in από την Ιλιάδα έπος στην Ιλιάδα τραγωδία

επηρεάστηκε η Ιλιάδα από τη λυρική ποίηση;

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Εάν μετά την Ιλιάδα διαβάσουμε Αρχίλοχο, τον πρώτο προσωπικό ποιητή της δυτικής γραμματείας και του δυτικού πολιτισμού ( έζησε περί το 700 με 620 π. Χ.) θα αμειφθούμε με μια κάποια αμηχανία, η οποία βέβαια γεννά πάντα ερωτήματα και απορίες. Γι΄αυτή την αμηχανία θα μιλήσω σήμερα και για τα ερωτήματα και τις απορίες που γεννά. Θα ήθελα όμως πρώτα, άκρως συνοπτικά και απλά, να πω μερικά πράγματα για την Ιλιάδα, τον Αρχίλοχο (ένας από τους μεγάλους μου έρωτες)  και τη λυρική ποίηση.

Η Ιλιάδα είναι ένα έπος που εξυμνεί και αποκηρύσσει τον ηρωισμό. Εάν όλη η  δυτική λογοτεχνία, αλλά και άλλα είδη της δυτικής γραμματείας,  σχολιάζει και αποκηρύσσει τον ηρωισμό, δεν κάνει τίποτα άλλο από το να συνεχίζει αυτό που άρχισε η Ιλιάδα. Η Ιλιάδα είναι η πρώτη (χρονικά) και κάθε τι που είναι πρώτο (χρονικά) μας κερδίζει την καρδιά, όπως μας την κερδίζει και ο Αρχίλοχος,  ο πρώτος (χρονικά) προσωπικός ποιητής. Στη ραψωδία Α ο Αχιλλέας είναι ένας καθαρόαιμος μαχαιροβγάλτης ήρωας που μόλις του δοθεί ευκαιρία καταφεύγει στη χρήση του σπαθιού για να λύσει τις διαφορές του. Όταν δεν τον παίρνει, όπως στην Ιλιάδα, βάζει την ουρά στα σκέλια, φουντώνει από την τσαντίλα και τον μόνο που τον απασχολεί είναι η εκδίκηση. Στη ραψωδία Ω, μετά από λίγες μέρες, ο Αχιλλέας είναι ένας ήρωας με ένα τεράστιο αρχοντικό, με αυτοσυγκράτηση, με αυτοπειθαρχία, με ευγένεια, με κάποιον αξιοσημείωτο αυτοέλεγχο των συναισθημάτων, έτοιμος όμως ανά πάσα στιγμή να ξανακυλήσει στον ηρωισμό, όπως το πρεζάκι στη πρέζα.

Προτείνω τον ‘Αίαντα’ του Σοφοκλέους  ως την καλύτερη εισαγωγή στην ανάγνωση, μελέτη και κατανόηση της Ιλιάδας.  Ο Αίας, πικραμένος επειδή τον έρριξαν οι Αχαιοί και έδωσαν τα όπλα του νεκρού Αχιλλέα στον Οδυσσέα, βγάζει το σπαθί και πάνω στη μανία του (ιερά νόσος) σφάζει τα πρόβατα του στρατοπέδου θεωρώντας ότι είναι Αχαιοί πολεμιστές. Αυτοκτονεί και οι Αχαιοί τον θάβουν και τον τιμούν ως ήρωα. Αυτό που θάβουν είναι ο ηρωισμός – στην Ιλιάδα άλλωστε  έχουμε δύο κηδείες ηρώων,  του Πατρόκλου και του ‘Εκτορος ( με αυτήν  τελειώνει και το έπος), ενώ έχει προοικονομηθεί και ο θάνατος του Αχιλλέα. Τι θέλει να μας πει ο ‘Αίας’, που γράφτηκε μάλλον το 457 π. Χ. και η είναι η αρχαιότερη σωζόμενη τραγωδία του Σοφοκλή; Θέλει να μας πει ότι ο ηρωισμός είναι ένας αρχαϊσμός που πρέπει να εγκαταλειφθεί, ότι δεν επιτρέπεται πια να επιλύουμε τις διαφορές μας με το μαχαίρι, ότι το μονολιθικό ηρωικό ήθος είναι απαράδεκτο για την πόλιν. Ο ηρωισμός πρέπει να παραχωρήσει τη θέση του στην αυτοπειθαρχία, την αυτοσυγκράτηση, την αποφυγή της αρπαγής της περιουσίας του γείτονα γαιοκτήμονα ή μικροκαλλιεργητή (δίκη), τον εξοβελισμό της άμετρης και παράλογης βίας – από το άγαν περνάμε στο μηδέν άγαν.

