φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΤΟ αντρικό ποδόσφαιρο είναι ένα βίαιο παιχνίδι. Κι αυτός είναι ο δεύτερος κατά σειρά λόγος που είναι το πιο δημοφιλές παγκοσμίως ομαδικό παιχνίδι μεταξύ των ανδρών (και λίγων γυναικών). Ο πρώτος είναι ο τρόπος που επιτυγχάνεται η διείδυση της μπάλας: η διείσδυση που συγκινεί τους θεατές, που τους συγκλονίζει, τους αναστατώνει είναι αυτή που επιτυγχάνεται από μακριά και με το πόδι, όταν με το χτύπημα η μπάλα αποκτά μεγάλη ταχύτητα, σφοδρότητα και ορμητικότητα. Η μπάλα διαγράφει μια τροχιά όμοια με αυτήν της οβίδας,της σφαίρας πυροβόλου όπλου. Γι΄ αυτό κι ένα δυνατό, μακρινό σουτ χαρακτηρίζεται κανονιά, ένας γκολτζής κανονιέρης και η επίτευξη της διείσδυσης ως εκτέλεση, ως φόνος, συμβολικός ασφαλώς.
Η βία του ποδοσφαίρου ασκείται με τρεις τρόπους και εμφανίζεται με τρεις μορφές: με την εγγενή στο παιχνίδι βία, με την εκτός παιχνιδιού βία μεταξύ των ποδοσφαιριστών και με τη βία μεταξύ των οπαδών των αντίπαλων ομάδων. Υποστηρίζω, θα εκθέσω τις σκέψεις μου και τα επιχειρήματά μου, ότι εμφανίζεται μια τάση έντονης αναζωπύρωσης και διάχυσης της βίας στην κοινωνία που θα συντείνει και στην αναζωπύρωση της οπαδικής βίας, η οποία θα συνεχιστεί, θα ενισχυθεί και θα γενικευτεί. Θα βλέπουμε, με άλλα λόγια, συχνά συγκρούσεις μεταξύ των οπαδών των αντίπαλων ομάδων και μέσα στο γήπεδο, στις κερκίδες, και έξω από το γήπεδο, κοντά ή μακριά. Η τάση αυτή δεν υπάρχει ούτε και θα εμφανιστεί στο γυναικείο ποδόσφαιρο.
ΑΣ ξεκινήσουμε από αυτή την τελευταία σκέψη. Περιστατικά οπαδικής βίας μέσα κι έξω από το γήπεδο και εκτός παιχνιδιού βίας μεταξύ των ποδοσφαιριστριών κατά τη διάρκεια του αγώνα δεν έχουν υπάρξει και δεν πρόκειται να υπάρξουν. Εκτός κι άν τα αγνοώ αλλά δεν νομίζω. Η εγγενής στο παιχνίδι βία του ποδοσφαίρου έχει περιοριστεί στο γυναικείο σε εντελώς στοιχειώδες επίπεδο, χωρίς αυτήν άλλωστε δεν μπορεί να υπάρξει ποδόσφαιρο – εννοώ τη βία της διεκδίκησης της μπάλας, όταν πρέπει να σπρώξεις επιθετικά ή αμυντικά τον αντίπαλο για να του αποσπάσεις τη μπάλα ή να την κρατήσεις υπό τον έλεγχό σου. Πώς να εξηγήσουμε αυτή τη διαφορά μεταξύ αντρικού και γυναικείου ποδοσφαίρου, γιατί το αντρικό είναι πιο βίαιο από το γυναικείο; Γιατί η εκτός παιχνιδιού βία του αντρικού ποδοσφαίρου παρουσιάζει διακυμάνσεις, με εποχές ύφεσης και αναζωπύρωσης, όπως αυτή που θα ζήσουμε στο μέλλον;
Η απάντηση είναι και γνωστή και απλή. Ο άντρας στις κυριαρχικές και πατριαρχικές κοινωνίες είναι πιο βίαιος από τη γυναίκα. Το 99,8% των φόνων, σε όλες τις κοινωνίες και όχι μόνο τις κυριαρχικές, διαπράττονται από τους άνδρες. Να συμπληρώσουμε ακόμα, κι αυτό είναι ακόμα πιο σημαντικό, ότι το 95-99% των φόνων διαπράττονται μεταξύ γνωστών και ότι τα περισσότερα θύματα είναι άνδρες. Θα σκοτώσεις τον πατέρα σου, τη μάνα σου, τον γιο σου, όχι την κόρη σου, τη γυναίκα σου, την ερωμένη σου, τον φίλο σου, τον κουμπάρο εραστή της γυναίκας σου, τον αδερφό σου, κάποιο συγγενή σου, τον γείτονά σου, τον συνεταίρο σου. Συμπερασματικά: όλοι οι φόνοι γίνονται μεταξύ γνωστών και από άνδρες – οι άνδρες σκοτώνουν άλλους άντρες, όχι μόνο αλλά κυρίως άνδρες.
