στο μαντρί
‘Θα τα αρμέγετε στις έξι. Στις οχτώ, θα τα βγάζετε έξω. Τα μικρά θα τα αφήνετε μέσα. Θα βοσκάνε οχτώ ώρες. Το απόγευμα στις έξι θα τα αρμέγετε. Θα καθαρίζετε κάθε μέρα. Τη κοπριά θα τη πουλάτε. Τα άρρωστα θα τα σφάζετε πριν ψοφήσουν και θα τα πουλάτε. Συνεννοηθήκαμε;’
Ο Μάρτιν και ο Άντολφ κούνησαν το κεφάλι. Την ήξεραν τη δουλειά τους. Ο Πλάτων χάιδεψε τον Φιλόσοφο στο κεφάλι κι αυτός κούνησε την μαλλιαρή ουρά του.
‘Θα μένετε σε εκείνο εκεί το καλύβι’, είπε δείχνοντας μια αχυρένια καλύβα. ‘Έχει ψυγείο και τηλεόραση.’
Οι δυο βοσκοί κοίταξαν προς το μέρος που τους έδειχνε. Μία από τις τρεις καλύβες διέθετε δορυφορική κεραία. Χάρηκαν αλλά δεν το έδειξαν. Ξέρεις τι είναι εκτός από τη δυνατότητα να γαμάς που και που καμιά πιτσιρίκα κατσίκα, να μπορείς να βλέπεις και καμιά τσόντα; Γερμανική, αμερικάνικη, ό,τι λάχει. Και το αφεντικό είχε τηλεόραση. Αλλά δεν έβλεπε τσόντες. Μόνο ειδήσεις και πολιτικές εκπομπές. Είχε παρακολουθήσει τόσες πολλές συζητήσεις, είχε μάθει τόσα πολλά πράγματα που τώρα τελευταία απαντούσε αυτός στις ερωτήσεις που έκαναν οι παρουσιαστές στους προσκεκλημένους τους. Τις προάλλες είδε με τα ίδια του τα μάτια κι άκουσε με τα ίδια του τ’ αυτιά τον πρωθυπουργό που έδωσε χαμογελώντας, για να δείξει την αυτοπεποίθησή του, την εξής απάντηση στους δημοσιογράφους: μη ξύνεστε στη γκλίτσα του βοσκού. Μια άλλη φορά, άκουσε έναν πολιτικό να σχολιάζει την αποχώρηση ενός βουλευτή από το κόμμα με τα εξής λόγια: όποιος φεύγει από το μαντρί τον τρώνε οι λύκοι. Το αφεντικό, ο Πλάτωνας, ανατρίχιαζε κάθε φορά που άκουγε τη λέξη μαντρί. Και εντυπωσιάσθηκε τόσο πολύ από τη συχνότητα της χρήσης αυτής της λέξης που αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική. Όταν ακούς από υψηλά ιστάμενο πολιτικό πρόσωπο ότι το μαντρί μας χωράει όλους, σκέφτηκε ότι κανένας άλλος δεν γνώριζε καλύτερα από αυτόν τι είναι το μαντρί. Κάθε βράδυ, πριν το πάρει ο ύπνος, φανταζόταν τον εαυτό του βουλευτή, υπουργό, πρωθυπουργό, πρόεδρο της
Δημοκρατίας, ανάλογα με τα κέφια του. Έδινε φανταστικές συνεντεύξεις, μιλούσε στη Βουλή, ήταν έτοιμος, ναι, ήταν έτοιμος. Και η τύχη βέβαια έβαλε το χεράκι της. Μια μέρα, εκεί που έκοβε εφημερίδες σε μικρά κομμάτια, για τη τουαλέτα, βλέπει τη φωτογραφία ενός τσομπανόπουλου! Με τη γκλίτσα στο χέρι! Πρώτη σελίδα! Και τώρα είναι πρωτοκλασάτος υπουργός! Κι εγώ που μεγάλωσα μέσα στα μαντριά, που μπουσούλισα μέσα στις κοπριές, που γάμησα κατσίκα στα δώδεκα, δεν θα μπορέσω να γίνω υπουργός; Ποιος ξέρει καλύτερα από μένα πως μπορεί να επιβληθεί η τάξη; Ποιος θα μπορούσε καλύτερα από μένα να μετατρέψει τη κοινωνία σε μαντρί; Ο αρχιεπίσκοπος, ο ποιμενάρχης; Εάν κάθε παπάς, κάθε πνευματικός ποιμένας, έχει το δικό του ποίμνιο, εάν κάθε μητροπολίτης έχει στη δούλεψή του τόσους πνευματικούς μπιστικούς, δεν θα μπορούσε και ο ίδιος να αποκτήσει το δικό του ποίμνιο; Δεν θα μπορούσε και ο ίδιος να γίνει βοσκός λογικών προβάτων; Αυτοί έχουν σπουδάσει στα Πανεπιστήμια, δεν ξέρουν από μαντριά. Έχουν ακούσει από τους πατεράδες τους και τους θείους τους πεντέξι παροιμίες και τις κοπανάνε με τη πρώτη