φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Ένα από τα ερωτήματα που ακούγονται συχνά και παντού και από πολλούς και απάντηση δεν υπάρχει, όταν την ίδια στιγμή οι απαντήσεις είναι τόσες πολλές, είναι το εξής: μα γιατί δεν ξεσηκώνεται ο κόσμος, γιατί δεν αντιδρά, γιατί δεν αντιστέκεται; Κι ενώ κάποιοι ισχυρίζονται ότι δεν πρόκειται να ξεσηκωθεί, άλλοι περιμένουν μια κοινωνική έκρηξη, την οποία μεταθέτουν κάπου αόριστα στο μέλλον, πολύ κοντινό έως και πολύ μακρινό. Πόσες φορές δεν διάβασα και δεν άκουσα, τα τελευταία τρία χρόνια, ότι το προσεχές φθινόπωρο θα εἰναι θερμό, ότι θα γίνει χαμός τον χειμώνα, ότι την άνοιξη θα έχουμε ταραχές και μόνο για το καλοκαίρι δεν λέγεται τίποτα – πιθανόν λόγω διακοπών! Απογοήτευση και προσδοκία, αυτά τα συναισθήματα κυριαρχούν. Κι εγώ, ο γραφικός, ο αυτοαναφορικός, ο αμπελοφιλόσοφος, ο μαλάκας, αναφωνώ απαντώντας:
μα πως είναι δυνατόν να ξεσηκωθεί ο κόσμος όταν έντρομος έχει τραπεί σε άτακτη υποχώρηση περιοριζόμενος σε μάχες οπισθοφυλακής, που τις έχασε όλες, και σε παρενοχλήσεις του εχθρού, εκ των οποίων άλλες προέρχονται από το παρελθόν κι άλλες από το μέλλον;
Θα επιχειρήσω μια διαφορετική προσέγγιση του ζητήματος, μια προσέγγιση που θα γίνει με τα εργαλεία της μαρξικής θεωρίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της θεωρίας του πολέμου. Η μαρξική θεωρία μας βοηθάει να κατανοήσουμε τα αίτια της επίθεσης του Κυρίου καπιταλιστή κατά των Υποτελών Παραγωγών, η οποία άρχισε στα μέσα της δεκαετίας του 1970 και συνεχίζεται επεκτεινόμενη και κλιμακωνόμενη. Η θεωρία του πολέμου μας βοηθάει να κατανοήσουμε την πολιτική συγκυρία,δήλα δή τον συσχετισμό δύναμης, την κατανομή ισχύης μεταξύ των αντιπάλων καθώς και τις μεταβολές που επέρχονται κατά την διεξαγωγή του κοινωνικού πολέμου. Η πρωτοκαθεδρία της μαρξικής θεωρίας είναι σαφής και την εκθέτω ευθύς αμέσως, πολύ απλά και πολύ σύντομα και στη συνέχεια καταφεύγω στη θεωρία του πολέμου.
Το κύριο χαρακτηριστικό του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι η διαρκής και αδιάκοπη αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου: όλα και περισσότερες μηχανές και εγκαταστάσεις και υποδομές (σταθερό κεφάλαιο, νεκρή εργασία), ολοένα και λιγότεροι χρήστες των μηχανών, ολοένα και λιγότεροι παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου (μεταβλητό κεφάλαιο, ζωντανή εργασία). Η εξέλιξη αυτή δεν είναι παρά μια δραστική μεταβολή της σχέσης ανάμεσα στο σταθερό κεφάλαιο, τη νεκρή εργασία και το μεταβλητό κεφάλαιο, την ζωντανή εργασία υπέρ του πρώτου και σε βάρος του δεύτερου: αυτή είναι η πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους. Τρεις είναι οι συνέπειες αυτής της δραστικής μεταβολής της σχέσης: η πτώση της κερδοφορίας, η αύξηση της ανεργίας και η μείωση της κατανάλωσης. Είδαμε χτές ότι η τάση είναι ένα φαινόμενο που ακολουθεί μια κατεύθυνση χωρίς να έχει ακόμα ολοκληρώσει την πορεία του· η πτωτική λοιπόν τάση του ποσοτού κέρδους είναι ένα φαινόμενο που ακολουθεί μια κατεύθυνση χωρίς να έχει ολοκληρώσει ακόμα την πορεία του. Θα την ολοκληρώσει; Και τι θα συμβεί εάν την ολοκληρώσει;