Κι ενώ η Ιλιάδα εξυμνεί και αποκηρύσσει, αποδοκιμάζει  τον ηρωισμό, ο ‘Αίας’ μόνο τον αποκηρύσσει.  Η λυρική ποίηση επίσης μόνο τον αποκηρύσσει. Γιατί όμως η Ιλιάδα και τον εξυμνεί και τον αποκηρύσσει; Και γιατί τον αποκηρύσσει;

Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει να επαναφέρουμε στο προσκήνιο το μέγα ζήτημα του τρόπου σύνθεσης της Ιλιάδας. Υπάρχουν δύο θεωρίες. Η μία λέει ότι η Ιλιάδα συντέθηκε από έναν ποιητή-αοιδό (που γνώριζε γραφή ή υπαγορεύτηκε σε κάποιον άλλον που γνώριζε) μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Ήταν δηλαδή το αποτέλεσμα της  έμπνευσης ενός αφηγητή-ποιητή που συνηθίζουμε να αποκαλούμε ‘Όμηρο’. Η άλλη λέει ότι η σύνθεση της μνημειώδους Ιλιάδας (αυτής του έχουμε) ήταν  το αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας διαδικασίας με επεκτάσεις και επανεπεξεργασίες. Με αυτήν συντάσσομαι και εγώ. Η θεωρία αυτή υποστηρίζει ότι το κείμενο της Ιλιάδας που έχουμε σταθεροποιήθηκε στα μέσα του 6ου αιώνα, την εποχή του Πεισιστράτου, την εποχή της καθιέρωσης των ποιητικών αγώνων στα Παναθήναια – έχουμε δυο μαρτυρίες του 4ου π. Χ. αιώνα γι αυτήν την πληροφορία – ενώ η κατάσταση πολλών ραψωδιών (ιδίως Ζ, Η, Θ)  παρέχει ενδείξεις ότι το κείμενο ήταν ρευστό την εποχή της τελικής διαμόρφωσης του κειμένου. Κι ενώ εμείς καταθέτουμε μια χρονολογία, οι υποστηρικτές της προσωπικής στιγμιαίας έμπνευσης δεν είναι βέβαιοι για το πότε έγινε αυτό που υποστηρίζουν. Λένε ότι θα πρέπει να συντέθηκε κατά το δεύτερο μισό του 8ου αιώνα, δηλαδή 750-700. Υπάρχει δηλαδή ένα χάσμα δύο αιώνων!

Οι υποστηρικτές της θεωρίας της στιγμιαίας προσωπικής έμπνευσης δεν αρνούνται ότι η Ιλιάδα αποκηρύσσει τον ηρωισμό. Πως είναι δυνατόν όμως ένα έπος να εξυμνεί και να αποδοκιμάζει τον ηρωισμό; Φαίνεται ότι η αποδοκιμασία του ηρωισμό ήταν  καινοτομία του ‘Όμήρου’. Εάν η αποκήρυξη του ηρωισμού είναι καινοτομία, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι υπήρχε μια Ιλιάδα που δεν τον αποκήρυσσε. Τι ώθησε όμως τον ‘Όμηρο’ να προχωρήσει σε αυτή την καινοτομία, μια καινοτομία που έγινε προφανώς αποδεκτή από τους ακροατές και τους αναγνώστες;

