φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΤΗΝ πρώτη μέρα της αφήγησης, ο Χρύσης έρχεται στο στρατόπεδο των εισβολέων Αχαιών και απαιτεί την απελευθέρωση της αιχμάλωτης κόρης του· ο Αγαμέμνων τον διώχνει με βρισιές και απειλές· εννιά μέρες ο Απόλλων πολιορκεί το στρατόπεδο και εξοντώνει μουλάρια, σκυλιά και πολεμιστές· τη δέκατη συγκαλείται συνέλευση κατά την οποία ο Αχιλλεύς θα σκότωνε τον Αγαμέμνονα, εάν δεν το σκεφτόταν καλύτερα: αντί να φονευθεί κατόπιν και ο ίδιος από τους σωματοφύλακες του αρχιστράτηγου, για να τον εκδικηθεί αποφασίζει να αποδυναμώσει τον αντίπαλο, να μειώσει την Ισχύ του, αποσύροντας από τις μάχες τον στρατό του : εάν για εννιά χρόνια δεν μπόρεσαν όλοι μαζί να αλώσουν την Τροία, χωρίς αυτόν όχι μόνο η άλωση είναι αδύνατη αλλά είναι βέβαιο ότι εκεί θα αφήσουν τα ηρωικά τους κοκαλάκια. Αυτό είναι το συνειδητό σχέδιο του Αχιλλέα, το οποίο και ομολογεί ανενδοίαστα δημόσια, στη συνέλευση. Ο Αχιλλεύς είναι βέβαιος ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν όπως ακριβώς τα σκέφτεται και τα σχεδιάζει – όπως και εξελίχθηκαν εν μέρει και θα εξελίσσονταν πλήρως, εάν δεν επέστρεφε στο πεδίο της μάχης.
ΑΣ δούμε τώρα τη συνέχεια. Την εικοστή πρώτη μέρα, η μανούλα του Αχιλλέα, η θεά Θέτις, κατά παράκληση του μοναχογιού της, πάει στον Όλυμπο και ικετεύει τον Δία να πάρει το μέρος των Τρώων και ο Ζεύς συμφωνεί. Αντιλαμβάνεστε κάποια αντίφαση; Ασφαλώς και την αντιλαμβάνεστε! Αφού είναι κάτι παραπάνω από βέβαιος ότι οι Αχαιοί θα ηττηθούν, ότι τα καράβια τους θα καούν και οι ίδιοι θα φονευθούν, γιατί να ζητήσει από τη μάνα του να πάει στον Όλυμπο να εκλιπαρήσει τον Δία να πάρει το μέρος των Τρώων;
ΤΗΝ απάντηση θα μας τη δώσει ο στίχος που θα μελετήσουμε σήμερα, ο Ν 1. Συνεχίζω. Η εικοστή δεύτερη μέρα της αφήγησης είναι η πρώτη μέρα του πολέμου (Β 48 – Η 293)· την εικοστή τρίτη δεν πολεμούν, οι αντίπαλοι θάβουν τους νεκρούς τους (Η 294 – 432). Την εικοστή τέταρτη, οι Αχαιοί κτίζουν τείχος (Η 432-τέλος). Η εικοστή πέμπτη μέρα της αφήγησης είναι η δεύτερη μέρα του πολέμου (Θ-Κ) – τη νύχτα οι απεσταλμένοι του Αγαμέμνονα προσπαθούν να πείσουν τον Αχιλλέα να επιστρέψει αλλά μάταια (Ι – ποιητικά, η πιο ωραία ραψωδία της Ιλιάδας, αρρωστούργημα). Η τρίτη μέρα του πολέμου, η εικοστή έκτη της αφήγησης, αρχίζει με τον Λ 1 και τελειώνει με τον Σ 241! Εφτάμιση ραψωδίες, πάνω από το ένα τέταρτο της έκτασης της Ιλιάδας! Τη μέρα αυτή σκοτώνεται ο Πάτροκλος και ο Αχιλλέας αναγκάζεται να επιστρέψει στο πεδίο της μάχης για να εκδικηθεί τον θάνατό του – να σκοτώσει τον Έκτορα.
