μας παρακινούν να εγείρουμε και να σχολιάσουμε πολλά ερωτήματα. Γιατί όμως το κράτος υποχώρησε; Φοβήθηκε; Δεν έχουμε πει ότι είναι η υπέρτατη μορφή ισχύος; Αν είναι, γιατί φοβάται και υποχωρεί; Το κράτος υποχώρησε; Όχι, βέβαια, οι οργανώσεις (και το κράτος είναι οργάνωση ανθρώπων για την υλοποίηση κάποιου συγκεκριμένου σκοπού) δεν υποχωρούν – μόνο οι άνθρωποι υποχωρούν. Ποιος, ποιοι υποχώρησαν και γιατί; Ενημερώθηκαν οι προϊστάμενοι τους; Ποιος, ποιοι τον έστειλαν στις φυλακές Νιγρίτας; Δεν τον έστειλε το κράτος, τον έστειλαν κάποιοι συγκεκριμένοι άνθρωποι, από κάποια συγκεκριμένη υπηρεσία κάποιου υπουργείου του κράτους. Ποιο υπουργείο είναι αυτό, ποια υπηρεσία είναι αυτή, ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι – δεν μας ενδιαφέρουν τα ονόματά τους αλλά η συγκεκριμένη και σαφώς καθορισμένη υπηρεσία τους. Με ποιο κριτήριο παίρνονται οι αποφάσεις – της μεταγωγής ή της ακύρωσης της μεταγωγής; Τι είναι αυτό που τους εξαναγκάζει να υποχωρήσουν; Είναι μόνο οι διαδηλώσεις και οι διαμαρτυρίες; Είναι μόνο οι αρνητικές συνέπειες στην πολιτική ζωή – ή κάτι άλλο, πιο βαθύ και πιο ουσιαστικό; Με αυτό το πιο βαθύ και πιο ουσιαστικό θα ασχοληθούμε σήμερα.
ΑΣ δούμε πρώτα ποιοι και γιατί έστειλαν τον Θάνο Χατζηαγγέλλου στη Νιγρίτα; Ποιοι αποφασίζουν για την μεταγωγή κάποιου προφυλακισμένου ή φυλακισμένου; Υπάρχει μια κρατική υπηρεσία, του Υπουργείου Δικαιοσύνης, που αποφασίζει για τις μεταγωγές, η Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών (Κ.Ε.Μ). Να τι διαβάζω στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης:
- Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνιστάται Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών (Κ.Ε.Μ.). Η Επιτροπή αυτή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι τριμελής και αποτελείται από έναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ως πρόεδρο με το νόμιμο αναπληρωτή του, τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Σωφρονιστικής Πολιτικής του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και τον πρόεδρο του Ε.Σ.Σ.Π.Ε.Π. ή το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλη.
ΑΥΤΑ τα τρία μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Μεταγωγών αποφάσισε για την μεταγωγή του Θάνου Χατζηαγγέλλου στις φυλακές Νιγρίτας. Είχαν ενημερώσει τον προϊστάμενό τους, τον Υπουργό Δικαιοσύνης; Δεν το γνωρίζω. Η γνώμη μου είναι ότι δεν τον είχαν ενημερώσει. Γιατί δεν τον ενημέρωσαν – αν δεν τον ενημέρωσαν; Γιατί αποφάσισαν την μεταγωγή; Σε αυτά τα δύο ερωτήματα θα απαντήσουμε μόνο εάν απαντήσουμε στο ερώτημα ποια κρατική υπηρεσία αποφάσισε να επιστρέψει ο απεργός στις φυλακές Κορυδαλλού. Η απόφαση πάρθηκε από κάποιους που υπηρετούν σε μια άλλη κρατική υπηρεσία που είναι γνωστή με το όνομα Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής, η οποία υπάγεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Η απόφαση δεν είναι οριστική – την οριστική, επίσημη απόφαση θα την πάρει, σήμερα, αύριο, όποτε συνεδριάσει, η Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών (ΚΕΜ). Γιατί αποφασίστηκε εσπευσμένα η ακύρωση της μεταγωγής; Τι θα αποφασίσει η Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών; Θα αποφασίσει να επιστρέψει στις φυλακές Κορυδαλλού; Αυτό θα αποφασίσει – αλλά δεν μπορούμε σε καμιά περίπτωση να είμαστε βέβαιοι και βέβαιες. Εάν αποφασίσει την μεταγωγή σε κάποια άλλη φυλακή, το πρόβλημα διαωνίζεται, δεν επιλύεται. Η γνώμη μου είναι ότι η ΚΕΜ θα υποχωρήσει.
