φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
ΜΑΣ αρέσει να βλέπουμε τους άλλους να . . ., πώς να το πω κομψά, αφού αποκλείσω την απαίσια έκφραση ‘κάνω έρωτα’; Να συνευρίσκονται ερωτικά, να γαμιούνται; Αισθάνομαι ότι και οι δύο αυτές επιλογές μου είναι ανεπαρκείς – θα διατηρήσω το γαμιούνται. Όταν λέω να βλέπουμε εννοώ να βλέπουμε όχι αληθινούς, όχι πραγματικούς αλλά, για να σκεφτούμε και να μιλήσουμε νιτσεϊκώς, ζωντανούς ανθρώπους, ζωντανά, ζεστά κορμιά – όχι εικόνες. Θα έρθουμε και στις εικόνες- οι οποίες είναι και αληθινές και πραγματικές.
ΕΑΝ μας αρέσει, γιατί; Μας αρέσει, φίλες και φίλοι, μας αρέσει πολύ. Ο Λέβι Στρος στους Θλιβερούς Τροπικούς διηγείται ότι σε μια φυλή τροφοσυλλεκτών της Βραζιλίας τα ζευγάρια που ήθελαν να γαμηθούν απομακρύνονταν λίγα μέτρα από τον καταυλισμό κι εκεί έβγαζαν τα μάτια τους – αυτή αν είναι απαίσια, τσομπαναραίικης καταγωγής έκφραση – η σεμνοτυφία της Ιλιάδας και της Οδύσσειας μας το επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο. Αμέσως τα παιδιά έτρεχαν πίσω από τους θάμνους για να δουν – μιμούμενα κινήσεις, γελώντας και σχολιάζοντας. Το περιστατικό αυτό συμπυκνώνει, συνοψίζει μια πρακτική που ήταν κοινή σε όλους τους πολιτισμούς για πολλές δεκάδες, εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια. Τα παιδιά εξοικειώνονταν με το γαμήσι και επιπλέον μάθαιναν.
ΣΕ άλλες περιπτώσεις, το καυλωμένο ζευγάρι δεν απομακρύνεται. Ήταν και αυτή μια πολύ διαδεδομένη πρακτική. Λόγου χάριν, συνέβαινε σε ολιγομελείς κοινότητες που κατοικούσαν σε ένα μεγάλο, κοινό οίκημα, στο κοινό σπίτι, η μια οικογένεια κοιμάται κοντά στην άλλη, το ένα ζευγάρι κοντά στο άλλο. Σε αυτές τις συνθήκες το να βλέπεις και να ακούς άλλους να γαμιούνται είναι μια καθημερινή πραγματικότητα, η οποία θα ήταν άκρως ανυπόφορη για τους σημερινούς ανθρώπους των καπιταλιστικών, ποιμενικών κοινωνιών.
ΟΙ πιο πρόσφατες μαρτυρίες της παραπάνω πρακτικής στον δυτικό πολιτισμό ανάγονται στον 11ο και 12ο αιώνα μ. Χ., την εποχή που ο διευρυμένος τύπος της φεουδαρχικής πατριαρχικής οικογένειας, μια ομάδα οικογενειών που ζουν και εργάζονται μαζί, έδωσε τη θέση του στην πυρηνική οικογένεια, αυτήν που επικρατεί σήμερα στις δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες. Δεν είναι του παρόντος να εκθέσουμε τις συνθήκες και τους λόγους αυτής της μετεξέλιξης, θα το κάνουμε ένα άλλο πρωινό. Εκείνη λοιπόν την εποχή τα μέλη της διευρυμένης οικογένειας ζούσαν όλα μαζί σε πολύ μικρούς χώρους – κοιμόντουσαν ο ένας κοντά στον άλλον και στο πάτωμα, εννοείται, στρωματσάδα. Όταν ο καιρός το επέτρεπε, τα ζευγάρια απόλαυαν τη πολύ στενή σωματική ηδονική συνεργασία στη φύση. Σε αμπέλι μέσα, Μάιο μήνα, ο πατέρας μου και η μάνα μου συνεργάστηκαν σωματικά – μετά από εννιά μήνες γεννήθηκα, την ώρα που πατέρας μου ήταν μέσα σε στοά ανθρακωρυχείου. Τα κρύα και μακρά βράδια του χειμώνα τα ζευγάρια γαμιόνταν μέσα στο σπίτι -τα παιδιά και οι γέροι άκουγαν, οι νέοι καύλωναν. Μας αρέσει να βλέπουμε και να ακούμε άλλους να γαμιούνται γιατί το γαμήσι είναι μια ενισχυτική της ζωής ηδονή και κάθε ενισχυτική της ζωής ηδονή μας καυλώνει και μας προτρέπει να την νιώσουμε και εμείς.
