Έχω δύο φίλους που φροντίζουν τους γέρους γονείς τους. Ο ένας τον κατάκοιτο πατέρα του, οικοδόμος, σοβατζής, ο άλλος την καρκινοπαθή μητέρα του. Έχω φάει και έχω πιει και με τους δύο. Με συμπαθούν και τους συμπαθώ, τουλάχιστον. Χαίρομαι πολύ όταν τους βλέπω. Με τον πρώτο έχουμε φροντίσει μαζί τον πατέρα του, με τον δεύτερο όχι. Η φροντίδα τους είναι συγκινητική, μα την Παναγία!
Δεν έχει σημασία εάν τους γέρους μας τους φροντίσουμε εμείς ή άλλοι. Αρκεί να φροντίσουμε ότι κάποιοι θα τους φροντίσουν. Καλύτερα στο γηροκομείο παρά στο σπίτι μόνος, είναι σαφές! Καλύτερα ένα ζευγάρι Πακιστανών παρά μόνοι τους. Κανείς δεν θέλει να γίνει βάρος στους άλλους και θα ήθελα να με φροντίσουν ξένοι παρά τα παιδιά μου, ας κάνουν κάτι άλλο. Με τη σειρά τους θα φροντίσουν κι αυτά και δεν θα έχουν κανένα πρόβλημα γιατί τη ζουν και την μαθαίνουν την φροντίδα κάθε μέρα.
Και οι δύο αυτοί φίλοι μου είναι φιλομαθείς. Ο ένας είναι δάσκαλος μου, νεώτερος, σχετικά με τα φυτά, δέντρα, αμπέλια, λαχανικά και άλλα πολλά. Οι γνώσεις του είναι πολλές, μάγκα μου. Όποια δυσκολία έχω, σ΄ αυτόν καταφεύγω. Ο άλλος είναι άλλη φάση, έχει άλλες γνώσεις και αντιλήψεις. Κι αυτός είναι δάσκαλός μου, φίλος μου είναι, εάν δεν είναι δάσκαλός μου, τι σκατά είναι;
Όταν συναντηθούν δύο φιλομαθείς και γίνουν φίλοι, άσε, αυτή η φιλία θα ζήσει πολλά χρόνια, μια ζωή, και πολύ ωραία θα περάσουν, δεν είναι μαλάκες να μην περνάν καλά!
Το να φροντίζεις έναν γέρο είναι το πιο τραχύ μάθημα που μπορείς να βρεις εκεί που παραδίδονται μαθήματα…..κανονικό γδάρσισμο.
Επειδή κι όλοι οι γέροι δεν είναι αγαθοί,
επειδή και η ζωή που έζησαν τριγυρνάει σαν εκδικητικό φάντασμα μέρα νυχτα,
επειδή το ξέρουν ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα πια γι’αυτό,
επειδή ούτε να συγχωρέσουν ούτε να συγχωρεθούν έχουν πια το κουράγιο και
επειδή φοβούνται το τελος περισσότερο κι απ’ την καταραμένη ζωή που δεν έζησαν.