ΕΑΝ εστιάσουμε στην υπηρεσία και στον όρο Αντεγκληματική Πολιτική θα κατανοήσουμε και γιατί αποφασίστηκε η μεταγωγή στις φυλακές Νιγρίτας. Η αντεγκληματική πολιτική είναι η κρατική πολιτική κατά του εγκλήματος. Πρόκειται, φίλες και φίλοι, για ευφημισμό: πρόκειται για κρατική πολιτική κατά εγκληματιών (όπως τους χαρακτηρίζει το κράτος) – δεν διώκεται το έγκλημα (ό,τι το κράτος αποκαλεί ως έγκλημα), το έγκλημα δεν μπορεί να διωχθεί, να δικαστεί και να καταδικαστεί – οι άνθρωποι, αυτοί που διαπράττουν έγκλημα, οι εγκληματίες διώκονται, δικάζονται και καταδικάζονται, με κάποιον τρόπο, αυστηρό (φυλάκιση) ή επιεική (αναστολή της ποινής). Πρόκειται περί πολέμου που διεξάγει το κράτος κατά συγκεκριμένων ανθρώπων που τους θεωρεί επικίνδυνους γιατί είναι ανυπάκουοι, με τον τρόπο τους ο καθένας και η καθεμιά.
Ο πόλεμος αυτός είναι μια πτυχή του ευρύτερου, ακήρυκτου, άλλοτε μαινόμενου κι άλλοτε σε ύφεση ευρισκόμενου κοινωνικού πολέμου. Ο κοινωνικός πόλεμος έχει πάρα πολλές πτυχές, διεξάγεται σε πάρα πολλά πεδία, από τα πεδία της καθημερινής ζωής, στις μεταξύ μας σχέσεις, μέχρι τη σύγκρουση της κοινωνίας με το κράτος και του κράτους με την κοινωνία. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών δεν είναι ένας πόλεμος κατά των ναρκωτικών, δεν μπορεί να υπάρξει τέτοιος πόλεμος, είναι πόλεμος κατά των χρηστών των όποιων ουσιών που χαρακτηρίζονται από το κράτος ως ναρκωτικά. Τι γίνεται όμως, φίλες και φίλοι, όταν κάποιος κηρύττει και διεξάγει κάποιον πόλεμο; Δημιουργεί δύο αντίπαλα στρατόπεδα – από τη μια μερά το κράτος (Αστυνομία, Υπουργείο Δικαιοσύνης) και από την άλλη η κοινωνία. Αυτά τα στρατόπεδα δημιουργεί και η αντεγκληματική πολιτική. Η αναποτελεσματικότητα αυτής της λογικής είναι πια καταφανής και επιχειρείται τα τελευταία χρόνια μια αμφισβήτησή της από τους ίδιους τους φορείς του κράτους.
Η αμφισημία, η αντίφαση μάλλον, είναι σαφής: ενώ είναι ή θεωρείται αναγκαία η τήρηση των νόμων και η προστασία των πολιτιών, η καταπολέμηση του εγκλήματος σε όλες του τις μορφές, η κήρυξη και η διεξαγωγή του πολέμου κατά της κοινωνίας διευρύνει το χάσμα μεταξύ κράτους και κοινωνίας, κάτι το οποίο είναι και επικίνδυνο και απευκτέο. Πού οφείλεται όμως αυτή η αντίφαση;
ΤΟ κράτος, η ύπαρξή του, η διαιώνισή του, η ενίσχυσή του, είναι το αποτέλεσμα του συμβιβασμού μεταξύ ισχύος και ηθικής, μεταξύ καταναγκασμού και συναίνεσης, μεταξύ βίας και πειθούς. Δεν είναι δράμα ούτε αδιέξοδο. Οι αρμόδιοι κρατικοί υπάλληλοι των Υπουργείων Προστασίας του Πολίτη και Δικαιοσύνης, από τους χαμηλόβαθμους μέχρι τα ανώτερα στελέχη είναι υποχρεωμένα να κινούνται και να αποφασίζουν μεταξύ αυτών των αντίπαλων ισχυρών κοινωνικών οντοτήτων. Το κράτος είναι η υπέρτατη μορφή ισχύος, δεν υπάρχει κάτι πιο ισχυρό από αυτό – και εντός και εκτός της κοινωνίας. Αντίπαλοι του κράτους είναι η κοινωνία ή άλλο ή άλλα κράτη. Αυτή την εποχή, το αντίπαλο κράτος είναι το τουρκικό και η υπηρεσία που χειρίζεται αυτήν την αντιπαλότητα είναι το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Την αντιπαλότητα με την κοινωνία χειρίζονται τα Υπουργεία Προστασίας του Πολίτη και Δικαιοσύνης, με τις επιμέρους υπηρεσίες που έχουν συγκροτήσει.
