in αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους, θεωρία κομμουνισμού

κοινοτικές αποθήκες της νεολιθικής εποχής στην ελλαδική χερσόνησο

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Σήμερα θα ασχοληθούμε με έναν θεσμό του κομμουνισμού του παρελθόντος – τις κοινοτικές αποθήκες των νεολιθικών αγροτικών κοινοτήτων της ελλαδικής χερσονήσου. Οι νεολιθικές κοινωνίες της Ανατολίας (Μικράς Ασίας), της βαλκανικής και ελλαδικής χερσονήσου ήταν ακραιφνείς κομμουνιστικές κοινωνίες οι οποίες παρουσιάζουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Το υπό εξέταση ζήτημα δεν μας ενδιαφέρει μόνο από κομμουνιστικής έποψης αλλά έχει κι άλλες προεκτάσεις. Από τις κοινοτικές αποθήκες της Εγγύς Ανατολής προέκυψε η οικονομία του Ναού και από τον Ναό, η ανατολική εκδοχή της εμφάνισης του Κράτους, όπως έχουμε δει στα πρώτα σημειώματα για τη σουμερική γλώσσα και λογοτεχνία. Στις κοινοτικές αποθήκες-Ναούς  επινοήθηκε η γραφή. Το μυκηναϊκό ανάκτορο, το διοικητικό κέντρο (Κράτος) των μυκηναϊκών βασιλείων,  προέρχεται από τις κοινοτικές αποθήκες των κοινοτήτων της πρωτοελλαδικής εποχής του χαλκού (3.000- 2.000 π. Χ.).

Όταν λέμε νεολιθική εποχή της ελλαδικής χερσονήσου εννοούμε την εποχή μεταξύ του 6.000-3.000 π. Χ. Την  εποχή αυτή, όλη σχεδόν η ελλαδική χερσόνησος είναι διάσπαρτη με μικρές αγροτικές κοινότητες, οι οποίες, χωρίς καμιά αμφιβολία,  αγνοούν το εμπόρευμα, το χρήμα και την αγορά. Όλα τα υλικά κατάλοιπα που έχουν ανακαλυφτεί δείχνουν ότι οι άνθρωποι που τα έφτιαξαν δεν είχαν καμιά μα καμιά απολύτως ιδέα και αίσθηση περί κέρδους  και μέτρησης του χρόνου: ακόμα και τα πιο ταπεινά αντικείμενα είναι έργα τέχνης.

Μπαίνω χωρίς περιστροφές στο θέμα μου. Στο κέντρο, ή εκεί κοντά, όλων  σχεδόν των νεολιθικών αγροτικών κοινοτήτων της εποχής και της περιοχής που εξετάζουμε, υπάρχει ένα   μεγάλο κτίριο (αργότερα και δύο), το οποίο διακρίνεται σαφέστατα από τα συμπλέγματα κατοικιών των δύο ή τριών πολύ μικρών δωματίων. Τι ήταν αυτό το μεγάλο κτίριο; Η απάντηση που έδωσαν οι αρχαιολόγοι δείχνει γι’ άλλη μια φορά την ιδεολογική λειτουργία της επιστήμης, της αρχαιολογίας  στην περίπτωσή μας. Δείχνει πως ο τρόπος που βλέπουμε τις ανακαλύψεις μας προσδιορίζεται από τις αξίες μας. Για τους αρχαιολόγους λοιπόν, που ήταν ακαδημαϊκοί, καθηγητές Πανεπιστημίων, κρατικοί υπάλληλοι, φορείς της αστικής ιδεολογίας, το κτίριο αυτό ήταν

ή κέντρο του τοπικού άρχοντα (Κράτος)

ή τόπος εμπορίου (οικονομία)

ή κέντρο λατρείας (θρησκεία)

