Κάθε φορά που διαβάζουμε την Ιλιάδα ή την Πεντάτευχο, δεν μπορούμε να αποφύγουμε την ασύνειδη σύγκριση μεταξύ του αρχαϊκού Κυρίου, Έλληνα ή Εβραίου, και του σημερινού Κυρίου (καπιταλιστή της παραγωγής και του χρήματος). Ο Κύριος των ημερών μας κατάγεται από τον αρχαϊκό Κύριο: οι (πρώτοι) καπιταλιστές ήταν έμποροι, οι (πρώτοι) έμποροι ήταν ήρωες, οι ήρωες ήταν ποιμένες πολεμιστές. Η συνέχεια της δυτικής Κυριαρχίας είναι σαφής· ένας καπιταλιστής σκέφτεται όπως ακριβώς ο ήρωας (Ιλιάδα, B 297-8): είναι μεγάλη ντροπή να επιστρέφεις με άδεια χέρια μετά από μια μακράς διάρκειας ληστρική επιδρομή (ἀλλά καί ἔμπης / αἰσχρόν τοι δηρόν τε μένειν κενεόν τε νέεσθαι). Με ποιο κριτήριο γίνεται αυτή η σύγκριση; Με το κριτήριο της ισχύος, της δυνατότητας επιβολής της βούλησης στον άλλον. Ποιος είναι πιο ισχυρός; Ο αρχαϊκός Κύριος ή ο Κύριος των ημερών μας;
Ο αρχαϊκός Κύριος δεν διέθετε πυρηνικά όπλα ούτε μη επανδρωμένα πολεμικά αεροσκάφη. Μετά από αυτή τη σύγκριση, μια άλλη έρχεται στο προσκήνιο: ποιος είναι πιο ισχυρός, ο Γιαχβέ και ο Ζεύς ή ο σημερινός Κύριος; Ο Ζεύς δεν διέθετε Στελθ αλλά ένα άρμα που το έσερναν ιπτάμενα άλογα· δεν είχε ηλεκτρονικούς υπολογιστές για να μεταδώσει το μήνυμα του αλλά την Ίριδα, η οποία διέθετε ταχύτητα ανέμου. Ο Γιαχβέ δεν είχε πυρηνικά: τα ισχυρότερα όπλα εξόντωσης και καταστροφής ήταν το νερό (κατακλυσμός) και η φωτιά (Σόδομα και Γόμορρα). Εάν στις 6 Αυγούστου το 1945 ο Γιαχβέ ή ο Ζεύς παραβρίσκονταν στη Χιροσίμα, θα τα έκαναν πάνω τους. Δεν θα πάθαιναν όμως τίποτα: είναι αθάνατοι.
Θα ήθελε ο αρχαϊκός Κύριος να ήταν σαν τον Δία ή τον Γιαχβέ; Για να μην επαναλαμβάνουμε τα δυο αυτά ονόματα, θα τα αντικαταστήσουμε με τον όρο Θεό. Θα ήθελε λοιπόν ο αρχαϊκός Κύριος να ήταν σαν τον Θεό; Θα ήθελε, δεν υπάρχει καμιά απολύτως αμφιβολία. Ο Θεός είναι ένας εξιδανικευμένος αρχαϊκός Κύριος, είναι αυτό που θα ήθελε να ήταν αλλά δεν μπορούσε. Ο Θεός είναι ένα corpus επιθυμιών του αρχαϊκού Κυρίου. Κάθε ιδιότητα του θεού είναι και μια επιθυμία του αρχαϊκού Κυρίου. Κατάφερε να γίνει Θεός; Κατάφερε να γίνει θνητός Θεός, κι αυτόν τον θνητό Θεό θα τον αποκαλούμε θεό. Ο Θεός είναι ένας κατά φαντασίαν αθάνατος θεός, ο θεός είναι ένας θνητός Θεός, ένας ψιλικατζής Θεός. Θα μπορέσει ο θεός να γίνει Θεός, θα μπορέσει ο Κύριος να γίνει αθάνατος;
