Εάν, φίλες και φίλοι, δεχτούμε ότι δεν υπάρχει ένας και μόνο ένας τρόπος σκέψης (το αναφέρω γιατί ο Κύριος θεωρεί ότι υπάρχει μόνο ένας, ο δικός Του – θα δούμε ποιος είναι), θα αναγκαστούμε να φέρουμε στο προσκήνιο πληθώρα ερωτημάτων. Αυτή είναι, το γνωρίζετε, μία από τις πολλές υπέρτατες ηδονές μας – η διατύπωση ερωτημάτων. Πόσοι τρόποι σκέψης υπάρχουν σήμερα; Πόσοι υπήρξαν; Από αυτούς που υπήρξαν, επιβίωσαν κάποιοι και ποιοί; Τί είναι ένας τρόπος σκέψης; Πώς εμφανίζεται, ποιές συνθήκες και προϋποθέσεις πρέπει να υπάρξουν για να εμφανιστεί; Ποιοί είναι οι πρώτοι που σκέφτονται με έναν νέο τρόπο σκέψης; Μπορούμε να σκεφτούμε για το πως σκεφτόμαστε, είναι δυνατόν ο τρόπος σκέψης να γίνει αντικείμενο της σκέψης; Ποιός τρόπος σκέψης κυριαρχεί σήμερα; Υπάρχουν ενδείξεις ότι εμφανίζεται ένας νέος τρόπος σκέψης;
Το γεγονός ότι διατυπώνουμε αυτά τα ερωτήματα, το ότι καιγόμαστε να σκεφτούμε για το πως σκεφτόμαστε, είναι μια σαφηνής ( ο Αισχύλος την έπλασε τη λέξη, μου αρέσει πολύ, εξ ου και σαφήνεια) ένδειξη ότι υποφώσκει ένας νέος τρόπος σκέψης. Το ενδιαφέρον μου στρέφεται προς τον εντοπισμό και τη μελέτη αυτών των ενδείξεων – θα μας απασχολήσουν στο μέλλον, μην ανησυχείτε. Προκαταβολικά, ας περιοριστώ να πω ότι αυτόν τον υποφώσκοντα νέο τρόπο σκέψης τον ονομάζω κομμουνιστικό, δεν θα ασχοληθούμε όμως σήμερα με αυτόν, θα χρειαστούμε πολλά πολλά πρωινά για να τον μελετήσουμε. Σήμερα, και τις επόμενες μέρες, θα σουλατσάρουμε στην παγκόσμια ιστορία και θα παρουσιάσουμε τους τρόπους σκέψης που εμφανίστηκαν από την ώρα που αρχίσαμε να σκεφτόμαστε. Για να το κάνουμε όμως αυτό θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι είναι ένας τρόπος σκέψης.
Ποιός ή ποιοί τρόποι σκέψης επικρατούν σήμερα; Εάν κυρίαρχος πολιτισμός είναι ο δυτικός, κυρίαρχος τρόπος σκέψης είναι ο τρόπος σκέψης του δυτικού πολιτισμού. Θα μπορούσαμε να τον παρουσιάσουμε απλά και σαφηνώς; Και βέβαια θα μπορούσαμε! Οι απαντήσεις σε δύο κομβικής σημασίας ερωτήματα θα ήταν μια πλήρης παρουσίαση. Ποιά είναι η σχέση μας με τη φύση; Τί θέλουμε από αυτήν; Και το δεύτερο ερώτημα: ποιά είναι η σχέση με τον άλλον, τί θέλουμε από τον άλλον; Τις απαντήσεις τις γνωρίζετε, γιατί όμως να μην τις διατυπώσουμε άλλη μια φορά; Θέλουμε από τη φύση και από τον Άλλον να μας υπηρετούν, να υπακούουν στις διαταγές μας. Θέλουμε η πραγματικότητα να είναι η εκπλήρωση των επιθυμιών μας και για να το επιτύχουμε αυτό πρέπει να είμαστε, να γίνουμε, πιο ισχυροί και από τη φύση και από τον Άλλον. Η διαρκής αύξηση της ισχύος είναι το βασικό μέλημά μας. Αυτός είναι ο τρόπος σκέψης μας. Και εγείρονται δύο βασικά ερωτήματα. Έτσι σκεφτόμασταν εμείς οι άνθρωποι πάντα; Εάν όχι, πότε, ποιοί, πού, γιατί αρχίσαμε να σκεφτόμαστε με αυτόν τον τρόπο; Κάποιοι