Υπάρχουν κάποιες στιγμές της ζωής μας που άλλοτε η διάκριση παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος ατονεί, δεν γίνεται αισθητή, δεν βιώνεται ως διάκριση ενώ άλλοτε βιώνουμε μια απώλεια, μια ανυπαρξία του χρόνου. Οι στιγμές αυτές είναι λίγες και σύντομες, υπάρχουν όμως και θα υπάρχουν, όσο θα είμαστε άνθρωποι. Δεν ήταν όμως πάντα έτσι. Κάποτε ήταν περισσότερες και μεγαλύτερης διάρκειας οι στιγμές της μη διάκρισης και της απώλειας, της ανυπαρξίας του χρόνου. Πότε ήταν περισσότερες και έγιναν λίγες; Γιατί συνέβη αυτό; Γιατί να μας ενδιαφέρει αυτό το ζήτημα;
Το ζήτημα αυτό μας ενδιαφέρει διότι η γνησιότητα, η αυθεντικότητα μιας πνευματικής και κοινωνικής επανάστασης αναγνωρίζεται από το εάν φέρνει στο προσκήνιο το ζήτημα της κοινωνικής ρύθμισης και της κοινωνικής και προσωπικής βίωσης του χρόνου. Το πως βιώνουμε τον χρόνο προσδιορίζεται από το πως τον ρυθμίζουμε. Το πόσο σημαντικό είναι το ζήτημα της κοινωνικής ρύθμισης του χρόνου αναδεικνύεται από την προσωποποίησή του, τον Θεό. Εάν ο Θεός εργάστηκε έξι μέρες και την έβδομη άραξε, είναι γιατί ο άνθρωπος που έπλασε με την φαντασία του τον Θεό εργαζόταν έξι μέρες και την έβδομη ξεκουραζόταν. Εάν έχετε το κουράγιο να ρίξετε μια ματιά στο Δευτερονόμιο της Παλαιάς Διαθήκης, θα κατανοήσετε τί εστί κοινωνική ρύθμιση του χρόνου και τί εστί Θεός.
Ας δούμε μερικά πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα. Κάποιος σήμερα παίζει κι αύριο είναι στη φυλακή. Όταν παίζουμε, είναι αισθητή η διάκριση παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος; Όχι, φίλες και φίλοι, δεν είναι αισθητή. Μέσα στο κελλί, είναι αισθητή η παραπάνω διάκριση; Αν είναι, λέει! Μέσα στη φυλακή, δεν υπάρχει παρόν, υπάρχει μόνο παρελθόν – αναμνήσεις, μνήμες, και μέλλον – αναμονή, προσδοκία. Όχι μόνο μέσα στη φυλακή, μέσα σε κάθε εγκλεισμό – εργασιακό, σχολικό, στρατιωτικό, ψυχαγωγικό κτλ. Όταν παίζουμε, υπάρχει μόνο παρόν· όταν [δεν]παίζουμε, δεν
υπάρχει παρόν. Όταν ευχόμαστε σε κάποιον να περνάει καλά, του ευχόμαστε, κι ας μην το γνωρίζουμε, ας μην το συνειδητοποιούμε (πολλά λέμε και κάνουμε χωρίς να τα γνωρίζουμε και να τα συνειδητοποιούμε), του ευχόμαστε να ζει πέραν της χρονικής διάκρισης, του ευχόμαστε να βιώνει μια αίσθηση μακρόσυρτου παρόντος. Αυτό σημαίνει ‘περνάω καλά’ .
Τι μας συμβαίνει όταν περνάμε καλά, όταν δεν βιώνουμε τη διάκριση παρελθόντος, παρόντος, μέλλοντος και έχουμε την αίσθηση ότι βιώνουμε μόνο το παρόν; Απωθείται, απομακρύνεται η επίγνωση του θανάτου, καλύτερα, το άγχος της επίγνωσης του θανάτου. Το άγχος αυτό δεν υπάρχει στα παιδιά (έχουν άλλα άγχη τα παιδιά), μιας και τα παιδιά δεν γνωρίζουν ότι θα πεθάνουν, κατά συνέπεια, δεν βιώνουν και την διάκριση του χρόνου. Και τα παιδιά όλη μέρα παίζουν, ή θέλουν να παίζουν.
Ας δούμε, φίλες και φίλοι, την ιστορία του ανθρώπινου γένους με γνώμονα το παιχνίδι. Θα παρακάμψω τη θεωρία του Χουιζίνγκα για την προέλευση του πολιτισμού και όλων των κοινωνικών θεσμών από το παιχνίδι. Το βιβλίο του Homo Ludens (στα ελληνικά, Ο άνθρωπος και το παιχνίδι, εκδ. Γνώση, μετ. ) είναι πολύ ενδιαφέρον (και απαιτητικό) και αν δεν το έχετε διαβάσει, το συνιστώ ανεπιφύλακτα. Άλλο με ενδιαφέρει. Με ενδιαφέρει να εξηγήσω γιατί τα παιδιά παίζουν ολοένα και λιγότερο, γιατί το ανθρώπινο είδος παίζει ολοένα και λιγότερο! Ούτε τα παιδιά παίζουν, ούτε οι ενήλικες. Οι ανθρωπολόγοι και οι εθνολόγοι μας πληροφορούν ότι στους τροφοσυλλεκτικούς λαούς οι ενήλικες παίζουν πάρα πολύ, εικάζουμε βάσιμα ότι επί 90.000 χρόνια, ως τροφοσυλλέκτες, παίζαμε επίσης πολύ. Σήμερα δεν παίζουμε. Συμπέρασμα: το ανθρώπινο είδος παίζει ολοένα και λιγότερο! Γιατί;
Το παραπάνω συμπέρασμα μας προτρέπει να το διατυπώσουμε με άλλον τρόπο. Το ανθρώπινο είδος βιώνει ολοένα και λιγότερο το παρόν, ολοένα και περισσότερο δηλαδή τη διάκριση παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος. Διακατέχεται, με άλλα λόγια, ολοένα και περισσότερο από το άγχος της επίγνωσης της ασθένειας και του θανάτου. Πίνω καφεδάκι και επανέρχομαι να εξετάσω το βίωμα της αίσθησης της απώλειας του χρόνου, το βίωμα με άλλα λόγια της αιφνίδιας και περιστασιακής αιωνιότητας.