Οι επιθυμίες ισχυροποίησης του αδύναμου και φοβισμένου αρχαϊκού Κυρίου (ποιμένα πολεμιστή) διαμορφώνουν τη θρησκεία του Κυρίου. Ο Υποτελής του Κυρίου δεν διακατέχεται, απαγορεύεται αυστηρώς, από επιθυμίες ισχυροποίησης. Ο Υποτελής πρέπει να είναι υπάκουος και αφοσιωμένος στον Κύριο. Αποκαλούμε θρησκεία του Υποτελούς τις πρακτικές και τις αντιλήψεις που εγκαθιδρύουν, αναπαράγουν, διαιωνίζουν και ενισχύουν τις πρακτικές υπακοής και αφοσίωσης, από τις οποίες οι πιο σημαντικές είναι ο εκφοβισμός και η απάτη. (Υπάρχει και μια τρίτη μορφή θρησκείας, η προκυριαρχική ή προϋποτελική, μιλώντας με όρους Κυριαρχίας και Υποτέλειας, ο προγονικός – κι όχι πρωτόγονος – ανιμισμός). Η θρησκεία του αρχαϊκού Κυρίου, που έχει καταγραφεί κυρίως στην Ιλιάδα και την Πεντάτευχο, δεν είναι μόνο μια κωδικοποίηση των επιθυμιών ισχυροποίησης, μια καλυμμένη καταγραφή, αλλά και η διατύπωση ενός κομβικής σημασίας υπαινικτικού ερωτήματος: μπορούμε να γίνουμε πιο ισχυροί; Μπορούμε να έχουμε τον κεραυνό για όπλο αντί για το δόρυ, που το βεληνεκές του δεν ξεπερνούσε τα είκοσι μέτρα; Θα μπορέσουμε μια μέρα να γίνουμε πιο ισχυροί από τη φύση, να γίνουμε αθάνατοι;
Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει να εξετάσουμε την αδυναμία και τους φόβους του Κυρίου. Γιατί επιθυμούσε να ήταν πιο ισχυρός; Ποιος ήταν πιο ισχυρός από αυτόν; Εάν υπήρχε κάποιος πιο ισχυρός, ο αρχαϊκός Κύριος θα ήταν εξαρτημένος, θα ήταν υποτελής. Η Ιλιάδα και η Πεντάτευχος είναι σαφείς: η φύση είναι πιο ισχυρή, μιας και πεθαίνουμε, ο Υποτελής είναι πιο ισχυρός, μιας και δεν μπορούμε να αρπάξουμε εάν δεν παραχθεί ο κοινωνικός πλούτος. Ο αρχαϊκός Κύριος θα ήθελε να ήταν πιο ισχυρός από τη φύση: θα ήθελε να μην ήταν δημιούργημα της φύσης αλλά ήταν αυτός ο δημιουργός της φύσης (Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεός τόν οὐρανόν καί τήν γῆν. . . Καί εἶπεν ὁ Θεός· γεννηθήτω φῶς καί ἐγένετο φῶς, κλπ)· θα ήθελε να μην εξαρτιόταν από τους Υποτελείς αλλά να ήταν αυτάρκης, που σημαίνει ότι θα ήθελε να μην κινδυνεύει από αυτούς, αφού κάθε εξάρτηση εμπεριέχει κινδύνους.