Την Ιλιάδα που δεν αποκήρυσσε τον ηρωισμό αλλά μόνο τον εξυμνούσε την ονομάζω Ιλιάδα-έπος. Η Ιλιάδα που έχουμε εξυμνεί και αποκηρύσσει τον ηρωισμό – την αποκαλώ Ιλιάδα-τραγωδία.  Οι υποστηρικτές της θεωρίας της προσωπικής έμπνευσης, της λεγόμενης θεωρίας της ενιαίας σύνθεσης, λένε ότι για την μετεξέλιξη αυτή ευθύνεται η ευφυΐα του ποιητή. Εκείνο το οποίο οφείλουμε να ρωτήσουμε σε αυτό το σημείο είναι το εξής: υπήρχε στην κοινωνία μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα αποδοκιμασίας, αποκήρυξης, εξοβελισμού του ηρωισμού ή ο ποιητής προέβη στην αναθεώρηση της Ιλιάδας με δική του πρωτοβουλία; Το δεύτερο θα πρέπει να το αποκλείσουμε κατηγορηματικά. Είναι παντελώς αδύνατο να αποδοκιμάζει ένας αοιδός, ένας αφηγητής τον ηρωισμό ενώ οι ακροατές του τον επιδοκιμάζουν. Έναν τέτοιο αοιδό θα τον έπαιρναν με τις πέτρες.

Η προφορική ποιητική αφήγηση, η ηρωική ποίηση, διαιωνίζει το παρελθόν με τους λογοτύπους (παραδοσιακή αφηγηματική τεχνική)  και με τα θέματά της αλλά δεν μπορεί να μην ενσωματώνει στοιχεία του εκάστοτε παρόντος (κυρίως γλωσσικά). Είναι από τη φύση της συντηρητική, παραδοσιακή δηλαδή, αλλά εάν ο αοιδός δεν προκαλεί ευχαρίστηση στους ακροατές του, τότε θα μείνει νηστικός. Ο αοιδός ήταν δημιοεργός, δηλαδή, δημιουργός, εργαζόταν για τον δήμο, ήταν υπηρέτης του δήμου, και ως υπηρετης του δήμου δεν μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε. Η δουλειά του ήταν να τέρπει αλλά και να διδάσκει τους ακροατές, οι οποίοι θεωρούσαν ότι ήταν απόγονοι των ηρώων –  και πράγματι ήταν. Εννοώ των ηρώων-ποιμένων.

Δεν θα μπορούσε ο αοιδός-ποιητής να προχωρήσει σε αυτήν την καινοτομία εάν όντως δεν υπήρχε στην κοινωνία ένα κλίμα αναθεώρησης και αποδοκιμασίας του ηρωισμού. Όφειλε, ως επιδέξιος τεχνίτης, να καταγράψει αυτήν την αποδιμασία. Και το έκανε. Αυτό κάνει, και μάλιστα πιο δραστικά και αποφασιστικά, και η Οδύσσεια. Η Οδύσσεια όμως δεν εξυμνεί τον ηρωισμό και, σύμφωνα με αυτά που πρεσβεύουν οι της ενιαίας σύνθεσης, πήρε τη μορφή που έχει περί το 700-650 π.Χ. Και εδώ αρχίζει το ενδιαφέρον της ιστορίας μας. Διότι τηνεποχή εκείνη, υπάρχει ένας ποιητής ο οποίος ρίχνει ένα φτύσιμο στον ηρωισμό τόσο διαυγή, τόσο ξεκάθαρο, τόσο αποφασιστικό που μας εντυπωσιάζει. Πρόκειται για τον Αρχίλοχο. Και αυτούς που ακολούθησαν. Όλη η λυρική  ποίηση είναι ένα φτύσιμο του ηρωισμού – αλλά δεν είναι μόνο αυτό, όπως θα δούμε.

Οι αοιδοί αφηγούνται (τραγουδιστά) τα κλέη, τα κατορθώματα των ηρώων, την ίδια στιγμή αποκηρύσσουν τον ηρωισμό και ταυτόχρονα υπάρχουν ποιητές που τον αποκηρύσσουν βάζοντας την υπογραφή τους. Στο δίλημμα ζωή-ένδοξος θάνατος (κλέος, φήμη) , ο ήρωας (Αχιλλέας, Πάτροκλος, Έκτωρ) προτιμάει τον ένδοξο θάνατο, τη μεταθανάτια φήμημ την υστεροφημία – αυτός είναι ο ηρωισμός. Πως απαντά σε αυτό το δίλημμα ο Αρχίλοχος; Ζωή – ποιός τη γαμά τη φήμη;  Κάποτε, το ομολογεί, για να σωθεί, ήταν μισθοφόρος, πέταξε την ασπίδα του και το έβαλε στα πόδια για να σωθεί:

. . . κάλλιπον (την ασπίδα) ουκ εθέλων / ψυχήν δ’ εξεσάωσα. Τί μοι μέλει ασπίς εκείνη;  /Ερρέτω, εξαύτις κτήσομαι ου κακίω.

