in Γραμματικοποίηση της Ιστορίας

πως η τουρκική γλώσσα μας βοηθάει να κατανοήσουμε το παρελθόν της αρχαίας (άρα και της νέας) ελληνικής

    φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

    Αν και δεν γνωρίζουμε, ίσως να μην μάθουμε ποτέ, πότε και πως εμφανίστηκε η γλώσσα, η έναρθρη ανθρώπινη επικοινωνία, μας επιτρέπεται όμως να διατυπώσουμε κάποιες εικασίες πάνω σε αυτό το ζήτημα. Να δύο από αυτές.  Θα υπήρξε μια πρώτη λέξη (δεν θα μάθουμε ποτέ ποια ήταν αυτή), θα υπήρξε για πρώτη φορά η απόδοση μιας σημασίας (σημαινόμενο) σε κάποιο ήχο (σημαίνον).  Η σημασία, το σημαινόμενο, παραπέμπει σε κάποιο αντικείμενο αναφοράς – ας υποθέσουμε ότι στον ήχο α, στην κραυγή α, δόθηκε η σημασία ‘νερό’ · η επέκταση αυτής της πρακτικής, περί πρακτικής πρόκειται, δημιούργησε τη γλώσσα: μόλις έγινε η αρχή, η επινόηση λέξεων έγινε καθημερινή πρακτική, η οποία υπάρχει ακόμα και θα υπάρχει όσο θα ζουν άνθρωποι πάνω στη γη. Αν και ο άνθρωπος σκεφτόταν κάπως πριν μιλήσει, μια μέρα θα δούμε πως,  όταν θα καταπιαστούμε με τη διαδικασία σχηματισμού του εγκεφάλου, άρα και με τη λειτουργία του,  η γλώσσα αύξησε τις δυνατότητες της σκέψης σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορούμε να νοήσουμε τη μία χωρίς την άλλη. Εάν λάβουμε υπόψη μας ότι μία από προϋποθέσεις της εμφάνισης της γλώσσας ήταν οι δεικτικές χειρονομίες, δεν μας επιτρέπεται να μην συσχετίσουμε την προγλωσσική σκέψη με τις χειρονομίες  και να μην εικάσουμε τον παραπέρα εμπλουτισμό της γλώσσας μέσω του συνδυασμού λέξεων και χειρονομιών δείξης. Εάν, λόγου χάριν, α σήμαινε νερό, η δείξη του στόματος και η προφορά της λέξης α θα σήμανε πίνω νερό ή διψώ ή νερό πόσιμο κλπ. Ας μην ξεχάσουμε και την συμβολή του τονισμού στην εμφάνιση της πολυσημίας (μια λέξη εκφράζει περισσότερες από τη μια σημασίες): στην κινεζική, η λέξη fu προφέρεται με τέσσερις διαφορετικούς τόνους και σημαίνει ‘άθρωπος’, ‘τύχη’, ‘πλούσιος’ και ‘επαρχία᾿.

     Η δεύτερη εικασία: οι πρώτες λέξεις ήταν μονοσύλλαβες, είτε φωνήεν είτε συνδυασμός συμφώνου – φωνήεντος. Εάν προσέξουμε τους ήχους που βγάζουν τα μωρά, θα δούμε ότι οι ήχοι (φωνήεντα) α και ου είναι οι πρώτοι,  ενώ τα πρώτα σύμφωνα είναι τα μπ, γκ, ντ. Δεν αποκλείεται λοιπόν οι πρώτες λέξεις του ανθρώπου να ήταν οι παρακάτω: a, u, ba, ga, da, bu, gu, du. Εάν η πολύσημία  ήταν ένα πρώιμο φαινόμενο, τότε οι σημασίες να μην ήταν οχτώ, όσες και οι λέξεις, αλλά πολύ περισσότερες. Η γλώσσα όμως δεν είναι λέξεις, είναι προτάσεις – δεν μπορόύμε να μάθουμε μια γλώσσα διαβάζοντας λεξικό!  Πολύ πιθανόν στις αρχές κάθε λέξη να ήταν και μια πρόταση, πολύ σύντομα όμως ο συνδυασμός των αρχέγονων λέξεων να παρήγαγε πιο σύνθετες προτάσεις. Ο συνδυασμός αυτός παρήγαγε επίσης και νέες λέξεις.