Μπορώ να γίνω πιο ισχυρός από τη φύση και τους Υποτελείς; Πως; Στα ερωτήματα αυτά ο Κύριος έδωσε δυο απαντήσεις: μπορώ να γίνω πιο ισχυρός, δεν μπορώ να γίνω πιο ισχυρός. Τα ερωτήματα αυτά άπτονται του ζητήματος της ύπαρξης ή μη του Θεού. Ο Κύριος που πίστευε (που πιστεύει) ότι μπορεί να γίνει πιο ισχυρός από τη φύση και τους Υποτελείς, ότι μπορεί να γίνει Θεός, είχε σαφή επίγνωση ότι ο Θεός και υπάρχει και δεν υπάρχει, όπως άλλωστε και ο Κένταυρος ή η Χίμαιρα ή οποιοδήποτε άλλο πλάσμα της φαντασίας μας. Το ζήτημα δεν είναι εάν υπάρχει ή δεν υπάρχει ο Θεός αλλά εάν θα υπάρξει, εάν θα εκπληρωθούν οι δυο σημαντικότερες επιθυμίες. Εάν θα υπάρξει, θα υπάρξει· εάν δεν υπάρξει, θα υπάρχει και δεν θα υπάρχει, ως φαντασιωσική εκπλήρωση των επιθυμιών ισχυροποίησης.
Εάν δεν μπορούμε να γίνουμε πιο ισχυροί από τη φύση και τον Υποτελή, τότε το ερώτημα παίρνει μια άλλη μορφή: είναι δυνατόν να υπάρξει κοινωνία χωρίς Κυρίους; Είμαστε απαραίτητοι, χρήσιμοι; Στα ερωτήματα αυτά υπάρχει μόνο μια απάντηση: είμαστε απαραίτητοι, δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς Κυρίους, άρα ο Θεός υπάρχει. Η ύπαρξη του Θεού είναι ένας τρόπος εγκαθίδρυσης, αναπαραγωγής, διαιώνισης και ενίσχυσης της νομιμοποίησης της ύπαρξης του επίγειου Κυρίου. Από τη στιγμή που υπάρχει η αναγκαιότητα ύπαρξης του Κυρίου, ο Θεός υπάρχει. Οι αποδείξεις ύπαρξης του Θεού, και η βιωματική ατομική σχέση με τον Θεό, δεν είναι τίποτα άλλο παρά αποδείξεις της αναγκαιότητας ύπαρξης του Κυρίου.
Από την εποχή της πλάσης του Θεού από τον αδύναμο και φοβισμένο Κύριο, από την εποχή της διαμόρφωσης της έννοιας του Θεού και μέχρι σήμερα, οι δυο παραπάνω απαντήσεις συνυπάρχουν άλλοτε ανταγωνιστικά κι άλλοτε συμπληρωματικά. Άλλοτε υπερισχύει η μια και άλλοτε η άλλη. Κατά την εποχή της διαμόρφωσης της θρησκείας του αρχαϊκού Κυρίου, της διατύπωσης των επιθυμιών ισχυροποίησης, το ερώτημα περί της δυνατότητας ή μη της εκπλήρωσης των επιθυμιών δεν ετέθη διότι η διατύπωση πήρε τη μορφή της φαντασιωσικής εκπλήρωσης των επιθυμιών. Ο Ζεύς είναι και καταγραφή επιθυμιών αλλά και η φαντασιωσική εκπλήρωσή τους. Οι αρχαίοι Έλληνες Κύριοι, οι δουλοκτήτες γαιοκτήμονες, απόγονοι των ηρώων, των ποιμένων πολεμιστών, δεν είχαν καμιά απολύτως αυταπάτη για το ποιος ήταν ο Ζεύς. Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι οι αοιδοί έπλασαν τους θεούς ( ), ο Ξενοφάνης μας λέει ότι εάν τα βόδια είχαν χέρια και ζωγράφιζαν τους θεούς τους θα τους απεικόνιζαν ως βόδια, κλπ. Το ερώτημα περί της δυνατότητας και του τρόπου ισχυροποίησης, εκπλήρωσης δηλαδή των επιθυμιών, ετέθη όταν οι ενδεείς ήρωες, ποιμένες πολεμιστές, εγκατέλειψαν την εκτροφή των ζώων, όπως μας αφηγείται η Ιλιάδα και η Οδύσσεια και το επιβεβαιώνουν η μυθολογία, η θρησκεία και η