Ό,ΤΙ ισχύει για τον φόνο ισχύει και για την άσκηση της σωματικής βίας. Οι άνδρες ασκούν σωματική βία εναντίον άλλων ανδρών και γυναικών, όχι οι γυναίκες. Οι γυναίκες ασκούν λεκτική και ψυχική βία. Άντρες και γυναίκες ασκούν βία – δεν έχει υπάρξει κοινωνία στην οποία να μην έχει ασκηθεί βία μεταξύ των μελών της. Υπάρχουν εποχές που η βία (φόνοι και σωματική, λεκτική και ψυχική βία) καταλαγιάζει, περιορίζεται και σε έκταση και σε ένταση, υπάρχουν όμως και εποχές που αναζωπυρώνεται, εντείνεται, γενικεύεται, παροξύνεται. Πότε αναζωπυρώνεται η κάθε μορφής βία;
Η βία, ως επιθετικότητα, είναι εκτόνωση συσσωρευμένου άγχους. Εάν το άγχος δεν συνειδητοποιηθεί και αντιμετωπιστεί, εάν δεν διοχετευθεί, δεν εκτονωθεί με τρόπους κοινωνικά αποδεκτούς, με τρόπους ευχάριστους, όπως συνέβαινε σε πολλές κοινωνίες του παρελθόντος, τότε εκτονώνεται ως βία. Ο φόνος, λόγου χάριν, πολύ συχνά είναι μια αιφνίδια διοχέτευση μεγάλων ποσοτήτων συσσωρευμένου άγχους. Η εκτόνωση του άγχους προκαλεί ευχαρίστηση και ηδονή – εξ ου και οι κατά συρροήν δολοφόνοι: θέλουν να βιώσουν ξανά αυτή την ανυπέρβλητη ηδονή. Η οποία όμως προκαλεί μεγάλο άγχος, το οποίο πρέπει και πάλι να εκτονωθεί, κοκ. Το πρωταρχικό ασυνείδητο άγχος είναι το άγχος του θανάτου – κάθε μέρα στάζει φαρμάκι αυτό το άγχος και σταγόνα τη σταγόνα γεμίζει ο κουβάς. Ο Ευριπίδης στις Βάκχες μας λέει ότι έχουμε ένα τέρας μέσα μας το οποίο πρέπει να το ταΐζουμε για να μη μας φάει, τρώγοντας άλλους: να πίνουμε και να τραγουδάμε και να χορεύουμε, να γαμάμε, να βλέπουμε ταινίες με φόνους, να σπάμε πιάτα και να κλοτσάμε τις πόρτες, να σπάμε με τη γροθιά μας το τζάμι, να βρίζουμε και άλλα πολλά να κάνουμε.
ΕΑΝ όμως δεν έχεις δουλειά; Εάν η γυναίκα σου έχει εραστή και σε γράφει; Εάν το παιδί σου είναι πρεζάκι; Εάν δεν έχεις λεφτά να πληρώσεις το νοίκι και το ρεύμα; Εάν το σχολείο δεν σου αρέσει; Εάν είσαι εικοσάρης και δεν έχεις κοπέλα και τον παίζεις μέρα πάρα μέρα; Δεν πρόκειται για το ασυνείδητο άγχος του θανάτου αλλά για άγχη που προέρχονται από την κοινωνική ζωή. Πώς να το ταΐσεις το τέρας μέσα σου σε αυτές τις περιπτώσεις; Όπως και να το ταΐσεις, όσο και να γαμήσεις, το νοίκι και το ρεύμα θα παραμείνουν απλήρωτα. Να πώς το τάισε κάποιος οδηγός που, είπε στο δικαστήριο, αντί να πατήσει φρένο έκανε λάθος και πάτησε γκάζι και σκότωσε μια γυναίκα που πήγε να διασχίσει τον δρόμο. Ο οδηγός αυτός ήθελε να σκοτώσει αλλά δεν το ήξερε (“έκανε λάθος”!). Και μόλις του δόθηκε η ευκαιρία σκότωσε. Ή, θέλουμε να πεθάνουμε και δεν το ξέρουμε: οι οδηγοί που χάνουν τον έλεγχο του αυτοκινήτου και πέφτουν με μεγάλη ταχύτητα πάνω σε βράχους και μέσα σε γκρεμούς ήθελαν να πεθάνουν άλλα δεν το ήξεραν – αυτοκτόνησαν χωρίς να το ξέρουν.