     Ας  αφήσουμε όμως τις εικασίες κι ας στρέψουμε την προσοχή μας σε πραγματικά δεδομένα. Ας εξετάσουμε το ρήμα της αρχαίας ελληνικής φημί, το οποίο σήμαινε ‘υποστηρίζω, διατείνομαι, ισχυρίζομαι’. Είναι γενικά αποδεκτό ότι το ρήμα αυτό είναι προϊόν σύνθεσης, την οποία ασφαλώς οι ομιλητές την εποχή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη δεν αντιλαμβάνονταν. Το ρήμα φημί είναι μία πολύ απλή πρόταση  – κάθε ρήμα επομένως είναι μια πρόταση. Όταν λέω φημί εννοώ ‘εγώ ισχυρίζομαι’ – ποιό μέρος του ρήματος σημαίνει ‘εγώ’ και ποιό ‘ισχυρίζομαι’;  Να η απάντηση: το ρήμα φημί είναι προϊόν σύνθεσης των λέξεων φη, που σημαίνει ‘ισχυρίζομαι’, και μι, που σημαίνει ‘εγώ’.  Αυτές οι λέξεις ήταν κάποτε αυτόνομες αλλά με τη σύνθεση και με το πέρασμα του χρόνου έχασαν την αυτονομία τους. Τη αρχέγονη λέξη φη θα τη συναντήσουμε στη λέξη φήμη, ενώ τη μι στα ρήματα που λήγουν σε -μι: ειμί, δίδωμι, δείκνυμι και άλλα πολλά. Που θέλω να καταλήξω: θέλω να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι όλες οι αρχέγονες λέξεις της αρχαίας ελληνικής, όπως και όλων των γλωσσών, νεκρών και ζωντανών,  ήταν μονοσύλλαβες, ότι όλες οι πολυσύλλαβες λέξεις είναι προϊόν σύνθεσης.   Τις αρχέγονες αυτές λέξεις τις αποκαλούμε μορφήματα. Η λέξη εντόσθια, λόγου χάριν, είναι μια σύνθεση τεσσάρων μορφημάτων: εν, τος, θι, α. Το α δηλώνει  πλήθος άψυχων αντικειμένων, το θι δηλώνει τόπο (άλλο-θι!), το τος δηλώνει σειρά, τάξη και το εν δηλώνει το μέσα (πρόκειται για την πρόθεση εν – τα εν οίκω μη εν δήμω): τα εντόσθια είναι τα πολλά (α) μέρη του σώματος που είναι κάπου (θι) μέσα (εν) σε κάποια σειρά και τάξη σταθερή (τος –  πρβλ. έκτος!).

      Κατά συνέπεια, οι καταλήξεις ήταν κάποτε αυτόνομα, ανεξάρτητα μορφήματα που είχαν τη δική τους σημασία. Η κατάληξη α ήταν μια αρχέγονη λέξη που δήλωνε πλήθος άψυχων αντικειμένων. Οι καταλήξεις -ες (άνδρ-ες, γυναίκ-ες, παίδ-ες)  και  -ι (πηγα-ί, λύκο-ι) ήταν αυτόνομες λέξεις που δήλωναν  πλήθος έμψυχων όντων. Στην Ιλιάδα η κατάληξη -ου της γενικής των σε -ος ονομάτων συνυπάρχει με τις καταλήξεις -οο και οιο, οι οποίες είναι και περισσότερες και από τις οποίεςπροέρχεται και η κατάληξη -ου: η αρχική κατάληξη, ή αρχέγονη λέξη που μετεξελίχθηκε σε κατάληξη ήταν η λέξη jo: λυκ-ος-jo, αυτή ήταν η αρχική μορφή της γενικής. Από αυτήν προήλθαν οι μορφές λύκοςο (>λύκοο) και λύκοjο (> λύκοιο).

