in οι πρώτες μέρες της αγοράς/του εμπορεύματος και του χρήματος

οι ήρωες ποιμένες πολεμιστές και το κρασί

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

ΜΗΠΩΣ γνωρίζουμε σε ποιο μέρος, τον 5ο π. Χ. τουλάχιστον αιώνα, παράγονταν το περισσότερο και  ένα από το καλύτερης ποιότητας κρασί ; Το γνωρίζουμε: η Χίος. Μήπως γνωρίζουμε σε ποιο μέρος υπήρχε ο μεγαλύτερος αριθμός δούλων; Το γνωρίζουμε, μας το λέει ο Θουκυδίδης: η Χίος. Είναι δυνατόν να μην υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ της εκτεταμένης αμπελουργίας στη Χίο και του μεγάλου αριθμού των δούλων που προφανέστατα εργάζονταν στους αμπελώνες; Η Χίος δεν αναφέρεται στην Ιλιάδα. Η Οδύσσεια όμως περιγράφει (γ 170) τη Χίο ως παιπαλόεσσα,  δηλαδή λοφώδης, τραχεία, κακοτράχηλη, χωρίς κάμπο. Ο μεταγενέστερος (του έκτου π. Χ. αιώνα) ομηρικός ύμνος στον Απόλλωνα (στ. 38) την χαρακτηρίζει ως το πιο πλούσιο νησί από όλα όσα βρίσκονται στη θάλασσα (και Χίος, η νήσων λιπαρωτάτη ειν αλί κείται). Πώς είναι δυνατόν ένα κακοτράχηλο, λοφώδες, χωρίς κάμπο νησί να είναι το πιο πλούσιο από όλα τα νησιά; Μία απάντηση υπάρχει: ήταν πλούσιο λόγω της εκτεταμένης καλλιέργειας του αμπελιού και της παραγωγής ποιοτικού κρασιού μέσω της εργασίας των δούλων.

ΚΑΘΕ χρόνο, τον Οκτώβριο, μαζεύω πολλά κιλά άγρια σταφύλια· τον μούστο της μισής ποσότητας την ανακατεύω με τον άλλον μούστο, από τα καλλιεργημένα κλήματα, για να κάνω πετιμέζι,και το υπόλοιπο το κάνω ξύδι – το καλύτερο ξύδι γίνεται από αγριοστάφυλα. Το άγριο αμπέλι είναι αυτοφυές στην βόρεια Ελλάδα και είναι βέβαιο ότι το έτρωγαν στις κοινότητες της πρώιμης νεολιθικής εποχής (6000-5000 π. Χ.) –  έχουν βρεθεί κουκούτσια σε πολλές νεολιθικές θέσεις. Γνωρίζουμε επίσης ότι στην ύστερη νεολιθική εποχή (4000-3000) και στην πρώιμη εποχή του χαλκού (3000-2000) παρασκεύαζαν και έπιναν κρασί, δεν είμαστε όμως βέβαιοι αν το καλλιεργημένο αμπέλι προήλθε από το άγριο αυτοφυές ή το έφεραν από τη Μικρά Ασία. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι με το πέρασμα του χρόνου η καλλιέργεια του αμπελιού κατεβαίνει όλο και πιο νότια, ώστε την μηκηναϊκή εποχή να καλλιεργείται σε όλη τη νότια ελλαδική χερσόνησο και σε όλα τα νησιά του Αιγαίου. Οι πινακίδες της Κνωσού και της Πύλου παρέχουν κάποιες λίγες και αποσπασματικές πληροφορίες για την καλλιέργεια του αμπελιού και την παραγωγή και κατανάλωση του κρασιού. Μετά την παρακμή του μυκηναίκού πολιτισμού η καλλιέργεια του αμπελιού περιορίζεται αλλά από το 800 π. Χ. περίπου εξαπλώνεται και πάλι η καλλιέργεια του και αυξάνονται οι παραγόμενες ποσότητες. Εάν λοιπόν συνοψίζαμε την καλλιέργεια του αμπελιού και την παραγωγή του κρασιού από το 4.000 μέχρι το 300 π. Χ., θα λέγαμε ότι επεκτείνεται συνεχώς η καλλιέργεια του αμπελιού και αυξάνεται έτσι συνεχώς η ποσότητα του κρασιού. Και μειώνεται συνεχώς η τιμή του.

ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ κι άλλα πολλά για την καλλιέργεια του αμπελιού και την παραγωγή και κατανάλωση του κρασιού. Γνωρίζουμε ότι το αμπέλι καλλιεργείται είτε για άμεση, οικογενειακή κατανάλωση (το αμπέλι του Λαέρτη, του πατέρα του Οδυσσέα) είτε για να πουληθεί ως εμπόρευμα. Στη δεύτερη περίπτωση, η καλλιέργεια του αμπελιού και η παραγωγή του κρασιού γινόταν από τους δούλους, οι οποίοι είναι σχεδόν απασχολημένοι όλο το χρόνο σχεδόν, σε αντίθεση με την καλλιέργεια των δημητριακών ή της ελιάς, που απαιτεί πολύ λιγότερη εργασία. Γνωρίζουμε ακόμα ότι οι άνδρες Έλληνες, και οι γυναίκες, όπως μας λέει ο Αριστοφάνης, έπιναν κρασί καθημερινά και μάλιστα πολύ –  έχει διατυπωθεί η άποψη ότι έπιναν κατά μέσον όρο ένα  λίτρο καθημερινά. Τα γνωστά μας  συμπόσια ήταν συναθροίσεις αντρών στις οποίες έπιναν κρασί ομαδικά και έφευγαν όλοι ντίρλα, μεθυσμένοι, παραπατούσαν. Το Συμπόσιον του Πλάτωνα, δεν είναι το μοναδικό, μας λέει πολλά για αυτές τις ομαδικές αριστοκρατικές κρασοκατανύξεις. Έπιναν καθημερινά, όλα τα κοινωνικά στρώματα,  μεθούσαν, έβριζαν και τσακώνονταν –  αυτή ήταν η συνηθισμένη κατάληξη της καθημερινής οινοποσίας. Γνωρίζουμε ότι ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν μέθυσος και βίαιος –  και συναισθηματικά άκρως ασταθής, τόσο που τον καθάρισαν οι σύντροφοί του για να σώσουν το κεφάλι τους.

ΤΟ εμπόριο του κρασιού ήταν εκτεταμένο. Η παραγωγή για οικιακή κατανάλωση ήταν περιορισμένη ενώ οι μικροκαλλιεργητές και οι ακτήμονες δεν παρήγαγαν κρασί, το αγόραζαν. Υπήρχαν περιοχές που είχαν ειδικευθεί στην εμπορευματική παραγωγή κρασιού (Χίος, Λήμνος, Ρόδος, Ίσμαρος –  μεταξύ των άλλων)· υπήρχε το ακριβό καλό κρασί αλλά η φτωχολογιά έπινε το φτηνό, ξυνισμένο συχνά κρασί –  έπινε ξύδια, όπως λέμε σήμερα. Αφού λοιπόν σχηματίσαμε μια ευκρινή κάπως εικόνα της θέσης του κρασιού στην αρχαία ελληνική κοινωνία, ας στρέψουμε το βλέμμα μας σε κάτι πιο ειδικό, πιο συγκεκριμένο. Θα μελετήσουμε μερικούς στίχους της Ιλιάδας (Η 467-475), οι οποίοι και κάπως παράξενοι είναι και μας λένε πολλά για το εμπόριο κρασιού και, εμμέσως, για το ζήτημα που μας ενδιαφέρει –  την γένεση του εμπορεύματος και την επινόηση του χρήματος στην πρώιμη αρχαϊκή Ελλάδα.

ΕΙΝΑΙ κάπως παράξενοι και από άποψη μορφής και από άποψη περιεχομένου διότι η Η και η Θ είναι τέτοιες. Οι περισσότεροι ομηριστές δέχονται ότι είναι μεθομηρικοί, εάν το όνομα Όμηρος το συνδέσουμε τις έξοχες Α, Ι και Ω. Αν το διατώπωνα με δικά μου λόγια, θα έλεγα ότι δεν ξέρουν τι θέλουν, τι ζητούν και για ποιο λόγο υπάρχουν! 

Ο Αχιλλέας αποσύρεται και οι Τρώες πολιορκούν τους επιδρομείς ήρωες. Στην Η, μέσα σε μια μέρα!, οι επιδρομείς Αχαιοί κτίζουν ένα τείχος και σκάβουν μια τάφρο για να αμυνθούν. Αφού τελειώσουν τη δουλειά τους, μόλις πάει να νυχτώσει (Η 465) κάθονται να φάνε –  κρέας, ασφαλώς, βοδινό: βουφόνεον δε κατά κλισίας και δόρπον έλοντο (466) –  έσφαζαν βόδια στα τσαρδάκια τους και γευμάτιζαν. Να τρως όμως κρέας  χωρίς να πίνεις κρασί, γίνεται; Δεν γίνεται! Εκείνη ακριβώς τη στιγμή φτάνουν πολλά καράβια (νήες . . . πολλαί, 467-8) από τη Λήμνο φορτωμένα με κρασί! Ποιος ήταν ο επί κεφαλής αυτής της κρασονηοπομπής; Ένας Εύνηος –  όνομα που το χρησιμοποιούσαν μόνο στην Αττική! Εύνηος σημαίνει αυτός που έχει πολλά και καλά (ευ) πλοία (ναυς, νηυς). Τι ήταν ο Εύνηος δεν το γνωρίζουμε. Θα πρέπει να επιλέξουμε μεταξύ δύο βάσιμων εικασιών: ή ήταν πλούσιος γαιοκτήμονας αμπελουργός, άρα και δουλοκτήτης, που πουλούσε ο ίδιος το κρασί του, ή ήταν κρασέμπορος. Εάν ήταν κρασέμπορος, θα πρέπει το κρασί να το αγόραζε από κάποιον μεγαλοκτηματία αμπελουργό –  ή από περισσότερους.