δεν ήθελα αλλά την πέταξα, έσωσα όμως τη ζωή μου. Στ΄ αρχίδια μου η ασπίδα. Στα τσακίδια, θα βρω μια εξίσου καλή.

Τι να ένιωθε, φίλες και φίλοι, ένας ακροατής (ευγενής γαιοκτήμονας)  της Ιλιάδας ακούγοντας ή διαβάζοντας αυτούς τους στίχους του Αρχίλοχου; Δεν θα παραξενευόταν. Ο ηρωισμός πέθαινε. Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, ο Αρχίλοχος και όλη η λυρική ποίηση, με την αποκήρυξη του ηρωισμού μας λένε ότι οι άνθρωποι τότε ζούσαν το τέλος μιας εποχής, ζούσαν το τέλος του ηρωισμού, ζούσαν τη φθορά, την αποσύνθεση, την παρακμή ενός κόσμου, ζούσαν το το τέλος της αρπαγής και της εξόντωσης, του ένδοξου θανάτου και της φήμης. Και οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι το ζούσαν έντονα και συνειδητά.

Η έξοχη και συγκλονιστική ποίηση του Αρχίλοχου, στην οποία θα αφιερώσουμε ένα σημείωμα κάποιο πρωινό, μας επιβεβαιώνει το πόσο έντονα και συνειδητά ζούσαν το τέλος μιας εποχής. Τον Αρχίλοχο δεν τον ενδιαφέρει η υστεροφημία, οπότε έκφράζεται με ειλικρίνεια, με ωμότητα, με τραχύτητα και με ευαισθησία, δεν παίρνει υπόψη του τι θα πει ο κόσμος, τι θα πουν οι άλλοι, χλευάζει, αποδοκιμάζει, απορρίπτει, επικρίνει. Με τον Αρχίλοχο ξημερώνει η εποχή της λυρικής ποίησης : οι ευγενείς από τη μια ακούνε τους αοιδούς κι από την άλλη εκφράζουν τα προσωπικά τους συναισθήματα, τις προσωπικές τους σκέψεις, μιλούν για τον θάνατο, για τα γηρατειά, για τον έρωτα, για τη φθορά του κορμιού, για την ομορφιά, για τα νιάτα, για τον πόνο του χωρισμού (Σαπφώ!), για την κοινωνική αδικία (Ιππώναξ) και για άλλα πολλά, πολλά.

Οι αοιδοί λοιπόν συνέθεταν σε ένα κόσμο που αποκήρυττε τον ηρωισμό, ζούσαν στο τέλος μιας εποχής. Αν δεχτούμε ότι η Ιλιάδα συντέθηκε το 750-700, τότε θα πρέπει να δεχτούμε ότι η αποδοκιμασία του ηρωισμού είχε ήδη αρχίσει και η Ιλιάδα την καταγράφει. Τον 7ο αιώνα,  ο Αρχίλοχος φτύνει τον ηρωισμό όταν  η Οδύσσεια δεν έχει συντεθεί ακόμα ή συντίθεται τότε. Και μετά από όλα αυτά, διατυπώνουμε το εξής παρακάτω κρίσιμο ερώτημα.

Εάν η Ιλιάδα συντέθηκε το 750-700, οι αοιδοί την αφηγούνταν όπως ακριβώς την συνέθεσε ο ποιητής μέχρις ότου παράκμασε η προφορική ποιητική αφήγηση, κατά τον 6ο αιώνα; Δυσκολευόμαστε να διατυπώσουμε μια καταφατική απάντηση. Κι αυτό διότι οι αοιδοί ήταν αφηγητές, δεν ήταν ραφωδοί, δεν απήγγειλαν ένα παγιωμένο κείμενο. Κάθε αφήγηση ήταν διαφορετική, δεν μπορούσε να μην ήταν διαφορετική, ήταν ένας αυτοσχεδιασμός που δεν παρέκκλινε ασφαλώς κάποιου γενικότερου σχεδίου αλλά ήταν αυτοσχεδιασμός. Ο αφηγητής άλλοτε ήταν αναλυτικός, άλλοτε συνοπτικός, πρόσθετε ή αφαιρούσε επεισόδια, κλπ. Και ασφαλώς δεν έμεινε ανεπηρέαστος από την γενικότερη πνευματική και κοινωνική περιρρέουσα ατμόσφαιρα.  Και αναγκαζόμαστε να αναγνωρίσουμε μια απόσταση μεταξύ ενός γραπτού απολιθωμένου γλωσσικά και θεματικά κειμένου, του 750-700,  και μιας ρευστής αφήγησης. Πληθώρα εσωτερικών ενδείξεων μας προτρέπουν να δεχτούμε ότι η Ιλιάδα που διαθέτουμε δεν είναι αυτό το σταθερό κείμενο του εμπνευσμένου ποιητή, εάν υπήρξε βέβαια ένα τέτοιο τόσο πρώιμο κείμενο.

