in αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους, ποιμενικός τρόπος σκέψης

αραβικός ρομαντισμός: καπιταλισμός και προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής στη Συρία (την Αίγυπτο, τη Λιβύη, την Τυνησία, το Ιράκ, την Ιορδανία, τη Σαουδική Αραβία, την Υεμένη . . .)

    φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

    Το 1860 η Γερμανία παρήγαγε λιγότερο ατσάλι από τη Γαλλία και πολύ λιγότερο από την Αγγλία· το 1910 παρήγαγε περισσότερο και από τις δύο! Ανάλογο παράδειγμα τόσο σύντομης,  απότομης και γενικευμένης επέκτασης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σε μια χώρα δεν υπάρχει στην νεώτερη ιστορία. Το 1772, τη χρονιά που γεννήθηκε ο Νοβάλις, αλλά και το 1818, όταν γεννήθηκε ο Μαρξ, και το 1844 όταν γεννήθηκε ο Νίτσε, η Γερμανία ήταν ένας κοινωνικός σχηματισμός στον οποίο επικρατούσε ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής με τον καπιταλιστικό να έχει εδραιωθεί προ πολλού αλλά να είναι περιθωριακός και να ασφυκτιά μέσα στα πλαίσια του κυρίαρχου τρόπου παραγωγής, επεκτεινόμενος σταθερά αλλά πολύ αργά.  Όταν πέθανε ο Μαρξ, το 1883, η επέκταση του καπιταλισμού ήταν κατακλυσμιαία· το 1900, έτος θανάτου του Νίτσε, η Γερμανία ήταν ένας κοινωνικός σχηματισμός με κυρίαρχο τρόπο παραγωγής τον καπιταλιστικό, με ελάχιστα κατάλοιπα του φεουδαλισμού.

      Οι παρατηρήσεις αυτές μας παρακινούν να διατυπώσουμε κάποιες σκέψεις.

     Η πρώτη αφορά την έννοια της συγκυρίας. Όταν χαρακτηρίζουμε μια κοινωνία  ‘ ανεπτυγμένη καπιταλιστική ‘  εννοούμε ότι στην κοινωνία αυτή δεν υπάρχουν προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής – δεν νομίζω να υπάρχουν στην Ολλανδία, στις ΗΠΑ ή στην Αγγλία, κι αν υπάρχουν κάποια κατάλοιπα δεν θα είναι καθοριστικής σημασίας. Εδώ η έννοια της συγκυρίας περιορίζεται στη ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των καπιταλιστών και των μισθωτών  υποτελών Παραγωγών. Τί γίνεται όμως σε μια αναπτυσσόμενη καπιταλιστική κοινωνία;  Να τι γίνεται:  ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έχει εδραιωθεί, είναι κυρίαρχος αλλά υπάρχουν προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής που δεν του επιτρέπουν να αναπτυχθεί περαιτέρω. Στη περίπτωση αυτή, η έννοια της συγκυρίας δεν περιορίζεται στις σχέσεις μεταξύ των καπιταλιστών και των μισθωτών εργαζομένων της εκτέλεσης αλλά περιλαμβάνει και τις σχέσεις, τον συσχετισμό των δυνάμεων μεταξύ του καπιταλιστικού και των προκαπιταλιστικών τρόπων παραγωγής· περιλαμβάνει επίσης και τις σχέσεις μεταξύ του Κυρίου και των Υποτελών των προκαπιταλιστικών τρόπων παραγωγής. Τέλος, υπάρχουν και οι λεγόμενες καθυστερημένες χώρες, στις οποίες ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έχει μεν εδραιωθεί αλλά είναι περιθωριακός. Όσο για την συγκυρία, ισχύει ό,τι και για τις αναπτυσσόμενες, μόνο που εδώ το βάρος πέφτει στις σχέσεις μεταξύ του Κυρίου και των Υποτελών των προκαπιταλιστικών τρόπων παραγωγής.

    Όταν λοιπόν χαρακτηρίζουμε μια κοινωνία ανεπτυγμένη, αναπτυσσόμενη ή καθυστερημένη, το κριτήριο είναι το επίπεδο και ο ρυθμός  επέκτασης του καπιταλισμού· με άλλα λόγια διατυπωμένο, το επίπεδο και ο ρυθμός ύπαρξης και επιβίωσης προκαπιταλιστικών τρόπων παραγωγής. Το γεγονός ότι το κριτήριο χαρακτηρισμού μιας κοινωνίας είναι το επίπεδο και ο ρυθμός επέκτασης του καπιταλισμού δηλώνει ότι το ενδιαφέρον αυτού που διατυπώνει τον χαρακτηρισμό, του Κυρίου: εστιάζεται στο επίπεδο και τον ρυθμό  επέκτασης της εμπορευματοποίησης.  Το διαρκές μέλημά του είναι η επέκταση του καπιταλισμού εκεί όπου δεν έχει επεκταθεί έως τα έσχατα όρια του, έως το σημείο να έχουν εμπορευματοποιηθεί τα πάντα και να μην έχει μείνει τίποτα για να εμπορευματοποιηθεί.  

