in Γραμματικοποίηση της Ιστορίας, Διανεμητική, ποιμενισμός/αρχαία ελληνική γλώσσα και Ιλιάδα

αγών: σημασιολογική εξέλιξη

Οι αρχαιότερες μαρτυρίες του όρου “αγών” δείχνουν ότι οι πρώτες σημασίες της λέξης δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τις σημερινές αντίστοιχες. Η λέξη “αγώνας” στις μέρες μας σημαίνει άλλοτε την έντονη ή επίπονη προσπάθεια που κάνουμε για να πραγματοποιήσουμε κάποιο δύσκολο ή αξιόλογο σκοπό και άλλοτε κάποιας μορφής σύγκρουση ή και την προσπάθεια που κάνουμε για να νικήσουμε. Λέμε, λ.χ., πως έκανε αγώνα για να μεγαλώσει τα παιδιά της, ο αγώνας τώρα δικαιώνεται, οι αγώνες του ελληνικού έθνους για την ελευθερία, έχουμε αναλάβει την διεξαγωγή των Ολυμπιακών αγώνων, αγώνας δρόμου, θα τον δούμε τον αγώνα; Ποιές ήταν όμως οι αρχαιότερες σημασίες του όρου; Πώς απέκτησε τις σημασίες που έχει σήμερα; Πώς ο όρος απέκτησε την σημασία του αγωνίσματος, της αθλητικής σύγκρουσης;

Ο όρος “αγών” απαντά 23 φορές στην Ιλιάδα (πάντα στον ενικό) και 6 στην Οδύσσεια (μια φορά στον πληθυντικό). Στην ραψωδία Ψ απαντά 15 φορές. Εκεί διαβάζουμε για τους πρώτους αθλητικούς αγώνες του δυτικού πολιτισμού. Ο όρος όμως δεν έχει καμία σχέση με τον αθλητισμό.

Μόλις τελειώνουν οι αθλητικοί αγώνες,”λύτο δ’ αγών, λαοί δε θοάς επί νήας έκαστοι / εσκίδναντ’ ιέναι”, “λύθηκε η σύναξη στα γρήγορα καράβια του τ’ ασκέρι / πίσω γυρνάει σκορπώντας ( Ω 1-2, μετ. Καζαντζάκη-Κακριδή). Όταν έρχεται η ώρα να διεξαχθεί το αγώνισμα της πυγμαχίας, “ημίονον ταλαεργόν άγων κατέδησ’ εν αγώνι” (φέρνει και δένει μπρος στη σύναξη γομάρικο μουλάρι, Ψ 654). Ήταν το έπαθλο για τον νικητή. Ο χαμένος θα έπαιρνε μια κούπα με δυο λαβές. Αγών είναι η συνάθροιση των στρατιωτών. Φαίνεται πως η συνάθροιση γίνεται για να παρακολουθήσουν τους αθλητικούς αγώνες. Θα δείξουμε, μέσα από την ανάλυση των πρώτων αθλητικών αγώνων του δυτικού πολιτισμού, πως η παρακολούθηση των αθλητικών αγώνων ήταν μια μεταγενέστερη εξέλιξη. Θα εντοπίσουμε πολλές ενδείξεις που δείχνουν ότι ο όρος αγών αναφέρεται σε μια προγενέστερη κατάσταση.