Είμαστε Θεοί και Θεές όταν περνάμε καλά, όταν δεν βιώνουμε τη διάκριση του χρόνου, όταν ενισχύουμε και συνεχίζουμε τη Ζωή, όταν ικανοποιούμε βασικές μας ανάγκες αβίαστα και ελεύθερα: όταν είμαστε μια καλή παρέα, όταν χορεύουμε, τραγουδάμε, παίζουμε, γράφουμε ποιήματα, περπατάμε στο δάσος, διαβάζουμε, είμαστε ερωτευμένοι, γράφουμε, καλλιεργούμε τον κήπο και άλλα πολλά. Εκτός όμως από το βίωμα της μη διάκρισης του χρόνου, βιώνουμε και την αίσθηση της απώλειας του χρόνου. Όταν χανόμαστε εν εγρηγόρσει (πυκνοληψία), όταν αφαιρούμαστε για λίγο, όταν είμαστε αφηρημένοι, όταν δηλαδή αφαιρούμε την αίσθηση του χρόνου (δεν την αφαιρούμε εμείς, ο εγκέφαλός μας το κάνει)· όταν χανόμαστε υπό την επήρεια ψυχοτρόπων ουσιών, από οινόπνευμα και χασίσι μέχρι πρέζα και τηλεόραση· όταν χανόμαστε γιατί ρεμβάζουμε· όταν χανόμαστε τις στιγμές του οργασμού, όταν δηλαδή χάνουμε την αίσθηση του χώρου και του χρόνου. Τι χάνουμε όταν χανόμαστε; Χάνουμε το άγχος του θανάτου, χάνουμε την επίγνωση του θανάτου.
Το ανθρώπινο είδος χάνεται όλο και λιγότερο: αφαιρείται όλο και λιγότερο, ρεμβάζει όλο και λιγότερο, γαμάει (δεν εννοώ τη μαλακία μέσα στο μουνί) όλο και λιγότερο – με αποτέλεσμα να καταφεύγει όλο και περισσότερο στις ψυχότροπες ουσίες. Όταν είναι απονεκρωμένος και αποβλακωμένος δεν μπορεί να χαθεί – για να χαθείς πρέπει να είσαι ζωντανός – να και η κοκό η αρωγός, η κοκαΐνη!
Γιατί παζουμε όλο και λιγότερο, γιατί γαμάμε όλο και λιγότερο; Γιατί ζούμε το παρόν όλο και λιγότερο και την διάκριση του χρόνου όλο και περισσότερο, όλο και πιο έντονα; Γιατί βιώνουμε την αίσθηση της απώλειας του χρόνου όλο και λιγότερο; Γιατί χάνουμε την αίσθηση του χρόνου όλο και λιγότερο; Το γεγονός ότι όλες αυτές οι στερήσεις είναι πηγή έντονης δυσφορίας μας παροτρύνει να διατυπώσουμε κάποιες εξηγήσεις. Να οφείλεται στο γεγονός ότι ο πολιτισμός είναι πηγή δυσφορίας, όπως πρότεινε ο Σιγισμούνδος Φρόιδ;
Όχι, φίλες και φίλες. Ο πολιτισμός είναι πηγή δυσφορίας αλλά ο Φρόιδ παρέβλεψε να υποστηρίξει ότι ο πολιτισμός είναι και πηγή ευφορίας! Αν ρίξουμε μια ματιά πίσω στην ανθρώπινη ιστορία θα διαπιστώσουμε μια τομή: από ένα σημείο και πέρα, παίζουμε όλο και λιγότερο, γαμάμε όλο και λιγότερο, υφιστάμεθα την τυραννία, την κατάρα της διάκρισης του χρόνου ολοένα και περισσότερο, βιώνουμε την αίσθηση της απώλειας του χρόνου ολοένα και λιγότερο, καταδυναστευόμαστε όλο και περισσότερο και εντονότερα από το άγχος της επίγνωσης του θανάνου. Το σημείο αυτό είναι η εμφάνιση της ποιμενικής προέλευσης δυτικής Κυριαρχίας.
Για πρώτη φορά ο δυτικός Κύριος είδε τον χρόνο με το κριτήριο του εχθρού και του φίλου. Τι είναι ο χρόνος; Εχθρός ή Φίλος; Ανταγωνιστής ή Συνεργάτης; Άρπαγας ή Χαριστικός; Και απάντησε: ο χρόνος είναι εχθρός, ανταγωνιστής, άρπαγας.
Γιατί, φίλες και φίλοι, ο ποιμένας, πολεμιστής, ήρωας κύρ-Κύριος είδε τον χρόνο ως εχθρό, ανταγωνιστή και άρπαγα;
Θα διατυπώσουμε μια απάντηση αύριο το πρωί. Πάω να χαθώ στον κήπο.
Webmentions
[…] Ανωτάτη Σχολή Κακών Τεχνών. Share this:Like this:Like Φόρτωση… PermalinkΓράψτε ένα […]