φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΜΙΑ ηλιόλουστη, ζεστή φθινοπωριάτικη μέρα του 1964 ο παππούς Αθανάσιος, 70 ετών, και ο εγγονός Αθανάσιος, 5, κάπου στα νότια Βαλκάνια, στη βόρεια Ελλάδα, φόρτωσαν το αλέτρι στο κάρο, έζεψαν τις αγελάδες και πήγαν να οργώσουν ένα χωράφι για να σπείρουν σιτάρι μετά από λίγες μέρες. Ο παππούς μάθαινε στον εγγονό να οργώνει. Μετά το όργωμα, πήγαν στο ποτάμι για να βοσκήσουν οι αγελάδες, να πιουν νερό, να πιουν κι αυτοί νερό από το ποτάμι, φόρτωσαν ξερά κλαριά για το φούρνο και επέστρεψαν στο σπίτι.
ΑΥΤΟ που έκαναν ο παππούς και ο εγγονός, να εργαστούν μαζί στην παραγωγή της τροφής και της ενέργειας, το έκαναν πολλοί παππούδες και εγγονοί σε όλη την Ελλάδα, σε όλα τα Βαλκάνια, σε όλη την Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο καθ΄όλη τη διάρκεια της ιστορίας του ανθρώπινου γένους. Πριν δύο αιώνες, σταδιακά, και ανάλογα με τον βαθμό επέκτασης του βιομηχανικού καπιταλισμού σε κάθε κοινωνία, αυτή η συν-εργασία, αυτή η κοινωνική σχέση παππού και εγγονού, γιαγιάς και εγγονής, άρχισε και εκλίπει και τελικά εξέλιπε ολικώς. Οι γέροι και οι γριές εξοβελίστηκαν από την παραγωγή του κοινωνικού υλικού πλούτου, απομονώθηκαν στα γηροκομεία, στα καφενεία, στα ΚΑΠΗ και στα διαμερίσματα ενώ τα παιδιά, οι έφηβοι και ένα μεγάλο μέρος των νέων κλείστηκαν στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Δεν συμμετέχουν πια στην παραγωγή του υλικού κοινωνικού πλούτου.
ΜΕΧΡΙ την εμφάνιση του βιομηχανικού καπιταλισμού αλλά και κατά τη διάρκεια της επέκτασής του, καθ΄όλη τη διάρκεια της παγκόσμιας ιστορίας, στην παραγωγή του υλικού κοινωνικού πλούτου συμμετείχε όλος ο πληθυσμός, εκτός από ένα μικρό αριθμό (γέροι και γριές μεγάλης ηλικίας, λεχώνες, βρέφη και νήπια και αργότερα η μειονότητα της άρχουσας τάξης), πάνω από το 90% του πληθυσμού. Το ποσοστό αυτό άρχισε να μειώνεται από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν άρχισε η καταβολή συντάξεων και επιβλήθηκε η υποχρεωτική εκπαίδευση των παιδιών. Η μείωση επιταχύνθηκε αφενός με την δραστική μείωση του αγροτικού πληθυσμού και αφετέρου με την επέκταση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Και επιταχύνθηκε ακόμα περισσότερο μετά το 1975, με την επέκταση της εφαρμογής της τεχνικής και της επιστήμης στην παραγωγή. Η διαδικασία μείωσης του πληθυσμού που συμμετέχει στην παραγωγή του υλικού κοινωνικού πλούτου θα ολοκληρωθεί κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες, με αποτέλεσμα η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού να μην συμμετέχει στην παραγωγή, να είναι άεργοι – όχι άνεργοι.
ΜΕ τον βραδύ μετασχηματισμό της κοινωνιας της εργασίας σε κοινωνία της αεργίας σχετίζονται άλλοι δύο, εξίσου βραδείς, εμφανείς και σαφείς όμως. Ο ένας αφορά τον μετασχηματισμό του κράτους. Το απολυταρχικό (που συγκροτήθηκε κατά την περίοδο της παρακμής και αποσύνθεσης του φεουδαρχικου τρόπου παραγωγής) μετεξελίχθηκε σε κράτος δικαίου (της εποχής της επέκτασης του βιοτεχνικού και βιομηχανικού καπιταλισμού), αυτό σε κράτος πρόνοιας, κατά τη διάρκεια της χρυσής τριακονταετίας του καπιταλισμού (1945-1975). Με τον νεοφιλελευθερισμό επιχειρήθηκε η συρρίκνωσή του, κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1980 και του 1990, αλλά οι παραγωγικοί και κοινωνικοί μετασχηματισμοί όχι μόνο σταμάτησαν και ανέστειλαν τη συρρίκνωσή του αλλά συνέβαλαν στον μετασχηματισμό του, που θα ολοκληρωθεί κατά τις δύο προσεχείς δεκαετίες: το διανεμητικό κράτος. Θα δούμε ποια είναι τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά του.