Το πρώτο αγώνισμα που διεξάγεται (να σημειώσουμε ότι ο όρος “αγώνισμα” δεν υπάρχει στην Ιλιάδα ούτε στην Οδύσσεια) είναι η αρματοδρομία. Σηκώνεται ο Αχιλλέας και λέει στους Αχαιούς: κοιτάξτε, αυτά τα βραβεία που έφερα εδώ και βρίσκονται στη μέση της αλάνας, είναι για τους αρματοδρόμους (“ιππήας τάδ’ άεθλα δεδεγμένα κείτ’ εν αγώνι”). Στο αγώνισμα της δισκοβολίας, τέταρτος και τελευταίος ρίχνει το δίσκο ο Πολυποίτης. Τον έρριξε τόσο μακρυά που βγήκε έξω από την αλάνα: “τόσσον παντός αγώνος υπέρβαλε” (τόσο το αλώνι ακέριο επέρασε που έριχναν, Ψ 847). Αγών δεν είναι μόνο η συνάθροιση των στρατιωτών και των θεών (δυο φορές, Η 298 και Σ 396) αλλά και το μέρος όπου γίνονται οι αθλητικοί αγώνες. Το μέρος όπου είναι τραβηγμένα τα πλοία, λέγεται “νεών αγών”. Αλλά ο αγών ήταν πράγματι το μέρος όπου διεξάγονταν αθλητικοί αγώνες; Θα δούμε ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Μετά την κηδεία του Πατρόκλου, ο Αχιλλέας διοργανώνει “αθλητικούς αγώνες”. Για ποιόν λόγο τους διοργανώνει; Δεν γνωρίζουμε. Θεωρούμε δεδομένο ότι το έκανε για να τιμήσει τη μνήμη του νεκρού (επιτύμβιοι αγώνες). Το κείμενο ούτε καν υπαινίσσεται κάτι τέτοιο.

 Ποιά είναι όμως τα αγωνίσματα και ποιά τα έπαθλα του καθενός; Εδώ το κείμενο είναι σαφές. Τα έπαθλα της αρματοδρομίας ήταν μια σκλάβα χρυσοχέρα, ένα μεγάλο αγγείο με λαβές (τρίποδας), μία φοράδα έξι χρονών, με μουλάρι στην κοιλιά, ένα ολοκαίνουριο καζάνι, δύο τάλαντα χρυσάφι και μία κούπα με δύο λαβές. Για το αγώνισμα της πυγμαχίας, ένα μουλάρι εξάχρονο, που άντεχε στη δουλειά, και μία κούπα με δύο λαβές. Όποιος νικούσε στη πάλη, θα έπαιρνε ένα μεγάλο τρίποδα, που οι Δαναοί τον εκτιμούσαν δώδεκα βόδια˙ αυτός που θα νικιόταν θα έπαιρνε μία σκλάβα που ήξερε πολλές δουλειές και άξιζε τέσσερα βόδια. Για το τρέξιμο (το δικό μας κατοστάρι), ένα ασημένιο κρατήρα για τον πρώτο νικητή, ένα βόδι μεγάλο και παχύ για τον δεύτερο, και για τον τρίτο μισό τάλαντο χρυσάφι. Ο νικητής της κονταρομαχίας θα έπαιρνε ένα ασημοκάρφωτο σπαθί, ενώ και οι δύο συμμετέχοντες θα μοιράζονταν ένα κοντάρι, μιαν ασπίδα και μια περικεφαλαία. Θα αμείβονταν επίσης και με ένα καλό τραπέζι στη σκηνή – με μπόλικο κρέας και κρασί. Στη δισκοβολία ο νικητής θα έπαιρνε τον ίδιο τον δίσκο: μία ποσότητα σιδήρου που θα εξασφάλιζε στον κάτοχό της σιδερένια εργαλεία για πέντε χρόνια. Τέλος, στο αγώνισμα της τοξοβολίας, ο νικητής θα έπαιρνε δέκα τσεκούρια με διπλή κόψη και ο ηττημένος δέκα τσεκούρια με μια κόψη.

