φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Ο πόλεμος διεξάγεται ολοένα και με λιγότερους πολεμιστές, με όπλα ολοένα και μεγαλύτερης καταστρεπτικότητας και εξοντωτικότητας: σε αυτό το συμπέρασμα θα καταλήξει όποιος μελετά την ιστορία του πολέμου, όπως έχει διεξαχθεί στις κοινωνίες του δυτικού πολιτισμού, εδώ και πάνω από 3.000 χρόνια. Πολύ εύλογα, θα αναρωτηθεί κάποιος: υπάρχει το ενδεχόμενο ο πόλεμος να διεξάγεται χωρίς πολεμιστές, ζωντανούς ανθρώπους; Τι πόλεμος θα είναι αυτός, ποιος θα είναι ο σκοπός του;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ένα κατηγορηματικό ΟΧΙ. Για να γίνει ένας πόλεμος πρέπει κάποιοι να το αποφασίσουν και κάποιοι πρέπει να τον κάνουν. Κάποτε, στις ποιμενικές κοινωνίες, στις πρώτες πολεμικές κοινωνίες, αυτοί που αποφάσιζαν να γίνει ο πόλεμος, αυτοί και τον έκαναν – ήταν όλοι οι άνδρες της φυλής, οι γνωστοί μας ήρωες. Μιας και η επιβίωση εξασφαλιζόταν μόνο με την εξόντωση ή την εκδίωξη της γειτονικής φυλής (ή συμμαχίας φυλών) και την αρπαγή του ζωτικού τους χώρου και των εκτρεφόμενων ζώων, οι πόλεμοι αυτοί ήταν πόλεμοι επιβίωσης: ο θάνατος σου, η ζωή μου. Η λεία μοιραζόταν μεταξύ των πολεμιστών, αφού πρώτα δινόταν κάποια δώρα μεγάλης αξίας σε αυτούς που διακρίθηκαν στο πεδίο της μάχης (γέρας), σε αυτούς που σκότωσαν τους περισσότερους, οι οποίοι, μας λέει η Ιλιάδα, λέγονταν άριστοι – από τη λέξη αρή που είναι η εξόντωση, ο όλεθρος. Εάν έλεγαν πολλά και καλά λόγια για σένα, θα έπαιρνες περισσότερη λεία – αυτά τα πολλά και καλά λόγια είναι το γνωστό μας κλέος – η φήμη, η δόξα.
ΟΙ πόλεμοι επιβίωσης μετεξελίχθηκαν και ο πόλεμος (εξόντωσης, εκδίωξης, αρπαγής, κατάκτησης) ως ο μόνος τρόπος επιβίωσης, έγινε ο μόνος τρόπος αύξησης του πλούτου και της ισχύος. Εάν κάποιος πλούσιος και ισχυρός επεδίωκε να αυξήσει τον πλούτο του και την ισχύ του, και το κλέος του, έπρεπε να πολεμήσει, να οργανώσει κάποιο πόλεμο, κάποια ληστρική επιδρομή. Εδώ αρχίζουν τα προβλήματα και η ιστορία των συνεχών μεταμορφώσεων του δυτικού πολέμου. Αυτή την ιστορία θα σας αφηγηθώ με το σημερινό κείμενο – απλά, σύντομα και σαφηνώς.
Ο πόλεμος ως μέσο αύξησης του πλούτου και της ισχύος προκάλεσε την αμφιθυμία του πολέμου – και θέλω να πολεμήσω και δεν θέλω, επιθυμητός ο πόλεμος αλλά και απευκτέος. Έτσι, η γενναιότητα και η δειλία είναι οι δύο όψεις του ηρωικού χαρακτήρα, ο ήρωας είναι ταυτόχρονα γενναίος, πολεμοχαρής, φιλοπόλεμος αλλά και δειλός, κάνει ό,τι μπορεί για να αποφύγει τον πόλεμο. Με τον πόλεμο, εάν κάποιος νικήσει, θα μπορέσει να αυξήσει τον πλούτο του και την ισχύ του, υπάρχει όμως και το ενδεχόμενο, εάν ηττηθεί, να μειώσει ή και να χάσει και τον πλούτο του και την ισχύ του: να τραπεί σε φυγή, να τραυματιστεί, να συλληφθεί και να γίνει δούλος, να πεθάνει. Η αμφιθυμία του πολέμου διαμόρφωσε τη λατρεία της νίκης και, ταυτόχρονα, την απέχθεια προς την μείωση και την ολική απώλεια, προς την ήττα. Και αφού η νίκη προέρχεται από την ισχύ, εμφανίζεται και η λατρεία της ισχύος, η οποία γίνεται η κομβική λατρεία, η κομβική αντίληψη της κοσμοθεώρησης, της ιδεολογίας του πολεμιστή, του πλούσιου και ισχυρού αριστοκράτη: όλα προέρχονται από την ισχύ, από τον ισχυρό και όλα κατατείνουν προς αυτήν και προς αυτόν – με αυτόν τον τρόπο διαμορφώθηκε η προσωποποίηση της ισχύος, της λατρείας της ισχύος και της επιθυμίας αύξησης της ισχύος: ο αθάνατος, ο πανίσχυρος, δηλαδή, θεός. Και, εάν η ήττα είναι ταυτόσημη με τον θάνατο, τότε ο θάνατος είναι ήττα – αυτή είναι η προέλευση της δυτικής αντίληψης για τον θάνατο: θα γίνουμε πιο ισχυροί από τη φύση μόνο όταν θα γίνουμε αθάνατοι. Πώς θα μπορούσε να ξεπεραστεί, πώς ξεπεράστηκε ιστορικά, αυτή η αμφιθυμία, αυτό το δίλημμα;
