in Αρπακτική

ακρίβεια: το χρήμα ως μέσον αρπαγής (του ξένου πλούτου)

δώς αγαθή, άρπαξ δε κακή, θανάτοιο δότειρα

να δίνεις είναι καλό, να αρπάζεις είναι κακό, προκαλεί θάνατο

(Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, 356)

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΚΑΘ΄ όλη τη διάρκεια της ανθρωπογένεσης/κοινωνιογένεσης, ας πούμε 2 εκ. χρόνια, και κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας  ανθρώπινου γένους, 95 χιλιάδες χρόνια από τα εκατό, η αρπαγή ξένου πλούτου ήταν παντελώς άγνωστη. Ζούσαμε σε ολιγομελείς ομάδες, μέχρι 50, και ο πλούτος που διαθέταμε δεν ήταν υλικός. Ο κοινωνικός πλούτος ήταν κυρίως οι σχέσεις μας με τους άλλους και οι γνώσεις μας, που ήταν κοινό κτήμα. Ό,τι γνωρίζαμε, το μεταβιβάζαμε στα παιδιά κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Και όταν μαθαίναμε κάτι νέο, αυτή η γνώση μεταδιδόταν αμέσως όχι μόνο στα άλλα μέλη της ομάδας αλλά και στις γειτονικές ομάδες. Λόγω της καθημερινής ενεργητικής αλληλεπίδρασης, λόγω της συμβίωσης, και να ήθελες να κρύψεις κάτι, δεν μπορούσες. Δεν υπήρχε ατομική ιδιοκτησία, υπήρχε όμως κατοχή προσωπικών αντικειμένων –  μη τα συγχέουμε αυτά τα δύο! Το προσωπικό αντικείμενο (εργαλείο, όπλο, ρούχο, κόσμημα κ.α.) θεωρούνταν μέρος του σώματος: όχι μόνο τα είχαν όλοι αλλά ήταν αδιανόητο να το πάρεις, να το αρπάξεις από τον άλλον, την άλλην. Υπήρχε όμως το δώρο και η ανταλλαγή –  θα έχετε διαβάσει το βιβλίο του Μαρσέλ Μος “Το δώρο”. Όταν σου χάριζαν ένα δώρο, έπρεπε να το ανταποδώσεις κάποια στιγμή, σε κάποια περίσταση. Το δώρο και η ανταπόδοσή του είχε περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα παρά ικανοποιούσε κάποια έλλειψη ή ένδεια: διεύρυνε τις σχέσεις πέραν της ομάδας, εμπλούτιζε την ομάδα με νέες σχέσεις. Και δεν δώριζες κάτι που ήταν για πέταμα –  δώριζες κάτι το ιδιαίτερο, το ξεχωριστό.

ΚΑΙ ήρθε μια μέρα που η εποχή αυτή τελείωσε. Αρχίσαμε να αρπάζουμε τον πλούτο του άλλου. Δεν ξέρουμε, εάν στο μέλλον θα πάψει να υπάρχει η αρπαγή. Δεν θα ασχοληθούμε σήμερα ούτε με το ένα ούτε με το άλλο ζήτημα, τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις εμφάνισης και εξάλειψης της αρπαγής. Θα εξετάσουμε τους τέσσερις τρόπους της αρπαγής, με τη σειρά που εμφανίστηκαν ιστορικά.