ευκαιρία για να δείξουν ότι ξέρουν από μαντριά και στάνες. Τι να τις κάνεις τις παροιμίες, όραμα χρειάζεται! Και ο Πλάτωνας είχε όραμα. Είχε σκεφτεί ένα τρόπο όχι μόνο να επιλυθούν όλα τα προβλήματα αλλά κυρίως να μην εμφανιστούν ποτέ στο μέλλον. Ο Πλάτωνας κατάλαβε ότι πολιτική σημαίνει έλεγχος του μέλλοντος και ότι μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να το πετύχουμε αυτό. Η εξασφάλιση της απόλυτης υπακοής, της ανυπόκριτης αφοσίωσης. Να κάνεις ό,τι σου λένε χωρίς τον παραμικρό γογγυσμό. Που ακούστηκε να αρνηθεί μια προβατίνα να αρμεχτεί! Είναι αδιανόητο να γυρίσει μια άλλη και να σου πει: το μαλλί είναι δικό μου, το κορμί μου είναι δικό μου. Αδιανόητο. Εντάξει, όταν πεινάνε, βελάζουν. Ναι, αλλά δεν επιτίθενται στο βοσκό. Εάν ο βοσκός δεν τα ταΐσει, θα πεθάνουν από τη πείνα. Με συμφέρει όμως να πεθάνουν από τη πείνα; Όχι, βέβαια. Τα εκτρέφω για το κρέας τους και το γάλα τους. Πρέπει να διατηρώ τη στάνη καθαρή, να μεριμνήσω ποιο θα ζευγαρώσει με ποιο, να μεριμνήσω το νερό τους να είναι καθαρό. . . Μαντρί σημαίνει μέριμνα, μέριμνα σημαίνει μαντρί. Εάν δεν ξέρω εγώ από βιοπολιτική και βιοεξουσία, ποιος ξέρει; Εάν ξέρανε με πόση ευγνωμοσύνη με κοιτάνε! Πόσο χαρούμενα είναι! Και ο κόσμος κοιτάζει με ευγνωμοσύνη και δέος τους πολιτικούς όταν μιλάνε από το μπαλκόνι, αλλά όχι όπως κοιτάζουν εμένα τα ζωντανά μου! Μη τρελαθούμε κιόλας! Εγώ μεριμνώ για την παροντική τους ύπαρξή τους, δεν είμαι λόγια και υποσχέσεις. Εγώ δεν είμαι απατεώνας, εγώ δεν υπόσχομαι ίσες ευκαιρίες στα πρόβατά μου, ούτε τα ενθαρρύνω να παίζουν τζόκερ! Τι μαλακίες είναι αυτές; Εμένα με ενδιαφέρει το Είναι και ο Χρόνος, με ενδιαφέρει να περνάει τώρα καλά, δεν με ενδιαφέρει να μη ξέρει ένα πρόβατο πόσο πολύ χορτάρι θα έχει! Τι να το κάνει; Άμα φάει πολύ θα σκάσει – γιατί να σκάσει; Άμα δεν το χρειάζομαι, το σφάζω. Τόσα και τόσα σφαγεία υπάρχουν! Χρειάζονται ξάστερες κουβέντες. Όχι μισόλογα. Εάν στη πολιτική δε τολμήσεις, θα ηττηθείς. Μπορούμε ή δεν μπορούμε να οργανώσουμε τη κοινωνία με πρότυπο το μαντρί; Αυτό θα τους ρωτήσω. Η πρόοδος η οποία έχει συντελεστεί είναι πολύ αξιόλογη, δεν μπορούν λοιπόν να πουν όχι. Το θέμα είναι το εξής: είναι η κοινωνία όσο θα θέλαμε μαντρί; Εάν γίνει τόσο όσο επιθυμούμε, δεν θα μας κοιτάνε οι άνθρωποι με ευγνωμοσύνη και δέος; Δεν θα είναι χαρούμενοι; Θα είναι, δεν θα τους λείπει τίποτα.
Ο Πλάτωνας τηλεφώνησε να έρθει ένα ταξί, πήρε τη βαλίτσα του και βγήκε έξω από το αχυρένιο καλύβι. Διέσχισε την αυλή της στάνης, προσπαθώντας να πατήσει όσο γίνεται λιγότερες κοπριές, και βγήκε στο χωματόδρομο. Ο Φιλόσοφος, αυτός ο εξαίρετος φύλακας, που ξεχώρισε ποιος είναι φίλος και ποιος εχθρός, τον ακολούθησε. Ο Πλάτωνας έσκυψε και τον χάιδεψε στο κεφάλι.
‘Γεια σου, Φιλόσοφε. Ή θα γίνω πρόεδρος της Δημοκρατίας ή θα ξαναγυρίσω στο μαντρί’, είπε στο μαλλιαρό ελληνικό ποιμενικό και συμπλήρωσε:
‘ Ή οι βοσκοί των προβάτων θα κυβερνήσουν ή οι κυβερνήτες θα βοσκήσουν τον λαό ‘.
Πλάτωνας: Πλάτων
Μάρτιν: Μάρτιν Χάιντεγκερ
Άντολφ: Άντολφ Χίτλερ
Φιλόσοφος: Στέλιος Ράμφος ή Χρήστος Γιανναράς ή . . .
Σχολιάστε ελεύθερα!