in λαμπε ρατ

θάρρος και αλήθεια

 

του λαμπε ρατ

Δεν δείχνουμε το μεγαλείο μας όταν βρισκόμαστε στο ένα άκρο, αλλά όταν αγγίζουμε συνάμα και τα δύο.

Blaise Pascal

 

Το πραγματικό θάρρος είναι ακόμα να κρατά κανείς τα μάτια ανοιχτά στο φως όπως και στο θάνατο.

 Εκείνο που αξίζει είναι να παραμένει κανείς αληθινός, κι αυτό τα περιλαμβάνει όλα, και την ανθρωπιά και την απλότητα. Και πότε λοιπόν είμαι πιο αληθινός αν όχι όταν είμαι ο κόσμος;

 Albert Camus

 

Ναι, είναι αλήθεια ότι δεν θέλω να μπλέκομαι με γιατρούς και με νοσοκομεία. Δεν είμαι ο μόνος. Αυτή η οσμή γάζας και αμμωνίας απωθεί και φοβίζει. Η ζωή όμως δεν χαρίζεται. Βρίσκεται πάντα ένα βήμα μπροστά και της αρέσει να φυτρώνει παντού και αναπάντεχα. Οι ώρες που πέρασα πρόσφατα σε ένα δημόσιο νοσοκομείο που εφημέρευε ήταν ακριβώς μια έκφανση – ενσάρκωση αυτής της ορμητικής εισβολής της ζωής στο προσκήνιο. Και ο τρόπος με τον οποίο τη βίωσα και την προσέλαβα, εγώ, ένας άνθρωπος όπως όλοι οι άλλοι στο παρασκήνιο, με συνήθειες, ρουτίνες, φοβίες και αγωνίες, ήταν για μένα αποκαλυπτήρια ενός καλά κρυμμένου εαυτού και έμπρακτη επιβεβαίωση μιας άλλης προοπτικής για το μέσα-στον-κόσμο-είναι.

 Θα αντιπαρέλθω γρήγορα όσα, μικροαστικά και επιφανειακά, ακούγονται συνήθως για τα δημόσια νοσοκομεία, δηλαδή την ταλαιπωρία που υφίστανται σε αυτά οι ασθενείς και την ταξικότητά τους. Προφανώς και ισχύουν, αλλά δεν είναι νομίζω η ουσία, όχι τουλάχιστον για μένα. Γιατί; Γιατί σταδιακά βυθίστηκα στο βίωμά μου, αφέθηκα, ρίζωσα. Και κατάλαβα ότι το δημόσιο νοσοκομείο είναι ένας τόπος ιερός, μόνο που η ιερότητά του έχει σάρκα και οστά, και τοποθετείται σε ίση απόσταση από τη γαλήνη και την απελπισία.

Οι άνθρωποι που πηγαίνουν σε δημόσια νοσοκομεία είναι ως επί το πλείστον άνθρωποι λαϊκοί. Οι άνθρωποι αυτοί είναι καταρχάς καρτερικοί. Σπάνια θα παραπονεθούν και θα γκρινιάξουν. Η μίρλα προέρχεται συνήθως από μεσοαστούς που ξέπεσαν σε δημόσιο νοσοκομείο, κι αυτή η πτώση τους τους έκανε ευερέθιστους, νευρωτικούς και ανυπόμονους, γνωρίσματα που σε συνδυασμό με την ιδιοτέλεια, την αλαζονεία και τη μυστικοπαθή ιδιωτικότητά τους φτιάχνουν ένα εκρηκτικό μείγμα. Οι λαϊκοί άνθρωποι δεν έμαθαν ποτέ στα λούσα, δεν ήταν καν επιθυμητικές μηχανές, κι έτσι η αργοπορία στα δημόσια νοσοκομεία δεν τους εξαγριώνει. Οι άνθρωποι αυτοί είναι εξάλλου άνθρωποι κοινωνικοί, θερμοί και ζωντανοί. Δεν κοντοστέκονται στη γωνίτσα τους περιμένοντας σιωπηλά και ουδέτερα τη σειρά τους. Πιάνουν κουβέντα στους διπλανούς τους, δείχνουν ειλικρινές ενδιαφέρον για τα προβλήματά τους, ξορκίζουν με αστεία την ταλαιπωρία της αναμονής, προτείνουν θεραπευτικές λύσεις για το κακό το μάτι, δεν γυρίζουν την πλάτη αλλά τινάζονται από τη θέση τους για να δουν με τα ίδια τους τα μάτια αν κάποια σύζυγος με τα παιδιά της ουρλιάζουν για το χαμό του συζύγου και πατέρα, δεν στραβοκοιτάζουν τους μετανάστες όπως ίσως θα έκαναν στα λεωφορεία και τα πάρκα αλλά δείχνουν συγκατάβαση, αδυνατούν να δεχθούν αδιαμαρτύρητα τη σκληρότητα της καρδιάς και την πειθαρχία της ψυχής. Με δυο λόγια, η λαϊκότητά τους έγκειται στις αρετές της εγκαρτέρησης και της πρωτογενούς κοινωνικότητας – ανοιχτότητας – εγκαρδιότητας – κοινότητας. Και το δημόσιο νοσοκομείο είναι ένας τόπος προνομιακός γιατί εκεί εκδηλώνονται με όλο τους το μεγαλείο αυτές οι αρετές βάσης, αυτή η common decency.

 Δεν έχει νόημα να αντιστέκεσαι στον κόσμο και τα πράγματα. Αυτό το άφημα όμως δεν ισοδυναμεί με μοιρολατρία. Άβυσσος χωρίζει τις δύο στάσεις. Το άφημα του εαυτού είναι μια ανθρώπινη κατάσταση όπου κοιτάζει κανείς τη μοίρα καταπρόσωπο. Δεν υπεκφεύγει, πολεμά. Αλλά πολεμά αρνούμενος τη μεμψιμοιρία, τη μνησικακία, τη φλυαρία, το θορυβώδη θόρυβο, την τυφλά εγωιστική ελπίδα και το ναρκισσιστικό αγώνα. Η μοιρολατρία αντίθετα ενέχει μια εγκατάλειψη, μια προδοσία, μια δειλία, μια σιωπηλή σιωπή, και οπωσδήποτε μια πανίσχυρη υποδόρια αυταρέσκεια. Οι λαϊκοί άνθρωποι στα δημόσια νοσοκομεία αφήνονται στον κόσμο και τα πράγματα. Βρίσκονται πέρα και από τη θετικότητα της προσαρμογής στην Πραγματικότητα και από τον αρνητισμό της οικοδόμησης ενός παράλληλου ασφαλούς μικρόκοσμου, δεν επιλέγουν ανάμεσα στο θάρρος και την αλήθεια, ανάμεσα στο φως και τη μιζέρια. Δεν γαληνεύουν μήτε απελπίζονται, ή, αλλιώς, γαλήνη και απελπισία αναμετριούνται διαρκώς στα υπόγεια χωρίς καμία από τις δύο να επικρατεί, κι αυτή ακριβώς η αναμέτρηση τους κάνει και θαρραλέους και αληθινούς.

 

λαμπε ρατ/φεβρουάριος 2016

Σχολιάστε ελεύθερα!