αρχαιολογία, και στράφηκαν στην καλλιέργεια της γης. Όταν δηλαδή εγκατέλειψαν τον ποιμενικό τρόπο παραγωγής. κατά τα τέλη της ύστερης γεωμετρικής εποχής (850-750 π. Χ.) και διαμόρφωσαν τον δουλοκτητικό. Ο Παρθενώνας (μέσα του 5ου αιώνα) κωδικοποιεί ακριβώς αυτή τη μακρά πορεία ισχυροποίησης του ήρωα, της μετεξέλιξής του από αδύναμο και φοβισμένο ποιμένα-ληστή σε δουλοκτήτη γαιοκτήμονα. Αυτή την εποχή διαμορφώνεται τόσο το ερώτημα όσο και οι απαντήσεις που δόθηκαν σε αυτό. Κάποιοι πίστευαν ότι μπορεί ο Κύριος να γίνει πιο ισχυρός από την Φύση και τον Υποτελή και στράφηκαν στη μελέτη της φύσης (προσωκρατικοί). Κάποιοι άλλοι, θεώρησαν ότι ο Κύριος είναι ισχυρός, ότι η ισχύς είναι αιώνια και ανώλεθρη, επομένως κάθε απόπειρα ισχυροποίησης είναι περιττή. Την αρχή την έκανε ο Παρμενίδης, ο οποίος υποστήριξε ότι μόνον η Κυριαρχία υπάρχει και ότι η μη-Κυριαρχία δεν μπορεί να υπάρξει. Η ταύτιση της σκέψης και της ύπαρξης από τον Παρμενίδη δεν μας αφήνει περιθώρια αμφιβολιών: το όν, η φύση είναι μεταφορές της Κυριαρχίας. Δεν μας ενοχλεί που είμαστε θνητοί, αρκεί η Κυριαρχία να είναι αθάνατη και ανώλεθρη.
Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης δέχονται και τις δύο απαντήσεις, με διαφορετική δοσολογία ο καθένας. Επιχειρούν μια σύνθεση των προσωκρατικών και του Παρμενίδη και των επιγόνων του. Ναι, απαντούν, ο Θεός υπάρχει διότι δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς Κυρίους, χωρίς την Κυριαρχία. Από την άλλη, δεν απομακρύνονται από την φαντασιωσική εκπλήρωση των επιθυμιών (Μεταφυσική). Η Μεταφυσική δεν είναι όμως μόνο φαντασιωσική εκπλήρωση αλλά και αντεστραμμένη τελολογία: Ο Δημιουργός της φύσης, ο οποίος είναι ένας τεχνίτης, ένας μάστορας, ένας επαΐων, ένας επιστήμων (“Τίμαιος”), δεν είναι άλλος από τον Κύριο που θέλει να γίνει πιο ισχυρός από τη φύση και τους υποτελείς Παραγωγούς. Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης ήταν βέβαιοι ότι με την γνώση (ἐπιστήμη) μπορούμε να γίνουμε πιο ισχυροί, αν και δεν φανταζόταν πόσο ισχυροί.
Κατά τη διάρκεια της παρακμής του δουλοκτητικού τρόπου παραγωγής, τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, επιχειρείται μια σύνθεση της θρησκείας του Κυρίου και της θρησκείας του υποτελούς. Η επιθυμία της σωματικής αθανασίας γίνεται ένα μέσον απόσπασης της υπακοής και της αφοσίωσης του Υποτελούς. Ο Θεός υπάρχει, άρα δεν μπορεί να μην υπάρχει Κύριος, αλλά μια μέρα θα γίνουμε αθάνατοι, αφού προηγουμένως πεθάνουμε εργαζόμενοι από το πρωί μέχρι το βράδυ. Ο χριστιανισμός συνθέτει τις δυο απαντήσεις περί της δυνατότητας εκπλήρωσης των επιθυμιών προς όφελος της Κυριαρχίας: όχι μόνο θα γίνουμε ισχυροί στο μέλλον (αθάνατοι), όπως πίστευε μια αρχαιοελληνική παράδοση του Κυρίου, αλλά τόσο ισχυροί που θα αναστηθούμε κιόλας.
