φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Εάν περάσετε την Παρασκευή (26/10) από το ‘Μικρόπολις’, στη Θεσσαλονίκη, θα βρείτε στο παντοπωλείο ψωμί που ζυμώνουμε και ψήνουμε εγώ και η Τασούλα. Μια φορά τη βδομάδα, προς το παρόν, στέλνουμε 3ο μισόκιλα (των 500-550 γρ. και όχι των 330-350). Ακούγεται λίγο παράξενο: ψωμί από την Αλεξανδρούπολη στη Σαλονίκη, γιατί; Τι έχει αυτό το ψωμί;
Θα ήθελα να διατυπώσω το εξής ερώτημα: Ας υποθέσουμε ότι σας καλούσαν να επιλέξετε ως μοναδική τροφή για ένα ολόκληρο χρόνο το κρέας ή το ψωμί. Τι θα επιλέγατε;
Δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα εάν πρώτα δεν ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε όταν λέμε ψωμί. Νομίζουμε ότι γνωρίζουμε. Δεν θα το έλεγα, φίλες και φίλοι, δεν θα το έλεγα. Διότι, εάν μου πείτε ότι με τη λέξη ‘ψωμί’ αναφέρεστε στο ψωμί που πουλάνε οι φούρνοι, εγώ θα σας έλεγα ότι αυτό δεν είναι ψωμί. Θα μπορούσαμε να το πουμε τύπο ψωμιού αλλά ψωμί δεν είναι. Να λοιπόν που βρισκόμαστε ενώπιον του ζητήματος να επαναπροσδιορίσουμε τι εννοούμε όταν λέμε ‘ψωμί’. Θέτουμε εν αμφιβόλω το αυτονόητο, τον κυρίαρχο ορισμό, την επικρατούσα αντίληψη περί του ψωμιού κι αυτό είναι μια ένδειξη εκκίνησης μιας διαδικασίας επανεξέτασης πολλών, πολλών πρακτικών, αντιλήψεων, αξιών, συμπεριφορών. Το ότι αυτή η διαδικασία είναι μια πτυχή της εν εξελίξει πνευματικής επανάστασης είναι κάτι που δεν αργήσει να φανεί στον ορίζοντα του κοινωνικού πεδίου
Είχα θέσει προ πολλού καιρού το ερώτημα, πως θα παράγουμε το ψωμί σε μια κομμουνιστική κοινωνία – εάν ο χαρακτηρισμός ‘κομμουνιστική’ σας είναι οχληρός, τον αντικαθιστάτε με άλλον της αρεσκείας σας, no problem. Και απάντησα ότι θα παράγουμε το ψωμί σε κοινοτικό ή ομαδικό επίπεδο με τη συμμετοχή όλων στην παραγωγική διαδικασία: θα εργαζόμαστε μια δυο μέρες τον μήνα στον κοινόχρηστο, κοινόκτητο και πολυλειτουργικό χώρο και τις άλλες μέρες θα πηγαίνουμε και θα παίρνουμε το ψωμί που χρειαζόμαστε σε έναν χώρο οπου θα εκτίθεται ανοιχτά ο παραγόμενος κοινωνικός πλούτος (ψωμί) και θα εξασφαλίζεται η ελεύθερη πρόσβαση όλων. Το ερώτημα πως θα παράγουμε το ψωμί μπορεί να επεκταθεί σε όλα τα είδη του παραγόμενου πλούτου και να διατυπωθούν οι αντίστοιχες απαντήσεις. Προτείνω, ας πούμε, τον κοινοτικό οπωρώνα για την παραγωγή των φρούτων/οπωρικών και την ομαδική/προσωπική παραγωγή των λαχανικών. Μπορούμε από τώρα να διατυπώσουμε κάποιες σκέψεις για το ποια προϊόντα θα καταργήσουμε άμεσα και σταδιακά, ποιων προϊόντων θα μειωθεί η παραγωγή, άμεσα ή σταδιακά, ποια θα βελτιώσουμε, ποια θα παράγονται με διαφορετικό τρόπο, κλπ.
Θεωρώ λοιπόν ότι είναι δυνατόν μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, και παράλληλα με αυτόν, να εμφανιστούν δομές κομμουνιστικών μορφών παραγωγής και εργασίας, οι οποίες θα αντιμετωπίζουν και θα επιλύουν επιτυχώς όλα τα προβλήματα που προκαλεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Βέβαια, είναι δύσκολο, αν και καθόλου ακατόρθωτο, να υπάρξει σήμερα ένας κομμουνιστικός κοινοτικός φούρνος 200 ανθρώπων. Τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε;
Θα μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε ψωμί στο ένα τρίτο της τρέχουσας τιμής της αγοράς καθιερώνοντας την τετράωρη εργασία, την οποία δεν πρέπει να δούμε ως μερική εργασία αλλά να την ταυτίσουμε με αυτό που λέμε ως ‘εργασία πλήρους απασχόλησης’. Θα μου πείτε ότι ένας παρόμοιος φούρνος θα είναι μια καπιταλιστική επιχείρηση που θα διαθέτει εμπορεύματα, ανταλλακτικές αξίες, στην αγορά και θα βασίζεται στην μισθωτή εργασία. Ενώπιον μας λοιπόν εγείρεται το εξής δίλημμα: από τη μια, μια ομάδα παραγωγών που τώρα συνεργάζονται ελεύθερα και ισότιμα και εργάζονται τέσσερις ώρες το χρόνο, παράγουν ψωμί στο ένα τρίτο της τιμής, και από την άλλη, διαιωνίζουμε το παρόν εν ονόματι της επαναστατικής καθαρότητας κι αφού αύριο θα γίνει η επανάσταση, τότε οργανώνουμε τους κομμουνιστικούς φούρνους. Εάν κάποιοι και κάποιες έχουν τη δύναμη να περιμένουν, τι να πω, θαυμάζω την υπομονή τους και το κουράγιο τους. Εγώ δεν μπορώ να περιμένω – γνωρίζω ότι το αύριο δεν έρχεται ποτέ.
