in θεωρία κομμουνισμού, θεωρία επανάστασης, μαρτυρίες

ασθένεια, αλλαγή τρόπου ζωής και αυτοΐαση

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Προσδοκώ την κατανόηση του Μιχάλη που του υποσχέθηκα ότι θα γράψω για τη Γραμμική Α΄ή Β΄και δεν το κάνω σήμερα αλλά ένα άλλο πρωινό· πρέπει να ανατρἐξω σε πολλά βιβλία, περιοδικά, αρχεία και αυτές τις μέρες θα ήθελα να τα αποφύγω όλα αυτά.

Αντ’ αυτού θα ασχοληθώ με το ζήτημα της αυτοΐασης. Η λέξη αυτοΐαση δεν υπάρχει στα λεξικά, καταλαβαίνουμε όμως περί τίνος πρόκειται. Οι επιφυλάξεις μου για τον όρο είναι πολλές και αφορούν κυρίως το πρώτο συνθετικό:αυτο-. Το αυτο- μου θυμίζει το ‘κάν΄το μόνος σου’, do it yourself. Αλλά, φίλες και φίλοι, τίποτα δεν μπορούμε να κάνουμε μόνοι μας – τη μαλακία, αυτοϊκανοποίηση ασφαλώς, ένα συναίσθημα ικανοποίησης, ευχαρίστησης με άλλα λόγια,  για δικές μας πράξεις και επιτυχίες, δεν μπορούμε να την κάνουμε μόνοι μας. Εάν την κάνουμε μόνοι μας, δεν θα μας σηκωθεί! Πρέπει να έχουμε κάποιο θηλυκό στο μυαλό μας, να φαντασιώσουμε κάτι, να βλέπουμε κάτι, να ακούμε κάτι για να Τον παίξουμε. Το αυτο- απομονώνει το Υποκείμενο από το πλέγμα των σχέσεων που συγκροτούν την κοινωνία αλλά απομόνωση δεν μπορεί να υπάρξει. Πρόκειται για ένα σύμπτωμα της κυριαρχίας του κτητικού ατομικισμού και του τσομπαναραίικου ηρωισμού.

Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε δύο είδη αυτοΐασης. Τη μη συνειδητή και τη συνειδητή. Η μη συνειδητή είναι ένα φαινόμενο τόσο συχνό που περνάει απαρατήρητο, σαν την πυκνοληψία, δηλαδή το με αναμενόμενο, αιφνίδιο, μικρής διάρκειας χάσιμο, αφηρημάδα, αυτή η απρόσμενη, και ευχάριστη θα έλεγα, σύντομη απώλεια της συνείδησης, της εγρήγορσης, αυτή η αναπάντεχη εμπειρία θανάτου. Όταν είμαστε κουρασμένοι, άρα ασθενείς κατά μία έννοια (χωρίς σθένος), άρρωστοι (χωρίς ρώμη), ξαπλώνουμε να ξεκουραστούμε και αποκτάμε σθένος και ρώμη, δύναμη, ενέργεια. Η μη συνειδητή αυτοΐαση είναι αυτές οι ενστικτώδεις θα έλεγα διακοπές της δράσης μας και των συνηθειών μας  στην καθημερινή μας ζωή που μας κουράζουν και μας ασθενούν.

Θα εκθέσω ένα παράδειγμα αυτοΐασης. Πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια έγινε στις ΗΠΑ ένα πείραμα για να εντοπιστούν οι διατροφικές συνήθειες των παιδιών. Έβαλαν μέσα σε μια μεγάλη αίθουσα έναν μεγάλο αριθμό παιδιών, για ένα μήνα,  και πάνω σε ένα μεγάλο τραπέζι μια τεράστια ποικιλία τροφών και ποτών, γνωστών και αγνώστων. Τα παιδιά ήταν ελεύθερα να τρώνε ό,τι θέλουν και όποτε θέλουν. Στην αρχή πλάκωσαν τις λιχουδιές και τα σχετικά αλλά μετά από δυο τρεις μέρες τα εγκατέλειψαν. Τις τελευταίες μέρες, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα παιδιά έτρωγαν αυτά που χρειάζονταν, αυτά που έπρεπε (από βιολογικής έποψης) να φάνε! Και όχι μόνο αυτό! Η υγεία όλων των παιδιών βελτιώθηκε αισθητά και σημαντικά.

Η συνειδητή αυτοΐαση είναι κι αυτή ένα φαινόμενο που δεν έχει μελετηθεί· (για την άνω τελεία πατάμε alt και πληκτρολογούμε δεξιά 0183)· δεν είναι το μόνο και δεν έχουν μελετηθεί για πολιτισμικούς λόγους. Πολλά πράγματα θα μελετήσουμε και θα μάθουμε μόνο όταν καταρρεύσει ο δυτικός πολιτισμός -ή, εάν τα μελετήσουμε τώρα, και μπορούμε να τα μελετήσουμε σε εποχή παρατεταμένης κρίσης, μεταστροφής δηλαδή, θα επιταχύνουμε την παρακμή και την υπέρβαση του πολιτισμού μας. Ένα πολύ γνωστό παράδειγμα συνειδητής αυτοΐασης είναι το κόψιμο του καπνίσματος – ή του αλκοόλ ή της πρέζας. 