Μέχρι τις αρχές του 14ου αιώνα, επικράτησε η απάντηση της μη δυνατότητας ισχυροποίησης (σχολαστικισμός). Προς το τέλος αυτής της περιόδου, κατά την οποία κυριαρχούσε ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής, σύνθεση του παρακμασμένου δουλοκτητικού και του αποσυντεθειμένου ποιμενικού (γερμανικού) τρόπου παραγωγής, να αλλάζει ο συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ αυτών των δύο απαντήσεων. Διατυπώνονται απόψεις περί της δυνατότητας ισχυροποίησης – απόψεις που υποστηρίζουν από τους πρώιμους αστούς (νομιναλισμός). Ναι, μπορούμε να γίνουμε πιο ισχυροί από τη φύση και τους υποτελείς, κυρίως μέσω της γνώσης της φύσης. Η συσσώρευση πολλών τεχνικών επιτευγμάτων, αποτέλεσμα της εκτίμησης της χειρωνακτικής εργασίας κατά την φεουδαρχία, αλλά και τα νεότευκτα πυροβόλα όπλα αύξησαν την ισχύ τόσο των Υποτελών Παραγωγών όσο και των Κυρίων και επέτρεψαν την αφύπνιση της άποψης περί της δυνατότητας εκπλήρωσης των επιθυμιών του Κυρίου που μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά. Αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Λ. Αριόστο περιγράφει, στον Μαινόμενο Ορλάνδο, τους κανονιοβολισμούς με όρους κεραυνοβόλησης (βιβλίο Α, ένατο άσμα): η αστραπή λάμπει, τραντάζει το έδαφος, ο προμαχώνας αντιλαλεί τη βροντή, η ανίκητη ορμή (του κανονιού) είχε την ταχύτητα κεραυνού. Το δόρυ έγινε κανόνι, ο κεραυνός έγινε κανόνι, μια προαιώνια επιθυμία του Κυρίου έγινε πραγματικότητα. Ο Κύριος έγινε πιο ισχυρός από τον Δία! Έγινε θεός, επιτέλους.
Με τους πρώτους κανονιοβολισμούς, γύρω στο 1300 αρχίζει μια περίοδος κατά την οποία εκπληρώνεται η μία μετά την άλλη επιθυμία του Κυρίου που έχει καταγραφεί στην Ιλιάδα, στη θρησκεία του Κυρίου, στη Τέχνη του, στη φιλοσοφία του (Μεταφυσική). Αποκαλώ τη περίοδο αυτή γένεση του θεού, όχι του Θεού. Οι πιο πολλές από αυτές τις επιθυμίες άρχισαν να εκπληρώνονται με την εμφάνιση του βιομηχανικού καπιταλισμού, αφού πρώτα ευλογήθηκαν από τον γαλλικό Διαφωτισμό. Ατμομηχανή, σιδηρόδρομος, τηλέγραφος, αυτοκίνητο, φωτογραφία, κινηματογράφος, αεροπλάνο, τηλέγραφος, τηλέφωνο, αεροπλάνο, πυρηνικά όπλα. Τη θέση της Ιλιάδας πήρε από τη μια η λογοτεχνία της επιστημονικής φαντασίας (Φρανκεστάιν, Η μηχανή του χρόνου, Ιούλιος Βέρν,) και από την άλλη ο μυστικισμός (τηλεπάθεια, τηλεκίνηση, ψυχοκίνηση, κλπ).
