in αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους

ελευθερία κίνησης και μάθηση/διδασκαλία: οικειότητα και καλυμμένη αντιπάθεια

    το αποψινό σχόλιο το αφιερώνω στον Θοδωρή Λαμπρόπουλο (μπλογκ Ο ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ -Γιατί η αυθεντική ανάζήτηση μοιάζει συχνά με περιπλάνηση – και το ξέρει)

    Γιατί νιώθουμε οικειότητα με κάποιους και κάποιοι νοιώθουν οικειότητα με μας; Δεν γίνεται να νοιώθει μόνο ένας οικειότητα – γιατί άραγε; Τι νοιώθει, εάν δεν νοιώθει οικειότητα; Τι γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις; Σε τι μας βοηθά η οικειότητα στη καθημερινή ζωή;

    Μας βοηθάει να αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες επικοινωνίας, σε όλες τις μορφές της (συνεργασία, σύγκρουση, χωρισμός, μόνοιασμα) στη καθημερινή ζωή. Δεν νομίζω να νομίζετε ότι δεν υπάρχουν δυσκολίες επικοινωνίες! Υπάρχουν και είναι πολλές: η ηλικία, το διανοητικό επίπεδο, το είδος της σχέσης, η κοινωνική καταγωγή, η πολιτική συνειδητοποίηση, η ιδιοσυγκρασία και άλλα. Δεν λησμονώ ασφαλώς και την ένταση ή μή του Τέρατος μέσα μας, εννοώ το ασυνείδητο, την ζωική τάση κατάργησης των ορίων της ελευθερίας και της επιθυμίας, στα οποία οφείλουμε την επιβίωσή μας και την ύπαρξή μας εδώ και πολλές χιλιάδες και εκατομμύρια χρόνια. Δεν το λησμόνώ – διότι βγήκαν και λόγια και μαχαίρια και πιστόλια σε πολλές σχέσεις φιλίας και οικειότητας.

Εάν η κίνηση δημιούργησε το νευρικό σύστημα (δίκτυο) κι αυτό τον εγκέφαλο, νομίζω πως δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι δώσαμε στον εγκέφαλο περισσότερη αξία από ό,τι του αρμόζει. Και λησμονήσαμε την κίνηση. Να είναι άραγε τυχαίο, Θοδωρή,  ότι το κεντρικό αντικείμενο αναζήτησης του Αριστοτέλη ήταν η κίνηση;  Βέβαια, το έβλεπε από την πλευρά της Κυριαρχίας, αλλά εκεί έπεσε ο εγκέφαλός του. Γιατί άραγε;  Γιατί να πει ότι ο Θεός είναι το όν που ενώ είναι ακίνητο κινεί όλα τα άλλα, μέσω άλλων όντων(τα οποία στο αυτοκίνητο εμφανίζονται ως σύστημα υποπολλαπλασιασμού της κίνησης, το κιβώτιο ταχυτήτων) για να κινηθούν και τα τελευταία όντα (οι Υποτελείς, οι ρόδες); Διότι αυτή η αρχή δεν είναι παρά αντεστραμμένο τέλος, σκοπός: αυτή είναι η μεταφυσική και ο ιδεαλισμός, η λατρεία του ιδεώδους που εκλαμβάνεται ως υπάρχον και αρχή των πάντων.

Η εξέλιξη της ζωής οφείλεται στην ελευθερία κίνησης. Ένας φίλος, μια φίλη, μπορεί να έρθει στο σπίτι μου όποτε θέλει, να μείνει όσο θέλει και να φύγει όποτε θέλει: αυτή είναι η ελευθερία κίνησης. Μια γυναίκα θα έρθει μαζί μου  όποτε θέλει, θα μείνει όσο θέλει, εάν θέλω κι εγώ, κι όποτε θέλει θα φύγει, θέλω δε θέλω εγώ: αυτή είναι ελευθερία κίνησης. Ένας κοινωνικός χώρος είναι χώρος ελευθερίας όταν μπορώ να μπω όποτε θέλω, να μείνω όσο θέλω, αν και υπάρχουν περιορισμοί,  και θα φύγω όποτε θέλω: αυτή είναι ελευθερία κίνησης. Αυτό ισχύει για τη λαϊκή (βορειοελληνιστί, παζάρι) και για τη δημοτική βιβλιοθήκη αλλά δεν ισχύει για το σχολείο και το γραφείο και το εργοστάσιο. Γιατί δεν ισχύει σε αυτούς τους χώρους; Θα το δούμε το πρωί. Όλα τα όντα θέλουν να έχουν ελευθερία κίνησης κι όταν δεν την έχουν, υποφέρουν και κάνουν πολλούς συμβιβασμούς και υποχωρήσεις μόνο και μόνο για να τους δοθεί λίγη ελευθερία κίνησης. Θα το δούμε το πρωί κι αυτό, στο εισαγωγικό μάθημα της Τιθασευτικής (Τέχνης και Επιστήμης).