Οι αοιδοί, από την εποχή του Αρχίλοχου μέχρι την εποχή του Ιππώνακτα, 550 π. Χ. περίπου, άκουγαν ή και διάβαζαν τους λυρικούς ποιητές. Και θεωρώ ότι η τόλμη, η ωμότητα, η ειλικρίνεια και η αποφασιστικότητα  των τελευταίων τους ώθησε να γίνουν πιο τολμηροί και πιο νεωτεριστές, να ενσωματώσουν δηλαδή στοιχεία ενός κόσμου που χανόταν. Και όταν αυτός ο κόσμος των ηρώων (ποιμένων) χάθηκε δια παντός, μαζί του χάθηκε και η ίδια η προφορική ποιητική αφήγηση και οι αοιδοί. Τη θέση τους πήραν οι ραψωδοί και η τραγωδία. Η τελευταία είναι μια πολύ ιδιότυπη σύνθεση ηρωικής (διάλογοι, θέματα) και λυρικής (χορικά) ποίησης που θεμελιώθηκε πάνω στον αγροτικής  προέλευσης διθύραμβο. Θεωρώ ότι η τραγωδία έδωσε την χαριστική βολή τόσο στους αοιδούς όσο και στην ηρωική αφήγηση, στα μέσα στου 6ου π. Χ. αιώνα. Τότε που η Ιλιάδα απόκτησε τη μορφή που, σε γενικές γραμμές, έχει και σήμερα. Και ήταν μια Ιλιάδα-τραγωδία.

 

Σχολιάστε ελεύθερα!

  1. “Είναι παντελώς αδύνατο να αποδοκιμάζει ένας αοιδός, ένας αφηγητής τον ηρωισμό ενώ οι ακροατές του τον επιδοκιμάζουν. Έναν τέτοιο αοιδό θα τον έπαιρναν με τις πέτρες”.

    Ποτέ δεν ξέρεις τί τραβούσαν οι ποιητές εκείνη την εποχή! εξάλλου οι ποιητές μονίμως δεν είναι πιο μπροστά από την εποχή τους; μονίμως δεν έχουν θέση αποδιοπομπαίου τράγου, ακριβώς γιατί αναλαμβάνουν πρώτοι την ευθύνη ως άτομα να μιλήσουν για τις κοινωνικές εξελίξεις στο “δήμο”;
    Επίσης, υποθέτω ότι έχεις ακουστά τις διάφορες θεωρίες για τη συμμετοχή των γυναικών στη συγγραφή των ομηρικών επών, και πιο πολύ της Οδύσσειας, ακριβώς με το επιχείρημα ότι το ηρωϊκό ήθος πάει περίπατο στα ομηρικά έπη.

    Εάν μου αρέσει κάτι στις μελέτες σου για τα ομηρικά έπη είναι ότι τα στοιχεία που μας δίνεις, μας υποψιάζουν όχι μόνο για την μεταβολή στα ηθη της εποχής, αλλά και για μια συλλογική και πολύπλευρη διεκδίκηση αξιών κατά τη διάρκεια των “σκοτεινών” αρχαϊκών αιώνων και λίγο μετά, όπου τυπικά το διακύβευμα ήταν η αφήγηση του ένδοξου παρελθόντος – αλλά ουσιαστικά ήταν κάτι άλλο, πολύ πιο σημαντικό, όπως κι εσύ άλλωστε γράφεις. Εξάλλου η τραγωδία δημιουργήθηκε για να συζητήσει αυτήν την διεκδίκηση, ή έτσι φαίνεται.