Ο πρώτος τρόπος είναι η κλοπή, και συγκεκριμένα η ζωοκλοπή. Η κλοπή είναι η μη ορατή αρπαγή τη στιγμή της πραγματοποίησής της. Ο πορτοφολάς στο μετρό, ο διαρρήκτης του διαμερίσματος, ο κλέφτης ποδηλάτων και αυτοκινήτων, το ριφιφί και άλλα πολλά διαπράττει αρπαγή που δεν υποπίπτει στην αντίληψη του θύματος την ώρα που γίνεται –  όταν το αντιληφθεί, είναι πολύ αργά. Ακόμα γελάω με το βιβλίο του Ηλία Πετρόπουλου, Της φυλακής, όπου παραθέτει δεκάδες είδη κλοπής και παρελαύνουν δεκάδες κλεφτρόνια με διαφορετική ειδικότητα και επαγγελματικό προσανατολισμό. Το πόσες κλοπές διαπράττονται κάθε μέρα στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολο να τις μετρήσουμε –  μόνο ένα πολύ μικρό των κλεφτών συλλαμβάνεται. Στα χωριά υπάρχει μια μορφή κλοπής που δεν είναι κλοπή: λένε, δεν το έκλεψα, το πήρα. Είναι κλοπή να κόψεις από μποστάνι ένα καρπούζι και να το φας; Δεν το έκλεψες, το πήρες! Αν κόψεις όμως είκοσι, είναι κλοπή. Ποιος θα σε δει όμως; Στα χωριά ο ένας κλέβει τον άλλον και κανένας δεν διαμαρτύρεται.

ΠΡΩΤΗ φορά η αρπαγή εμφανίζεται στις ποιμενικές κοινωνίες: με τη μορφή της κλοπής και δη της ζωοκλοπής. Η ζωοκλοπή ήταν σε πολύ μεγάλη υπόληψη στην αρχαία Ελλάδα (οι ήρωες της Ιλιάδας και της Οδύσσειας είναι όλοι ζωοκλέφτες) –  υπήρχε μάλιστα και θεός της ζωοκλοπής, ο Ερμής (μεγάλο κλεφτρόνι!). Μέχρι πρό τινος, στην Κρήτη, το να παντρέψεις την κόρη σου με επιδέξιο ζωοκλέφτη σήμαινε ότι εξασφάλιζες ένα καλό μέλλον για την κόρη σου και τα εγγόνια σου. Οι θεμελιωτές του δυτικού πολιτισμού όχι μόνο λάτρευαν την ζωοκλοπή  αλλά ήταν και οι ίδιοι ζωοκλέφτες. Στο πρόσωπο του πανούργου ζωοκλέφτη Οδυσσέα ο ακροατής της  Οδύσσειας, ο αριστοκράτης της αρχαϊκής εποχής, αναγνώριζε τον εαυτό του.

Ο δεύτερος τρόπος αρπαγής, η αρπαγή με χρήση όπλων, η ληστεία, είναι μετεξέλιξη της κλοπής, της αθέστης αρπαγής, της αθέατης ζωοκλοπής. Δεν ξέρω τι γίνεται τώρα αλλά στο δεκαετία του 1980, στην Κρήτη, το βράδυ οι άντρες φύλαγαν με όπλα τη σταφίδα που άπλωναν για να ξεραθεί στα αμπέλια, έξω από τα χωριά. Ένοπλοι φύλαγαν και τα κοπάδια τους, κι όχι μόνο στην Κρήτη –  για να αποτρέψουν τους φιλόδοξους ζωοκλέφτες. Εάν αυτό που θέλεις να αρπάξεις φυλάσσεται με όπλα, ή με άλλο τρόπο, μπορείς να το αρπάξεις μόνο με τη χρήση των όπλων. Η ιστορία της ένοπλης ληστείας, ατομική ή ομαδική, με φόνο ή χωρίς, έχει αρχίσει πριν πολλές χιλιάδες χρόνια και υπάρχει ακόμα – και θα υπάρχει. Η χρήση των όπλων δεν σημαίνει και χρησιμοποίηση –  μπορεί να είναι μόνο απειλή (τα λεφτά σου ή τη ζωή σου!). Στις ποιμενικές κοινωνίες η ληστεία μετεξελίχθηκε σε πόλεμο –  όταν όλη η κοινότητα ή ομάδα κοινοτήτων χρησιμοποιεί τα όπλα για να αρπάξει τον πλούτο μιας άλλης που τον προστατεύει με τη χρήση των όπλων.