Τα ερωτήματα αυτά τα έθεσαν οι θεωρητικοί του νεοφιλελευθερισμού, που σημαίνει ότι υιοθέτησαν και υιοθετούν την θεωρία του Μαρξ για την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, την πτώση της κερδοφορίας, την αύξηση της ανεργίας και τη μείωση της κατανάλωσης, ενώ ταυτόχρονα δεν παραβλέπουν ότι η αδιανόητη για την εποχή του Μαρξ, και όχι μόνο, εφαρμογή της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης στην παραγωγή επιτείνει δραματικά την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους με όλες τις συνέπειες της. Και θεώρησαν ότι η εξέλιξη αυτή δεν είναι συμβατή με την ύπαρξη ενός Κράτους που έχει αποικίσει πάρα πολλούς κοινωνικούς χώρους και δραστηριότητες, κατά συνέπεια, το μέν Κράτος πρέπει να συρρικνωθεί, ενώ η εν εξελίξει μείωση της κερδοφορίας πρέπει να αντιμετωπισθεί με την αρπαγή του κοινωνικού πλούτου που καρπούνται οι Υποτελείς Παραγωγοί, οι αυταπασχολούμενοι και τα μικροστικά και μεσοαστικά στρώματα και τάξεις· όσο για την ανεργία, είναι ένα πρόβλημα που μπορεί να επιλυθεί μόνο με την εξάλειψή του – με την ήπια, πολιτισμένη (ή και ανηλεή) εξόντωση των περιττών και πλεοναζόντων πληθυσμών.
Αυτά είναι τα αίτια της σφοδρότατης και ανηλεούς επίθεσης του Κυρίου καπιταλιστή κατά των Υποτελών Παραγωγών, και όχι μόνο, μιας και η αντίθεση κεφαλαίου/εργασίας δεν είναι η μόνη. Εκθέτω ξανά το στοιχείο που συνδέει τη θεωρία του Μαρξ με τη θεωρία του πολέμου, το οποίο δεν είναι άλλο από την δραστική μεταβολή της σχέσης ανάμεσα στη νεκρή εργασία (σταθερό κεφάλαιο) και τη ζωντανή εργασία (μεταβλητό κεφάλαιο) υπέρ της πρώτης, σε βάρος της δεύτερης. Το διατυπώνω και διαφορετικά: Ο Κύριος καπιταλιστής χρειάζεται ολοένα και λιγότερο τους Υποτελείς Παραγωγούς, δήλα δή, ο τεράστιος κοινωνικός πλούτος παράγεται και θα παράγεται με τη χρήση ολοένα και λιγότερων παραγωγών, ολοένα και πιο γρήγορα. Η εξέλιξη αυτή διαμορφώνει κι έναν συσχετισμό δύναμης μεταξύ των κοινωνικών αντιπάλων, ο οποίος μεταβάλλεται σε βάρος των Παραγωγών κι αυτός ήταν ο συσχετισμός των δυνάμεων όταν άρχισε η επίθεση του Κυρίου καπιταλιστή. Ο Κύριος εξαπόλυσε την επίθεση από θέση ισχύος και η επίθεση μετέβαλε ακόμα δραστικότερα τον συσχετισμό σε βάρος των Υποτελών. Και το μόνο που θα μπορούσαν να κάνουν είναι να υποχωρήσουν. Υποχώρησαν και υποχωρούν.
Από τη φύση του, ο συσχετισμός των δυνάμεων είναι μια σχέση μεταξύ δυνάμεων· άρα, οι Υποτελείς διαθέτουν μια ισχύη,η οποία μειώνεται μεν αλλά δεν εξαλείφεται, δεν μπορεί να εξαλειφθεί, λόγω της θέσης των Υποτελών στην παραγωγική διαδικασία. Κατά συνέπεια, ενώ μπορεί να αυξάνει η ισχύη του Κυρίου, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι μπορεί αυτός να γίνει πανίσχυρος, λόγω της εξάρτησης του δηλαδή από τους παραγωγούς. Αυτή η διαθέσιμη ισχύη, αν και μειωνόμενη αλλά ουδόλως εξαλειφόμενη (διαθέσιμος κοινωνικός πλούτος, σχέσεις, δικαιώματα, κτλ) είναι που επιτρέπει τους Υποτελείς να υποχωρήσουν για να διεξαγάγουν στο μέλλον τον κοινωνικό πόλεμο, να δώσουν μάχες οπισθοφυλακής και να παρενοχλήσουν τον Κύριο. Η υποχώρηση, οι μάχες οπισθοφυλακής και οι παρενοχλήσεις είναι εκφάνσεις της υπάρχουσας και διαθέσιμης ισχύης.