ΜΕ τρεις τρόπους. Ο πρώτος: να μην πολεμά ο πλούσιος και ισχυρός αλλά οι άλλοι. Και τι θα γίνει με τη λεία; Θα ανήκει στον ισχυρό, που δεν θα πολεμάει, κι αυτός θα την διανέμει. Όλα θα πάνε καλά, εάν ο στρατός του ισχυρού νικήσει. Εάν όμως ηττηθεί; Θα υποστεί αναπόφευκτα της συνέπειες της ήττας: θα τραπεί σε φυγή, θα συλληφθεί, θα καρατομηθεί, θα χάσει – πλούτο και ισχύ. Κι αν ο στρατός στραφεί εναντίον του, μετά από κάποια εξέγερση, μετά την ανταρσία κάποιου φιλόδοξου και δημοφιλούς ηγέτη-πολεμιστή; Θα μπορέσει να βρει πολεμιστές πρόθυμους να πολεμήσουν γι΄ αυτόν χωρίς να παραχωρήσει ένα μεγάλο ή μικρό μέρος της λείας; Ή μήπως θα πρέπει να παραχωρήσει ένα μέρος της λείας για να βρει πρόθυμους πολεμιστές (μισθοφόρους); Η αντίληψη “‘οσο πιο πολυάριθμο στρατό διαθέτω, τόσο πιο ισχυρός και ασφαλής είμαι” είναι άλλοτε δίκοπο μαχαίρι κι άλλοτε παντελώς αναποτελεσματικό. Όσο πιο μεγάλο το στράτευμα, τόσο πιο εξαρτημένος από τον στρατό είναι ο ισχυρός, τόσο πιο δαπανηρός ο πόλεμος. Σε περίπτωση δε ήττας, η συμφορά θα είναι ανάλογη του μεγέθους του στρατεύματος. Αυτές ήταν οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις που εμφανίστηκε η επιθυμία του Κυρίου να μπορεί να νικά πολεμώντας όσο γίνεται με λιγότερους πολεμιστές. Θα μπορούσε να πραγματοποιούσε αυτή την επιθυμία, μόνο εάν πραγματοποιούσε μια άλλη.
ΤΗΝ επιθυμία κατοχής όπλων μεγαλύτερης καταστρεπτικότητας και εξοντωτικότητας. Η επιθυμία αυτή έχει καταγραφεί στην Ιλιάδα: ο Ζεύς είναι η ισχυρότερη οντότητα διότι κατέχει το ισχυρότερο όπλο: τον κεραυνό. Το βασικό όπλο του ήρωα είναι το δόρυ, ένα αγχέμαχο όπλο, δεν είναι το τόξο. Ο ήρωας πολεμιστής, ο δυτικός πολεμιστής πολεμά με το δόρυ και το ξίφος στο χέρι διότι τα όπλα αυτά έχουν δύο μεγάλα πλεονεκτήματα σε σύγκριση με το τόξο: έχουν επαναληπτικότητα και ευστοχία. ‘Εχουν όμως κι ένα σοβαρότατο μειονέκτημα: πλησιάζεις τον εχθρό και αντί να σκοτώσεις, υπάρχει το ενδεχόμενο να σκοτωθείς. Τα πλεονεκτήματα και το μειονέκτημα του αγχέμαχου όπλου (δόρατος ή ξίφους) προκάλεσαν την γένεση πολλών επιθυμιών σχετικά με τα όπλα που θα ήθελε να κατέχει ο ισχυρός και πλούσιος πολεμιστής Κύριος: θα ήθελε να διαθέτει μεγαλύτερη ταχύτητα, για να μπορεί είτε να προλαβαίνει τον αντίπαλο είτε να φεύγει και να αποφεύγει τον θάνατο, όπλα με μεγαλύτερο βεληνεκές, μεγαλύτερη ταχύτητα, διεισδυτικότητα, ευστοχία και επαναληπτικότητα, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη καταστρεπτικότα και εξοντωτικότητα. Μέχρι το 1300 μ. Χ., περίοδος που διαρκεί 2.300 χρόνια, καμιά από αυτές τις επιθυμίες δεν μπόρεσε να εκπληρώσει. Άρχισε να τις εκπληρώνει με την επινόηση των πρώτων πυροβόλων όπλων, περί το 1300 μ. Χ., και τις εκπλήρωσε όλες αφενός με τα πυρηνικά όπλα (1945) και αφετέρου με τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα drones. Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ο πρώτος πόλεμος στον όποιο τα drones γίνονται ένα από τα κύρια όπλα.