   Πώς χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία ο Κύριος (κι εμείς τον ακολουθούμε. . .);  Την κατατάσσει κάπου ανάμεσα στις ανεπτυγμένες και τις αναπτυσσόμενες: οι προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής που επιβιώνουν δεν είναι αμελητέοι και πρέπει να εξαλειφθούν. Υπήρξε μια προσπάθεια, με πολύ μικρές και λίγες επιτυχίες,  εξάλειψής τους με τον εκσυγχρονισμό: εκσυγχρονισμός θα πει   να γίνουμε σύγχρονοι με τις καπιταλιστικές κοινωνίες στις οποίες δεν υπάρχουν προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής .  Τη δεύτερη προσπάθεια εξάλειψής τους τη ζούμε από το 2010 και μετά και θα τη ζούμε μέχρι το 2021, σύμφωνα με τον σχεδιάζοντα το μέλλον Κύριο. Η δεύτερη προσπάθεια παρουσιάζει περισσότερες και μεγαλύτερες επιτυχίες διότι είναι καλά σχεδιασμένη, προγραμματισμένη και ανηλεής, αδίστακτη. Αντιλαμβάνεστε τί αισθάνομαι όταν διαβάζω κι ακούω ότι η συνταγή είναι λάθος, ότι το πρόγραμμα δεν βγαίνει, ότι  η αποτυχία είναι παταγώδης και άλλα παρόμοια. . . : η συνταγή είναι πολύ σωστή, το πρόγραμμα βγαίνει και παραβγαίνει και η επιτυχία μέχρι στιγμής είναι θριαμβευτική. Το πρόβλημα είναι το εξής: το 2021 θα ανήκουμε στην οικογένεια των ανεπτυγμένων χωρών, αυτή την προσδοκία και την ελπίδα πάει να πλασάρει ο Έλλην Κύριος, η ανεργία όμως θα αγγίζει το 40%!  Δύο προοπτικές ανοίγονται:

κοινωνική και πολιτική επανάσταση, με κομβική επιδίωξη τη δραστική μείωση του χρόνου ώστε να εργαζόμαστε όλοι και όλες

 αναβίωση προκαπιταλιστικών και εμφάνιση μετακαπιταλιστικών τρόπων παραγωγής ! 

   Ας αφήσουμε το Ελλάντα κι ας πάμε στη Συρία – ήρθε η ώρα να αναρωτηθούμε: πως χαρακτηρίζει ο Κύριος, κι εμείς, τον κοινωνικό σχηματισμό της Συρίας;

      Δε μπορεί να μην ενδιαφέρεται για το επίπεδο και το ρυθμό επέκτασης της εμπορευματοποίησης στη Συρία!  Είναι βέβαιο ότι δεν είναι το μόνο ενδιαφέρον αλλά μήπως είναι το πρωταρχικό;

Ας περάσουμε τώρα στη δεύτερη σκέψη που παράγεται από τις παρατηρήσεις για την σύντομη, απότομη, βίαιη και γενικευμένη επέκταση του καπιταλισμού στη  Γερμανία της περιόδου 1860-1910. Ας δούμε την επέκταση αυτή όχι μόνο από τη πλευρά των Υποτελών χωρικών αλλά και από την πλευρά κι άλλων υποτελών κοινωνικών στρωμάτων (διανοουμένων, βιοτεχνών, εμπόρων, κτλ.). Ενθουσιάστηκαν ή δυσφόρησαν με αυτήν την επέκταση της εμπορευματοποίησης;

   Η απάντηση είναι μονολεκτική:

ρομαντισμός

Ο ρομαντισμός, η νοσταλγία για τους προκαπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής σε συνδυασμό με μια οργισμένη κριτική του καπιταλισμού, είναι μια πηγή από την οποία ήπιαν, και συνεχίζουν να πίνουν, πολλοί συγγραφείς, στοχαστές και καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων και ο Μαρξ (έπινε αλλά όχι πολύ – πολύ συχνά προτιμούσε την Coca Cola του Διαφωτισμού, της εξύμνησης της καπιταλιστικής Προόδου) και η Λούξεμπουργκ και ο Λούκατς (αυτός, μια ζωή, άλλοτε το έπινε κι άλλοτε το ξερνούσε) κι άλλοι πολλοί, μαρξιστές και μή. Εμένα το νερό του ρομαντισμού μου αρέσει πάρα πολύ – γι αυτό άλλωστε χαρίζω τα καρπούζια που παράγω. Όμως, δεν υπάρχει μία πηγή του ρομαντισμού αλλά τέσσερις. Πίνω καφεδάκι, καπινίζω ένα τσιγαράκι και επιστρέφω.

    Πριν δούμε τις τέσσερις πηγές του ρομαντισμού (και του νεορομαντισμού των αρχών του εικοστού αιώνα) θα ήθελα να δούμε τα βασικά αίτια της γενικευμένης δυσφορίας των Υποτελών, χωρικών και εργατών, προς τον καπιταλισμό. Οι φεουδαρχικές κοινωνίες ήταν ασφαλώς κυριαρχικές κοινωνίες ( άσκηση μη οικονομικής βίας, αρπαγή ενός μέρους του κοινωνικού πλούτου από τους φεουδάρχες, στην οποία προστέθηκε η αρπαγή από το απολυταρχικό Κράτος, που ήταν δημιούργημα των αμυνόμενων φεουδαρχών για να αντιμετωπίσουν την επέλαση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής) αλλά ήταν και  διευρυμένες κομμουνιστικές κοινωνίες, μιας και η Κυριαρχία δεν είναι παρά διαχείριση του εμμενούς κομμουνισμού –  δεν υπήρξε, δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει κοινωνία που να μην είναι εμμενώς κομμουνιστική: το εμπόρευμα και το χρήμα ήταν παντελώς περιθωριακά, δεν υπήρχε μέτρηση του χρόνου εργασίας,  υπήρχε κατά κύριο λόγο παραγωγή αξιών, μέχρι το 1600 δεν υπήρχε Κράτος, υπήρχαν οργανικές κοινότητες με προσωπικούς δεσμούς αλληλοβοήθειας. Και ήρθε ο καπιταλισμός, τον οποίο θεωρώ αντεπανάσταση, μια διαδικασία συρρίκνωσης του εμμενούς κομμουνισμού των φεουδαρχικών κοινωνιών, κι όλα αυτές τις κομμουνιστικότητες που ανέφερα τις μάμησε ο Κύριος χωρίς έλεος και χωρίς σάλιο. 

  Φανταστείτε σήμερα έναν χωρικό να πηγαίνει να οργώσει με το ραχάτι του στο χωράφι και την άλλη μέρα να βρίσκεται στα ερεβώδη βάθη των ανθρακωρυχείων ή στη κόλαση των χυτηρίων των χαλυβουργείων! Φρίκη!  Δεν το ομολογούμε αλλά όλες οι εργατικές εξεγέρσεις, ένοπλες και μη, του 19ου και 20ού αιώνα είχαν έντονο ρομαντικό άρωμα, ἠταν αμυντικού χαρακτήρα! Τέλος πάντων.

    Οι τέσσερις πηγές του ρομαντισμού εκφράζουν τις τέσσερις διαθέσεις των Υποτελών την εποχή της θυελλώδους και ορμητικής επέκτασης του καπιταλισμού στη βόρεια, δυτική και ανατολική  Ευρώπη, κυρίως όμως στη Γερμανία – και ακολούθως στην Αγγλία και τη Ρωσία.

  Η πρώτη πηγή – διάθεση: ο καπιταλισμός είναι σκέτη καταστροφή, απαράδεκτος και θα πρέπει να επαναφέρουμε το προηγούμενο μοντελάκι οργάνωσης της κοινωνίας, το φεουδαλικό. Να παλινδρομήσουμε προς τη χρυσή εποχή των οργανικών φεουδαρχικών κοινοτήτων, των μεσαιωνικών πόλεων, την  Αναγέννηση. Ο πιο γνωστός εκπρόσωπος αυτής της στάσης είναι ο Νοβάλις (1772-1801).