Οι μάχες οπισθοφυλακής (διαμαρτυρίες, αιτήματα, διαδηλώσεις, ταραχές, εμπρησμοί, κατ’ όνομα γενικές απεργίες ) χάθηκαν κι άλλες δεν πρόκειται να δοθούν – κι αν δοθούν θα χαθούν κι αυτές. Το γιατί χάθηκαν το εξετάσαμε χτες: πρόκεται για αναχροστικούς τρόπους διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου, όταν είναι βέβαια τρόποι και δεν είναι απλά έκφραση συναισθημάτων και αναγκών. Υπήρξαν όμως και παρενοχλήσεις κι αυτές οι παρενοχλήσεις είναι που μας ενδιαφέρουν.
Ο όρος παρενόχληση είναι πολεμικός (κι όχι απλά και μόνο στρατιωτικός). Η παρενόχληση είναι άλλοτε πίεση κι άλλοτε απασχόληση του αντιπάλου με μικρής διάρκειας και περιορισμένων και συγκεκριμένων σκοπών ξαφνικές επιθετικές ενέργειες. Ποιές είναι αυτές οι παρενοχλήσεις; Από ποιούς γίνονται, και πώς; Ποια είναι η σημασία τους;
Οι παρενοχλήσεις κατευθύνονται προς τα αδύνατα σημεία του αντιπάλου. Άλλοτε γίνονται συνειδητά κι άλλοτε όχι. Άλλοτε γίνονται ατομικά κι άλλοτε ομαδικά. Όταν γίνονται ατομικά αλλά γενικευμένα και μη οργανωμένα αποκτούν κάποια δυναμική. Το ομαδικό, συνειδητό και προγραμματισμένο κάψιμο των μηχανημάτων στις Σκουριές ήταν μια σαφής παρενόχληση. Ποιές άλλες παρενοχλήσεις είμαστε σε θέση να εντοπίσουμε;
Εάν ο σκοπός της επίθεσης του Κυρίου και του Κράτους είναι η ένταση του ανταγωνισμού, η αρπαγή του κοινωνικού πλούτου και η περιστολή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών, οι παρενοχλήσεις εμφανίζονται σε όλα τα σημεία όπου εξαπολύεται η επίθεση του Κυρίου: η διάχυτη και διαρκώς επεκτεινόμενη και πολύμορφη στάση πληρωμών (εξόφληση δανείων, καταβολή φόρων, χαρατσιού, ΦΠΑ, τελών κυκλοφορίας, ασφαλίστρων, εισιτηρίων, διοδίων, κλπ), η μείωση της κατανάλωσης, η ανυπακοή, η άρνηση της εργασίας, η απαξίωση του πολιτικού προσωπικού, η εκλογική αποχή, η επέκταση και η γενίκευση της συνεργασίας, η αλληλέγγυα οικονομία, η ισότιμη παραγωγή, η διαρκώς επεκτεινόμενη σύμπηξη συμβιοωτικών ομάδων και ἀλλα είναι μορφές παρενοχλήσεων που φέρνουν άμεσα αποτελέσματα. Οι υποτελείς πολεμούν όπως μπορούν.
Στρέφουμε την προσοχή μας στις παρενοχλήσεις διότι αυτό που μας ενδιαφέρει δεν είναι ούτε η προσδοκία της κοινωνικής έκρηξης ούτε η επαναστατική αποφασιστικότητα ούτε η υπόδειξη τού τί πρέπει να γίνει. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να παρατηρήσουμε και να μελετήσουμε αυτό που κάνουν οι Υποτελείς, όχι αυτό που θα έπρεπε να κάνουν. Κι όταν το κάνουμε κι αυτό, αυτό που λαμβάνουμε πρώτα υπόψη μας είναι αυτό που κάνουν ήδη οι Υποτελείς.