     Το αποτέλεσμα της απώλειας της αυτονομίας αυτών των αρχέγονων λέξεων ήταν η εμφάνιση της κλίσης των ονομάτων  – και των ρημάτων, οι καταλήξεις των οποίων ήταν ανεξάρτητα μορφήματα που δήλωναν τα πρόσωπα.  Θα πούμε περισσότερα για την προέλευση της κλίσης στο μέλλον – θα μέλετήσουμε λεπτομερειακά όλες τις καταλήξεις, θα εντοπίσουμε τις αρχέγονες λέξεις που λανθάνουν σε αυτές και θα εξηγήσουμε βέβαια και γιατί χάθηκε η αυτονομία αυτών των αρχέγονων λέξεων. 

    Συμπέρασμα: κάποτε η αρχαία ελληνική λέξη δεν ήταν κλιτική!  Τί ήταν; Ήταν γλώσσα συγκολλητική.  Όλες οι κλιτικές γλώσσες ήταν κάποτε συγκολλητικές – ήταν συγκολλητικές και μετεξελίχθηκαν σε κλιτικές λόγω της απώλειας της αυτονομίας των αρχέγονων λέξων που μετεξελίχθηκαν στις λεγόμενες καταλήξεις. Τί σημαίνει όμως  απώλεια σε μορφολογικό επίπεδο, τί είναι μια κλιτική γλώσσα; Σημαίνει ότι οι αρχέγονες λέξεις, που έγιναν καταλήξεις, άλλοτε συντίθενται κι  άλλοτε συγχωνεύονται με την προηγούμενη λέξη σε τέτοιο βαθμό που οι ομιλητές δεν είναι σε θέση να διακρίνουν την αρχική τους μορφή. Να ένα άλλο παράδειγμα: στη δοτική έχουμε οίκῳ, με υπογεγραμμένη, μπορούμε δηλαδή να τη γράψουμε και οίκωι. Πώς προήλθε αυτή η δοτική; Ώς εξής: οίκ-ος- οι > οίκοοι > οίκῳ (οίκωι), όπου η αρχική κατάληξη -οι ήταν η αρχέγονη λέξη οι που δήλωνε το εσωτερικό ενός χώρου ή τόπου ή και τη στάση μέσα σε αυτόν τον τόπο/χὠρο. Η αυτόνομη λέξη οι συντέθηκε, συγχωνεύτηκε και αλλοιώθηκε, με αποτέλεσμα να μην γίνεται αντιληπτή από τους ομιλητές.  

    Και τι είναι μια συγκολλητική γλώσσα; Είναι μια γλώσσα στην οποία τα μορφήματα, οι αρχέγονες λέξεις (επιθήματα, καταλήξεις), δεν συντίθενται, δεν συγχωνεύονται, δεν αλλοιώνονται, αν και επηρεάζονται μορφολογικά, όπως θα δούμε, με την προηγούμενη λέξη. Μια τέτοια γλώσσα ήταν και η αρχαία ελληνική, αλλά δεν γνωρίζουμε για πόσο χρονικό διάστημα και πότε μετεξελίχθηκε σε κλιτική.

   Η τουρκική γλώσσα είναι μια γνήσια συγκολλητική γλώσσα. Ως συγκολλητική γλώσσα λοιπόν μας δείχνει με πολύ απλό και καθαρό τρόπο πως ήταν κάποτε η ελληνική γλώσσα. Ας δούμε μερικά βασικά χαρακτηριστικά της τουρκικής γλώσσας.

  Η τουρκική γλώσσα

δεν διαθέτει οριστικό άρθρο –  ούτε η ελληνική διέθετε μέχρι το 700-550 π. Χ.! 