Ο δεύτερος μετασχηματισμός αφορά τον καπιταλισμό. Εάν ο τεράστιος κοινωνικός πλούτος παράγεται με ελάχιστη χρησιμοποίηση του εμπορεύματος της εργασιακής δύναμης, της μισθωτής εργασίας, τότε εγείρεται πληθώρα καινοφανών ερωτημάτων. Παράγει εμπορεύματα ένα εργοστάσιο που δεν χρησιμοποιεί, ή χρησιμοποιεί ελάχιστη, ζωντανή, μισθωτή εργασία αλλά ρομπότ, αυτόματες μηχανές και υπολογιστές; Εάν υιοθετήσουμε τις θεωρίες του Μαρξ για το εμπόρευμα και την μισθωτή εργασία, όχι, δεν παράγει εμπορεύματα. Άρα, δεν υπάρχει κέρδος. Άρα, ποια είναι η λειτουργία του χρήματος; Κι αν δεν είναι εμπορεύματα αυτά τα προϊόντα, τι είναι; Και: ποιος θα τα αγοράσει, αφού η πλειονότητα του πληθυσμού είναι άεργη; Και: πώς θα επιβιώνει ο άεργος πληθυσμός;
ΟΙ εν εξελίξει τάσεις της μεταβατικής εποχής που ζούμε, η μετάβαση από την κοινωνία της εργασίας στην κοινωνία της αεργίας, μας επιτρέπει να σκιαγραφήσουμε αδρομερώς και την κοινωνική δομή της κοινωνίας της αεργίας και άλλα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της. Στην κοινωνία αυτή, η πλειονότητα του πληθυσμού θα είναι άεργη, γύρω στο 70-75%. Εάν το ποσοστό της άρχουσας τάξης θα μείνει σταθερό, γύρω στο 5%, τότε το 5-10% θα συμμετέχει στην παραγωγή του κοινωνικού πλούτου και το υπόλοιπο 10-15% θα εργάζεται αλλά δεν θα παράγει υλικό κοινωνικό πλούτο (τροφή, ενέργεια, ένδυση, κατοικία, μεταφορές, περίθαλψη): ένα μέρος θα είναι κρατικοί και δημόσιοι υπάλληλοι και το άλλο εργαζόμενοι στην κυκλοφορία του πλούτου και στις υπηρεσίες.
ΤΟ κομβικό ερώτημα, η απάντηση στο οποίο θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τη μεταβατικότητα της εποχής μας και τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της κοινωνίας της αεργίας είναι: πώς θα επιβιώνει ο άεργος πληθυσμός; Πώς θα εξασφαλίζει τα ελάχιστα απαραίτητα αγαθά, τον ελάχιστο υλικό κοινωνικό πλούτο για να επιβιώνει; Την απάντηση μας τη δίνει η σημερινή κοινωνική πραγματικότητα: με την κρατική διανομή χρήματος, με τα επιδόματα (επιδοτήσεις, παροχές, επιχορηγήσεις). Όσο θα διευρύνεται η κοινωνία της αεργίας τόσο θα επεκτείνεται και θα γενικεύεται η κρατική διανομή χρήματος. Αυτό σημαίνει αφενός συρρίκνωση του καπιταλισμού, εξ αιτίας της συρρίκνωσης της χρήσης της εργασιακής δύναμης, της μισθωτής εργασίας, και αφετέρου αναβάθμιση της οικονομικής και κοινωνικής λειτουργίας του κράτους, του διανεμητικού πλέον κράτους.