ΤΗ μέρα αυτή οι Αχαιοί βλέπουν τον Χάρο με τα μάτια τους. Οι Τρώες σπάνε τις πύλες του τείχους και πλησιάζουν τα πλοία – θα κάψουν αργότερα ένα. Θα τα έκαιγαν όλα, εάν δεν επέστρεφαν οι Μυρμηδόνες στο πεδίο της μάχης με επί κεφαλής τον Πάτροκλο. Τις πύλες του τείχους τις σπάνε οι Τρώες με αρχηγό τον Έκτορα στο τέλος της ραψωδίας Μ. Ας δούμε τώρα τον πρώτο στίχο της Ν (και τους επόμενους οχτώ – σε μετάφραση Καζαντζάκη -Κακριδή):
Ζεύς μεν επεί ουν Τρώας τε και Έκτορα νηυσί πέλασσε,
(1-4) Τους Τρώες ωστόσο και τον Έκτορα σα σίμωσε (έφερε) στα πλοία / πια ο Δίας, εκεί τους απαράτησε, να ΄χουν καημούς και μόχτους / δίχως σωμό (σταματημό), κι αυτός τα μάτια του τ΄ αστραφτερά γυρίζει / πέρα μακριά, στις χώρες που έμεναν οι αλογοθρόφοι Θράκες / . . . (7-9) Στη Τροία καθόλου πια δε γύριζε τ΄ αστραφτερά του μάτια, τι δε φαντάζονταν (δεν περίμενε), αθάνατος κανείς ν΄ αποκοτήσει / να ΄ρθει και στους Αργίτες (Αχαιούς) βοήθηση για (ή) και στους Τρώες να δώσει.
ΤΙ καταλαβαίνουμε, φίλες και φίλοι, όταν διαβάζουμε ότι ο Δίας έφερε κοντά στα πλοία των Αχαιών τους Τρώες και τον Έκτορα; Τι καταλαβαίνουμε όταν διαβάζουμε ότι έστρεψε το βλέμμα του, από τη κορφή του όρους Ίδη που βρίσκεται κοντά στην Τροία, πέρα μακριά στη Θράκη και στον Πόντο, τη σημερινή Ουκρανία; Και ότι είχε προσηλωμένο το βλέμμα του σε αυτά τα μέρη και ότι δεν γύριζε το βλέμμα του προς το πεδίο της μάχης έξω από την Τροία γιατί δεν περίμενε κάποιος από τους άλλους θεούς να βοηθήσει τους Αχαιούς ή τους Τρώες;
ΔΥΣΚΟΛΕΥΟΜΑΣΤΕ, το αντιλαμβάνομαι. Κι όχι μόνο εμείς! Δυσκολεύονται οι ίδιοι οι διάσημοι ομηριστές, καθηγητές μεγάλων Πανεπιστημίων. Να πως σχολιάζει τον στίχο Ν 1 ο Richard Janko, που έχει συντάξει το ερμηνευτικό υπόμνημα της τραγωδίας Ν, στο έξοχο εξάτομο ερμηνευτικό υπόμνημα του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, (μεταφρασμένο έξοχα και στα ελληνικά, εκδ. Unιversity Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2003):
Η περίοπτη θέση του ονόματος του Δία υπογραμμίζει ότι η επιτυχία ανήκει μάλλον στον ίδιο παρά στον Έκτορα. (τόμος Δ΄, 149). Η επιτυχία ανήκει μάλλον στον Δία; Δεν καταλαβαίνω! Πώς ανήκει η επιτυχία στον Δία; Ο επί κεφαλής των Τρώων Έκτωρ δεν ήταν αυτός που έσπασε και έκαψε την πύλη, αυτός και αυτοί δεν ήταν που πλησίασαν τα καράβια; Πώς ο Δίας έφερε τον Έκτορα και τους Τρώες κοντά στα καράβια; Κι αυτό το μάλλον, τι είναι; Τι θα πει μάλλον; Μάλλον θα πει ότι ο υπομνηματιστής δεν είναι βέβαιος γι΄αυτό που γράφει, ότι η αμφιβολία του είναι έμμεση ομολογία ότι δεν καταλαβαίνει τον στίχο, ότι δεν καταλαβαίνει ποιος είναι ο Ζευς.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ τώρα την πρότασή μου να πάθετε καραπλακάρα. Στη θέση της λέξης Ζεύς θα βάλω τη λέξη Ισχύς και θα διαβάσω τον στίχο ως εξής:
Ισχύς δ΄επεί ουν Τρώας τε και Έκτορα νηυσί πέλασσε,
και μεταφράζω:
η Ισχύς ωστόσο τους Τρώες και τον Έκτορα αφού τους έφερε κοντά στα καράβια, παρατώντας τους όλους εκεί (και όχι τους Τρώες μόνο, όπως λαθεμένα μεταφράζουν οι Κ-Κ) , αφήνοντάς τους σε αυτή την κατάσταση, να υποφέρουν και να βασανίζονται χωρίς τελειωμό, έστρεψε το βλέμμα της μακριά κλπ. . . .