Ο τρίτος τρόπος αρπαγής ξένου πλούτου είναι η απάτη. Η απάτη είναι αρπαγή μέσω της κατάχρησης της εμπιστοσύνης του θύματος από τον κλέφτη απατεώνα. Υπάρχουν οι μικροί απατεώνες και οι μεγάλοι. Ο μικροαπατεώνας εξαπατά έναν ή μία· ο απατεώνας ή οι απατεώνες εξαπατούν χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες, ακόμα και εκατομμύρια. Θα θυμάστε στην Αλβανία την ιστορία με την πυραμίδα, τότε που οι εξαπατηθέντες Αλβανοί εξεγέρθηκαν και εξοπλίστηκαν με όπλα που άρπαξαν από τα στρατόπεδα. Την απάτη του ελληνικού χρηματιστηρίου το 1999-2000 θα τη θυμάστε –  πόσες μανούλες έκλαψαν! Αυτές που ήθελαν  να αβγατίσουν το βιός τους! Τα τυχερά παιχνίδια είναι μια απάτη που στήνει το κράτος. Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις, τα θύματα ήθελαν να αυξήσουν την περιουσία τους αλλά πήγαν για μαλλί και φύγαν κουρεμένοι. Οι παπατζήδες των αθηναϊκών δρόμων ήταν μικροαπατεώνες –  τα θύματά τους ήθελαν να κερδίσουν!

ΘΑ σας αφηγηθώ μια περίπτωση μικροαπατεώνα για να δείτε την ευφυΐα τους. Όταν ήμουν είκοσι χρονών, το 1979, στην Αθήνα,  είχα γνωρίσει ένα εργατόπαιδο που ενώ δεν δούλευε, κυκλοφορούσε με λεφτά, με πολλά λεφτά. Τον ρώτησα που τα έβρισκε και μου είπε το εξής. Γνωρίζω μια κοπέλα, ζητάω να μου δανείσει είκοσι ευρά, ας πούμε ότι γίνεται σήμερα, τα βάζω στη τσέπη και την άλλη μέρα της τα δίνω. Μετά από λίγες μέρες μου δανείζει 100 ευρά. Τα βάζω στη τσέπη και της τα δίνω. Φτάνω στο σημείο να  δανειστώ 1000 ευρά και τότε εξαφανίζομαι. Γνωρίζω μιαν άλλη, κερνάω, καλά εστιατόρια,  βλέπει ότι έχω χρήμα και με εμπιστεύεται. Παίρνω 3.000 και εξαφανίζομαι. Μετά από λίγα χρόνια, έχασα τα ίχνη του.

ΠΩΣ λέγεται, στα αρχαία ελληνικά, η αρπαγή με απάτη και η λεία του άρπαγα απατεώνα; Κέρδος! Κερδαλέος (και κερδαλεόφρων) είναι αυτός που σκέφτεται να αρπάξει με δόλο, με πανουργία, ο πονηρός, ο οξύνους, ο διορατικός. Το κέρδος είναι λοιπόν λεία αρπαγής με απάτη. Ο απατεώνας άρπαγας προσπαθεί να κάνει την αρπαγή να μην φαίνεται ότι είναι αρπαγή. Να ενοχοποιήσει το θύμα. Ο παπατζής, τα  κρατικά τυχερά παιχνίδια, όλα τα τυχερά παιχνίδια, οι απάτες των χρηματιστηρίων κατατάσσονται σε αυτή την κατηγορία: έχασες γιατί είσαι ή άτυχος (λαχεία, ζάρια κλπ)  ή ανίκανος (να βρεις που είναι ο παπάς!). Η απόκρυψη αυτή, αργά ή γρήγορα, αποτυγχάνει. Υπάρχει όμως ένας τρόπος αρπαγής όπου η αρπαγή δεν φαίνεται καθόλου! Είναι η αρπαγή μέσω του χρήματος.