Ο τρίτος τρόπος ήταν μια ριζική αλλαγή του τρόπου αύξησης της ισχύος και του πλούτου. Δεν θα αυξήσουμε τον πλούτο και την ισχύ μας, και το κλέος μας, με τον πόλεμο των άλλων αλλά με έναν πιο ασφαλή τρόπο: με την εργασία των άλλων – με τη δουλεία – και με το εμπόριο, άρρηκτα συνδεδεμένο με την δουλεία αρχικά (δουλεμπόριο,ο δούλος είναι το πρώτο δυτικό εμπόρευμα) και με τα προϊόντα εργασίας των δούλων (εμπορεύματα). Μετεξέλιξη της δουλείας ήταν η δουλοπαροικία και ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής, μετεξέλιξη του εμπορίου ήταν ο καπιταλισμός. Καμιά κοινωνική, πολιτισμική, πολιτική και ιδεολογική αλλαγή δεν θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε, όσον αφορά την ιστορία της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας, εάν δεν λάβουμε υπ΄ όψει μας αυτή την αλλαγή του τρόπου αύξησης της ισχύος και του πλούτου.
Ο ισχυρός και πλούσιος Κύριος ήθελε μεν ελάχιστους πολεμιστές και ισχυρότερα όπλα, ήθελε όμως και ελάχιστους εργαζομένους και μηχανές που θα παράγουν τον πλούτο. Η εξέλιξη των όπλων, η βελτίωσή τους, ο εκτοπισμός πολεμιστών, ακολουθείται από την εξέλιξη των μηχανών που παράγουν τον πλούτο, από τον εκτοπισμό των εργατών. Το μειονέκτημα που δυσανασχετούσε τον Κύριο, η εξάρτηση από πολεμιστές και παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου, εξαλείφεται, εξοβελίζεται. Ο Κύριος δεν εξαρτάται πια από μάζες πολεμιστών και εργατών αλλά από λίγους πολεμιστές-ειδικούς και λίγους εργάτες-ειδικούς, οι οποίοι συνδέουν την τύχη τους με τη τύχη του ισχυρού Κυρίου, θεωρούν εαυτούς συνεργάτες του Κυρίου, το δεξί του χέρι.
Η εξέλιξη των όπλων και των μηχανών συνέβαλαν στη γένεση δύο κοινωνικών επαναστάσεων: στο τέλος της εργασίας και στο τέλος του πολέμου. Ο (υλικός) κοινωνικός πλούτος παράγεται με ολοένα και λιγότερους εργαζομένους, η πλειονότητα του πληθυσμού είναι άεργοι, ενώ ο ανδρικός πληθυσμός δεν έχει καμιά απολύτως διάθεση να πολεμήσει. Η απροθυμία αυτή δημιουργεί προβλήματα στην πολεμική βιομηχανία αλλά είναι κάτι που αντιμετωπίζεται: οι πόλεμοι δεν θα είναι πια κατακτητικοί, αρπακτικοί, εξοντωτικοί, θα διεξάγονται χωρίς στρατό, μάλλον με πολύ μικρό στρατό, με στρατό ειδικών χειριστών των όπλων: θα είναι πόλεμοι καταστροφής.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος: με κριτήριο τον σκοπό και τον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου, το παρελθόν και το μέλλον συνυπάρχουν. Από τη πλευρά της Ρωσίας, είναι πόλεμος κατακτητικός, αρπακτικός, κατά συνέπεια χρειάζεται πολυάριθμο στρατό εισβολής και κατοχής· είναι όμως και πόλεμος καταστροφής εκ του ασφαλούς- με όπλα μεγάλου βεληνεκούς και ποικίλης καταστρεπτικότητας, με μη επανδρωμένα πολεμικά αεροσκάφη (drones). Με τον ίδιο τρόπο είναι υποχρεωμένη να πολεμήσει και η Ουκρανία: με στράτευμα για να απελευθερώσει τις κατακτημένες από τη Ρωσία επαρχίες, με όπλα μεγάλου βεληνεκούς και drones. Έτσι, ένας πόλεμος καταστροφής δεν μπορεί παρά να είναι πόλεμος αλληλοκαταστροφής, κατά συνέπεια, αυτοκαταστροφής. Είμαι της γνώμης ότι το παρελθόν θα αποχωρήσει και θα παραχωρήσει τη θέση του στο μέλλον: οι πόλεμοι του μέλλοντος θα είναι πόλεμοι καταστροφής – εάν ο αντίπαλος είναι αδύναμος και ανίσχυρος. Εάν είναι εξ ίσου ισχυρός, θα είναι πόλεμος καταστροφής, αλληλοκαταστροφής, αυτοκαταστροφής. Σήμερα στην Ουκρανία, αύριο δεν ξέρουμε πού.
Σχολιάστε ελεύθερα!