ΠΩΣ είναι όμως δυνατόν να στρέψει η Ισχύς το βλέμμα της μακριά, σε άλλες χώρες, και να το έχει προσηλωμένο εκεί και να μην το γυρίζει πια στη Τροία γιατί δεν περίμενε ότι κάποιος από τους θεούς θα βοηθήσει τους μεν ή τους δε; Έχει η μάτια η Ισχύς; Όχι, δεν έχει. Και τι σημαίνει ότι κάποιος από τους θεούς θα βοηθήσει τους μεν ή τους δε;
ΟΙ Τρώες με αρχηγό τον Έκτορα έσπασαν και έκαψαν την πύλη του τείχους γιατί ήταν πιο ισχυροί από τους Αχαιούς – η διαθέσιμη των ωρών εκείνων ισχύς τους τούς έφερε κοντά στα καράβια – για να τα κάψουν. Την διαθέσιμη αυτή πολεμική ισχύ η ηρωική ποίηση την προσωποποιεί – αυτός είναι ο Ζεύς! Όταν η Ιλιάδα λέει ότι ο Ζεύς είναι με τους Τρώες σημαίνει ότι οι Τρώες είναι πιο ισχυροί από τους Αχαιούς· όταν λέει ότι είναι με τους Αχαιούς σημαίνει ότι οι Αχαιοί είναι πιο ισχυροί. Όταν λέει ότι τους παράτησε εκεί και έστρεψε αλλού το βλέμμα του, θέλει να μας πει ότι έχει διαμορφωθεί ένας συσχετισμός ισχύος ο οποίος δεν αλλάζει. Και δεν στρέφει το βλέμμα του πια στην Τροία γιατί δεν περιμένει ότι αυτός ο συσχετισμός ισχύος θα μεταβληθεί. Θα μεταβαλλόταν εάν κάποιος βοηθούσε τους Αχαιούς, εάν δηλαδή αυξανόταν η ισχύς τους: αυτό θέλει να μας πει όταν διαβάζουμε ότι δεν περίμενε ότι κάποιος από τους θεούς θα τους βοηθούσε!
ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΗΣΕΤΕ τη λέξη Ζεύς ή τη λέξη θεός με τη λέξη ισχύς και θα διαπιστώσετε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις το νόημα θα είναι τόσο ξεκάθαρο, τόσο διαυγές! Όταν η Ιλιάδα μας λέει ότι η μάνα του Αχιλλέα είναι η θεά Θέτις θέλει να μας πει ότι είναι γιος της Ισχύος, ότι είναι πολύ ισχυρός αλλά όχι και πανίσχυρος. Όταν ο συνθέτης μας λέει ότι ο Ζεύς δέχεται να πάρει το μέρος των Τρώων μας λέει απλά ότι είναι βέβαιο ότι ο συσχετισμός ισχύος θα κλίνει υπέρ των Τρώων, μιας και το ισχυρότερο στράτευμα των εισβολέων αποσύρεται από τον πόλεμο, ακριβώς για να μειωθεί η ισχύς των εναπομεινάντων Αχαιών εισβολέων που πολεμούν και να αυξηθεί αυτή των Τρώων.
ΟΤΑΝ η Ιλιάδα μιλά για θεούς δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να σχολιάζει με προσωποποιήσεις την πολεμική ισχύ, τον συσχετισμό της ισχύος μεταξύ των αντιπάλων και την μεταβολή της. Για να κατανοήσουμε την Ιλιαδα δεν αρκεί η φιλολογία, η θεολογία και η αφηγηματολογία. Είναι απαραίτητη και η θεωρία πολέμου, η πολεμολογία. Και μέχρις στιγμής, από όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, μια πολεμολογική ανάγνωση και προσέγγιση της Ιλιάδας δεν έχει γίνει.
Σχολιάστε ελεύθερα!