Η ιστορική Αριστερά έχει στραμμένο το βλέμμα της στο παρελθόν κι αυτό καθίσταται μοιραίο. Οι Υποτελείς έχουν κατανοήσει ότι η ένοπλη πάλη, οι εκλογές , οι διαμαρτυρίες και οι διαδηλώσεις και οι εμπρησμοί δεν μπορούν να έχουν αποτελέσματα, υποχωρούν και πολεμούν όπως μπορούν και το Κράτος και τον Κύριο καπιταλιστή. Οι παρενοχλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος είναι τα θεμέλια πάνω στο οποίο θα οικοδομηθεί μια νέα πολιτική κουλτούρα, δηλαδή ένας νέος τρόπος διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου. Το ‘1848’ ανήκει στο παρελθόν, ζήτω ο πιτσιρικάς που δεν πληρώνει εισιτήριο! Ο εντοπισμός και η μελέτη των παρενοχλήσεων είναι μια πρακτική άκρως σημαντική και προς αυτή την κατεύθυνση στρέφουμε το βλέμμα μας και την προσοχή μας.
Πάω να κόψω και να σχίσω τα ξύλα που φέραμε χτες. Εδώ στα χωριά, η προετοιμασία για τον χειμώνα αρχίζει μόλις τελειώσει ο χειμώνας, ενώ βασικό μας μέλημα είναι η ύπαρξη τροφής για ένα χρόνο – δεν πα να κλείσουν τα σούπερ μάρκετ!
Θα τα ξαναπούμε την Τρίτη το πρωί.
Θα ήθελα να ρωτήσω την άποψη σας για την αντιμετώπιση “μικρών Κυρίων” της καθημερινότητας, και αν θα έπρεπε (αν μπορούμε) να χρησιμοποιήσουμε την ίδια τακτική της παρενόχλησης.
Παραδείγματα : Το “αφεντικό” της δουλειάς, Ο “προϊστάμενος”, ο σπιτονοικοκύρης-“δυνάστης” κ.τ.λ….
Μπορούμε/Θέλουμε να τους δούμε ως αντίπαλο δέος, ή επειδή ξέρουμε ότι δεν είναι ο πραγματικός εχθρός, να προσπαθούμε να τα έχουμε “καλά” μαζί τους και να τους αγνοούμε αν είναι δυνατόν..?
Ελπίζω να έγινε κατανοητή η ερώτηση μου γιατί τώρα που την ξαναδιαβάζω μπέρδεψα τον εαυτό μου..!
🙂
PapaChango,
την τακτική της παρενόχλησης οφείλουμε να την εφαρμόσουμε πάνω στον ίδιο μας τον εαυτό καταρχάς. Παρενοχλώ σημαίνει δεν θα σε αφήσω, κι αν δεν μπορέσω, θα σε πιέσω όσο πιο πολύ μπορώ και θα σε απασχολήσω για να σε καθυστερήσω ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΤΙ για το οποίο διαφωνώ και διαφωνώ γιατί θέλω να είμαστε φίλοι. Επιπλέον, παρενοχλώ τα παιδιά μου, τη γυναίκα μου και μητέρα τους, τους συγγενείς μου, μα πάνω απ΄ όλους τον φίλο μου παρενοχλώ και δεν τον αφήνω να κάνει κάτι για το οποίο διαφωνώ και διαφωνώ γιατί θέλω, εγώ, να είμαστε φίλοι. Η παρενόχληση είναι η μόνη νομίζω αιτία που έρχομαι στα μαχαίρια με τους φίλους μου. Και συγκρούομαι – τρελαίνομαι για σύγκρουση, όχι γιατί είμαι μαζόχας αλλά γιατί η σύγκρουση πρέπει να γίνει: ή θα ανεβάσουμε το επίπεδο της επικοινωνίας και συνεγασίας μας, (και θα περάσουμε καλά γιατί τώρα δεν περνάμε καλά και πρέπει να συγκρουστούμε, γιατί διαφωνούμε, για να περάσουμε καλά) ή θα χωρίσουμε. Τρίτη λύση δεν ανέχομαι, νομίζω πως δεν υπάρχει κιόλας.
Αθανάσιος.