ΤΟ κράτος δεν μπορεί, σε καμιά απολύτως περίπτωση, να δράσει και να λειτουργήσει αποκλειστικά μόνο με το κριτήριο της ισχύος, του εξαναγκασμού και της βίας. Τι θα γίνει, εάν το κάνει; Θα διευρυνθεί το χάσμα μεταξύ κράτους και κοινωνίας, θα υποχωρήσει δραστικά τόσο η νομιμοποίηση του κράτους όσο και η συναίνεση προς την ύπαρξη και τη δράση του κράτους. Θα οξυνθεί ο κοινωνικός πόλεμος. Θα διογκωθεί η εγκληματικότητα, θα υπάρξει έξαρση της βίας. Μόνο αυτό δεν θέλει το κράτος. Οι κρατικοί υπάλληλοι, οι ανώτεροι τουλάχιστον, που επανδρώνουν τις αρμόδιες υπηρεσίες, γνωρίζουν πολύ καλά ότι ενώ είναι αναγκασμένοι να καταφεύγουν στην ισχύ,στον εξαναγκασμό και τη βία, δεν μπορούν να μην λαμβάνουν υπ΄ όψει τους την ηθική, τη συναίνεση και την πειθώ. Η κοινωνία αναγνωρίζει τον ρόλο της ισχύος, του καταναγκασμού και της βίας αλλά ουδέποτε λησμονεί την ηθική, κατά συνέπεια και την συναίνεση και την πειθώ. Οι μεγάλοι απατεώνες και άρπαγες δρουν ανενόχλητοι, οι μικροαπατεώνες και τα μικροκλεφτόνια πάνε φυλακή. Κλέβεις απο το δημόσιο εκατομμύρια, είσαι ωραίος· δεν πληρώνεις 20 λίτρα βενζίνης, σε σκοτώνουν. Αναρίθμητα και γνωστά τα παραδείγματα.
Η αντίφαση αυτή, στην οποία υπόκειται η δράση και η λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών, των ταγμένων στην αντιμετώπιση του εγκλήματος και της ανυπακοής, είναι η πηγή αντιφατικών αποφάσεων και αμφιταλαντεύσεων. Το κράτος από τη μια επιτελεί κοινωνικές λειτουργίες, αποδεκτές πλήρως από την κοινωνία, από την άλλη όμως δεν μπορεί να μην δρα και να μην λειτουργεί ως φορέας ισχύος, καταναγκασμού και βίας. Εάν, λόγου χάριν, υπόθεση εργασίας είναι, γίνει δημοψήφισμα με ζητούμενο την κατάργηση των φυλακών, το 99% θα ταχθεί κατά της κατάργησης. Κατάργηση της κρατικής δικαιοσύνης ή της αστυνομίας; Το ίδιο ποσοστό! Ασφαλώς και τα γνωρίζουν όλα αυτά οι ανώτεροι και ανώτατοι κρατικοί υπάλληλοι – εισαγγελείς, εγκληματολόγοι, κοινωνικοί ψυχολόγοι, επικοινωνιολόγοι, δικαστές και άλλοι πολλοί. Δεν είναι καθόλου τυχαία η αλλαγή εστίασης από το κριτήριο της ισχύος, του εξαναγκασμού και της βίας στο κριτήριο της ηθικής, της συναίνεσης και της πειθούς: το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης μετονομάστηκε, το 2012, σε Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, για να σβηστεί τελικά πρώτος τίτλος, από τον ΣΥΡΙΖΑ, και να μείνει μόνο το “Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη” ενώ το Υπουργείο Δικαιοσύνης πλαισιώθηκε και από τον τίτλο “και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων”. Το 1822 ονομαζόταν Μινιστέριον της Αστυνομίας και το 1924 Υπουργείο Εννόμου Τάξεως. Δεν είναι καθόλου τυχαίες όλες αυτές οι αλλαγές και παλινδρομήσεις.
ΟΙ κρατικές υπηρεσίες επιβλέπουν, επιτηρούν, παρακολουθούν και εντοπίζουν τα αισθήματα και τις σκέψεις της κοινωνίας, του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας. Έχουν τους τρόπους τους και τα μέσα τους – ειδικούς, έρευνες, παρακολουθήσεις τηλεφωνικές, πανεπιστημιακές έδρες, δεξαμενές σκέψης, κοινωνικούς κατασκόπους. Η κοινωνική κατασκοπία είναι μία πολύ βασική λειτουργία του κράτους. Όλες οι αποφάσεις που παίρνονται, παίρνονται αφενός με κριτήριο την εξουδετέρωση των τάσεων ανυπακοής, αλλά και συγκεκριμένων προσώπων, στα οποία εστιάζουν με ιδιαίτερο ζήλο, αφετέρου όμως και με γνώμονα την αποτροπή της δημιουργίας ή της διεύρυνσης του εγγενούς χάσματος μεταξύ κράτους και κοινωνίας. Η αποτροπή της όξυνσης του κοινωνικού πολέμου, η επιβολή και διαιώνιση της κοινωνικής ειρήνης και τάξης είναι το κομβικό μέλημά τους, είναι το καθήκον τους, ο σκοπός, ο λόγος ύπαρξης των αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών.
ΑΥΡΙΟ: η προέλευση της πυγμαχίας: γροθιά και ισχύς στον δυτικό πολιτισμό.
Καλημέρα.
Πολύ ενδιαφέρουσα καταγραφή/αποτύπωση αυτονόητων, τα οποία όμως, συνήθως, μένουν αφανή!
Καλημέρα, Νίκο.
Αυτονόητα αλλά πολλοί αγωνιστές και πολλές αγωνίστριες ενοχλούνται και θυμώνουν. Προτιμούν να κρατάνε τα μάτια κλειστά μπροστά στην πραγματικότητα και να ιππεύουν ουτοπικές οντότητες.