Δεν υπάρχει  γραμματικό γένος των ονομάτων στην τουρκική – ούτε αρσενικό, ούτε θηλυκό ούτε ουδέτερο. Στην αρχαία ελληνική επιβιώνει η διάκριση έμψυχου – άψυχου (ο, η διεθνής – το διεθνές! ο βούς, -η  βούς) αλλά εικάζω ότι σε μια αρχαιότατη εποχή δεν υπήρχε ούτε αυτή η διάκριση.  

     Για να δηλώσουμε τον πληθυντικό στη τουρκική χρησιμοποιούμε το πρόσφυμα ler/lar, τόσο απλά: ev είναι το σπίτι –  evler, τα σπίτια·  at είναι το άλογο, το άτι – atlar, τα άλογα. Το πρόσφυμα ler/lar  δεν έχει συντεθεί αμετάκλητα, δεν έχει συγχωνευθεί, δεν έχει αλλοιωθεί, διακρίνεται από τον ομιλητή.  Στην ελληνική, το μόρφημα α  δηλώνει το πλήθος των άψυχων αντικειμένων (δώρ-α) αλλά στη λέξη δάση που είναι το α; Κάποτε  όμως οι ομιλητές έλεγαν δάσεσα (>δάσεα> δάση!). Το πλήθος των έμψυχων όντων δηλώνονταν στην αρχαία ελληνική άλλοτε με το μόρφημα ες (γυναίκ-ες, λέοντ-ες) κι άλλοτε με το μόρφημα ι, άνθρωπος-ι >άνθρωποι, αλλά το μόρφημα ι δεν είναι αντιληπτό από τους ομιλητές – κάποτε όμως ήταν.

   Δεν υπάρχουν πτώσεις στη τουρκική γλώσσα. . Η γενική πτώση σχηματίζεται με τα επιθήματα  in/un μετά από φωνήν και nin/nun   μετά από σύμφωνο.  yol είναι ο δρόμος – εάν θέλουμε να πούμε του δρόμου θα πούμε yolun·   adam  είναι ο άνδρας, adamlar είναι οι άνδρες  – εάν θέλουμε να πούμε των ανδρών, θα πούμε adamlarin. Πώς προήλθε όμως η γενική των δρόμων;  Να πως: υπήρχε ένα μόρφημα, το som, που δήλωνε τη κτήση κλπ. πλήθους αψύχων ή εμψύχων όντων: δρόμος – som > δρόμοον > δρόμων: το τελικό μ μετεξελίχθηκε σε ν, το ς μεταξύ δύο φωνηέντων σιγήθηκε,  τα δύο βραχέα  συναιρέθηκαν σε ένα μακρό ο (ω). 

   Θα σταματήσω εδώ – ξύπνησαν τα παιδιά για το σχολείο. Θα επανέλθουμε όταν θα καταπιαστούμε διεξοδικά και λεπτομερειακά με την προέλευση, την αρχαιολογία θα έλεγα, των καταλήξεων, των επιθημάτων, των ενθημάτων και των προθημάτων. Θα δούμε ότι όλα αυτά ήταν αυτόνομα μορφήματα που έχασαν την αυτονομία τους χωρίς να χάσουν όμως και τη σημασία τους.  

Φεύγουν τα παιδιά, φεύγω κι εγώ για τα χωράφια. Αύριο πάλι.

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. Θα επανέλθουμε όταν θα καταπιαστούμε διεξοδικά και λεπτομερειακά με την προέλευση, την αρχαιολογία θα έλεγα, των καταλήξεων, των επιθημάτων, των ενθημάτων και των προθημάτων. Θα δούμε ότι όλα αυτά ήταν αυτόνομα μορφήματα που έχασαν την αυτονομία τους χωρίς να χάσουν όμως και τη σημασία τους. ΠΟΤΕ ?? ΔΑΣΚΑΛΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