φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΟΤΑΝ οι άνθρωποι ήταν μόνο δύο, τον Αδάμ και την Εύα εννοώ, ο Θεός δεν φοβήθηκε και έψαξε και τους βρήκε – δεν υπήρχαν κινητά εκείνη την εποχή – για να τους διώξει από τον Παράδεισο και να τους στείλει στην κοιλάδα του μόχθου και του ιδρώτα. Όταν οι άνθρωποι έγιναν πολλοί, έστελνε αγγέλους , αγγελιοφόρους, για να μεταβιβάσουν τις εντολές του· οι άγγελοι μετασχημάτιζαν την τάση και την ένταση της οργίλης διάθεσης του τσομπάν- Θεού σε ηπιότητα και μειλιχιότητα.
ΚΑΙ ο επουράνιος Θεός και ο επίγειος Κύριος απεχθάνεται την άμεση επαφή με τους ρυπαρούς και ευτελείς υποτελείς. Μένει μακριά, από όπου τους βλέπει και τους ακούει, και στέλνει τους υπηρέτες Του να μεταβιβάσουν τις εντολές του, τις επιθυμίες του. Αυτοί οι υπηρέτες, φίλες και φίλοι, έγιναν πολλοί, μιας και υπήρχε μεγάλη προσφορά, και με το πέρασμα του χρόνου εμπεδώθηκε μεταξύ τους σχέσεις Κυρίου- υποτελούς. Υπάρχει ένας Κύριος υψηλά, ακολουθούν Κύριοι που είναι και Υποτελείς, και στα χαμηλά μόνο οι Υποτελείς: η στρατιωτική ιεραρχία, άρα και της κρατικής διοίκησης, η αστυνομική, η εκκλησιαστική ιεραρχία είναι σαφή παραδείγματα. Αυτή είναι η κοινωνική ιεραρχία. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να την παρουσιάσουμε από το να περιγράψουμε τις σχέσεις των ορνίθων μέσα στο κοτέτσι. Υπάρχει μια όρνιθα που τσιμπάει όλες τις άλλες· υπάρχει μια όρνιθα που τσιμπιέται μόνο από μία και τσιμπάει όλες τις άλλες· υπάρχει μία όρνιθα που τσιμπιέται μόνο από δύο και τσιμπάει όλες τις άλλες και ούτω καθ΄ εξής· τελικά, υπάρχει μια όρνιθα που τσιμπιέται από όλες και δεν τσιμπάει καμία. Εάν δείτε μια μέρα στο κοτέτσι σας ψόφια όρνιθα, να ξέρετε ότι είναι αυτή. Ομιλώ ως ειδικός επί των κοτών.
ΘΑ ήταν εύγλωττο και γλαφυρό να την περιγράφαμε και με όρους αυτοκινήτου. Ο κινητήρας είναι ο Κύριος, οι τροχοί είναι οι Υποτελείς. Οι στροφές όμως των τροχών είναι πολύ λιγότερες από τις στροφές του κινητήρα. Πώς γίνεται αυτό; Μειώνονται, υποπολλαπλασιάζονται από έναν μηχανισμό, το σασμάν, το κιβώτιο ταχυτήτων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η τάση και η ένταση της ταχύτητας των στροφών του κινητήρα μετασχηματίζονται για να λιγοστέψουν. Φαντάζεστε να μην μπορούσαμε να το κάνουμε αυτό; Το αυτοκίνητο θα ξεκινούμε με 100 χιλιόμετρα την ώρα! Το κιβώτιο των ταχυτήτων είναι τα κοινωνικά στρώματα που βρίσκονται ανάμεσα σε αυτόν που λεηλατεί, τον Κύριο, και σε αυτούς που λεηλατούνται, τους υποτελείς. Θα ονομάσουμε λεβιέ ταχυτήτων το κοινωνικό στρώμα των διανοουμένων.
ΠΟΛΥΠΛΗΘΕΣ κοινωνικό στρώμα. Για να ενταχθείς σε αυτήν την κοινωνική κατηγορία πρέπει να δώσεις κώλο. Διότι, θα το γνωρίζετε, υπάρχουν διανοούμενοι που δεν τουρλώνονται, για να γαμηθούν με την ελπίδα ότι θα γαμήσουν κάποια στιγμή όποιον και όποια θέλουν. Είναι οι διανοούμενοι που δεν ανήκουν σε κλίκες, δεν ανέχονται υποδείξεις πώς θα γράφουν, πώς θα σκέφτονται και τι θα γράφουν. Δεν είναι λίγοι, νομίζω πως συνεννοηθήκαμε. Και μη νομίζουν μερικοί και μερικές πως ακολουθώντας τον συρμό για να πουλάνε τα βιβλία τους και να εξασφαλίσουν λίγα ψίχουλα φήμης, ότι δεν αρνούνται τις υποδείξεις: αυτολογοκρίνονται. Εξηγούμαι διότι τρέφω άκρως εχθρικά αισθήματα προς αυτά τα κοινωνικά παράσιτα. Τώρα μάλιστα που κυβέρνησαν και ανέλαβαν τη διαχείριση του Κράτους τα αισθήματα δεν είναι πια εχθρικά. Είναι κάτι παραπάνω αλλά δεν μπορώ να το εκφράσω με λέξεις. Μπα, ούτε αηδία.