ισχυρίζονται ότι έτσι σκέφτονταν πάντα οι άνθρωποι, ότι αυτός είναι ο ένας και μοναδικός τρόπος σκέψης του ανθρώπου. Κάποιοι άλλοι διατείνονται ότι δεν σκεφτόμασταν πάντα έτσι, ότι δεν είναι ο μοναδικός τρόπος σκέψης. Ότι αυτός ο τρόπος σκέψης υφίσταται δεν υπάρχει καμιά απολύτως αμφιβολία – αυτός είναι άλλωστε ο τρόπος σκέψης που θα αφανίσει το ανθρώπινο γένος! Εάν δεν θέλουμε να αφανιστούμε, θα πρέπει να υιοθετήσουμε έναν άλλον τρόπο σκέψης. Εάν δεν μπορεί να υπάρξει, εάν ένας είναι ο τρόπος σκέψης, τότε είμαστε καταδικασμένοι. Αυτό όμως δεν μπορούν να το δεχτούν, την αγαπούν τη ζωούλα τους και τη ζωούλα των κληρονόμων τους, οι σκεπτόμενοι ότι υπάρχει μόνο ένας τρόπος σκέψης, ο τρόπος σκέψης της καθυπόταξης των φύσης και του Άλλου. Αλλά δεν μπορούν και να τον αποκηρύξουν: όλα τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουμε τις προσεχείς δεκαετίες θα είναι αποτέλεσμα αυτής της αμφιθυμίας, της αναποφασιστικότητας του Κυρίου.
Η αμφιθυμία, ο τρόμος, η αγωνία, ο προβληματισμός του Κυρίου είναι μια ασφαλέστατη ένδειξη ότι δεν υπάρχει μόνο ένας τρόπος σκέψης, ο κυριαρχικός. Λόγω καταγωγής, όπως θα δούμε, τον ονομάζω ποιμενικό τρόπο σκέψης. Τί πρέπει λοιπόν να κάνουμε για να μην αφανιστούμε; Θα πρέπει να αλλάξουμε τη σχέση μας με τη φύση και τη σχέση μας με τον Άλλον. Να σταματήσουμε να θέλουμε και να επιχειρούμε να υποτάξουμε τη φύση – να γίνουμε αθάνατοι κι αν δεν μπορέσουμε να εξαλείψουμε τη ζωή, να σταματήσουμε να θέλουμε και να επιχειρούμε να υποτάξουμε τον άλλον. Καταφατικά, να συνεργαστούμε με τη φύση, αποδεχόμενοι ότι είναι πιο ισχυρή από εμάς και ότι εμείς δεν θα μπορέσουμε ποτέ να την καθυποτάξουμε και να συνεργαστούμε με τον άλλον, αποδεχόμενοι ότι η πρόταση και η σύγκρουση θα πρέπει να πάρει τη θέση της προσταγής και του ανταγωνισμού. Αυτός είναι ο κομμουνιστικός τρόπος σκέψης.
Ποιά είναι τα κοινά χαρακτηριστικά του ποιμενικού και του κομμουνιστικού τρόπου σκέψης; Είναι η σχέση με τη φύση και η σχέση με τον Άλλον. Είναι το πως σχετίζομαι με τη φύση και το πως σχετίζομαι με τον άλλον. Εφόσον όμως ορίζουμε την κοινωνία ως το πλέγμα των σχέσεων και των αλληλεπιδράσεων των ανθρώπων με τη φύση και των ανθρώπων μεταξύ τους, ο τρόπος σκέψης δεν μπορεί παρά να είναι ένα κοινωνικό παράγωγο. Ο τρόπος σκέψης παραπέμπει στη σχέση με τη φύση και στη σχέση με τον άλλον. Εάν δεν υπάρξει σχέση με τη φύση και σχέση με τον άλλον δεν μπορεί να υπάρξει τρόπος σκέψης – ο εγκέφαλός μου, να ΄ναι καλά, την έχει κάνει κορνίζα αυτή τη σκέψη και την έχει κρεμάσει σε περίοπτη θέση στο σαλόνι του. Κι όταν λέω σχέση με τη φύση και σχέση με τον άλλον εννοώ τον τρόπο παραγωγής, ο οποίος διαμορφώνει έναν τρόπο ζωής, που διαμορφώνει κι έναν τρόπο έκφρασης κι έναν τρόπο σκέψης.
