καλοκαιρινή προσευχή ενός άθεου σερβιτόρου
του λαμπε ρατ
δώσε μου δύναμη να μπορώ να υπάρχω
δώσε μου δύναμη να επιβιώσω της Αποκάλυψής Της
δώσε μου δύναμη να ξεκαλοκαιριάσω μίλια μακριά
και τίναξε τα μυαλά μου στον αέρα
ξέσκισε τη σάρκα μου
ξερίζωσε την καρδιά μου
εγκατάλειψε το είναι μου στο μέγα έλεός Της
δώσε μου δύναμη να ξεδιψάσω στη θάλασσα
δώσε μου δύναμη να τραφώ απ’ την αλμύρα της
δώσε μου δύναμη να αναπνεύσω το οξυγόνο της
και ταπείνωσέ με
έκθεσέ με
αποτρέλανέ με
βύθισέ με στα ατέλειωτα πόδια Της
δώσε μου δύναμη να βιοποριστώ
δώσε μου δύναμη να συγκεντρωθώ
δώσε μου δύναμη να συγχρονιστώ
δώσε μου δύναμη να δοθώ στο χορό
και αμόλησέ με σαν γατί σε πεινασμένο σκυλί
σαν ψάρι σε αγκίστρι
σαν ποντίκι σε φάκα
σαν θήραμα σε ζούγκλα κανιβάλων
απόθεσέ με σαν λεπτό σεντόνι στο κρεβάτι Της
δώσε μου δύναμη να αντέξω
δώσε μου δύναμη να απωθήσω
δώσε μου δύναμη να αντισταθώ
και δείξε μου συμπόνοια
δείξε μου οίκτο
δείξε μου οργή
δείξε μου μίσος
δείξε μου αγάπη
δως μου αγάπη
λαμπε ρατ
αθήνα
28/05/2016
δυνατό κομμάτι, αράπικο, πολύ μπούγκι, μπράβο
Ωδή στα ιδρωμενα γκαρσόνια με τα λευκά πουκάμισα,
στους τριχωτούς μάγειρες των υπόγειων μαγειρίων που μαλάζουν 10 κιλά χοιρινό κιμά καθε μέρα.
Στις κοπέλες των ρεσεψιόν, που χαμογελάνεεμε μια απέραντη ευγένεια και βρίζουν σαν λαχαναγορίτισσες.
Στις καθαρίστριες που σέρνουν το μικρό τους όχημα με τις χλωρίνες, όπως ένα μικρό καράβι, ανάμεσα στα φιόρδ των διαδρόμων και ξέρουν τα μυστικά περάσματα των ποντικιών.
Ωδή, τελος, στις καμαριέρες, που αλλαζουν τα σεντόνια με τους κίτρινους λεκέδες, και θάθελαν, πόσο θάθελαν να κυλιστούν κι αυτές πάνω τους και να κρατήσουν μέσα τους όλα τα tips των 2 ευρώ.
Να είστε καλά και να γραφετε.