φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Η επίγνωση του θανάτου είχε ως αποτέλεσμα το άγχος του θανάτου, το οποίο είναι κοινό σε όλους τους ανθρώπους όλων των κοινωνιών. Το άγχος αυτό επιδεινώνεται από την ταύτιση του φυσικού θανάτου με τον βίαιο θάνατο. Στις κυριαρχικές κοινωνίες ο βίαιος θάνατος είναι τόσο συχνός, τόσο πανταχού παρών ώστε εντυπώνεται η αντίληψη ότι ο θάνατος, η βία και ο τρόμος είναι αδιαχώριστα: όταν πεθαίνουμε, υποφέρουμε, βασανιζόμαστε.
ΟΙ μαρτυρίες όμως ήσυχου, ήρεμου θανάτου είναι πολλές και δεν περνούν απαρατήρητες. Κάποιος γέρος, πέθανε την ώρα που είχε γείρει το κεφάλι του στον ώμο του φίλου του όταν κάθισαν σε παγκάκι να ξεκουραστούν κατά τη διάρκεια του περιπάτου τους. Οι άλλοι δύο νόμιζαν ότι αποκοιμήθηκε, όπως το συνήθιζε. Μιχάλη, ξύπνα, φεύγουμε! Αλλά ο ογδαντόχρονος υγιής Μιχάλης, γερός γέρος, άφησε την τελευταία του πνοή στον ώμο του φίλου του.
ΕΝΑΣ φίλος από τα παλιά ρώτησε τη γιαγιά του να του πει πως είναι να πεθαίνεις. Και η ενενηντάχρονη υγιής γιαγιά, γερή γριά, αρχόντισσα, του απάντησε: πώς είναι να τρως λίγο ψωμάκι όταν πεινάς, πώς είναι να πίνεις ένα ποτήρι νερό όταν διψάς, πώς είναι να παίρνεις έναν υπνάκο όταν νυστάζεις, έτσι κι εγώ θέλω τώρα τον θάνατο.
ΤΟ να πεθάνεις υγιής σε πολύ μεγάλη ηλικία είναι μια αντίφαση που ο ποιμενικής, ηρωικής καταγωγής τρόπος σκέψης μας δεν μπορεί να το εντάξει μέσα στο διανοητικό του πλαίσιο και να το κατανοήσει. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο γέρος δεν είναι παλικαράκι, υπάρχουν όμως παλικαράκια που είναι πολύ γέροι και γέροι που είναι υγιείς και ρουφάνε τη ζωή μέχρι την τελευταία σταγόνα – εάν η ζωή είναι ένα ποτήρι καθαρό και δροσερό νερό κι όχι ένας αμείλικτος καθημερινός πόλεμος.
ΤΟ δίλημμα του Αχιλλέως το γνωρίζετε: να πεθάνει νέος και να δοξαστεί ή να πεθάνει γέρος άγνωστος και άσημος, χωρίς δόξα; Ο ήρωας Αχιλλεύς προτίμησε το πρώτο – του το επέβαλλε ο ηρωικός κώδικας συμπεριφοράς. Κι ενώ η απομάκρυνση από τις ηρωικές αξίες είναι μια διαδικασία που διαρκεί όσο και ο δυτικός πολιτισμός, η ταύτιση του θανάτου με τον βίαιο θάνατο είναι ένα πολιτισμικό ποιμενικό κατάλοιπο που επιβιώνει και μας ταλαιπωρεί. Το να πεθαίνεις γερός προκαλεί αγανάκτηση: μα αφού ήταν γερός γιατί πέθανε; θα αναρωτηθεί ένας απόγονος των ηρώων ποιμένων. Μα η υγεία δεν έχει καμιά σχέση με τον θάνατο. Η υγεία και η ασθένεια αφορούν τη ζωή, όχι τον θάνατο. Θα έρθει μια μέρα που θα πεθάνεις, αυτό είναι βέβαιο, το ζήτημα είναι πώς θα πεθάνεις. Όταν είσαι υγιής, θα πεθάνεις γρήγορα και ήσυχα. Και πολύ συχνά, στον ύπνο σου.
ΤΟ 1997, 39 ετών, γύρισα στο χωριό μου, μετά από απουσία 28 χρόνων. Πρόλαβα να δω τις τελευταίες βοϊδάμαξες, τα τελευταία ιππήλατα κάρα, πρόλαβα να δω τον τελευταίο αγρότη που όργωνε με τις αγελάδες. Γνώρισα και τον 89 ετών Πασχάλη, που κάθε πρωί, όταν του το επέτρεπε ο καιρός, έζευε τη φοράδα του στο κάρο και κατέβαινε στον κάμπο, στο ποτάμι. Κάθε φορά που τον συναντούσα στο δρόμο, τον χαιρετούσα και με χαιρετούσε με ένα χαμόγελο που σου μετέδιδε την αίσθηση ότι είναι πολύ ευτυχισμένος. Δεν μιλήσαμε ποτέ, μόνο χαιρετιόμασταν.
ΚΑΘΕ βράδυ ο Πασχάλης πήγαινε στο καφενείο-ψητοπωλείο στη πλατεία του χωριού να φάει ένα δυο σουβλάκια (καλαμάκια) και να πει μια μικρή Μαλαματίνα. Ένα βράδυ, έτυχε να ήμουν κι εγώ εκεί. Κάποιος από το καφενείο τον πείραξε. Πασχάλη, και τα σουβλάκια σου τρως και τη ρετσίνα σου πίνεις! Ο Πασχάλης του απάντησε χαμογελώντας:
Τι, νησκός θα πιθάνου;
ΕΦΑΓΕ, ήπιε, πλήρωσε κι έφυγε για το σπίτι του με το χαμόγελο να λάμπει όλο το πρόσωπό του. Ήταν και πέντε και δεκαεφτά και ογδόντα εννιά χρονών.
ΤΗΝ άλλη μέρα έμαθα ότι πέθανε στον ύπνο του.
Σχολιάστε ελεύθερα!