φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Εάν θα θέλαμε να συμπυκνώσουμε την αχανή και δαιδαλώδη Ιλιάδα σε δύο προτάσεις, δεν γίνεται σε μία, οι προτάσεις αυτές θα ήταν: η Ιλιάδα υμνεί και αποκηρύσσει τον ηρωισμό, τη βία δηλαδή· η Ιλιάδα καταγράφει τις επιθυμίες του ήρωα αριστοκράτη, παρουσιάζει αυτό που θα ήθελε να ήταν ο ἠρωας: πιο ισχυρός από τη φύση, αθάνατος δηλαδή, άρα και από τους αντιπάλους του. Η αύξηση της ισχύος είναι η κεντρική ιδέα της Ιλιάδας – αλλά αυτό είναι και το εντονότερο χαρακτηριστικό του δυτικού πολιτισμού, της δυτικής Κυριαρχίας.
Ο αφηγητής της Ιλιάδας δέχεται ότι η ισχύς εξασφαλίζεται μέσω της βίας· δεν σταματά όμως ούτε στιγμή να τους υπενθυμίζει ότι η άσκηση υλικής, σωματικής βίας πολλές φορές έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της διαθέσιμης ισχύος ή ακόμα και την απώλειά της. Εκτός από τη βία, η σκέψη μπορεί να μας κάνει ισχυρούς, μπορεί να αυξήσει τη διαθέσιμη ισχύ. Η άμεση, παρορμητική καταφυγή στη βία δεν είναι μόνο ασφαλής ένδειξη της μη κατανόησης της συγκυρίας αλλά και ένδειξη της μη συνειδητοποίησης των συνεπειών μιας πράξης βίας, μια αδυναμία ελέγχου και αποίκισης του μέλλοντος. Σε αυτές τις σκέψεις του αφηγητή της Ιλιάδας περί της σκέψης, της βίας και της ισχύος βρίσκονται οι πηγές του πλατωνικού και αριστοτελικού ορθού λόγου.
Σήμερα θα ρίξουμε ένα βλέφαρο σε μια πολύ ενδιαφέρουσα σκηνή της Α΄ ραψωδίας, αντικείμενο της οποίας είναι η σχέση βίας, σκέψης και ισχύος. Υπάρχει όμως και κάτι επίσης πολύ ενδιαφέρον:η συγκεκριμένη σκηνή μας βοηθάει να κατανοήσουμε μια πτυχή της φύσης των θεών της Ιλιάδας.
Ο Αγαμέμνονας χάνει (απώλεια ισχύος, αρνητική μεταβολή της κατανομής ισχύος) την νεαρή αιχμάλωτη Χρυσηίδα και αρπάζει (αύξηση ισχύος, θετική μεταβολή) την νεαρή αιχμάλωτη Βρισηίδα που έχει ο Αχιλλέας (απώλεια ισχύος, αρνητική μεταβολή). Δε γίνεται, λέει, στίχοι 133 κ.ε., με δικά μου λόγια, εσείς να γαμάτε κι εγώ ο πιο ισχυρός να μην γαμάω! Αρχίζουν λοιπόν τα μπινελίκια και όταν ο Αγαμέμνων αποφασίζει ότι θα πάρει την αιχμάλωτη που έχει ο Αχιλλέας, αυτός παίρνει ανάποδες και αντιμετωπίζει το δίλημμα να τραβήξει μαχαίρι και να τον σφάξει ή να αυτοσυγκρατηθεί και να μην το κάνει. Αν το δίλημμα εκφράζει αναποφασιστικότητα και έλλειψη αυτοπεποίθησης οφείλεται στο γεγονός ότι υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την αποτελεσματικότητα της μιας ή της άλλης επιλογής· ο Αχιλλεύς δεν είναι βέβαιος ποια από τις δύο επολογές θα αυξήσει την ισχύ του, θα ανατρέψει την αρνητική, την σε βάρος του κατανομή ισχύος. Βάζει το χέρι στο μαχαίρι, το τραβάει και εκείνη τη στιγμή τι λέτε να έγινε; ήρθε η Αθηνά από τον ουρανό, στάθηκε πίσω του και τον πιάνει από τα μαλλιά – μόνο αυτός την έβλεπε, κανένας από όλους τους άλλους! Για να περάσετε καλά, θα παραθέσω τους σχετικούς στίχους σε μετάφραση δική μου, σε μετάφραση της ραψωδίας Α που έχω κάνει στη γλώσσα των νονών της νύχτας διότι μόνο οι νονοί και οι καπιταλιστές είναι οι γνήσιοι απόγονοι των ηρώων της Ιλιάδας. (Θα τη βρείτε στην Κατηγορία Τσαντιλιάδα) Δεν θα μπορούσα να τη μεταφράσω στη γλώσσα (ιδεόλεκτο) των καπιταλιστών μιας και δεν έχουν δική τους αλλά μιλούν αυτήν των νονών.