Ο 21ος και ο 22ος αιώνας θα είναι οι αιώνες της σύγκρουσης του ποιμενικού και του κομμουνιστικού τρόπου σκέψης. Γι αυτή τη σύγκρουση θα γράψουμε κάποιο άλλο πρωινό – τώρα ας επιστρέψουμε στο θέμα μας κι ας θυμηθούμε τα ερωτήματά μας; Ο κομμουνιστικός τρόπος σκέψης εμφανίστηκε τώρα τελευταία; Ο ποιμενικός; Υπάρχουν άλλο τρόποι σκέψης; Το παρακάτω ερώτημα είναι σημαντικό: πώς σκεφτόμασταν όταν αρχίσαμε να σκεφτόμαστε; Εάν ο τρόπος σκέψης είναι παράγωγο του τρόπου ζωής και του τρόπου παραγωγής, ποιος τρόπος παραγωγής, ποιος τρόπος ζωής κρύβεται πίσω από την εμφάνιση της ίδιας της σκέψης; Αντιλαμβάνεστε ότι πρόκειται για ένα μεγαλειώδες ερώτημα. Όταν εμφανίστηκε η σκέψη δεν σκεφτόμασταν έτσι γενικώς κι αορίστως, σκεφτόμασταν με κάποιο τρόπο –δεν νοείται σκέψη χωρίς έναν τρόπο σκέψης! Πώς σκεφτόμασταν λοιπόν όταν αρχίσαμε να σκεφτόμαστε; Αυτό το ερώτημα μπορεί να διατυπωθεί κι ως εξής: μήπως, φίλες και φίλοι, σκεφτόμασταν πριν αρχίσουμε να σκεφτόμαστε; Τι εννοείς, Αθανάσιε;
Να τι εννοώ. Εάν ο εγκέφαλος είναι δημιούργημα των χεριών μας, και είναι, αλλά όχι μόνο, εάν ο εγκέφαλος δημιουργήθηκε συσσωρευτικά κατά τη διάρκεια εκατομμυρίων χρόνων, εάν ήταν το αποτέλεσμα, και ήταν, μιας πολύ μακροχρόνιας διαδικασίας, εγείρεται το ερώτημα εάν οι εγκεφαλικές λειτουργίες (κίνηση, μνήμη, σκέψη, ομιλία, ) δημιουργήθηκαν η μία μετά την άλλη ή όλες μαζί, παράλληλα και σταδιακά. Η απάντηση που προτείνω είναι η εξής: εμφανίζεται μεν η μία μετά την άλλη, σε μια σειρά που δεν είναι του παρόντος να προτείνουμε, αλλά εμφανίζεται και η επόμενη χωρίς η προηγούμενη να έχει ολοκληρωθεί. Έτσι, φτάσαμε σε μια εποχή όπου συνυπήρχαν όλες μαζί και διαμορφώνονταν ταυτόχρονα μέσω της αλληλεπίδρασης της μιας με την άλλη. Αυτή όμως η αλληλεπίδραση ήταν απλά μια εγκεφαλική οργανική διαδικασία, αποτέλεσμα της εργασίας των χεριών μας – ή μήπως ήταν εξαρτημένη και καθορισμένη από την καθημερινή αλληλεπίδραση των μελών των συμβιωτικών ομάδων των προανθρώπων; Μήπως ο εγκέφαλος μιμούνταν τα μέλη της ομάδας, μήπως είναι ο καθρέφτης των σχέσεων των μελών της συμβιωτικής ομάδας; Κι αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα μάθουμε πως λειτουργεί εάν δεν μάθουμε τι είδους σχέσεις διαμόρφωναν μεταξύ τους οι προάνθρωποι; Ποιο ήταν το τελικό αποτέλεσμα αυτής της εξελικτικής διαδικασίας του σχηματισμού του εγκεφάλου; Έχει σταματήσει ή συνεχίζεται; Ασφαλώς και συνεχίζεται – το γεγονός ότι χρησιμοποιούμε όλο και λιγότερα τα χέρια μας δεν μπορεί παρά να έχει αρνητικές και δυσμενείς επιπτώσεις. Με το θέμα όμως αυτό θα ασχοληθούμε διεξοδικά ένα άλλο πρωινό.