Πού τα είχε όλα αυτά τα πράγματα ο Αχιλλέας; Πού τα βρήκε; Τα έφερε μαζί του από την Ελλάδα (την σημερινή Φθιώτιδα); Όχι, τα έφερε από τα καράβια του (νηών δ’ έκφερ’ άεθλα, Ψ 259). Αλλά και στην σκηνή του είχε πολλά πράγματα: “έστι τοι εν κλισίη χρυσός πολύς, έστι δε χαλκός / και πρόβατ’, εισί δε τοι δμωαί και μώνυχες ίπποι” (έχεις χαλκό, κι έχεις και μάλαμα περίσσιο στο καλύβι, / κι έχεις και σκλάβες και μονόνυχα φαριά κι αρνιά και γίδες, Ψ 549-550). Δεν τα έφερε από την πατρίδα του, θα τα πήγαινε εκεί. Όλα αυτά τα πράγματα ήταν ο κόπος από τις ληστρικές επιδρομές που έκανε μαζί με τον Πάτροκλο στη περιοχή γύρω από την Τροία. Λέει ο Αχιλλέας στον Οδυσσέα που πάει να τον πείσει να επιστρέψει στο πεδίο της μάχης (Ι 328-334): “Με τα καράβια κάστρα δώδεκα πάτησα ως τώρα ατός μου, / κι έντεκα λέω πεζός, διαβαίνοντας την καρπερή Τρωάδα / κι απ’ όλα τούτα εγώ εξεδιάλεγα πολλά και πλούσια κούρσα, / κι όλα ως γυρνούσα του Αγαμέμνονα τα χάριζα˙·κι εκείνος, / ο γιος του Ατρέα, ξοπίσω μένοντας στα γρήγορα καράβια / ως τα δεχόταν, λίγα μοίραζε, πολλά κρατούσε, κι άλλα / σε αρχόντους και ρηγάδες τα ’δινε, το μερτικό τους να ’χουν”.

Τα λάφυρα θεωρούνταν κοινό κτήμα των ηρώων που συμμετείχαν στις επιδρομές και έπρεπε να μοιράζονταν. Όταν ο Αγαμέμνονας χάνει τη νεαρή σκλάβα του, ζητά μιαν άλλη. Ο Αχιλλέας του απαντά (Α’ 124-126):

“…Βιός αμοίραστο δεν έχουμε, όσο ξέρω / τι όσα απ’ τα κάστρα διαγουμίσαμε, τα μοιραστήκαμε όλα, / κι ούτε θα ταίριαζε το ασκέρι μας να τα μαζέψει πάλε”

Η μοιρασιά της λείας μάς άφησε και πολλούς θεσμούς και ένα πλουσιότατο λεξιλογιο. Ο νόμος ήταν η πατροπαράδοτη, απαράβατη συνήθεια να μοιράζονται τα λάφυρα σε όλους. Ισονομία σημαίνει ίση διανομή, ίσο μερίδιο, αναλογία (Αλκμαίων, 5ος π.Χ.,αι.). Τον όρο ισονομία ο Ηρόδοτος τον αποδίδει περιγραφικά ως εξής: “ες μέσον καταθείναι τα πρήγματα”.(Να βάλουμε τη λεία στη μέση και να τη μοιράσουμε, Γ, 80). Η δίκη ήταν η σωστή μοιρασιά (δίχα, μισά μισά). Η νέμεσις (από το νέμω, μοιράζω) ήταν η αγανάκτηση από την άδικη μοιρασιά. Ο ταμίας είναι αυτός που χωρίζει (τέμνει) τη λεία κι αυτός που την μοιράζει είναι ο δαίμων. Αυτός που έχει καλό δαίμονα λέγεται ευδαίμων, ευτυχής. Καλός δαίμων είναι ο δαίμων που μοιράζει πολλά. Ο ευδαίμων είναι παραλήπτης μεγάλης λείας. Ευδαίμων θα πει πλούσιος στην αρχαία ελληνική (δεν νοείται πλούτος χωρίς λεία). Δήμος είναι η γη που έχει μοιρασθεί αλλά και όσοι κατοικούν στη μοιρασμένη γη. Τη λεία πολλές φορές την μοιράζονταν με κλήρο. Η γη που διανέμονταν, λεγόταν και κλήρος (κληρούχοι). Ο λαχνός, και τα σημερινά λαχεία, προέρχεται κι αυτός από τη μοιρασιά της λείας. (Σήμερα οι τυχεροί του λαχείου μοιράζονται μια λεία την οποίαν δημιούργησαν οι ίδιοι αλλά ο πιο τυχερός είναι το κράτος). Η μοίρα  ήταν το μερίδιο της λείας ενώ η ειμαρμένη ήταν το μερίδιο της λείας που είχε ήδη διανεμηθεί. Η αίσα (αιτ-jα) είναι το μερίδιο που διεκδικεί κάποιος (από την ίδια ρίζα και το ρήμα αιτούμαι, και η αίτηση˙·αίτ-ιος είναι αυτός που ζητά και όποιος ζητά το μερίδιό του είναι υπαίτιος, ένοχος). Η αρχαιότερη σημασία του ρήματος αμαρτάνω είναι “στερούμαι” (πιθανότατα από το μη μαρτυρούμενο επίθετο *α-μαρ-τος: αμέτοχος, στερημένος: η ρίζα μερ-/μορ-/μαρ- σημαίνει “παίρνω αυτό που μου ανήκει, συμμετέχω στην μοιρασιά”, πρβλ. μερ-ίς, μέρ-ος) [1]