Ο αριθμός αυτών που συρρέουν να ενταχθούν σε αυτό το κοινωνικό στρώμα είναι μεγάλος και αυξάνει διαρκώς. Και ενώ ο ρόλος τους είναι κομβικός για την αναπαραγωγή της Κυριαρχίας, λοιδωρούνται και χλευάζονται και από τον Κύριο και από τους Υποτελείς. Το γεγονός ότι δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο, θα πρέπει να το φέρουν βαρέως. Δυστυχία. Δεν θα πήγαινε ποτέ σε μπουρδέλο πολυτελείας ο Μπόμπολας με τον Ανδρουλάκη! Δεν θα έπαιζε ποτέ ζάρια ο Βαρδινογιάνης με τον Γιανναρά! Εάν είναι δυνατόν! Και αν ναυαγούσατε σε ερημονήσι δεν θα προτιμούσατε να έχετε παρέα έναν γύφτο παρά έναν διανοούμενο; Εγώ, ναι, χωρίς την παραμικρή επιφύλαξη.
ΟΙ διανοούμενοι, οι πνευματικά εργαζόμενοι, οι υπηρέτες του Κράτους, μετασχηματίζουν την τάση και την ένταση της καπιταλιστικής εντολής και την μεταβιβάζουν προς τους Υποτελείς. Εμφανίζονται με πολλές μορφές – διπλωμάτες (ο Σεφέρης! με χίλια εβρά τον στίχο δέχομαι να διαβάσω ένα ποίημά του), ειδικοί της κοινωνικής μηχανικής, λογοτέχνες, δημοσιογράφοι, δάσκαλοι, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχίατροι. Ο μετασχηματισμός είναι αμφίδρομος: αρπάζουν τη γνώση των υποτελών παραγωγών, γνώση που παράγεται κατά τη διαδικασία της εργασίας, την επεξεργάζονται, την αφομοιώνουν, την οικειοποιούνται και την προσφέρουν στον Κύριό τους, αποδεχόμενοι ότι είναι ιδιοκτησία Του. Προστάζουν και λεηλατούν – να γιατί τους περιφρονεί ο λαός. Ο οποίος όμως και τους θαυμάζει, άρα και τους φθονεί. Τους έκανε βουλευτές και υπουργούς. Τους εκτιμά αλλά και τους περιφρονεί. Και αναγνωρίζει το έργο τους και τους θεωρεί κοινωνικά παράσιτα.
Ο κρατικός διανοούμενος είναι ένα πολύ παράξενο είδος κοινωνικού υβριδίου. Είναι και Κύριος και Υποτελής, δεν είναι ούτε Κύριος ούτε Υποτελής. Η κατάσταση αυτή τον κάνει απελπιστικά δυστυχή – κατ΄ ανάγκην και μνησίκακο. Η παρελθούσα εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα είδος εκδίκησης τόσο προς τον Κύριο όσο και προς τον Υποτελή, που τον περιφρονούν και τον χλευάζουν. Ας μην ξεχνάμε ότι οι διανοούμενοι ήταν η σπονδυλική στήλη και του φασιστικού κινήματος και του ναζιστικού κινήματος κατά τον μεσοπόλεμο – ο Γκέμπελς, τι διανοουμενάρα! Γιατί δεν έχει μεταφραστεί το βιβλίο του Αγώνας γύρω από το Βερολίνο;
ΟΙ διανοούμενοι είναι παρακινητές, αγκιτάτορες. Υπηρετούν την επέκταση του καπιταλισμού και παρακινούν τους υποτελείς να υποταχθούν, να υπακούσουν. Οι διανοούμενοι, ως παρακινητές, είναι δημιουργοί κινημάτων. Προσπαθούν να κινητοποιήσουν τους απρόθυμους υποτελείς όπως στην Ιλιάδα οι ήρωες τους απρόθυμους να πολεμήσουν απλούς στρατιώτες. Δικό τους έργο είναι και τα κοινωνικά κινήματα, τα οποία είναι εδώ, μας κυβερνούν και μας γαμούν.