ΑΥΤΗ είναι η θέση μου, η θεωρία μου. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σκεφτώ και να αναρωτηθώ: μήπως κλείνω τα μάτια μου μπροστά στην πραγματικότητα, μήπως όλα αυτά είναι φανταστικά οράματα; Όχι, δεν είναι φανταστικά οράματα, προσδοκίες και επιθυμίες, όχι, δεν κλείνω υα μάτια μου μπροστά στην πραγματικότητα. Τουναντίον – τα έχω ορθάνοιχτα και παρατηρώ με μεγάλη προσοχή την οικονομική, κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Η θέση μου, η θεωρία μου είναι αποτέλεσμα αυτής της παρατήρησης. Ας προχωρήσουμε σε δύο απόπειρες ελέγχου της. Τα επισημαίνω όλα αυτά διότι για πολλούς και πολλές δεν είναι ευχάριστα, ιδίως στους μαρξιστές. Εγώ όμως, το ομολογώ και δεν ντρέπομαι, δεν είμαι μαρξιστής – σκέφτομαι μαρξιστικά. Είναι δυνατόν όμως να είσαι μαρξιστής και να κλείνεις τα μάτια σου μπροστά την πραγματικότητα και να καταφεύγεις σε φανταστικά οράματα για να παρηγορηθείς; Ασφαλώς και είναι – μα μόνο αυτό συμβαίνει. Ποιο είναι το κομβικό φανταστικό όραμα; Η βιομηχανική εργατική τάξη θα πάρει τα όπλα και θα ανατρέψει τον καπιταλισμό. Παρεμφερές με αυτό: το πλήθος θα ανατρέψει τον καπιταλισμό και την αυτοκρατορία του κεφαλαίου. Άλλο παρεμφερές: η αυτοοργάνωση και η επέκταση της αλληλέγγυας οικονομίας και του δίκαιου εμπορίου θα βάλει ένα τέλος στον καπιταλισμό. Θα υπάρχουν κι άλλα παρεμφερή, όλα σχετιζόμενα με τη λατρεία του θα (θα πάρει τα όπλα, θα ανατρέψει, θα ξεσηκωθεί) και με τη λατρεία του πρέπει να (χρειάζεται να, οφείλουμε να, είναι απαραίτητο να – και άλλα πολλά να). Προσδοκίες και υποδείξεις.
Η πρώτη απόπειρα ελέγχου της θέσης μου: τι θα συμβεί, εάν αύριο σταματήσει η κρατική διανομή του χρήματος, εάν σταματήσει η καταβολή συντάξεων, επιδομάτων, παροχών, επιδοτήσεων και επιχορηγήσεων; Δεν θα δυσκολευτούμε να απαντήσουμε. Δύο τινά θα συμβούν: πρώτον, θα υπάρξει κοινωνική αναταραχή, τόσο σφοδρή και εκτεταμένη, ώστε ο παροξυσμός του κοινωνικού πολέμου θα επιφέρει τον εμφύλιο πόλεμο, τον πόλεμο μεταξύ του άεργου πληθυσμού και του κράτους, με το οποίο θα συνταχθούν όλοι οι εργαζόμενοι! Σε πολλούς και πολλές θα φανεί πολύ ενοχλητικό και εξοργιστικό αυτό που γράφω – επαναστατική δύναμη ο άεργος πληθυσμός, αντεπαναστική δύναμη οι εργαζόμενοι, σύμμαχοι και συνεργάτες των κατασταλτικών δυνάμεων του κράτους! Αυτά γράφει ο Μαρξ, Αθανάσιε; Θα πρέπει να παίρνεις ληγμένα ή κάτι πίνεις που σε πειράζει.
ΤΟ δεύτερο που θα συμβεί (θα προηγηθεί χρονικά από το πρώτο συμβάν, την σφοδρή και ευρεία κοινωνική αναταραχή) θα είναι η κατάρρευση του καπιταλισμού: θα σταματήσει η κατανάλωση, θα σταματήσει επομένως και η παραγωγή. Η άρχουσα τάξη και το κράτος δεν επιθυμούν ούτε το ένα ούτε το άλλο – και γι΄ αυτό όχι μόνο θα συνεχίσουν να διανέμουν χρήμα αλλά θα επεκτείνουν και θα γενικεύσουν την διανομή χρήματος και σε έκταση και σε ένταση, σε ολοένα και περισσότερους, άρα όλο και περισσότερο χρήμα.
Η δεύτερη απόπειρα ελέγχου της θέσης μου: τι μέρος του πληθυσμού σήμερα συμμετέχει στην παραγωγή του υλικού κοινωνικού πλούτου, τι μέρος εργάζεται, τι μέρος είναι άεργο, τι μέρος ζει με ή και με την κρατική διανομή χρήματος; Στα ερωτήματα αυτά θα μας απαντήσει η ΕΛΣΤΑΤ, η Ελληνική Στατιστική Αρχή. Να τι μας λέει για το τρίτο τρίμηνο του 2022 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος): Το εργατικό δυναμικό, απασχολούμενοι και μη, είναι 4.216.038. Από αυτούς οι 555.567 είναι άνεργοι, εκ των οποίων οι 350.000 μακροχρόνια άνεργοι. Ο όρος μακροχρόνια ανεργία είναο ευφημισμός: πρόκειται για αεργία. Από αυτό το εργατικό δυναμικό, το μισό σχεδόν, το 43,9%, (1. 848.000) είναι πωλητές και επαγγελματίες (μαγαζάτορες, αυταπασχολούμενοι). Από το υπόλοιπο 2.368.000, το ένα εκατομμύριο είναι κρατικοί και δημόσιοι υπάλληλοι. Απομένει 1.400.000, πρωτογενής και δευτερογενής παραγωγή. Και εδώ όμως ένα αρκετα μεγάλο μέρος δεν παράγει υλικό πλούτο- αυτοί που εργάζονται στη μεταποίηση ή συσκευασία πρωτογενών προϊόντων, τρόφιμα, λόγου χάριν, ή σε βιοτεχνία που παράγει ετικέτες για συσκευασμένα, μεταποιημένα προϊόντα. Η βιοτεχνία που συσκευάζει όσπρια δεν παράγει υλικό πλούτο. Κατά συνέπεια, αυτοί είναι που παράγουν τον υλικό κοινωνικό πλούτο από τον οποίο ζει όλος ο υπόλοιπος πληθυσμός δεν ξεπερνάει το 10% του πληθυσμού (10. 432. 481). Το προκαπιταλιστικό 90% έγινε 10%, το 25% του συνόλου των εργαζομένων.