Την λεία την έφερναν σ’ ένα συγκεκριμένο μέρος του στρατοπέδου. Εκεί γινόταν και η μοιρασιά. Αυτό εννοεί ο Αχιλλέας όταν λέει στον Αγαμέμνονα (Α’ 124): “ουδέ τι που ίδμεν ξυνήϊα κείμενα πολλά” (δεν γνωρίζουμε να υπάρχει κάπου κοινή, αμοίραστη λεία). Πως λεγόταν αυτό το “που”, αυτό το μέρος;

Ο Αχιλλέας φέρνει τα έπαθλα (τα λάφυρα) “εν μέσσω αγώνι”, στο κέντρο της αλάνας. Η λέξη αγών προέρχεται από το ρήμα άγω που σημαίνει “οδηγώ τα ζώα στη βοσκή” και σε πολεμικά συμφραζόμενα “οδηγώ τα κλεμμένα ζώα στο στρατόπεδο”. Τη λεία την οδηγεί η Αθηνά, η Αγελείη (δεν την κάναμε χωρίς λόγο μασκώτ…). Η λεία αποτελούνταν από έμψυχα (ζώα,άνθρωποι) και άψυχα (προϊόντα εργασίας). Η πολύ γνωστή έκφραση “άγειν και φέρειν” αναφέρεται ακριβώς στη σύνθεση της λείας. Το άγειν για τα ζωντανά, το φέρειν για τα αντικείμενα. Η αρχαιότερη σημασία της λέξης “αγών” είναι: το μέρος του στρατοπέδου όπου μεταφέρεται η λεία και μοιράζεται μεταξύ των ηρώων (εισβολέων, επιδρομέων).

Τι γίνεται όμως η λεία και ο οπλισμός ενός ήρωα που πεθαίνει; Η ηρωική παράδοση μαρτυρεί ότι έπρεπε να διανεμηθούν ή να δοθούν σε άλλους. Μετά τον θάνατο του Αχιλλέα, οι Αχαιοί παίρνουν την πρωτοβουλία να δώσουν σε κάποιον τα όπλα του. Ο Πίνδαρος και ο Σοφοκλής μας λένε ότι ο Αγαμέμνων συγκάλεσε δικαστήριο που αποφάσισε να τα δώσει, έπειτα από μυστική ψηφοφορία, στον Οδυσσέα. Ήταν μια ψηφοφορία νοθείας και δόλου, που οδήγησε τον Αίαντα, ο οποίος πρόβαλε κι αυτός αξιώσεις απόκτησης των όπλων, στην τρέλα και την αυτοκτονία. Όπως κάθε λεία, έτσι και τη λεία του νεκρού πολεμιστή, τη διεκδικούσαν οι ήρωες (οι ευγενείς, οι γαιοκτήμονες) – οι στρατιώτες, ο απλός λαός, δεν έπαιρνε τίποτα (μόνο ένα πιάτο φαί, πρόκειται για το αρχαιότερο προλεταριάτο). Οι ήρωες ήταν οι γενναιότεροι, οι ικανότεροι πολεμιστές.