Κράτος, Οικονομία, θρησκεία: αυτά είχαν στο κεφάλι τους, αυτά είδαν. Φίλες και φίλοι, δεν ήταν τίποτα από αυτά. Βέβαια, θα ρωτήσετε. Μήπως κι εσύ δεν κάνεις το ίδιο; Δεν βλέπεις αυτά τα μεγάλα κτίρια ως κοινοτικές αποθήκες επειδή μέσα στη γκλάβα σου έχεις τον κομμουνισμό; Θα σας απαντήσω. Τις  τελευταίες δεκαετίες, έχει αρχίσει μια αναθεώρηση αυτών των απαντήσεων, μια αναθεώρηση την οποία αν θεωρούσαμε δειλή θα ήμασταν πολύ επιεικείς. Κι έχει αρχίσει διότι οι νεώτεροι αρχαιολόγοι αντιλήφθηκαν ότι οι απαντήσεις που έχουν δοθεί ανάγονται στο επίπεδο της αυθαιρεσίας. Οι απαντήσεις αυτές είναι παντελώς ασύμβατες με τα ευρήματα, έρχονται σε κατάφωρη αντίφαση με αυτά. Η άποψη ότι τα μεγάλα αυτά κτίρια ήταν κοινοτικές αποθήκες, κοινοτικά εργαστήρια και τόποι συλλογικής διαβίωσης ερμηνεύουν με πολύ ικανοποιητικό τρόπο  όλα τα ευρήματα και είχε διατυπωθεί παράλληλα με τις κυρίαρχες.

Πριν προχωρήσω στην παρουσίαση των κοινοτικών αποθηκών και εργαστηρίων, θα παραθέσω δυο πολύ εύγλωττα παραδείγματα για να αντιληφθούμε το μέγεθος της αυθαιρεσίας. Σε όλες τις κοινότητες της βαλκανικής, επομένως και της ελλαδικής,  χερσονήσου έχουν ανακαλυφθεί εργαλεία φτιαγμένα από οψιδιανό, ένα πολύ σκληρό ηφαιστειογενές πέτρωμα που υπάρχει μόνο στη Μήλο, στην Αντίπαρο και στο νησί Γυαλί, κοντά στη Νίσυρο.  Αναρωτιούνται οι αρχαιολόγοι: πως βρέθηκε ο οψιδιανός στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία; Ήταν το αποτέλεσμα εμπορίου. Κάποιοι πήγαιναν στη Μήλο, έπαιρναν τον οψιδιανό, ξαμολιόνταν στα  Βαλκάνια και τον πουλούσαν. (Ο Κορρές μεταχειρίζεται την εξής φράση: ‘η εκμετάλλευσις των ορυχείων οψιανού’ 1976, 64 – βιβλιογραφία παρατίθεται στο τέλος του σημειώματος). Αλλά μιας και χρήμα δεν βρέθηκε, το εμπόριο ήταν ανταλλακτικό. Πουλούσαν τον οψιδιανό και έπαιρναν τροφή. Με τι άλλο να τον αντάλλαζαν; Ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι; Ήταν κάποιοι που ξεχώριζαν από τους άλλους – είχαν έντονη την αίσθηση του κέρδους και της περιπέτειας, της εμπορικής δραστηριότητας. Ήταν με άλλα λόγια σκαπανείς, πρωτοπόροι του πολιτισμού – ήταν δραστήριοι έμποροι. Δεν ήταν ύπνοι σαν τους άλλους. Να όμως, φίλες και φίλοι, που με αυτή την απάντηση η λογική κείτεται κουρέλια στα πόδια μας. Οι άνθρωποι αυτοί μπορεί να ήταν δραστήριοι έμποροι αλλά θα πρέπει να ήταν πολύ ανόητοι. Μπορούμε να σκεφτούμε τι απαιτείται για την εξόρυξη και την μεταφορά του οψιδιανού. Χρειάζεται πλοία και εργαλεία. Κι ας πούμε ότι κόβεις κάποια μεγάλα κομμάτια, πως τα μεταφέρεις στη Θεσσαλία και τη Θράκη, για να μην αναφέρω τη  Ρουμανία και τη Βουλγαρία; Κι όλα αυτά για τη τροφή, την οποία είχε εξασφαλίσει κάθε αγροτική κοινότητα. Το ότι θα μπορούσε ο πολύ χρήσιμος οψιδιανός  να φτάσει μέχρι και τη Β. Ευρώπη με άλλον ή με άλλους τρόπους, οι αρχαιλόγοι όχι μόνο δεν το διανοούνται αλλά δεν επιτρέπουν και στους εαυτούς τους να το διανοηθεί.