Έτσι, που λέτε, μίλησε ο μέγας νταβατζής.
Μπερδεύτηκε, που λέτε, ο Αχιλεύς, σάλεψε, δεν ήξερε τι να κάνει·
190 τη σπάθα του τη κοφτερή γρήγορα να τραβήξει,
τους άλλους να ξεσηκώσει κι ύστερα να τον σφάξει
ή την ουρά στα σκέλια του να βάλει σαν το σκύλο;
Την ώρα που αυτά σκεφτότανε, τη σπάθα καθώς τραβούσε,
τι λέτε πως έγινε; Η Αθηνά μπροστά του!
195 Την έστειλε από τον ουρανό η Ήρα η ασπροχέρα,
τους γούσταρε και νοιάζονταν πολύ γι” αυτούς τους δύο.
Από πίσω πήγε στάθηκε, απ” τα μαλλιά τον πιάνει·
αυτός μόνο την έβλεπε, κανείς από τους άλλους.
Έπαθε ο Αχιλλεύς, πίσω του γυρνάει και τι να δει!
200 Η Αθηνά μπροστά του, ολόϊδια, τα μάτια του γουρλώσαν
και λόγια που δεν ακούγονταν της λέει τα παρακάτω:
«Τι μου ξανάρθες, Αθηνούλα μου, κόρη τ” αφεντικού μου;
Τα πούστικα φερσίματα να δεις του κολλητού σας;
Ένα θα πω εγώ και δε το παίρνω πίσω:
205 άμα δε κόψει τις μαγκιές, κομμάτια θα τον κάνω.»
Κι η τρελαμένη η Αθηνά του μίλησε και του ΄πε:
«Απ” τον ουρανό ήρθα, κόπανε, και κόψε τις μαλακίες·
η κυράτσα, η Ήρα, μ” έστειλε, η πλούσια αφεντικίνα,
που σας γουστάρει και τους δυο και νοιάζεται πολύ·
210 κόψε τις μαλακίες, κωλόπαιδο, και μη βγάζεις μαχαίρι·
βρίστονε ,τον παλιόπουστα, και μη μασάς καθόλου·
ένα σου λέω μοναχά, κι όπως το λέω θα γίνει·
μια μέρα, γι” αυτή τη προσβολή, πολλά λεφτά θα βγάλεις·
άραξε τώρα, ζάρωσε, και κάνε αυτό που λέμε.»
215 Την άκουσε, που λέτε, ο Αχιλλεύς, κι έτσι της απαντάει:
«Έτσι θα κάνω, κυράτσα μου, τα λόγια σου θ” ακούσω
κι ας βράζω από μέσα μου και μου “ρχεται να σκάσω·
άμα τ” ακούς τ” αφεντικά δε πας σα το σκυλί στ” αμπέλι.»
Τη σπάθα δε την τράβηξε με το βαρύ του χέρι,
220 στη θήκη της την άφησε και ζάρωσε, ας έκανε κι αλλιώς·
και η Αθηνά μας τράβηξε στο κάστρο ψηλά να πάει,
στο σπίτι του αφέντη της, των θειών, των αδελφών της.
Κι ο Αχιλλεύς τσαμπουκαλεύτηκε ξανά με τον νταβά·
άνοιξε το βρομόστομα, που να του φύγει η τσαντίλα:
225 «Βρομόπουστα, σκατόφατσα, χέστη, κωλοτρυπίδα,
δεν έχεις κώλο, μουνόπανο, να πας να πολεμήσεις
και για καρτέρι μ” αλλουνούς ούτε κοτάς να βγεις·
σαν να σε παν” για εκτέλεση, μωρή παλιοντακότα.
Ε, βέβαια, πιο καλά με το ραχάτι σου δω πέρα ν” αράζεις,
230 να μας τα παίρνεις, κερατά, άμα λάχει και στην πούμε·
κοσμάκη έφαγες πολύ, ρουφιάνε, βρωμολινάτσα,
μα αν δεν ήτανε αυτοί, το στόμα θα είχες ράψει.