ΤΟ πολυπληθές αυτού του κοινωνικού στρώματος και η συνεχιζόμενη αύξηση της προσφοράς, της εισροής προς αυτό φιλόδοξων και ματαιόδοξων και μεγαλομανιακών νέων και νεανίδων και εξαχρειώνει τις μεταξύ τους σχέσεις και υποσκάπτει το μέλλον του. Όσο θα αυξάνεται ο ανταγωνισμός τόσο τα όρια στην ελευθερία και την επιθυμία θα εξοβελίζονται, έως ότου υποβιβαστούν στην κατάσταση του παραληρηματικού διανοητικού προλεταριάτου, η απελπισία του οποίου θα είναι τέτοια και τόση που πολύ φοβάμαι ότι θα γεννήσει κινήματα του είδους που αυτή η απελπισία γέννησε και κατά τα παρελθόντα έτη – του μεσοπολέμου εννοώ. Εάν δεν τολμάτε να συγκρίνετε τον Παπαδημούλη με τον Γκέμπελς και τον Τσίπρα με τον Μουσουλίνι, τι να πω, δεν ξέρω.
ΔΕΝ μπορώ να γνωρίζω τι είδους κινήματα θα είναι αυτά. Το ότι θα έχουν κάποια σχέση με τη προβλεπόμενη και αναμενόμενη έλλειψη της τροφής, με την κλιματική αλλαγή και με τα πλήθη των μεταναστών και των προσφύγων, με το βιοτικό επίπεδο δηλαδή των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών, θα πρέπει μάλλον να το θεωρήσουμε βέβαιο.
Συνταγή για εβρίτικο, πετραδιώτικο τραχανά με λαχανικά, η μάνα μου τον έφτιαχνε με αυτόν τον τρόπο (ήταν καλή όταν ήταν καλή): Αναπιάνετε το προζύμι, δηλαδή το κάνετε περισσότερο με νερό και αλεύρι – μετά από πέντε ώρες έχει φουσκώσει, είναι έτοιμο. Βράζετε μέσα σε μεγάλη κατσαρόλα σε πέντε λίτρα νερού 2 κιλά πιπεριές Φλωρίνης, ένα κιλό ντομάτες, ένα κιλό καρότα κι ένα κιλό πατάτες μέχρι να λιώσουν. Τα περνάτε στο μούλτι να γίνουν χυλός. Προσθέτετε ένα κιλό σουσάμι στουμπισμένο, τέσσερις κουταλιές αλάτι χοντρό και το προζύμι. Τα ανακατεύετε, προσθέτετε αλεύρι και ζυμώνετε μέχρι να γίνει η ζύμη σφιχτή. Την αφήνετε καμιά δεκαριά ώρες κι αν θέλετε εν τω μεταξύ την ξαναζυμώνετε. Μετά κάνετε τη ζύμη μπουκίτσες και τις απλώνετε σε σκιά ένα εικοσιτετράωρο για να στεγνώσουν – όχι να ξεραθούν. Μετά τις τρίβετε μέχρι να γίνουν ο τραχανάς που γνωρίζουμε. Τον απλώνουμε να ξεραθεί – σε πέντε, έξι μέρες είναι έτοιμος. Πρέπει να ξεραθεί παντελώς, μην τον μαζέψετε υγρό, υθα μουχλιάσει, θα χαλάσει. Εάν ξεραθεί καλά, αντέχει ένα χρόνο χωρίς να πάθει απολύτως τίποτα.
Πως μαγειρεύεται. Σε ενάμιση ποτήρι κρύο νερό (ένα βαθύ πιάτο) ρίχνουμε μια γεμάτη κουταλιά της σούπας τραχανά, λίγο λάδι και λίγο αλάτι και ανακατεύουμε συνεχώς μέχρι να πάρει βράση. Μόλις πάρει βράση, κλείνουμε το μάτι και τον αφήνουμε μέχρι να πάψει να βράζει. Και τον σερβίρουμε. Μέσα μπορείτε, αν θέλετε, να ρίξετε ντοματάκι λιαστό ή φέτα. Ή και μπούκοβο! Ή και ξερό ψωμί! Ή και χοιρινό λίπος! Είναι πρωινό φαγητό, τρώγεται όμως και το μεσημέρι. Ρουφάς και κάνα δυο τρεία τέσσερα πέντε ποτήρια μπρούσκο κόκκινο κρασί, στρίβεις κι ένα δίφυλλο, έξω να χιονίζει, προσκυνάς και λατρεύεις τη φύση με ένα δίωρο γλειφομούνι – δε φοβάμαι που θα πεθάνω, λυπάμαι!
Σχολιάστε ελεύθερα!