Η εκπλήρωση των επιθυμιών του Κυρίου έχει αγγίξει τα όριά της. Όλες σχεδόν τις επιθυμίες του ο Κύριος τις έχει εκπληρώσει. Όλες; Όχι όλες! Υπάρχουν δυο, που τελικά όπως θα δούμε είναι μία, που δεν μπόρεσε ακόμα να τις εκπληρώσει. Η αδυναμία αυτή εγείρει μια σειρά ερωτημάτων που πρέπει να διατυπωθούν και να απαντηθούν. Ποιες είναι αυτές οι δυο επιθυμίες; Γιατί ανάγονται σε μια, και ποια είναι αυτή; Θα μπορέσει μια μέρα να τις εκπληρώσει και πως; Τι θα συμβεί εάν τις εκπληρώσει; Τι θα συμβεί εάν δεν τις εκπληρώσει;
Οι δύο αυτές επιθυμίες είναι η σωματική αθανασία και η απεξάρτηση από τον υποτελή Παραγωγό (του τεράστιου και συλλογικά παραγόμενου κοινωνικού πλούτου). Ο Κύριος θέλει να γίνει σωματικά αθάνατος και να πάψει να εξαρτάται από τον υποτελή Παραγωγό. Εάν καταφέρει να γίνει αθάνατος, θα απεξαρτηθεί κι από τον υποτελή Παραγωγό.
Πως μπορεί να γίνει αθάνατος. Από την εποχή της Ιλιάδας μέχρι σήμερα, έχουν διατυπωθεί δυο προτάσεις. Η πρώτη έχει διατυπωθεί υπαινικτικά στην Ιλιάδα: η αναζήτηση του θανάτου και ο εξοβελισμός του μέσω της γνώσης, της επιστήμης, θα μας κάνει αθάνατους. Την αμβροσία και το νέκταρ η επιστήμη, η φαρμακοβιομηχανία, θα τα παρασκευάσει. Κατά την δεύτερη πρόταση, ποιμενικής-εξοντωτικής προέλευσης, εφόσον ο θάνατος είναι φυσικό φαινόμενο, τον εξοβελισμό του θανάτου θα τον πραγματοποιήσει μόνο η ολοσχερής καταστροφή της ζωής. Εάν η ζωή εξολοθρευτεί, ο θάνατος θα κατατροπωθεί. Και οι δυο αυτές προτάσεις είναι στις μέρες μας πανταχού παρούσες. Η επιστήμη έχει σηκώσει τα μανίκια της και μέσα στα εργαστήρια ψάχνει να βρει τον θάνατο. Έξω από τα εργαστήρια, ο πολεμιστής Κύριος συνεχίζει να καταστρέφει και να εξοντώνει τη ζωή αφού δεν μπορεί να την υποτάξει. Και αρχίζει από την μια να συνειδητοποιεί από τη μια ότι ο εντοπισμός και ο εξοβελισμός του θανάτου είναι ανέφικτος, κι από την άλλη να αντιλαμβάνεται ότι εάν η ζωή εξαλειφτεί και ο θάνατος κατατροπωθεί, θα εξαλειφθεί (αυτοκτονικά) και ο ίδιος και η Κυριαρχία.
Όσον αφορά την απεξάρτηση του Κυρίου από τον υποτελή Παραγωγό, έχουν κατατεθεί στο τραπέζι πολλές προτάσεις, καμιά όμως δεν τελεσφόρησε. Η πρόταση της εξόντωσης απορρίφθηκε ήδη από τον ίδιο τον Γιαχβέ και τον Δία: τι θα κάνουμε χωρίς πιστούς, ποιος θα κάνει θυσίες, ποιος θα φέρνει προσφορές; Η αντικατάσταση από μηχανικά ρομπότ ή ανθρωποειδή του εργαστηρίου έχει το μειονέκτημα ότι θα στερήσει τον Κύριο από μια μεγάλη ηδονή, την ηδονή της κάμψης της βούλησης του Παραγωγού, την εξάλειψη της καθυπόταξής του, της απαγωγής του, της αιχμαλώτισής του. Με τη λύση αυτή, ο Κύριος θα πάψει να είναι φθονερός και χαιρέκακος, θα νεκρωθεί δηλαδή συναισθηματικά. Ας σημειώσουμε και την πρόταση περί του τέλους της εργασίας: η εργασία τελειώνει άρα τελειώνει και η εξάρτηση του Κυρίου από τον υποτελή Παραγωγό. Έχετε δει κάποιον ή κάποια να εργάζεται; Εγώ έχω χρόνια πολλά να εργαστώ στην οικοδομή. . .