Αυτό που είναι να κάνουμε αύριο, θα το κάνουμε τώρα. Όχι για να εφαρμόσουμε στην πράξη κάποια πολιτική ή ιδεολογία αλλά για να επιλύσουμε προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Και το ψωμί που τρώμε είναι ένα πολύ, πολύ, πολύ μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα! Καταστρέφει την υγεία μας – και όταν το παράγουμε (μισθωτή εξαντλητική εργασία) κι όταν το καταναλώνουμε· με την παραγωγή του και την κυκλοφορία του ως εμπόρευμα, σπαταλάται ενέργεια, εργαλεία, εργασία, πρώτες ύλες. Το κομβικό πρόβλημα είναι η παραγωγή και η ποιότητα του αλευριού. Σήμερα, το αλεύρι παράγεται από τεράστιες αλευροβιομηχανίες-κυλινδρόμυλους αλλά είναι ένα αλεύρι προϊόν μιας τεράστιας καταστροφής – της καταστροφής του σιταριού. Σε αυτούς τους μύλους το σιτάρι δεν αλέθεται ως έχει αλλά αφαιρείται και φλοιός και φύτρο. Το αποτέλεσμα είναι ένα αλεύρι κακής ποιότητας και ακριβό.
Και από ένα αλεύρι κακής ποιότητας και ακριβό δεν μπορεί παρά να παράγεται κακής ποιότητας ψωμί (άσπρο) και ακριβό. Η λύση σε αυτό το πρόβλημα είναι πολύ απλή: το αλεύρι πρέπει να παράγεται στον φούρνο – κομμουνισμός και αλευροβιομηχανίες είναι παντελώς ασύμβατα. Ο σκοπός είναι σαφής και τον ομολογούμε: θα καταργήσουμε τις αλευροβιομηχανίες, όχι με διατάγματα αλλά με την συλλογική αυτοοργάνωση της παραγωγής του αλευριού και του ψωμιού.
Ψωμί λοιπόν καταρχάς είναι αυτό που παράγεται από αλεύρι παραγόμενο μέσα στον φούρνο, ή πολύ κοντά στον φούρνο, και είναι ολικής άλεσης. Στο χωριό Πλατανάκια, κοντά στη Ροδόπολη Σερρών, στους πρόποδες του Μπέλες, υπάρχει ένας νερόμυλος που λειτουργεί ακόμα και ο ιδιοκτήτης του μου είπε ότι στο ίδιο ποταμάκι υπήρχαν κάποτε 18 νερόμυλοι, ο ένας μετά τον άλλον, που κινούνταν με το ίδιο νερό. Για το νερόμυλο, για την επιστροφή σε αυτό το εξαίσιο μηχάνημα, μεσαιωνικής προέλευσης, θα γράψω μια άλλη μέρα, αλλά σας καλώ να συγκρίνετε τους 18 νερόμυλους με έναν τεράστιο κυλινδρόμυλο με κριτήριο τις ποσότητες της εργασίας, ενέργειας, εργαλείων, καταστροφής περιβάλλοντος.
Αυτό το οποίο επιχειρώ να κάνω είναι να πειραματιστώ πάνω στην παραγωγή του ψωμιού και να σκεφτώ επ’ αυτού του ζητήματος. Η διάθεση του ψωμιού μας στο παντοπωλείο της Μικροπόλεως είναι μια πρώτη απόπειρα έμπρακτης επανεξέτασης της έννοιας του ψωμιού, μιας γνωριμίας με πραγματικό, κατ’ εμέ, ψωμί. Το ότι πολλοί και πολλές δυσκολεύονται να το φάνε και να το εκτιμήσουν είναι κάτι το οποίο μπορούμε να το κατανοήσουμε εάν σκεφτούμε ότι τα παιδιά που μεγάλωσαν με εβαπορέ και σακχαρούχο γάλα ξερνούν όταν πίνουν πραγματικό αγελαδινό ή κατσικίσιο, ότι σήμερα τα παιδιά, τα οποία μαθαίνουν πιο πολλές λέξεις από την τηλεόραση παρά από τις μανάδες τους, νομίζουν ότι οι ντομάτες προέρχονται από το ψυγείο κι όχι από ντοματιές.
Σας διαβεβαιώνώ ότι το επόμενο βήμα θα είναι η συγκρότηση ενός φούρνου στη Θεσσαλονίκη που θα μπορεί να διατείνεται ότι παράγει ψωμί στο ένα τρίτο της τιμής – με τους παραγωγούς να εργάζονται τέσσερις ώρες και βασικό σκοπό την χρηματοδότηση συγκρότησης νέων φούρνων. Για την επαφή και τη δικτύωση με παραγωγούς βιολογικού σιταριού θα μιλήσουμε ένα άλλο πρωινό.
Σχολιάστε ελεύθερα!