Ποιός έπρεπε να πάρει το μεγαλύτερο μέρος της λείας; Αυτό είναι το επίδικο αντικείμενο της σύγκρουσης του Αχιλλέα με τον Αγαμέμνονα στην ραψωδία Α της Ιλιαδας. Ο γενναιότερος ή ο ισχυρότερος κοινωνικά, ο πλουσιότερος; Ο Αχιλλέας μοιράζει τη λεία και τα όπλα του Πατρόκλου σύμφωνα με το προγονικό πρότυπο. Πώς όμως θα μπορούσε να αποδειχτεί η γενναιότητα, η πολεμική δεινότητα κάθε πολεμιστή; Μόνο με τον έλεγχο περί της υπεροχής. Εάν η πολεμική υπεροχή ήταν η συνισταμένη των πολεμικών δεξιοτήτων και της δύναμης, το ζητούμενο ήταν να αποδειχτεί η υπεροχή αυτή. Ο έλεγχος της υπεροχής σε μια πολεμική δεξιότητα δημιούργησε το αγώνισμα.

Ο έλεγχος γίνεται στον τόπο της συγκέντρωσης της λείας, στον αγώνα, όπου εκεί γινόταν γενικά η μοιρασιά. Αγωνίζομαι θα πει (Ηρόδοτος,VIII,26) “παίρνω μέρος στον έλεγχο περί της υπεροχής σε μια πολεμική δεξιότητα”. Σε επιγραφή διαβάζουμε “αγωνίσματα κατά τα άθλα”. Ο έλεγχος περί της υπεροχής ονομάσθηκε και αγών και αγώνισμα. Όλα τα αγωνίσματα που διοργάνωσε ο Αχιλλέας ήταν πολεμικές δεξιότητες. Επειδή η διεκδίκηση και η κτήση της λείας ήταν μια μορφή σύγκρουσης, όλα τα παράγωγα της λέξης αγών απόκτησαν συγκρουσιακό περιεχόμενο.

Ο αγών και το αγώνισμα ήταν επιβίωση μιας πρακτικής του πολέμου εκμηδένισης (της ολοκληρωτικής εξόντωσης του αντιπάλου). Μαρτυρούν ένα συγκεκριμένο τρόπο διανομής της λείας. Ταυτόχρονα ήταν και μια στρατιωτική άσκηση. Όταν η λεία εξασφαλίζεται από την παραγωγή των δούλων (περιορισμένος πόλεμος, πόλεμος υποδούλωσης), οι αριστοκράτες γαιοκτήμονες της αρχαϊκής εποχής διατηρούν τους αγώνες για να εξασφαλίσουν δόξα – παραγωγή νίκης, τον πλούτο και τη λεία τα είχαν. Οι επίνικοι του Πινδάρου είναι πολύ σαφείς. Ταυτόχρονα, ήταν και στρατιωτικές ασκήσεις. Εξ ου και η εκεχειρία. Εάν δεν σταματούσαν οι πόλεμοι, ποιός θα πήγαινε στις αθλητικές πολεμικές ασκήσεις, όπου και εκεί η νίκη ήταν το ζητούμενο;

Η διαλεύκανση των αρχαιοτέρων σημασιών των όρων αγών και αγώνισμα μας παροτρύνει να θέσουμε το ερώτημα: οι υπέρογκες αμοιβές των επαγγελματιών αθλητών έχουν καποια σχέση με τη διανομή της λείας;

