φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΜΠΑΙΝΟΥΜΕ στο σπίτι μας και αντικρύζουμε το εξής θέαμα: πάνω στο τραπέζι της κουζίνας, καλυμμένο με λευκό καθαρό τραπεζομάντηλο, βλέπουμε ένα ζευγάρι μπότες γεμάτες με κοπριά από μαντρί. Τί θα νιώσουμε, τί θα σκεφτούμε; Περισσότερο θα νιώσουμε, παρά θα σκεφτούμε. Γιατί; Θα νιώσουμε αποτροπιασμό και φόβο. Αυτές οι μπότες δεν θα έπρεπε να είναι εκεί, δεν είναι εκεί η θέση τους. Είναι πρόβλημα αυτό; Ασφαλώς και είναι, και μεγάλιο μάλιστα. Διότι η απαράδεκτη αυτή θέση ενέχει κάποιον κίνδυνο, πέραν της μιαρότητας. Υπάρχει ο κίνδυνος της μόλυνσης. Μήπως όμως η ίδια η θέση των λερωμένων παπουτσιών δεν είναι ήδη μόλυνση; Τί μολύνεται; Η αισθητική μας; Όχι! Μολύνεται ένα συγκεκριμένο σύστημα ταξινόμησης – τα λερωμένα αυτά παπούτσια έπρεπε να είναι αλλού, όχι πάνω στο πεντακάθαρο τραπέζι της κουζίνας. (Για τα ζητήματα που θίγω, εάν δεν το έχετε διαβάσει, σας παραπέμπω στο βιβλίο της Mary Douglas, δημοσιεύτηκε το 1966, Καθαρότητα και Κίνδυνος, εκδ. Πολύτροπον, μετ. Αίγλη Χατζούλη).
ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕ λοιπόν δύο είδη μόλυνσης: της ταξινόμησης και της καθαρότητας, της υγείας. Και επειδή η ταξινόμηση είναι σχέσεις και κανόνες, η μόλυνση της ταξινόμησης είναι μόλυνση των σχέσεων και των κανόνων. Η θάλασσα και το έδαφος μπορεί να μολυνθεί – μπορεί να μολυνθεί και μια σχέση; Εάν ναι, γιατί ασχολούμαστε μόνο με τη πρώτη και όχι με τη δεύτερη;
ΘΑ αναρωτηθούμε, δεν θα το αποφύγουμε: μα ποιος έβαλε αυτές τις μπότες πάνω στο τραπέζι; Είναι στα καλά του; Δεν είναι! Γιατί το έκανε; Ποιος είναι ο σκοπός του; Το έκανε για να μας εκνευρίσει, το έκανε για να μας αγχώσει, για να μας εκφοβίσει; Δεν ξέρω ποια είναι οι δικές σας απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα· δεν μπορώ όμως να μην εκθέσω τη δική μου: ο Κύριος τις έβαλε τις μπότες με τις κοπριές πάνω στο λευκό πεντακάθαρο τραπέζι. Πάντα τις έβαζε και πάντα θα τις βάζει.
Ο Κύριος, η ίδια η κυριαρχική σχέση, είναι παραγωγός μολύνσεων και κινδύνων. Μολύνει τα πάντα, δημιουργεί παντού κινδύνους. Πρόκειται περί πολιτισμικής αδράνειας ή είναι συνειδητή επιλογή; Ποια είναι η σχέση του ήρωα Κυρίου με τον κίνδυνο; Ποια των Υποτελών του; Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει να εξετάσουμε πρώτα την ανθρωπολογική διάσταση του ζητήματος.
Κοινωνίες και προσωπική ζωή χωρίς κινδύνους δεν υπήρξε ποτέ και δεν θα υπάρξει. Τι νιώθουν μπροστά σε έναν κίνδυνο, τι σκέφτονται; Αγχώνονται, ανησυχούν, φοβούνται. Σε όποια κοινωνία και να ζούμε. Από δω και πέρα αρχίζει μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Θα καθηλωθούν στην ανησυχία και στο άγχος και στον παραλυτικό φόβο; Όχι. Εάν το κάνουν, την έβαψαν. Προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο – να τον κατανοήσουν, όσο μπορούν, να συνεργαστούν, να δράσουν και να τον ξεπεράσουν. Αυτό έκαναν οι προάνθρωποι και οι άνθρωποι για εκατομμύρια χρόνια. Ένας από τους λόγους που εξελίχθηκε η σκέψη είναι και η αναπότρεπτη εμφάνιση και αντιμετώπιση των κινδύνων. Οι κίνδυνοι ενίσχυσαν την ανάπτυξη της σκέψης – και της περιέργειας, της παρατηρητικότητας, της φαντασίας.