Τι γίνεται όμως όταν η ασθένεια οφείλεται στον τρόπο ζωής; Πως ένας τρόπος ζωής μας αρρωσταίνει; Μπορούμε να αλλάξουμε τρόπο ζωής;

Θα απαντήσω σε αυτά τα ερωτήματα αφηγούμενος τρεις δικές μου εμπειρίες.  Ήμουν 22 χρονών, παντρεμένος, με παιδί και κάποια στιγμή μου κόπηκε παντελώς η όρεξη! Επί ένα ολόκληρο μήνα έπινα μόνο γάλα! Σα μωρό, είχα γίνει μωρό. Ένα άβουλο πλάσμα! Τι μου συνέβαινε; Θα σας πω:  αυτό που ήθελα κι αυτό που ζούσα ήταν δυο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Τι ήθελα; Εγώ ήθελα; ΟΧΙ! Να η βασική μου επιφύλαξη για το αυτό-!  Δεν ήθελα εγώ, ήθελε το κορμί μου, το μυαλό μου, η ψυχή μου! Τι ήθελε; Ήθελε ελευθερία να ικανοποιήσει τις ψυχικές και πνευματικές ανάγκες ενός 22χρονου! Το μόνο που δεν ήθελα ήταν γάμος, οικογένεια και παιδί  – και βρέθηκα εγκλωβισμένος μόνο και μόνο για να μην στενοχωρήσω τους τριγύρω μου!  Αποτέλεσμα; Να περιέλθω στην κατάσταση του μωρού και να πίνω μόνο γάλα! Ήμουνα 22 χρονών και το στόμα μου μύριζε γάλα!

Τι να σου κάνουν οι μπάτσοι της ιατρικής; Μία μόνο θεραπεία υπήρχε – η φυγή. Και την έκανα. Παράτησα γυναίκα και παιδί και πήρα τους δρόμους και έγινα εργάτης γης και χαμάλης, φορτοεκφορτωτής σε λιμάνια, λαχαναγορές, μάντρες οικοδομών – σας έχω πει ότι το χαμαλίκι στη πιάτσα λέγεται τσιμπούκια με τον κώλο! Για τρία χρόνια λοιπόν έκανα τσιμπούκια με τον κώλο για να επιβιώσω!

Τι έπαθα όμως μια μέρα! Ήμουν στην Κρήτη, ερχόταν η άνοιξη, θα ανέβαινα στη Λακωνία από Καστέλι για να πάω να μαζέψω και να φορτώσω πορτοκάλια, τα μαγιάτικα, τα όψιμα, αυτά που είναι για χυμό. Πέρασα από το Σκηνέ, ένα πολύ φιλόξενο χωριό έξω από τα Χανιά, εκεί ξεχειμώνιαζα κάθε χρόνο, να κάνω κάνα μεροκάματο για τα εισιτήρια. Έφτασα λοιπόν στο Σκηνέ, δεν ένιωθα και πολύ καλά, πήγα όμως έφαγα, ήπια τις τσικουδιές μου, βρήκα δουλειά και πήγα σε ένα σπίτι φίλων που την είχαν κάνει για Λέσβο και ξάπλωσα. Το πρωί ήμουν του θανατά. Κόκκαλο! Δεν μπορούσα να σηκωθώ να πάω να κατουρήσω. Ξέρετε τι έκανα; Ήμουν ξαπλωμένος κάτω στο χωμάτινο πάτωμα, δυο κουβέρτες για στρώμα, μπόρεσα να γύρω το κορμί μου και κατούρησα εκεί!  Πυρετό δεν είχα, κρυωμένος δεν ήμουν, δεν είχα τίποτα, τίποτα, μια χαρά ήμουν. Μια χαρά ήμουν αλλά ήμουν του θανατά. Μα τι μου συμβαίνει;

Τη δεύτερη μέρα μπορούσα να μπουσουλίσω για να κατουρήσω λίγο πιο μακριά. Να μπουσουλίσω, όχι να περπατήσω όρθιος! Καμιά διάθεση να φάω, λίγο νερό να βρέξω τα χείλη μου. Τι μου συνέβαινε; Θα μπορούσε γιατρός να με βοηθήσει; Όχι! Κοιμόμουν (αποφυγής της πραγματικότητας είναι ο πολύς ύπνος, όταν δεν είναι εξάντληση) και όταν δεν κοιμόμουν, σκεφτόμουν. Κάποια στιγμή κατανόησα τι μου συμβαίνει! Σταματάω τη γύρα και επιστρέφω στην Αθήνα και αρχίζω από την αρχή και περιμένω να μεγαλώσει η κόρη μου να τα πούμε  – με απαγόρευαν να την δω με απόφαση δικαστηρίου. Την τρίτη μέρα, μπορούσα και περπατούσα. Το πρωί της τέταρτης σηκώθηκα πάνω με τέτοια δύναμη και ενέργεια που αν έπιανα μια πέτρα και την έστιβα θα έβγαζε ζουμί, ζουμί θα έβγαζε. Ήταν άνοιξη του 1986.