ΓΙΑ την αρπαγή αυτή έχει γράψει τόμους και τόμους ο Καρλ Μαρξ. Ο τόκος είναι η λεία μιας αρπαγής μέσω του χρήματος. Το ίδιο και το μεροκάματο και ο μισθός. Το ίδιο και η τιμή των εμπορευμάτων. Η αρχική σημασία της λέξης τιμή είναι: αναγνώριση της υπεροχής του άλλου, αναγνώριση της ισχύος του και του πλούτου του. Κάθε φορά που αγοράζουμε κάτι, πέφτουμε θύμα αρπαγής –  η λεία του άρπαγα λέγεται σήμερα κέρδος. Υπάρχει μόνο μία περίπτωση που πουλάμε και πέφτουμε θύμα αρπαγής –  όταν πουλάμε την εργασιακή μας δύναμη. Και υπάρχει μόνο μία περίπτωση που όταν αγοράζουμε, κερδίζουμε: όταν αγοράζουμε εργασιακή δύναμη.

Η κερδοσκοπία και η εξ αυτής προκαλούμενη ακρίβεια είναι το κλασικό παράδειγμα αρπαγής με μέσον το χρήμα. Ακριβαίνει η βενζίνα και επειδή θεωρούμε ότι η τιμή είναι κάτι το αυτονόητο, το φυσιολογικό (όλα έχουν μια τιμή), δεν αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται περί αρπαγής που προστίθεται σε μια άλλη αρπαγή. Οι τρείς πρώτοι τρόποι αρπαγής εκλαμβάνοναι ως αρπαγή –  δυσκολευόμαστε λίγο με την απάτη αλλά την αντιλαμβανόμαστε τελικά την αρπαγή. Αλλά την αρπαγή μέσω του χρήματος, με την ανταλλαγή εμπορεύματος-χρήματος,  δεν μπορούμε να την αντιληφθούμε.

Η αρπαγή μέσω του χρήματος έχει γίνει Τέχνη και Επιστήμη.

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. Καλησπέρα Αθανάσιε.

    Λες:
    “Υπάρχει μόνο μία περίπτωση που πουλάμε και πέφτουμε θύμα αρπαγής – όταν πουλάμε την εργασιακή μας δύναμη. Και υπάρχει μόνο μία περίπτωση που όταν αγοράζουμε, κερδίζουμε: όταν αγοράζουμε εργασιακή δύναμη.”

    Οχι πάντα. Αν η αγορά εργασίας κοστίζει περισσότερο απο αυτό που αποδίδει η επιπλέον εργασία τότε δεν κερδίζουμε αλλά χάνουμε.

    Επίσης αν είμαι μειωμένων ικανοτήτων (δεξιότητες, κοινωνική μόρφωση, σπουδές) άνθρωπος και πουλάω την εργασιακή μου δύναμη σε μια θέση με αμοιβή και παροχές που δεν θα έβλεπα ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα (επειδή έχω πολιτικό ή άλλο βύσμα) τότε δεν χάνω αλλά κερδίζω.

    Έχεις δίκιο ότι γίνεται αρπαγή με το χρήμα. Ακόμα και τίποτα να μην κάνουμε και να έχουμε ένα κομπόδεμα ή την εργασιακή μας δύναμη κλειδωμένα σε ένα σεντούκι αυτό θα χάνει διαρκώς την αξία του από τον πληθωρισμό και τον τόκο. Είναι αυτή η κατάσταση που μας βάζει σε κίνηση και ανταγωνισμό.

    Μέχρι πριν από μερικά χρόνια είχαμε τη δυνατότητα ιδιοκτησίας ακινήτων χωρίς κόστος. Μπαίνει ένας φόρος (‘τόκος’), ο ενφια και αμέσως θέτει σε κίνηση όλους όσους είχαν ακίνητα ανεκμετάλλευτα. Επειδή τώρα έχουν κόστος, κάτι πρέπει να κάνουν με αυτά. Μπορούν να τα πουλήσουν, να τα ενοικιάσουν ή να τα χαρίσουν. Αναγκαστικά πρέπει να τους αποφέρουν έσοδα που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ένα μέρος τους θα πάει στο κράτος άμεσα και έμμεσα.