ΟΙ κίνδυνοι προέρχονται από τη φύση – όταν εκραγεί το ηφαίστειο, εμείς που ζούμε στους πρόποδές του πρέπει να απομακρυνθούμε. Οι κίνδυνοι όμως από τη φύση είναι λίγοι, σπάνιοι και γνωστοί. Η πλειονότητα των κινδύνων προέρχεται από τις σχέσεις που δημιουργούμε με τη φύση και τους άλλους ανθρώπους. Η προέλευση των κινδύνων είναι κοινωνική. Ακόμα κι από τη φύση κι αν προέρχεται ένας κίνδυνος, η αντιμετώπισή του είναι κοινωνική. Ο Βεζούβιος εξερράγη αλλά ο ρωμαίος φύλακας σε κάποιο δρόμο της Πομπηΐας δεν έφυγε αλλά έμεινε όρθιος στη θέση του κι έτσι τον βρήκαν οι αρχαιολόγοι, θαμμένο μέσα στη λάβα. Κοιμόταν ή ήταν τόσο πολύ υπάκουος, μήπως η πειθαρχία είχε γίνει έξη;
ΔΕΝ μας αρέσουν οι κίνδυνοι, τους απευχόμαστε, δεν τους θέλουμε. Θέλουμε ασφάλεια. Έχουμε κάποιο ψιλοπροβληματάκι με αυτή τη λέξη. Ασφάλεια είναι η έλλειψη κινδύνων. Όταν προκύπτουν, αναπότρεπτα, θέλουμε να ξεμπερδεύουμε με αυτούς όσο γίνεται πιο γρήγορα. Φοβόμαστε και ανησυχούμε αλλά συνεργαζόμαστε, σκεφτόμαστε, πράττουμε και τους αντιμετωπίζουμε – αυτούς που μπορούμε να αντιμετωπίσουμε. Αυτό τουλάχιστον έκαναν οι άνθρωποι και οι πριν από αυτούς εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Και το κάναμε γιατί δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι άλλο. Το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε και το κάναμε ήταν η ενίσχυση και η συνέχιση της ζωής.
Η στάση αυτή απέναντι στον κίνδυνο και τον φόβο έχει αλλάξει. Τι κάνουμε σήμερα; Αντιμετωπίζουμε έναν κίνδυνο και φοβόμαστε. Δεν γίνεται να μην ανησυχήσουμε, αγχωθούμε, φοβηθούμε. Αντιμετωπίζουμε, ελέγχουμε τον φόβο και κατανοούμε τον κίνδυνο; Όχι, κατά κανένα τρόπο. Τί κάνουμε; Σπεύδουμε να βρούμε κάποιον προστάτη, κάποιον σωτήρα, κάποιον ειδικό διαχείρισης κινδύνων, κάποιον ισχυρό για να μας προστατέψει, για να μας σώσει.
ΤΟ Κράτος, η επιστήμη και η τεχνική είναι οι προστάτες, οι σωτήρες που θα αναζητήσουμε. Αυτοί θα μας σώσουν! Οι δημιουργοί των κοινωνικών και υγιεονομικών μολύνσεων και κινδύνων! Η πρόκληση, η δημιουργία κινδύνων είναι ένας από τους τρόπους εκφοβισμού. Είναι ένας τρόπος παραγωγής πειθάρχισης και απόσπασης υπακοής και αφοσίωσης. Για να υπάρχει διαρκής εκφοβισμός, παράλυση της σκέψης, οι κίνδυνοι πρέπει να είναι καθημερινοί, προσωπικοί, τοπικοί, παγκόσμιοι.
ΔΕΝ ήταν όμως πάντα έτσι. Οι μεγάλοι κίνδυνοι, που απειλούν τη ζωή μας, και την κοινωνία, δεν ήταν συχνοί, ήταν σπάνιοι. Και είχαμε την ικανότητα να τους αντιμετωπίζουμε. Εμφανίστηκαν όπως κάποιες κοινωνίες στις οποίες ο κίνδυνος και ο φόβος έγιναν συχνοί, διαρκείς – πρόκειται για τις ποιμενικές-πολεμικές κοινωνίες. Ο πόλεμος είναι ένας διαρκής κίνδυνος, μια διαρκής απειλή. Εάν νικήσεις, θα σωθείς. Εάν ηττηθείς, θα πεθάνεις. Από αυτή την κατάσταση προέρχεται και η αμφιθυμία του ήρωα, του ποιμένα πολεμιστή, απέναντι στον κίνδυνο. Τον θέλει – εάν νικήσει θα πάρει πόντους. Υπάρχει όμως και το ενδεχόμενο της ήττας – του θανάτου: οι ήρωες πεθαίνουν πάντα νέοι. Οι ήρωες δεν φοβούνται, είναι ατρόμητοι, δεν φοβούνται να πολεμήσουν, δεν φοβούνται να πεθάνουν. Η δειλία, ο φόβος, είναι το όνειδος του ήρωα.