ΑΠΟ το κρασί που φέρνει για να το πουλήσει στους Αχαιούς επιδρομείς, μια μεγάλη ποσότητα (χίλια μέτρα, Η 471) προορίζεται για τους πλουσιότερους και ισχυρότερους άνδρες της ληστρικής επιδρομής –  τον Αγαμέμνονα και τον αδερφό του Μενέλαο (470-1). Μια άλλη μεγάλη ποσότητα προορίζεται για να πουληθεί στους άλλους ήρωες. Τι δίνουν για να το αγοράσουν; Δεν γίνεται να μην παραθέσω τους τέσσερις στίχους (472-5) της αγοραπωλησίας, όχι μόνο για αυτήν την ίδια την αγοραπωλησία όσο για το κλίμα που επικρατεί. Αυτό το κλίμα μας ενδιαφέρει πρώτιστα –  θα το τονίζω με κόκκινα γράμματα. Δεν είναι δύσκολο να τους κατανοήσουμε, όπως θα δείτε.

ένθεν οινίζοντο κάρη κομόωντες Αχαιοί/άλλοι μεν χαλκώ, άλλοι δ΄ αίθωνι σιδήρω/άλλοι δε ρινοίς, άλλοι δ΄αυτήσι βόεσσιν/άλλοι δ΄ανδραπόδεσσι·

ΠΕΝΤΕ φορές  η λέξη άλλοι, μέσα σε δυόμισι στίχους, στον πληθυντικό! Ας αφήσουμε ελεύθερη, αχαλιναγώγητη τη φαντασία μας! Τι θα δούμε; Πλήθος πολύ και μια έντονη δραστηριότητα. Βλέπουμε τους ήρωες να κουβαλάνε από τις σκηνές τους (δεν τρώγανε μόνο, κοιμόντουσαν και ξεκουράζονταν στα τσαρδάκια τους, ήταν και χώροι αποθήκευσης της λείας, μας λέει η Ιλιάδα) ό,τι πιο πολύτιμο είχε ο καθένας για να αγοράσει κρασί. Χαλκό και σίδηρο και δέρματα βοδιών (ρινοί) και βόδια ολοζώντανα και αιχμάλωτους νεαρούς άνδρες (ανδράποδα, λέξη πλασμένη κατά το τετράποδα, τα ζώα εκτροφής). Όλα αυτά είναι τα πιο πολύτιμα αντικείμενα εκείνη την εποχή (800-600 π. Χ.). Παρατηρούμε μια έντονη επιθυμία να αγοράσουν και να πιουν κρασί και γι΄αυτό δίνουν ό,τι πιο πολύτιμο έχει ο καθένας τους! Πώς να εξηγήσουμε, φίλες και φίλοι, αυτή την έντονη επιθυμία να αγοράσουν και να πιουν κρασί; Ποια είναι η σχέση του πολεμιστή ήρωα με το κρασί; Γιατί το θέλουν τόσο πολύ;

ΠΡΙΝ απαντήσουμε ας σχολιάσουμε την αναφορά στον σίδηρο. Κάποιοι δίνουν σίδηρο για να αγοράσουν κρασί. Τι σίδηρος είναι όμως αυτός;  Είναι ακατέργαστος ή κατεργασμένος; Μας βοηθάει να απαντήσουμε το επίθετο αίθων. Το επίθετο αίθων στην Ιλιάδα σημαίνει κυρίως ”με το χρώμα της φωτιάς, κοκκινωπός”. Αλλά ο σίδηρος δεν είναι κοκκινωπός. Κοκκινωπός είναι ο χαλκός και πράγματι τέσσερις φορές το επίθετο χρησιμοποιείται για τα μεγάλα χάλκινα καζάνια, τους λέβητες, οι οποίοι όταν είναι γυαλισμένοι είναι και αστραφτεροί, λαμπεροί. Αίθων σίδηρος είναι ο λαμπερός, αστραφτερός σίδηρος και ο μόνος σίδηρος που είναι τέτοιος είναι ο κατεργασμένος, κάποιο προϊόν, όπως το ξίφος ή το μαχαίρι –  ή κάτι άλλο. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιο ή ποια σιδερένια αντικείμενα έδιναν για να τα ανταλλάξουν με το κρασί. Το ότι θα μπορούσε να ήταν σιδερένιες σούβλες ψησίματος του κρέατος είναι κάτι που η Ιλιάδα δεν μας  απαγορεύει να το εικάσουμε, θα έλεγα μας το υποβάλλει.