   Η δεύτερη πηγη – διάθεση: δεν μπορούμε, και να θέλουμε,  να παλινδρομήσουμε προς το παρελθόν·  αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να παγώσουμε τον χρόνο και το ιστορικό Γίγνεσθαι και να διατηρήσουμε την υπάρχουσα ισορροπία, την υπάρχουσα συνάρθρωση μεταξύ του καπιταλισμού και των προκαπιταλιστικών τρόπων παραγωγής: ούτε ο καπιταλισμός να επεκταθεί περαιτέρω αλλά ούτε και η φεουδαρχία να συρρικνωθεί περαιτέρω. Το μοντελάκι αυτό εμφανίστηκε στην Αγγλία με τον Μπέργκ (Burke Endmund, 1724-1797) να είναι ο πρώτος σημαντικός εκφραστής του ( ‘ Σκέψεις γύρω από τη Γαλλική Επανάσταση’ ).

      Η τρίτη πηγή – διάθεση: δυστυχώς, ο καπιταλισμός ήρθε για να μείνει και η οποιαδήποτε παλινδρόμηση και επιστροφή στο παρελθόν, όσο κι ωραίο κι αν ήταν, είναι παντελώς αδύνατη. Θα τον φάμε στη μάπα, θέλουμε δε θέλουμε, και θα αναγκαστούμε όχι μόνο να υποστούμε όλα τα δεινά αλλά και να τον αποδεχτούμε. Ο Τένις (Tonnis Ferdinad, 1855-1936 ) και Βεμπερ (Weber Max, 1864-1920 ) είναι οι πιο γνωστοί εκπρόσωποι αυτής της στάσης. Ο Λούκατς ( 1885-1971), στη Θεωρία του Μυθιστορήματος ( 1916), που διαβάζω αυτές τις μέρες (εκδ. Πολύτροπον, 2004),  την χαρακτηρίζει ως ρομαντισμό της απογοήτευσης, χαρακτηρισμό που τον δέχεται και ο Μίκαελ Λέβι (Μαρξισμός και Επαναστατικός Ρομαντισμός, Ουτοπία, 1985, Αθήνα –  εξαντλημένο και δυσεύρετο).

  Η τέταρτη πηγή – διάθεση: Η επιστροφή στο παρελθόν είναι αδύνατη, είναι αυταπάτη αλλά δεν λησμονούμε τον κομμουνισμό που χάθηκε· ο καπιταλισμός είναι απαράδεκτος· αυτό που θέλουμε είναι να αναζητήσουμε μια διέξοδο, μια υπέρβαση του καπιταλισμού μετουσιώνοντας τη νοσταλγία του μεσαιωνικού κομμουνιστικού παρελθόντος. Αυτός ο ρομαντισμός είναι γνωστός άλλοτε ως επαναστατικός κι άλλοτε ως ουτοπικός. Ο Φουριέ,  ο Μπλοχ, ο Λαντάουερ, ο Μαρξ (εν μέρει), η Λούξεμπουργκ, ο Λούκατς (μέχρι το τέλος της ζωής του αμφιταλαντεύονταν) είναι μερικοί από τους πιο γνωστούς εκφραστές αυτής της στάσης.

   Ξημερώνει και πρέπει/θέλω να πάω στα χωράφια.

   Δεν θα το κάνω όμως πριν διατυπώσω το αντικείμενο, τα ερωτήματα δήλα δή,  του αυριανού σημειώματος – πρώτα η Ζωή:

Πώς θα χαρακτηρίζαμε την κοινωνία της Συρίας, ποιό είναι το επίπεδο και ο ρυθμός επέκτασης του καπιταλισμού σε αυτή τη χώρα; Θα επιδιώξει ο δυτικός Κύριος να ενισχύσει την επέκταση του καπιταλισμού – κι αν το επιδιώκει πώς θα το πετύχει; Μήπως  με την πολεμική καταστροφή;  

Ποιές είναι οι διαθέσεις των Υποτελών απέναντι στον καπιταλισμό; 

Απορρίπτουν τον υπάρχοντα καπιταλισμό και επιθυμούν μια επιστροφή στο παρελθόν του αραβικού ποιμενισμού και της μικρής αγροτικής ιδιοκτησίας;

Επιθυμούν την διατήρηση της υπάρχουσας ισορροπίας μεταξύ του καπιταλισμού και των προκαπιταλιστικών τρόπων παραγωγής; 

Θεωρούν τους προκαπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής τελειωμένη υπόθεση και προκρίνουν την άνευ όρων αποδοχή του καπιταλισμού; 

Υπάρχει τάση του επαναστατικού/ουτοπικού ρομαντισμού; Έχει εκφραστεί η επιθυμία και η επιδίωξη υπέρβασης του βαρέος παρελθόντος και του παμβαρέος παρόντος προς ένα κομμουνιστικό μέλλον; 

 

Σχολιάστε ελεύθερα!