in Κυριαρχική

επίδειξη της Κυριαρχίας/Υπακοής: από τον ρωμαϊκό θρίαμβο (triumphus) στην καπιταλιστική παρέλαση

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα

Δυο συλλογές περιγραφών 350 ρωμαϊκών θριάμβων (Acta triumphorum Capitolina και  Tabula triumphorum Barberina) μας επιτρέπουν να σχηματίσουμε μια πλήρη και ευκρινή εικόνα του ρωμαϊκού θριάμβου, της τελετής επίδειξης της Νίκης του Κυρίου και της Ήττας των Υποτελών και να επισημάνουμε τις ομοιότητες και τις διαφορές με τις σημερινές παρελάσεις, οι οποίες, όπως θα δούμε, κατάγονται από τον ρωμαϊκό θεσμό.  (Ο  όρος ‘τελετή’ προέρχεται από τη λέξη τέλος,  που σημαίνει ‘φόρος’). Ο θρίαμβος (triumphus)  ήταν μια πομπή που γίνονταν στη Ρώμη μόνο μετά από μεγάλη ή αποφασιστικής σημασίας νίκη, δηλαδή κατάκτηση και λεηλασία κάποιας πλούσιας ή αντιστεκόμενης περιοχής, του στρατηγού, του ανώτατου διοικητή του ρωμαϊκού στρατού – αυτός είναι ο λόγος που μεταφορικά ο triumphus δηλώνει την victoria, τη νίκη. Για να κατανοήσουμε την καταγωγική  σχέση της παρέλασης από τον ρωμαϊκό θρίαμβο θα πρέπει να έχουμε μια σαφή εικόνα της δομής του θριάμβου.

Μπορούμε να διακρίνουμε τρία τμήματα της επινίκιας και τροπαιοφόρου πομπής.  Στην αρχή του πρώτου μέρους, άρα στην κορυφή της πομπής,  βρίσκονται  οι συγκλητικοί, οι ρωμαίοι Κύριοι, οι γαιοκτήμονες δουλοκτήτες, ακολουθούν  τα λάφυρα του πολέμου, τα ζώα που θα θυσιάζονταν, μεταξύ των οποίων και  λευκοί (λατρεία του φωτός, της λάμψης) ταύροι,  και οι αιχμάλωτοι (μερικοί από τους οποίους θα θυσιάζονταν). Κυρίαρχη μορφή του δεύτερου τμήματος είναι ο  νικητής στρατηγός. Προπορεύονται οι ραβδούχοι (θα ασχοληθούμε με τους ακολούθους αυτούς του Κυρίου σε μελλοντικό σημείωμα) και ακολουθεί ο στρατηγός, πάνω σε άρμα (σύμβολο της ταχύτητας και της Ισχύος) που το σέρνουν τέσσερα λευκά άλογα. Φοράει κόκκινη (σύμβολο της Νίκης) τήβεννο και είναι στεφανωμένος με δάφνη (σύμβολο της αθανασίας). Δίπλα του ένας δούλος κρατάει πάνω από το κεφάλι του  χρυσό (σύμβολο της σπανιότητας της Ισχύος, της αθανασίας και της λάμψης) στεφάνι. Το τρίτο τμήμα είναι η παρέλαση του στρατού, κατά την οποίαν οι στρατιώτες ψάλλουν τα πολεμικά κατορθώματα του νικητή στρατηγού τους.

Ο θρίαμβος ξεκινούσε από το πεδίο του Άρεως και κατέληγε στο Καπιτώλιο – το πεδίο του Άρεως (Campus Martius)  ήταν ένα ανοικτό μέρος της Ρώμης όπου η συνέλευση (Comitia Centuriata)  του λαού εξέλεγε τους υπάτους, τους πραίτορες κι άλλους αξιωματούχους του Κράτους, ενώ το Καπιτώλιο (Capitolium, το κεφάλι [caput], η κορυφή) ήταν ο λόφος πάνω στον οποίο ήταν κτισμένη η ακρόπολη, το φρούριο,  και ο ναός του Δία. Πλήθη λαού παρακολουθούσε την πομπή και επευφημούσε τον νικητή στρατηγό. Στο Καπιτώλιο, ο στρατηγός και αργότερα ο αυτοκράτορας θυσίαζε στον Δία (προσωποποίηση της Ισχύος και της αθανασίας) τους λευκούς ταύρους και τοποθετούσε στα γόνατα του αγάλματος του Δία το χρυσό στεφάνι. Μετά τη θυσία γίνονταν επίσημο συμπόσιο ( στο οποίο προσφέρονταν κρασί ανακατεμένο με μέλι, μεγάλα καρβέλια ψωμιού και βραστό κρέας) και γιορτή.