Ο Κύριος αρχίζει να το παίρνει απόφαση: οι επιθυμίες της σωματικής αθανασίας και της απεξάρτησης από τον υποτελή Παραγωγό είναι αδύνατον να εκπληρωθούν. Αυτό σημαίνει ότι ολοκληρώνεται η γένεση του θεού κι από την άλλη επιστρέφουμε στον Θεό, ως επιθυμία επίτευξης της σωματικής αθανασίας, ενώ ταυτόχρονα αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες επίθεσης κατά του υποτελούς Παραγωγού. Πριν εξετάσουμε διεξοδικά τις συνέπειες της αποτυχίας του Κυρίου, θα πρέπει να δώσουμε μια απάντηση στα εξής ερωτήματα: Γιατί ο Κύριος θέλει να γίνει αθάνατος; Γιατί θέλει να απεξαρτηθεί από τον υποτελή Παραγωγό;
Η ζωή του αρχαϊκού Κυρίου, του ήρωα, του ποιμένα πολεμιστή, εξαρτιόταν από τη νίκη, από τη λεία του πολέμου, όταν ο ποιμενικός τρόπος παραγωγής έφτανε σε αδιέξοδο, εξ αιτίας της ταύτισης του μέσου εργασίας με το αντικείμενο εργασίας (ζώο εκτροφής). Ο μόνος τρόπος να ξεπεραστεί το ποιμενικό αδιέξοδο ήταν η εκδίωξη ή εξόντωση του γειτονικού γένους / φυλής / λαού /ομοσπονδίας λαών και η αρπαγή των μέσων εργασίας / αντικειμένων εργασίας. Η νίκη, η λεία ήταν η ζωή· η ήττα ήταν ο θάνατος, η στέρηση των μέσων παραγωγής. Η νίκη ήταν η επιβίωση, η χαρά, η λογική· η ήττα ήταν ο θάνατος, η θλίψη, ο παραλογισμός. Εάν η ήττα είναι απώλεια και παραλογισμός, ο θάνατος ως απώλεια είναι ήττα και παραλογισμός. Κάθε ήττα πρέπει να εξαλειφτεί. Ο θάνατος πρέπει να εξαλειφτεί, άρα και η φύση. Εάν δεν εξαλειφτεί, ο Κύριος θα παραμένει υποταγμένος στη Φύση και στον Θάνατο, τον Χάροντα, αυτόν που χαίρεται όταν αρπάζει και εξοντώνει. Η Φύση και ο Θάνατος είναι ο Κύριος του Κυρίου.