ΜΕ τον καιρό, το ζευγάρι απομονώθηκε και κρύφτηκε στην κρεβατοκάμαρα – το ΑΙΣΧΟΣ του δυτικού πολιτισμού, ένα από τα πιο φρικαλέα αίσχη! Η κρεβατοκάμαρα είναι ένας τόπος εξορίας, ένας τόπους εγκλεισμού, ένας τόπος που πολύ γρήγορα χάνει την γοητεία του και την καύλα του. Τόπος εξορίας είναι και το παιδικό δωμάτιο, τόπος εξορίας είναι η ίδια η κατοικία, τόπος εξορίας είναι το πεζοδρόμιο, είναι το γηροκομείο, είναι το νοσοκομείο, είναι το εργοστάσιο, τόπος εξορίας είναι κάθε χώρος εγκλεισμού, κάθε χώρος κοινωνικής αιχμαλωσίας. Είμαστε αιχμάλωτοι και εξορισμένοι – θα το καταλάβουμε, που θα πάει;
ΘΛΙΒΟΜΑΙ που τα παιδιά μας δεν μας έχουν δει να γαμιόμαστε με τη γυναίκα μου. Θλίβομαι. Πόσο χαμηλά έχει ξεπέσει το ανθρώπινο γένος με την επικράτηση των ποιμενικών αξιών, αντιλήψεων, γνώσεων, πρακτικών, κωδίκων συμπεριφοράς! Εκεί που βλέπαμε, πολύ συχνά, καθημερινά σχεδόν, παιδιά, έφηβοι και νέοι και γέροι, τους άλλους να γαμιούνται, τώρα δεν βλέπουμε τίποτα, απολύτως τίποτα. Με την επικράτηση της δυτικής πυρηνικής οικογένειας, η ανάγκη αυτή, η ηδονή αυτή, ικανοποιούνταν με το μπανιστήρι. Το μπανιστήρι, εντός και εκτός κατοικίας, είναι μια υγιής διαστροφή. Είναι υγιής γιατί μας αρέσει να βλέπουμε τους άλλους σε ερωτική περίπτυξη – μόνο στους πεθαμένους δεν αρέσει. Είναι διαστροφή γιατί είναι μια ανάγκη, μια επιθυμία που ικανοποιείται με ενοχές, με την αίσθηση του αμαρτήματος, με το φόβο της τιμωρίας. Κάποτε, πριν μερικές δεκαετίες, το μπανιστήρι ήταν πολύ διαδεδομένη πρακτική, οι μπανιστηρτζήδες ήταν πολλοί – λέω πολλοί γιατί ήταν αρσενικού γένους αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το μπανιστήρι δεν άρεσε ή δεν αρέσει στις γυναίκες. Σήμερα είναι ελάχιστοι, εάν υπάρχουν. Και έχει περιοριστεί μέσα στα όρια της οικιακής εξορίας.
ΠΏΣ, γιατί χάθηκαν οι μπανιστηρτζήδες; Η απάντηση είναι πολύ απλή: τους εξαφάνισε του πορνό, η τεράστια, διεθνής βιομηχανία του πορνού. Για να δεις πορνό στη δεκαετία του 60, ας πούμε, έπρεπε να δεις τσόντα, να πας σε τσοντάδικο. Εκείνη τη δεκαετία υπήρχαν πολύ λίγα τσοντάδικα – σήμερα κάθε σπίτι διαθέτει το δικό του. Υπάρχει ακόμα η Αλάσκα στην Πατησίων, έχετε πάει; Βρώμαγε κατουρλίλα, χύσια και ιδρώτα. Είχα πάει με άλλους τρεις συμμαθητές μου, κάναμε κοπάνα, παίξαμε μπιλιάρδο, κατεβήκαμε από Βριλήσσια στην Αθήνα για μπουρδελότσαρκα και καταλήξαμε στην Αλάσκα. Κάποια στιγμή με σκουντάει ο διπλανός μου και μου κάνει νόημα να δω κάτι. Βλέπω έναν τύπο να είναι σκυμμένος πάνω από τον πούτσο του φίλου μας που κάθονταν στην άλλη άκρη και να ανεβοκατεβάζει το κεφάλι – πίπα! Ανάβουν ξαφνικά τα φώτα για διάλειμμα και τι βλέπουμε; Τον καθηγητή μας τον θεολόγο να κάνει πίπα σε έναν από τους μαθητές του. Είκοσι και οι τέσσερις στα θρησκευτικά όλο το χρόνο – μας έκατσε λαχείο!
ΣΥΝΕΒΗ το 1975. Πέρασαν από τότε 40 χρόνια. Οι τσόντες ήταν ταινίες ερωτικές, που ξαφνικά εκεί που έβλεπες ένα ζευγάρι να χαϊδολογιέται να σου ένας τεράστιος πούτσος να μπαινοβγαίνει σε μουνί ή κώλο. Τη πρώτη φορά που το είδα σοκαρίστηκα και αναστατώθηκα – και ηδονίστηκα, ήμουν 16 χρονών. Τώρα, αν θέλω να δω τσόντα, μπορώ να δω ό,τι θέλω και με όλες τις ανέσεις μου. Όποιος, όποια θέλει μπορεί να δει ο,τιδήποτε, οποιαδήποτε στιγμή. Ο αριθμός αυτών, ανδρών και γυναικών, περισσότερο οι άνδρες, που βλέπουν πορνό μεγαλώνει διαρκώς. Μεγαλώνει διαρκώς ο αριθμός αυτών που βλέπουν πορνό και τον παίζουν μπροστά στην οθόνη. Το πορνό σχετίζεται άμεσα με τη μαλακία – όσο επεκτείνεται το πορνό επεκτείνεται και η μαλακία. Δεν αποκλείεται σε μερικές δεκάδες χρόνια όλη η ανθρωπότητα να βλέπει πορνό και να τον παίζει μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή. Βαδίζουμε ολοταχώς προς μια μαλακισμένη ανθρωπότητα.