Αυτό το πράγμα έπαθα ακριβώς και στη Γερμανία, στο Μόναχο, λίγα χρόνια πιο μετά, το 1993. Τώρα όμως γνώριζα. Με το που  έπεσα, αποφάσισα και περίμενα να περάσουν τρεις μέρες – και την έκανα για Αθήνα. 

Το 1997 θα τα πάθαινα και πάλι αλλά το πρόλαβα! Την έκανα για το χωριό μου και φτού πάλι από την αρχή. Έφτασα στις 5 Μάΐου, ανήμερα της Αγίας Ειρήνης. Το καλοκαίρι με επισκέφτηκε η κόρη μου, ήταν 16 χρονών. Πήγαμε στην καφετέρια του χωριού και την κέρασα μια μικρή μπύρα. Κάποια στιγμή με ρώτησε: Γιατί έφυγες;

Περίμενα 13 χρόνια για να μου κάνει αυτή την ερώτηση. Της απάντησα: εάν δεν είχα φύγει, ή θα πάθαινα καρκίνο ή θα αυτοκτονούσα ή θα τρελαινόμουν. Έφυγα για να ζήσω. Κάποια στιγμή έβγαλε τα γυαλιά μυωπίας. Ο δεξιός βραχίονας κουνιόταν, είχε ξεβιδωθεί μια πολύ μικρή βιδίτσα. Χρειαζόμασταν ἐνα πολύ μικρό κατσαβιδάκι. Μια στιγμή,  της λέω, πάω στο σπίτι κι έρχομαι. Επέστρεψα με ένα κουτάκι κοσμηματοπωλείου, πολυτελείας παρακαλώ. Άνοιξέ το! Το άνοιξε – ένα πολύ, πολύ μικρό κατσαβιδάκι!

Μια Κυριακή, λίγες μέρες πριν φύγω από την Αθήνα για το χωριό, μου κάηκε η λάμπα και δεν μπορούσα να διαβάσω – ἐμενα σε ένα σπίτι στον Νέο Κόσμο, στη Λεύκα, που ο ήλιος το έβλεπε μια ώρα τη μέρα. Έβγαλα τη λάμπα αλλά παρατήρησα ότι ένα καλώδιο είχε φύγει από τη θέση του, για να το βάλω όμως έπρεπε νά έχω ένα πολύ μικρό  κατσαβιδάκι. Έφυγα για τον καθημερινό μου περίπατο. Διέσχισα Καλλιρόης, Βεΐκου και ανηφόρισα ένα δρομάκι που βγάζει στην Αρεοπαγίτου. Εκεί, έξω από το σπίτι του Θάνου Μικρούτσικου, τον άκουγα να παίζει πιάνο και να τραγουδάει τα Σάλωνα, τι βλέπω μπροστά μου! Ένα μικρό, πολύ μικρό κατσαβιδάκι. Το έβαλα στη τζέπη μου και συνέχισα. Κατηφόρισα προς Θησείο, πούλησα κάτι τηλεκάρτες και πήρα ένα κουλούρι, ανέβηκα Μοναστηράκι, πήγα στον Κήπο, στις πάπιες, βρήκα ένα αυγό, γύρισα στο σπίτι, το τηγάνισα με λίγο βιτάμ που είχε μείνει, έφτιαξα τη λάμπα  και έγραψα στη γραφομηχανή.

Την άλλη μέρα, πήγα σε ένα κοσμηματοπωλείο για  τη θήκη. Ήταν μαύρη με μοβ ύφασμα από μέσα.  Μετά από λίγες μέρες, ανέβηκα στο τρένο με δυο τσάντες. Στη μία η γραφομηχανή. Στην άλλη λίγα ρούχα και το κατσαβιδάκι.

 

 

να γίνει . Τι σημαίνει όμωςείναι δικές μας το οποίο είναι η μαλακία δηλαδή. Η μαλακία όμως δεν είναι αυτοϊκανοποίηση διότι , φίλες και φίλοι, είναι

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. Μια ένσταση μόνο: τί θα πρέπει να κάνει η κόρη σου για να αυτοϊαθεί; δεν ρωτάω καν για τη γυναίκα σου…

  2. B., ούτε η γυναίκα μου, ούτε η κόρη μου, ούτε εγώ μπορούμε να αυτοϊαθούμε – υπάρχουν πληγές και πόνοι που κλείνουν μόνο με τον θάνατο. Μέχρι τότε είναι ανοιχτές αλλά δεν αιμορραγούν ούτε κακοφορμίζουν, απλά δεν τις αγγἰζουμε ή τις αγγίζουμε με τρυφερότητα. Έχω μια πληγή που δεν θέλω να τη θυμάμαι καν, αλλά δεν μπορώ, όπως καλή ώρα τώρα. Πέθαινε ο παππούς μου και ήθελε πολύ να με δει, να πάω να τον δω, αλλά δεν πήγα, ήμουν έφηβος και ερωτευμένος. Ποτέ δεν το θεώρησα δικαιολογία. . . Πόνος άφατος.