Υπάρχει όμως άλλος ένας Κύριος του Κυρίου: ο υποτελής Παραγωγός του κοινωνικού πλούτου, χωρίς τον οποίο ο Κύριος δεν μπορεί να υπάρξει. Κάθε μορφή εξάρτησης είναι υποτέλεια, είναι σημείο αδυναμίας. Ο Κύριος, εδώ και χιλιετίες, δεν μπορεί να κλείσει μάτι. Ανησυχεί, αγωνιά, φοβάται, παρανοεί, ψάχνει να βρει τρόπους να κοιμάται ξέγνοιαστος. Ο Πλάτων πρότεινε κάτι πολύ απλό (Πολιτεία, Πολιτικός, Νόμοι): εάν οργανώσουμε τη κοινωνία με πρότυπο το μαντρί, τότε οι υποτελείς θα υποβιβαστούν στην κατάσταση του ζώου εκτροφής, του υποζυγίου, του κατοικίδιου. Εάν οι υποτελείς Παραγωγοί γίνουν λογικά πρόβατα, δεν θα επαναστατήσουν! Θα επαναστατήσουν;
Η επιθυμία της σωματικής αθανασίας και της απεξάρτησής του από τον υποτελή Παραγωγό είναι ενδείξεις της εγγενούς αδυναμίας του Κυρίου (ποιμένα-πολεμιστή, δουλοκτήτη, εμπόρου, φεουδάρχη, καπιταλιστή). Η λήξη της γένεσης του θεού επί των ημερών μας, αναγκάζει τον Κύριο να ατενίζει το μέλλον στρέφοντας το βλέμμα του προς το παρελθόν και να επιστρέφει σε παλιές καλές πρακτικές και απόψεις. Εάν επί μακρόν πρόκρινε την σωματική αθανασία έναντι της αθανασίας της Κυριαρχίας, τώρα επιστρέφει σε αυτήν. Ας είμαστε εμείς θνητοί, η Κυριαρχία να είναι αθάνατη. Και θα είναι αθάνατη, μόνο εάν οι υποτελείς Παραγωγοί δεν θα μπορούν να την καταργήσουν. Πως θα γίνει αυτό; Εάν περιέλθουν σε κατάσταση πλήρους αδυναμίας: εάν είναι εξαντλημένοι, ενδεείς, ανασφαλείς, φοβισμένοι, μοναχικοί, αποβλακωμένοι. Κι αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί με την ολοσχερή αρπαγή του κοινωνικού πλούτου από τα χέρια τους, με την οργάνωση των κοινωνικών χώρων με πρότυπο το μαντρί.
Υπάρχει όμως ένα μικρό προβληματάκι. Είπαμε ότι αυτές οι δυο επιθυμίες ανάγονται σε μια. Ποια είναι αυτή; Ποια είναι η κομβική επιθυμία του Κυρίου; Την καταγράφει ο πέμπτος στίχος της πρώτης ραψωδίας της Ιλιάδας: Διός δε ετελείετο βουλή. Ο Κύριος θα ήθελε κάθε τι που συμβαίνει να είναι εκπλήρωση κάποιας επιθυμίας του. Ό,τι επιθυμεί να το πραγματοποιεί. Γιατί; Διότι είναι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος να εξοβελίσει το απρόσμενο, το απροσδόκητο, το μη αναμενόμενο, το μη προσδοκώμενο, την έκπληξη, την ποικιλία. Είναι ο μόνος τρόπος να κατακτήσει, να αποικίσει το μέλλον.
Η μη εκπλήρωση των δυο παραπάνω επιθυμιών ισοδυναμεί με την μη εκπλήρωση της επιθυμίας εκπλήρωσης όλων των επιθυμιών, ισοδυναμεί με την αδυναμία εξοβελισμού του μη αναμενόμενου, με την αδυναμία ελέγχου του μέλλοντος. Και προετοιμάζεται να πολεμήσει.
Γνωρίζει ότι δεν μπορεί να νικήσει ολοσχερώς διότι η απόλυτη Κυριαρχία είναι δυνατόν να υπάρξει μόνο με την εκπλήρωση της κομβικής επιθυμίας. Ο Αισχύλος στην Προμήθεια, από την οποία σώζεται μόνο ο Προμηθεύς Δεσμώτης, διατύπωσε την άποψη ότι η μόνη λύση που υπάρχει για τον Δία, τον Κύριο, είναι ο Συμβιβασμός με τον αθάνατο θεό της εργασίας, τον Προμηθέα.
Εκτός βέβαια από τον Συμβιβασμό, υπάρχει και το ενδεχόμενο της ήττας. Το ζήτημα όμως αυτό είναι αντικείμενο μιας άλλης εργασίας, της “Πανταχού Απουσίας”.
Σχολιάστε ελεύθερα!