Κλείνω την παρέκβαση με ένα άλλο πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Σε μια νεολιθική κοινότητα της Θεσσαλίας, στο Διμήνι, κοντά στο Βόλο, ο Τσούντας ανέσκαψε γύρω από την Κεντρική Αυλή,  στην κορυφή ενός χαμηλού λόφου,  έξι επάλληλα λιθόχτιστα ντουβάρια τα οποία ονόμασε οχυρωματικούς περιβόλους, αμυντικά τείχη δηλαδή. Και αφήνει τη φαντασία του να οργιάσει: περιγράφει, λες κι τις έχει δει με τα μάτια του,  πολεμικές σκηνές στις οποίες οι εισβολείς επιτίθενται και ανεβαίνουν στα τείχη. Έρχεται όμως ο Γ. Χουρμουζιάδης και αποδεικνύει (1993) ότι αυτά τα λιθόχτιστα ντουβάρια δεν ήταν οχυρωματικοί περίβολοι (τείχη) αλλά αναλημματικοί τοίχοι, τοίχοι που συγκρατούσαν το χώμα στην πλαγιά του λόφου και διαμόρφωναν βαθμιδωτούς χώρους για κατοικίες και στο υψηλότερο επίπεδο την Κεντρική Αυλή του οικισμού.

Κλείνω την παρέκβαση και συνεχίζω. Διακρίνουμε τρεις περιόδους της νεολιθικής εποχής, διάρκειας χιλίων ετών πάνω κάτω  η κάθε μία: την αρχαιότερη  ή ακεραμεική, τη μέση και τη νεώτερη.

Τα σπουδαιότερα μεγάλα κτίρια της αρχαιότερης περιόδου είναι αυτά της Νέας Νικομήδειας (κοντά στη Βέροια) και του Προδρόμου ΙΙ (Καρδίτσα). Στο πρώτο, διαστάσεων  12Χ12 μ. (144 τετρ. μ.) βρέθηκαν πολλά ειδώλια (γυναικόμορφα) και ο αρχαιολόγος (ο R. J. Rodden)  που το ανέσκαψε το ονόμασε ‘Ιερό’. Μιας όμως και τα ειδώλια δεν σχετίζονται πια με τη θρησκευτική λατρεία,  όπως την εννούμε εμείς σήμερα, άλλη μια πολύ σημαντική αναθεώρηση, αντιλαμβάνεστε ότι το κτίριο κάθε άλλο παρά ‘Ιερό’ ήταν.

Θα συνεχίσω αύριο το πρωί – πάω για ψάρια στο λιμάνι και μετά στον κήπο.

Βιβλιογραφία

Θεοχάρης Δ. Ρ. (1973) Νεολιθική Ελλάς. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος

Θεοχάρης δ. Ρ. (1981) Νεολιθικός Πολιτισμός. ΜΙΕΤ. Αθήνα

Κορρές Γ. Στ. (1976-7) Αρχαιολογία της Προϊστορικής Ελλάδος, (παν.παρ.) Αθήνα.

Τουλούμης Κ. (1994) Το περίσσευμα στην προϊστορία και η αρχαιλογία της αποθήκευσης (διδ. διατρ.) Θεσσαλονίκη

Τουλούμης Κ. (1996) Το περίσσευμα στην προϊστορία: η προϊστορική οικονομία με βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα, Θεσσαλονίκη

Τουλούμης Κ. (2002) Χωρίς αγορά. Αρχαιλογικές προσεγγίσεις στη νεολιθική κοινωνία και οικονομία

Τσούντας Χ. (1908) Αι προϊστορικαί ακροπόλεις του Σέσκλου και του Διμηνίου. Αθήνα

Χουρμουζιάδης Γ. Χ. (1973) Ανθρωπόμορφη ειδωλοπλαστική της νεολιθικής Θεσσαλίας (διδ. δ.) Αθήνα.

Χουρμουζιάδης Γ.Χ. (1993) Το νεολιθικό Διμήνι, Θεσσαλονίκη, Βάνιας

Χουρμουζιάδης, Γ. Χ. (1995)  Αναλογίες, Θεσσαλονίκη, Βάνιας

 

Gibutas M. (1974, 1982) The Goddesses and Gods of Old EuropeQ Myth and Cult Images

Gibutas M. (2001) Η επιστροφή της μεγάλης Θεάς. Θεσσαλονίκη, Αρχέτυπο

 

Σχολιάστε ελεύθερα!