Η εξέλιξη της ζωής οφείλεται στη μάθηση που προέρχεται από την ελευθερία κίνησης. Κάθε σχέση, κάθε σχέση, κτίζεται πάνω στη βασική σχέση της μάθησης/διδασκαλίας, κάθε σχέση αυτήν προϋποθέτει. Ακόμα κι αυτή της Κυριαρχίας. Δύο ανθρώπινα όντα, κάτω από όποιες συνθήκες και να βρεθούν, συγκροτούν οπωσδήποτε μια σχέση μάθησης/διδασκαλίας. Κάθε ανθρώπινο όν, σε όλη του τη ζωή, σε κάθε σχέση του είναι μαθητής και δάσκαλος. Μιας και η μάθηση προέρχεται από την ελευθερία κίνησης, κάθε μαθητής/δάσκαλος δέχεται ή οφείλει να δεχτεί την ελευθερία κίνησης του άλλου.

Όταν υπάρχει ελευθερία κίνησης και η σχέση, η αποδοχή, η αναγνώριση της σχέσης μαθητείας/διδασκαλίας (διά βίου μάθηση/δια βίου διδασκαλία) τότε υπάρχει οικειότητα σε μια σχέση, υπάρχει άνεση, οπότε οι δυσκολίες επικοινωνίας ξεπερνιούνται εύκολα, γρήγορα, ευχάριστα. Και αρχίζει η συνεργασία και η δημιουργία.

Μπορούμε να νοιώσουμε εάν ο άλλος νοιώθει οικεία ή όχι; Και βέβαια. Διότι εάν δεν νοιώθει οικειότητα μαζί μας,  θα νοιώθει καλυμμένη αντιπάθεια. Μπορείς να συνυπάρξεις, να συμβιώσεις, να συνεργαστείς με κάποιον που νοιώθει αντιπάθεια και την κρύβει; Γιατί νοιώθει αντιπάθεια; Διότι τον ενοχλεί, του προκαλεί δυσανασχέτηση, δυσφορία η οικειότητά μου, η αποδοχή της ελευθερίας κίνησής του, το περιμένω κι εγώ αυτό, και η αποδοχή της σχέσης μαθητείας/διδασκαλίας. Δεν ξέρω γιατί τον ενοχλεί, τι να πω, ούτε  ψυχαναλυτής είμαι, ούτε ψυχοθεραπευτής.

Η οικειότητα μόνο αμοιβαία μπορεί να είναι – δεν μπορεί να είναι μονόπλευρη. Κι αν συμβιώνουν για λίγο ή πολύ είναι γιατί αυτός που νοιώθει καλυμμένη αντιπάθεια, κάτι θέλει να πάρει. Εάν θέλουμε του το δίνουμε· εάν του το δίνουμε και κάποια στιγμή δεν του το δώσουμε, θα φύγει. Και δεν θα του το δώσουμε μόνο και μόνο γιατί τα παραμύθια που μας έλεγε ο παππούς και η μαμά μάς έμαθαν ότι υπάρχει πονηριά και κακία στον κόσμο και οφείλουμε να προστατευθούμε. Να πας στο καλό.

Δεν  μας επιτρέπεται να πούμε ‘ δεν θέλω να σε ξαναδώ’ διότι γνωρίζουμε ότι, αν τον σκοτώναμε, δεν θα τον ξαναβλέπαμε. Οπότε τον σκοτώνουμε συμβολικά, εάν του πούμε κάτι τέτοιο. Θα μου πείτε ότι είναι καλύτερος ο συμβολικός φόνος από τον πραγματικό. Το ζήτημα τίθεται σε λάθος βάση. Διότι ο συμβολικός φόνος είναι ασυνείδητος. Εάν το κάνεις μπορεί να σου συμβεί το εξής: εάν πεζός πάει να περάσει το δρόμο, εσύ μέσα στο αυτοκίνητο θα μπερδέψεις το γκάζι και το φρένο και θα πατήσεις γκάζι, θα τον καθαρίσεις και δεν θα πας ούτε μια μέρα στη φυλακή. 

Καλό σας βράδυ, καλό αύριο

Σχολιάστε ελεύθερα!