Το επόμενο άρθρο θα φέρει τον τίτλο “Ολυμπιακή φλόγα: οι βόμβες ναπάλμ της αρχαιότητας;”

 

Σημειώσεις

 

[1] Το λεξιλόγιο, την προέλευση και τους θεσμούς της διανομής της λείας τα εξετάζω διεξοδικά στην Διανεμητική. Να σημειώσουμε ότι από την διανομή της λείας προέρχεται τόσο η Δημοκρατία (αντικατέστησε τον όρο Ισονομία) όσο και το Κράτος Πρόνοιας. (Για να υπάρξει ευημερία, welfare, πρέπει να υπάρχει λεία, επιτυχής επιδρομή, κερδοφόρο ταξίδι: welfare, δεν σημαίνει καλό ταξίδι;). Α, παρ’ ολίγο να μου διαφύγει: από την διανομή της λείας προέρχεται και η παράσταση του διανομέα Θεού (ο Θεός μας δίνει υγεία, χαρίσματα και άλλα πολλά, όταν έχει βέβαια), η διανεμητική δικαιοσύνη του Αριστοτέλη και ο διανεμητικός κομμουνισμός: από τον καθένα (παίρνουμε) σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα (δίνουμε) σύμφωνα με τις ανάγκες του. Η λανθάνουσα διανομή του κοινωνικού πλούτου συνιστά την αυτοακύρωση του διανεμητικού κομμουνισμού. Ο εκθετικός, προσβασιακός κομμουνισμός (ανοιχτή έκθεση του κοινωνικού πλούτου και ελεύθερη πρόσβαση σε αυτόν) είναι μία άλλη ιστορία…

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. Από την ανάλυση που κάνεις, προκύπτει όμως και το εξής: Οι αγώνες έχουν χαρακτηριστικά εσωτερικού πολέμου, εμφυλίου με την έννοια [αφού όλοι οι πόλεμοι είναι εμφύλιοι] ότι γίνονται μέσα στην ίδια κοινότητα και οι “άλλοι” [π.χ. Τρώες, Πέρσες κλπ] δεν συμμετέχουν, γιατί δεν προσκαλούνται καν σε αυτό. δηλαδή, οι αγώνες είναι κοινωνικός πόλεμος χωρίς πολλά φτιασιδώματα [ο άλλος είναι αλλοδαπός, αλλόθρησκος κλπ]., αφού οι αντιμαχόμενες πλευρές (πολεμιστές, αθλητές, ομάδες, κλπ) θεωρούνται εκ προοιμίου ότι ανήκουν στην ίδια κοινότητα. Οπότε να κάνω μια εικασία παραπάνω: οι υπέρογκες αμοιβές των πρωταθλητών στην αρχαιότητα και πολύ περισσότερο σήμερα (όπου στους Ολυμπιακούς συμμετέχουν όλες οι χώρες), ήταν μερίδιο από τη λεία του κοινωνικού πολέμου (προφανώς, αφού είναι δημόσια χρήματα, δεν έδινε ποτέ άρχοντας από την τσέπη του). Εξάλλου σήμερα τουλάχιστον το ιδεολόγημα του κοινωνικού πρωταθλητή είναι σαφές ότι προωθείται μέσω του αγωνιστικού αθλητισμού “βλέπεις πόσο καλά τα κατάφερε, που δούλεψε υπό τις διαταγές του προπονητή, που δεν είχε παιδική ηλικία, που έτρωγε ό,τι του έλεγαν, ξυπνούσε όποτε έπρεπε, προπονείτο όσο του έλεγαν, έπαιρνε τα χημικά που το έλεγαν;;; κι εσύ, αν κάνεις το ίδιο υπό τις διαταγές του……….., κάποια στιγμή θα φτάσεις πολύ ψηλά, θα είσαι κι εσύ πρωταθλητής, και θα σου δώσουμε και μερίδιο στη λεία που ποτέ δεν θα αποκτήσεις αν δεν συμμορφωθείς”.