ΟΤΑΝ ο ήρωας έγινε Κύριος, όταν επέβαλε την κυριαρχική σχέση, επέβαλε κι ένα καθεστώς διαρκούς κινδύνου, διαρκούς φόβου. Όταν οι Υποτελείς αντιμετωπίζουν διαρκώς κινδύνους, διαρκής θα είναι και ο φόβος. Άρα η υποταγή και η υπακοή. Κίνδυνος, εκφοβισμός, φόβος: η αγία τριάδα της κυριαρχικής σχέσης. Από την άλλη όμως κίνδυνο αντιμετωπίζει και ο ίδιος ο Κύριος: οι Υποτελής είναι κίνδυνος, το ενδεχόμενο κατάλυσης της Κυριαρχίας είναι κίνδυνος. Οι Κύριοι επιβάλλουν κινδύνους για να αναπαραγάγουν την κυριαρχική σχέση αλλά κινδυνεύουν και οι ίδιοι. Φοβούνται, έχουν εφιάλτες. Και όσο πιο πολύ φοβούνται, τόσο πιο πολύ επιβάλλουν κινδύνους και φόβους. Το ένα ενισχύει και μεγεθύνει το άλλο – πρόκειται για μια μειονική σπείρα, μια διαρκής επιδείνωση, χειροτέρευση, την κατάληξη της οποίας ζούμε σήμερα και θα ζήσουμε πολύ πιο έντονα στις προσεχείς δεκαετίες.
ΣΕ αυτή την αντίφαση εγκλωβισμένοι οι Κύριοι δεν μπορεί παρά να αδιαφορούν και για τους κινδύνους που επιβάλλουν και για τους κινδύνους αντιμετωπίζουν. Σφυρίζουν αδιάφορα. Θεωρούν ότι είναι πολύ ισχυροί και η στάση αυτή τους κάνει αισιόδοξους: αυτός είναι ο ορθολογικός οπτιμισμός: όλα πάνε καλά, όλα θα πάνε καλά, όλα μπορούμε να τα προβλέψουμε και να τα αντιμετωπίσουμε. Αλλάζει το κλίμα; Θα αλλάξουμε την αλλαγή, μέσω της κλιματικής μηχανικής! Θα δροσίσουμε τον πλανήτη! Μέσα σε αυτό το πνεύμα του ορθολογικού οπτιμισμού κινήθηκαν και οι μικρομεσοαστικής προέλευσης κοινωνιολόγοι: ο καπιταλισμός και ο εκσυγχρονισμός προκαλούν προβλήματα και κινδύνους αλλά θα τα καταφέρουμε. Ο τρόπος αυτός σκέψης, και η φιλολογία περί του κινδύνου, εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν τα πυρηνικά ατυχήματα, τα πυρηνικά όπλα, η καταστροφή της φύσης, τα χρόνια νοσήματα, η οικονομική κρίση και άλλα πολλά, προκάλεσαν την ανησυχία των μεσαίων στρωμάτων – και όχι μόνο – στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες. Ένας από τους πρώτους που έφεραν στο προσκήνιο τον κίνδυνο ήταν ο Άντονι Γκίντενς, το 1990 (Οι συνέπειες της νεωτερικότητας, εκδ. Κριτική, μετ. Γ. Μερτίκας). Δύο χρόνια μετά ακολούθησε ο Ούρλιχ Μπεκ με το διάσημο Η κοινωνία της διακινδύνευσης (εκδ. Πεδίο, μετ. Ηρακλής Οικονόμου). Την ίδια εποχή εμφανίζεται και η κοινωνιολογία της υγείας και της ασθένειας, που φέρνει στο προσκήνιο την έννοια της επικινδυνότητας, ενώ ταυτόχρονα εμφανίζεται, στην Αγγλία πρώτα, και η μετατόπιση από την θεραπεία στην πρόληψη, μετατόπιση που είναι ταυτόσημη με τον νεοφιλελευθερισμό.
ΚΙΝΔΥΝΟΙ, κίνδυνοι παντού – αυτό θα είναι το μέλλον μας, μας λένε οι κοινωνιολόγοι. Αρχίζει μια εποχή αβεβαιότητας, ανησυχίας, ανασφάλειας, υποστηρίζει και ο Γκίντενς και ο Μπεκ. Κι ενώ οι κίνδυνοι θα είναι διαρκείς και μόνιμοι, θα μπορέσουμε να τους αντιμετωπίσουμε, να τους περιορίσουμε. Όταν δεν θα μπορέσουμε, θα τους αγνοήσουμε, γράφει ανενδοίαστα ο Μπεκ – και συμπληρώνει (σελ. 52):
‘‘Η αποτροπή και η διαχείρισή τους μπορεί να περιλαμβάνει μια αναδιοργάνωση της ισχύος και της εξουσίας. Η κοινωνία της διακινδύνευσης είναι μια καταστροφική κοινωνία. Σε αυτήν η κατάσταση έκτακτης ανάγκης απειλεί να γίνει ο κανόνας.”
Ο απόηχος των σκέψεων και θεωριών του Καρλ Σμιτ είναι σαφής. Αυτό που ήταν μια αναγκαία επιλογή σε έκτακτες καταστάσεις απειλής κατάλυσης της Κυριαρχίας, υπάρχει το ενδεχόμενο να γίνει κανόνας. Είναι ήδη κανόνας, υποστηρίζει ο Τζιόρτζιο Αγκάμπεν.
Σχολιάστε ελεύθερα!