ΣΕ εποχές που ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, των κατώτερων και κατώτατων κοινωνικών τάξεων, στην εποχή μας και οι μικρομεσαίες, αντιμετωπίζει προβλήματα που δεν επιλύονται, που η δυσαρέσκεια φουντώνει και η θλίψη γενικεύεται, αναζωπυρώνεται η βία μεταξύ γνωστών και αγνώστων: αυξάνεται ο αριθμός των φόνων και των περιστατικών άσκησης σωματικής βίας. Η βία αυτή είναι άλλοτε ατομική και άλλοτε συλλογική.
ΟΙ νεανικές συμμορίες είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση ομαδικής, συλλογικής βίας. Μια νεανική συμμορία είναι μια μορφή οργάνωσης και η βία που ασκεί είναι τις περισσότερες φορές προγραμματισμένη και οργανωμένη. Πιο συχνά όμως η βία ξεσπά και μεταδίδεται σαν φωτιά σε συναθροίσεις μεγάλου αριθμού ανθρώπων, όπως στο γήπεδο μεταξύ των οπαδών θεατών. Η βία και η μίμησή της, μας λέει ο Ρενέ Ζιράρ, σχηματίζει τον όχλο, μας λέει ο Ελίας Κανέτι, τον βίαιο όχλο, όταν συντρέξουν οι συνθήκες (ατομικό και κοινωνικό άγχος).
Η εποχή μας είναι εποχή όξυνσης πολλών και μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων, οικονομικών, επαγγελματικών, άρα και προσωπικών, είναι εποχή δυσαρέσκειας και δυσανεσχέτησης, είναι εποχή εμφάνισης και συσσώρευσης άγχους. Και το άγχος ή θα το ξεχάσεις, πίνοντας αλκοόλ και καταπίνοντας ψυχοφάρμακα και ναρκωτικά, προσωρινά βέβαια, ή θα σε φάει (αυτοάνοσα, καρκίνος, κατάθλιψη).
Ή θα το εκτονώσεις με άσκηση βίας. Υπάρχουν δύο τρόποι εκτόνωσης – η διάχυση και η εστίαση. Στην πρώτη περίπτωση, η βία διαχέεται σε όλα τα κοινωνικά πεδία – μέσα στην οικογένεια, στις σχέσεις, στο σχολείο, στην εργασία, στο δρόμο, στις φυλακές, στο γήπεδο, μέσα κι έξω – παντού. Εάν παροξυνθεί η βία, υπάρχει το ενδεχόμενο της κοινωνικής αποδιοργάνωσης, αταξίας, παρακμής και διάλυσης. Τον κίνδυνο αυτόν προλαμβάνει ο δεύτερος τρόπος εκτόνωσης, η εστίαση. Πολύ συχνά, μας λέει πάλι ο Ρενέ Ζιράρ, η βία στρέφεται εναντίον κάποιου θύματος, το οποίο μπορεί να είναι κοινωνική ομάδα ή τάξη ή φυλή: με αυτόν τον τρόπο και το άγχος εκτονώνεται και αποφεύγεται η διάλυση της κοινωνίας. Τον συντονισμό και την κλιμάκωση της εστίασης σε κάποιο εξιλαστήριο θύμα αναλαμβάνει κάποια κοινωνική ή πολιτική ισχυρή δύναμη – οι Ναζί στη μεσοπολεμική Γερμανία. Ποτέ άλλοτε οι Γερμανοί δεν ήταν τόσο χαρούμενοι και τόσο ευχαριστημένοι και ικανοποιημένοι όσο την δεκαετία 1932-1942. Μετά πλήρωσαν το αντίτιμο της θυματοποίησης.
ΣΤΙΣ σημερινές κοινωνίες των καπιταλιστικών κοινωνιών η βία έχει διαχυθεί και ασκείται σε όλα τα πεδία – και θα οξυνθεί έτι περαιτέρω – οι ΗΠΑ είναι το υπόδειγμα. Στις ευρωπαϊκές κοινωνίες διαφαίνεται η τάσης της μετεξέλιξης της διάχυσης σε εστίαση – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η διάχυση θα εξαλειφτεί. Συντονιστής αυτής της μετεξέλιξης είναι τα ακροδεξιά κόμματα και θύμα οι μετανάστες και οι πρόσφυγες. Μέχρι τώρα, η μετεξέλιξη αυτή ελέγχεται από το κράτος αλλά η τάση υπάρχει και δεν γνωρίζουμε εάν παραμείνει υποτονική ή ενισχυθεί και κλιμακωθεί. Δεν θα παραξενευτώ, εάν η Χρυσή Αυγή πάρει πάνω από 3% στις προσεχείς εκλογές και αντιπροσωπευθεί και πάλι στη Βουλή.
Σχολιάστε ελεύθερα!