ΟΣΟΙ και όσες δεν περιλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό, τα άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού, όσοι και όσες δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία είναι περισσότεροι από αυτούς που εργάζονται: 4.276.631 άτομα (ηλικίας 15-75 ετών). Το 92, 2% από αυτούς δεν θέλουν να εργαστούν! Η ΕΛΣΤΑΤ τα λέει, δεν τα επινοώ εγώ. Εάν σε αυτόν τον αριθμό προσθέσουμε τους μακροχρόνιους άνεργους, τα παιδιά και τους έφηβους (6-14 ετών) και ικανούς για εργασία άνω των 75 ετών, τότε ο αριθμός των αέργων ανέρχεται στα 6.000.000, πάνω από το 60% του πληθυσμού που κάποτε συμμετείχε στην παραγωγή του κοινωνικού πλούτου αλλά σήμερα δεν συμμετέχει.
ΠΟΙΟ είναι το μέλλον αυτών των αριθμών, φίλες και φίλοι, το γνωρίζουμε πολύ καλά. Θα μας τα πουν καλύτερα οι οικονομολόγοι της GOLDMAN SACHS, με την προ ολίγων ημερών δημοσιευθείσα σκιαγράφηση των βασικών τάσεων του παγκόσμιου καπιταλισμού για τα επόμενα πενήντα χρόνια. Μεταξύ των άλλων επισημαίνω την επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης των απολύσεων και επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των νέων θέσεων εργασίας. Γνωρίζουμε πολύ καλά γιατί τα γράφουν όλα αυτά. Μέχρι το 2040 θα καταργηθεί το 40% της ανειδίκευτης χειρωνακτικής εργασίας ενώ το ίδιο θα συμβεί και στο χώρο των υπηρεσιών. Θα αυξηθεί ο αριθμός των αέργων, άρα θα μειωθεί η κατανάλωση, άρα θα περιοριστεί η παραγωγή. Η συρρίκνωση του καπιταλισμού θα επιταχυνθεί – και χρησιμοποίηση λιγότερης μισθωτής εργασίας και μείωση της παραγωγής.
ΚΑΙ κρατική διανομή χρήματος – ολοένα και περισσότεροι χρήμα σε ολοένα και περισσότερο πληθυσμό. Η επιβίωση της πλειονότητας του πληθυσμού (70-75%) θα εξαρτηθεί από την κρατική διανομή χρήματος. Εάν μέχρι τώρα η μειονότητα της άρχουσας τάξης (και το όποιο κράτος) ήταν εξαρτημένη από την πλειονότητα των υποτελών παραγωγών, τώρα ο η πλειονότητα του άεργου πληθυσμού θα εξαρτάται ολοκληρωτικά από το διανεμητικό κράτος της κοινωνίας της αεργίας. Σήμερα, η πλειονότητα του πληθυσμού ζει με ή και με την κρατική διανομή χρήματος. Τα επιδόματα είναι κυριολεκτικά δεκάδες – δεν υπάρχει γράμμα της ελληνικής αλφαβήτου με το οποίο να μην αρχίζει κάποιο επίδομα! Κάθε τόσο επινοούνται νέα επιδόματα – το πιο πρόσφατο είναι το market pass, το οποίο θα δοθεί, σε πάνω από 8.000.000 άτομα! Ποτέ δεν έχει δοθεί επίδομα σε τόσο μεγάλο αριθμό ταυτόχρονα. Αυτό το market pass, το επίδομα τροφίμων έρχεται από το μέλλον, είναι το μέλλον. Είναι η κοινωνία της αεργίας και το διανεμητικό κράτος
Σχολιάστε ελεύθερα!