Άκου με τώρα τι θα πω κι όρκο μεγάλο παίρνω:
μα το μπαστούνι που κρατώ, αυτό, το ξεραμένο
235 που στα βουνά το κόψανε και δεν θα ξαναβλαστήσει
γιατί μαχαίρι κοφτερό τη φλούδα του έχει ξύσει
και τώρα στα χέρια το κρατούν oι γέροι οι δικαστάδες,
που προστατεύουνε το βιός του αφέντη μας του Δία·
να τι θα κάνω εγώ, ακούστε με, βρωμιάρες κωλοτρυπίδες:
240 θα με ζητήσετε αύριο, καριόλια από την Αχαΐα·
μα τότε εσύ δε θα μπορείς, όσο και να χτυπιέσαι,
τα παλληκάρια να βοηθάς, ο Έκτωρ θα σας ξεσκίσει
και σ” αναμμένα κάρβουνα θα κάθεσαι, σκατοκαριόλη,
γιατί στ” αρχίδια σου έγραψες τον πιο μαγκίτη άντρα.»
Ποια είναι η Αθηνά, φίλες και φίλοι, σε αυτή τη σκηνή; Είναι μια γυναίκα, μια θεά, που ήρθε από τον ουρανό, στάθηκε πίσω του, του τράβηξε τα μαλλιά, την έβλεπε μόνο αυτός και κανένας άλλος και του είπε στον Αχιλλέα αυτά που του είπε; Όχι, βέβαια! Αυτά που λέει η θεά Αθηνά στον Αχιλλέα είναι οι σκέψεις του Αχιλλέα για το ποια από τις δύο επιλογές θα κάνει: να καταφύγει στη γνωστή ηρωική μέθοδο, στο τράβηγμα του μαχαιριού και να σκοτώσει τον Αγαμέμνονα ή να αυτοσυγκρατηθεί. Έκρινε, την ώρα που τραβούσε το μαχαίρι, ότι η απόπειρα να ξεσηκώσει τους άλλους και μετά να σφάξει τον Αγαμέμνονα, δεν θα είχε αίσιο τέλος, ότι πιθανότατα την απόπειρα δολοφονίας του ισχυρότερου άνδρα θα την πλήρωνε με την ίδια του τη ζωή. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτή η επιλογή θα ήταν αυτοκαταστροφική: όχι μόνο δεν θα αυξανόταν η ισχύς του αλλά θα έχανε τη ζωή του, που είναι πλήρης και ολοκληρωτική απώλεια της ισχύος. Βάζει το μαχαίρι στη θήκη του και αρχίζει τα γαμοσταυρίδια και τις χριστοπαναγίες. Και αποφασίζει ότι ο καλύτερος τρόπος να αυξήσει την πληγείσα ισχύ του είναι να μειώσει την ισχύ του αντιπάλου του: αποφασίζει να αποσύρει το ισχυρότερο στράτευμα της συμμαχίας των επιδρομέων ώστε ο Αγαμέμνων να προστρέξει ικέτης στα πόδια του. Η μεταβολή της κατανομής της ισχύος αναβάλλεται για το μέλλον μέσω της κατάρτισης ενός σχεδίου, μέσω της αποίκισης και του ελέγχου του μέλλοντος.
Η σκέψη βοηθά τον ήρωα Αχιλλέα να κρίνει τι αυξάνει και τη μειώνει την ισχύ· κατά συνέπεια, η ίδια η σκέψη είναι μια μορφή ισχύος, είναι μια εκδήλωση ισχύος. Αυτό δεν μας το λέει ευθέως ο αφηγητής αλλά εμμέσως: παρουσιάζει την ισχύ της σκέψης με την μορφή της Αθηνάς. Ο θεός, η θεά είναι προσωποίηση της ισχύος και κάθε εκδήλωση ισχύος παρουσιάζεται στην Ιλιάδα ως θεός. Εάν πίσω από κάθε εκδήλωση ισχύος βρίσκεται ένας θεός είναι γιατί θα ήθελε ο ίδιος ο ήρωας να ήταν κάτοχος αυτής της ισχύος. Εάν το όπλο του Δία είναι ο κεραυνός είναι γιατί θα ήθελε πολύ να έχει ένα όπλο σαν τον κεραυνό, ένα όπλο που βάλλεται από μακριά, που είναι τόσο τρομακρικό και καταστροφικό, από κάποιον που είναι αόρατος. Κεραυνός, σιγά τα λάχανα! Σήμερα ο Κύριος έχει διηπειρωτικούς πυραύλους, η πραγματικότητα ξεπέρασε και τη φαντασία και την επιθυμία!
Αύριο θα δούμε ότι η σκέψη έχει σχέση με την επόπτευση, την επιτήρηση και μεθαύριο θα εξετάσουμε τι είναι αυτό που κάνει επικίνδυνη μια σκέψη, αντίληψη, έννοια, θεωρία.
Σχολιάστε ελεύθερα!