ΓΙΑΤΙ οι πολεμιστές στην Ιλιάδα επιθυμούν τόσο πολύ το κρασί; Τι γίνεται όταν πίνουμε κρασί; Σε μικρή ποσότητα είναι μια πολύ θρεπτική τροφή. Σε λίγο μεγαλύτερη ποσότητα μας χαλαρώνει και μας ξεκουράζει, μας κοιμίζει. Σε ακόμα μεγαλύτερη ποσότητα μας χαρίζει ευεξία και δύναμη. Είναι λοιπόν ένα μέσο αύξησης της σωματικής και ψυχικής δύναμης. Λίγα ποτηράκια ακόμα μας κάνει απερίσκεπτους, απερίσκεπτα γενναίους, μας φέρνει σε μια κατάσταση παραφοράς, μανίας. Αυτά τα δύο χρειάζεται ο ήρωας πολεμιστής: αύξηση της σωματικής και ψυχικής δύναμης, απερισκεψία και παραφορά. Τι είναι η απερισκεψία και η μανιακή παραφορά;  Είναι ένας τρόπος εξάλειψης του φόβου και της δειλίας.  

ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ότι πριν πριν τη σύγκρουση των οπλιτικών φαλάγγων στην κλασική εποχή, οι στρατιώτες έπιναν κρασί. Για να εξαλείψουν τον φόβο και τη δειλία, για να γίνουν γενναίοι –  δια της χημικής οδού. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έπιναν και λίγο παραπάνω και πολεμούσαν ψιλομεθυσμένοι ή και πολύ μεθυσμένοι. Έχουμε μαρτυρίες ότι το πεδίο της μάχης βρομούσε σκατίλα, από τους  στρατιώτες που χέζονταν από τον φόβο τους ή τους έφευγαν όταν πέθαιναν! Εάν θέλετε να διαβάσετε ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο για αυτά τα ζητήματα και για να ξεχάσετε όλα όσα ξέρετε, σας προτείνω το Ο δυτικός τρόπος πολέμου του V.-D. Hanson (εκδ. Τουρίκης, μετ. Μπλέτσας Μάριος).

Η Ιλιάδα είναι σαφέστατη: κανένας δεν θέλει να πολεμήσει, όλοι προσπαθούν να αποφύγουν το πεδίο της μάχης. Δύο είναι οι λόγοι: ο φόβος, η δειλιά από τη μια, κι από την άλλη η αρπαγή όλης της λείας από τους ισχυρούς άνδρες. Οι οποίοι συνεχώς παρακινούν τους στρατιώτες να πολεμήσουν αλλά αυτοί πέρα βρέχει.

ΥΠΑΡΧΕΙ και μια ακόμα πτυχή. Λένε σήμερα στη πιάτσα ότι η πρέζα (η ηρωίνη) και τα ξύδια (το αλκοόλ) είναι και τα δύο γομολάστιχες. Με τη πρέζα σβήνεις τον εαυτό σου, με τα ξύδια την κοινωνία. Διότι με μερικά ακόμα ποτηράκια ο ήρωας σβήνει την κοινωνία, γίνεται αντικοινωνικός, βίαιος. Και επειδή σε μια άκρως ανταγωνιστική κοινωνία, σε μια κοινωνία που λάτρευε την επιτυχία, όπως ήταν η πολεμική αρχαία ελληνική κοινωνία, η αποτυχία και ήττα είναι πάντα παρούσες, όπως και ο χλευασμός και η ταπείνωση και η γελειοποίηση που ακολουθούν την αποτυχία και την ήττα , ένας τρόπος υπάρχει να τα ξεχάσεις όλα αυτά: να πιεις τόσο πολύ κρασί μέχρι που να πέσεις λιπόθυμος.

ΚΙ αυτό έκαναν πολύ συχνά οι ήρωες ποιμένες πολεμιστές, οι ένδοξοι πρόγονοί μας. Στη συνέχεια θα μελετήσουμε την ενότητα σιδερένιες σούβλές-δούλοι-κρασί, θα εξετάσουμε τις μεταξύ τους σχέσεις και θα εστιάσουμε στις συνέπειες αυτών των σχέσεων.

Σχολιάστε ελεύθερα!