Εάν συγκρίνουμε τον ρωμαϊκό θρίαμβο και τις παρελάσεις θα δούμε πολλές ομοιότητες και διαφορές. Η βασική διαφορά είναι ο ευκαιριακός χαρακτήρας του θριάμβου και η μονιμότητα/περιοδικότητα των παρελάσεων. Η διαφορά αυτή είναι καθοριστικής σημασίας: μιας και δεν γίνεται για να επιδειχτεί η νίκη, τα λάφυρα, ο νικητής  ενός συγκεκριμένου πολέμου και οι ωφελημένοι από αυτόν τον πόλεμο (οι γαιοκτήμονες δουλοκτήτες), οι παρελάσεις δεν είναι παρά η επιβίωση του τρίτου μέρους του θριάμβου, η παρέλαση του στρατού. Και αναρωτιόμαστε: τι απέγιναν τα άλλα δύο μέρη;

Οι Κύριοι μετέχουν στην παρέλαση ως θεατές αλλά καθισμένοι σε υπερυψωμένες εξέδρες.  Θα λέγαμε ότι μοιάζουν πάρα πολύ με τον Δία της Ιλιάδας: κάθεται και βλέπει τους άλλους να πολεμούν – με το ζήτημα αυτό έχουμε ασχοληθεί στο σημείωμα γιατί σηκωνόμαστε όρθιοι όταν βλέπουμε τον Κύριο; Τα πλήθη του λαού, όπως και στον θρίαμβο, παρακολουθούν από την άκρη του δρόμου και επευφημούν χειροκροτώντας τους βασικούς πρωταγωνιστές της παρέλασης: τον στρατό και τους μαθητές, φοιτητές, κλπ. Εάν ο στρατός εκπροσωπεί την Ισχύ του Κυρίου, οι μαθητές εκροσωπούν τους Υποτελείς, τους Αιχμαλώτους της καπιταλιστικής κοινωνίας. Θυσίες δεν γίνονται, αλλά μετά το τέλος της παρέλασης όλοι παίρνουν το δρόμο για τα καφέ και τα ουζερί.

Ο νικητής στρατηγός; Ο νικητής στρατηγός είναι το Κεφάλαιο, η κοινωνική σχέση μεταξύ του προστάζοντος Κυρίου ένοπλου ζητιάνου και των υποτελών Παραγωγών του κοινωνικού πλούτου, το οποίο είναι πανταχού παρόν μέσω της πανταχού απουσίας Του.

Ο θρίαμβος και η παρέλαση συνιστούν μια τοπολογική αναπαράσταση της Κυριαρχίας, της σχέσης μεταξύ του Κυρίου και του Υποτελούς. Η σχέση αυτή πρέπει να επιδεικνύεται διαρκώς, αδιάλλειπτα, να εμποτίζει κάθε κοινωνικό πεδίο, πρακτική, θεσμό, αντίληψη, κλπ. Να εμπεδώνεται η διαχρονικότητά της, η μονιμότητά της, η αθανασία της. Να κατακλύζει το μυαλό και την ψυχή των Υποτελών σε τέτοιο βαθμό ώστε να θεωρείται αυτονόητο φυσικό φαινόμενο.

Η επίδειξη έχει κι άλλες δυο λειτουργίες. Η επίδειξη αποσκοπεί στην αύξηση και την ενίσχυση της Κυριαρχίας: όσο πιο πολύ την επιδεικνύει, τόσο πιο ισχυρός γίνεται ο Κύριος. Γιατί; Διότι ο βασικός σκοπός της επιδειξης της Κυριαρχίας είναι ο εκφοβισμός των Υπηκόων. Η επίδειξη του στρατού, των όπλων, της υποτέλειας, της υπακοής και της κοινωνικής αιχμαλωσίας προκαλούν έναν φόβο ο οποίος δεν εμφανίζεται ως καθαρός, γνήσιος φόβος, είναι όμως και κατασταλάζει αδιόρατα στις ψυχές των υποτελών. Οι παρελάσεις είναι μηχανισμοί εκφοβισμού: φοβόμαστε χωρίς να το νιώθουμε έντονα, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε καθαρά και συνειδητά.

Ποιο είναι το μέλλον των παρελάσεων; Οι παρελάσεις θα έχουν την τύχη που θα έχουν κι άλλοι πολλοί θεσμοί, πρακτικές, αντιλήψεις, ιδεολογίες, αξίες, κλπ που σχετίζονται με την επίδειξη της Κυριαρχίας και της Υποτέλειας: σε περιόδους κοινωνικών αναταραχών, θα εξαλειφτούν και θα καταργηθούν μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Η περίοδος που διανύουμε είναι περίοδος αποσύνθεσης και απαξίωσης όλων αυτών των πρακτικών –  ακούμε το οικοδόμημα να τρίζει, βλέπουμε τις ρηγματώσεις, δεν μένει παρά να ζήσουμε και να παρακολουθήσουμε και την κατάρρευσή του.

Αρκεί να μην είμαστε μέσα.

 

Σχολιάστε ελεύθερα!