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν μια ακόμα αλλαγή της φύσης μας. Είχαν προηγηθεί κι άλλες – αναφέρω τρεις πολύ βασικές. Η φύση μας άλλαξε επειδή άλλαξαν οι σχέσεις μεταξύ των προανθρώπων. Πρώτη αλλαγή, το γέλιο. Από γκριμάτσα εκφοβισμού έγινε γκριμάτσα που επιβιώνει μεν ο εκφοβισμός επικρατεί όμως ο καθησυχασμός: όταν γελάμε λέμε : δεν θα σε φάω . Δεύτερη: η απώλεια του οίστρου. Η φύση των θηλυκών άλλαξε κι η αλλαγή αυτή ήταν το αποτέλεσμα της αλλαγής των σχέσεων μεταξύ αρσενικών και θηλυκών. Τρίτη αλλαγή: η παράταση της παιδικής ηλικίας. Ενώ μπαίναμε στην εφηβία στα 6, παρατάθηκε η παιδική ηλικία λόγω της συσσώρευσης γνώσεων που έπρεπε να μεταδοθούν. Αυτές οι αλλαγές της φύσης μας δεν έγιναν συνειδητά, δεν έγιναν αντιληπτές, ήταν το αποτέλεσμα ολοκλήρωσης μακροχρόνιων διαδικασιών. Η μετάβαση από τη μη σκέψη στη σκέψη ήταν μια αλλαγή της φύσης μας. Ποιές ήταν οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις αυτής της μετάβασης, αυτής της αλλαγής; Εάν εντοπίσουμε τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις, εικασίες θα είναι βέβαια, δεν χρειάζεται να το επαναλαμβάνω κάθε τόσο, θα εντοπίσουμε και τον τρόπο σκέψης, που καθορίζεται από τις σχέσεις με τη φύση και τις σχέσεις με τον Άλλον.
Έρχονται τα παιδιά, οι χαμάληδες, από το σχολείο και πρέπει να σταματήσω. Προλαβαίνω όμως να αναρωτηθώ: Τί σημαίνει σκέφτομαι; Μήπως σημαίνει και ότι βάζω στην άκρη το ένστικτο. Γιατί να το βάλω στην άκρη το ένστικτο; Ποιό ένστικτο βάζω στην άκρη; Πώς μπορέσαμε και το κάναμε αυτό;
Μελετώντας τα πρωτεύοντα η ανθρωπολογια έχει εν πολλοίς δώσει απάντηση στα πιο πολλά ζητήματα που θετεις. Ξέρουμε με αρκετά μεγάλη ακρίβεια τη μορφή που είχαν οι πρώτες ομάδες ανθρώπων που ξεκίνησαν στο μεγάλο ταξίδι από την Αφρική. Αν και δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για τον “τροπο σκέψης” τους (κενός περιεχομένου όρος κατα τη γνώμη μου) ξέρουμε αρκετά για τις συνθήκες διαβίωσης τους, πως συνελεγαν τροφή, τι είδους επικοινωνία υπήρχε μεταξύ τους κτλ.
Πρόταση και σύγκρουση ο κομμουνιστικός τρόπος σκέψης, ενώ προσταγή και ανταγωνσμός ο ποιμενικός τρόπος. Γιατί σύγκρουση όμως στον κομμουνιστικό, δεν το πιάνω? Και τελικά τι είναι ο τρόπος σκέψης? Δεν έχει απαντηθεί νομίζω.
Όταν λέω σὐγκρουση δεν εννοώ πόλεμο και μαχαιρώματα. Εννοώ τη διαφωνία, τη συζήτηση προτάσεων, την αναζήτηση λύσεων. Ο κομμουνισμός δεν είναι ταυτόσημος με την πλήρη ομοφωνία, την ανυπαρξία συγκρούσεων. Το τι είναι ένας τρόπος σκέψης θα το εξετάσω σε ένα προσεχές σημείωμα.
Γιώργο, τα αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με την ανθρωπογένεση/κοινωνιογένεση είναι τόσο πολλά που απορώ με τη βεβαιότητα, συγκρατημένη άλλωστε, που εκφράζεις. Σε πάρα πολά ζητήματα δεν υπάρχει μια γενικά αποδεκτή θεωρία. Μάλιστα,υπάρχουν ερωτήματα που απάντηση δεν θα μπορέσουμε ποτέ να βρούμε – ας πούμε, πότε εμφανίστηκε η γλώσσα.
Παρόλα αυτά στην προσταγή και στον ανταγωνισμό εμπεριέχεται θεμελιωδώς σύγκρουση, οπότε η διάζευξη δεν είναι τόσο καθαρή. Θεωρώ πως σε αυτό που ονομάζεις κομμουνισμό, στην από κοινού αναζήτηση λύσεων, η σύγκρουση αίρεται. Αν δεν αρθεί, τότε αναπαράγεται ο ανταγωνισμός.