ΕΡΩΤΩ: ο άνθρωπος, το αρσενικό, ο άνδρας που βλέπει πορνό και τον παίζει είναι άνθρωπος; Εάν δεν είναι, γιατί δεν είναι; Και τι είναι; Και είναι άνθρωπος και δεν είναι. Είναι άνθρωπος γιατί βλέπει, καυλώνει, τον παίζει, χύνει, σκουπίζει από το πάτωμα τα χύσια. Τί είναι όμως όταν δεν είναι άνθρωπος; Αυτό που κάνει, το κάνει με τη συνύπαρξη, με τη συμβίωση με ένα μηχάνημα. Άνθρωπος και μηχάνημα είναι μια ενότητα, μια ενιαία οντότητα – είναι ένα cyborg. Το cyborg είναι ένας συνδυασμός τεχνοεπιστήμης και οργανισμού που επιδιώκει να εξοβελίσει τα θεωρούμενα ως ελαττώματα τόσο του μηχανήματος όσο και του οργανισμού. Το ελάττωμα του μηχανήματος είναι ότι δεν καυλώνει – το ελάττωμα του οργανισμού: για να καυλώσει πρέπει να εξαρτηθεί από άλλον οργανισμό. Το pornocyborg είναι απομονωμένο αλλά αύταρκες. Εάν ο σκοπός της τεχνοεπιστήμης είναι να γίνουμε θεοί, κι εάν ο θεός είναι η αποθέωση του ατομικισμού, της διάλυσης κάθε κοινωνικού δεσμού, το πορνοcyborg, αυτός που βλέπει πορνό και τον παίζει, είναι θεός. Το πορνομαλακισμένο cyborg είναι θεός, ο θεός είναι πορνομαλάκας.
ΟΙ γαλλόφωνοι Βέλγοι έχουν ένα πολύ καταπληκτικό λογοπαίγνιο: προφέρουν τη λέξη porno (πορνό) ως pournou (πουρνού). Αλλά το pournou μπορεί να προφερθεί και ως pour nous, για μας, μόνο για μας, μόνο για τη πάρτη μας!
Η πορνομαλακία του cyborg είναι μια ένδειξη της συρρίκνωσης του κομμουνισμού. Αύριο το πρωί θα εξετάσουμε άλλη μια εκδήλωση της συρρίκνωσης του κομμουνισμού -θα επιχειρήσουμε μια ανθρωπολογική και εγκληματολογική προσέγγιση της παιδοφιλίας.
ο κομμουνισμός ειναι μια τεράστια παρτούζα όπου δεν υπάρχουν τάξεις ενδιαφέρον
Αυτό κατάλαβες, αυνάνοφ;
Απλά σαν προσθήκη στη συζήτηση, στο περίφημο αρχείο της Semiotext(e) υπάρχει και το κείμενο Πορνογραφία – Ο ερωτισμός των άλλων του Tony Duvert, που είναι μεταφρασμένο εδώ: http://gourmet-prolet.blogspot.gr/2010/06/pornography.html
Γεια.Το Αλασκα δεν υπαρχει εδω και πολλα χρονια,εχει γινει ρουχαδικο.Γενικα οσα ηταν φατσα σε κεντρικους δρομους εκλεισαν.Απο τα κλασσικα εχει μεινει το Αβερωφ,το Αθηναικον,το Κοσμοπολιτ και κανα δυο ακομα που τη γλιτωσαν γιατι ειναι πιο απομερα.Τελος παντων,σχετικα με τον μπανιστιρι τωρα:tις προαλλες εστριψα απο Σωκρατους στην Ξουθου δεξια και προχωρωντας για να βγω Κοτοπουλη(εδω να πω οτι δεν εχω παει ποτε σε τσονταδικο,δεν τα προλαβα στη δοξα τους-42 ετων ειμαι)ακουγα βογκητα,αχ ουχ κλπ…ωπα λεω,καποιος ξεχασε τα παραθυρα ανοιχτα…ο μπανιστιρτζης ξυπνησε μεσα μου που λες αλλα μετα μου ηρθε η φλασια περι της υπαρξης τσονταδικου-καποιος οντως ειχε αφησει μισανοιχτη την πορτα που εβγαζε στο στενο.
Ευχαριστούμε betty_C για την υπόδειξη του πολύ ενδιαφέροντος κειμένου – εγώ το αγνοούσα. Θα επανέλθω κάποια στιγμή στο θέμα.