φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Αντικείμενο του σημερινού σημειώματος θα είναι η βρισιά – το αφιερώνω στον Γιωργάκη. Μια από τις επόμενες μέρες θα ασχοληθούμε λεπτομερειακά με τη βρισιά ‘αρχίδι’ και θα επιχειρήσουμε να δώσουμε μια εξήγηση γιατί η ίδια λέξη στον πληθυντικό πολύ συχνά δεν δηλώνει περιφρόνηση και υποβιβασμό αλλά την ανδρική ισχύ (έχει αρχίδια/δεν έχει άρχίδια!).
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω εάν η βρισιά είναι μια ανθρωπολογική σταθερά, όπως η φαντασία, το γέλιο, ο έρωτας, η επίγνωση του θανάτου και άλλα, εάν δηλαδή εμφανίστηκε ταυτόχρονα με τη γλώσσα. Τείνω να υποστηρίζω ότι δεν είναι ανθρωπολογική σταθερά και θα παραθέσω στη συνέχεια τα επιχειρήματά μου.
Εάν θέλουμε να μελετήσουμε το φαινόμενο της βρισιάς στο πεδίο της λογοτεχνίας, θα καταφύγουμε στο κεντρικό επεισόδιο της πρώτης ραψωδίας της Ιλιάδας, όπου ο Αχιλλέας και ο Αγαμέμνονας ερίζουν και αλληλοβρίζονται εξαγριωμένοι και οργισμένοι λόγω των διαφωνιών τους σχετικά με τη μοιρασιά της λείας. Μια προσεκτική ανάγνωση του επεισοδίου δείχνει ότι η πραγματική αιτία είναι η αμφισβήτηση της Ισχύος του Αγαμέμνονα και η προβολή αξιώσεων Κυριαρχίας από τον Αχιλλέα.
Οργή, Κυριαρχία και βρισιά. Όπου κι αν στρέψουμε το βλέμμα μας, σε όποια κοινωνία και σε όποια εποχή, θα δούμε ότι η βρισιά σχετίζεται με την οργή και την Κυριαρχία: άλλοτε μόνο με την πρώτη, άλλοτε μόνο με τη δεύτερη κι άλλοτε μαζί, όπως στην Α της Ιλιάδας. Υπάρχει δηλαδή μια ψυχική διάσταση της βρισιάς, μια κυριαρχική και ένας συνδυσμός τους, μιαςι και η οργή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Κυριαρχία, ζήτημα που εξετάζει με έξοχο τρόπο το σημαντικότερο κείμενο του δυτικού πολιτισμού, η Ιλιάδα.
Γιατί βρίζουμε όταν οργιζόμαστε; Οργιζόμαστε γιατί έχουμε ύποστεί κάποια μεγάλη αδικία, λέει ο Σπινόζα στην ‘Ηθική’ του και θέλουμε, τείνουμε να κάνουμε κακό σε αυτόν που μας αδίκησε. Όταν αδικούμαστε, στερούμαστε κάτι, υποφέρουμε, κι όταν στερούμαστε και υποφέρουμε, αγχωνόμαστε. Το άγχος είναι αναπόφευκτη συνέπεια κάποιας στέρησης, τα αίτια της οποίας είναι αναρίθμητα. Το άγχος όμως είναι μια αρνητική ενέργεια η οποία πρέπει να φύγει απο μέσα μας, να διοχευτευθεί, να εκτονωθεί. Ο βασικός τρόπος διοχέτευσης, εκτόνωσης του άγχους είναι η βία, την οποία μπορούμε να διακρίνουμε σε λεκτική και άσκηση φυσικής βίας. Μια κραυγή ή ένα επιφώνημα ψυχικού πόνου δεν είναι λεκτική βία διότι δεν στρεφόμαστε εναντίον κάποιου προσώπου αλλά συνήθως δεν καταφεύγουμε σε αυτούς τους τρόπους εκτόνωσης του άγχους. (Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εκτόνωση του άγχους του θανάτου, το οποίο καθημερινά αναβλύζει μέσα μας, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε: έρωτας, χορός, τραγούδι, γλέντι, καλλιτεχνική έκφραση – δεν θα ασχοληθούμε με αυτό όμως σήμερα). Κι αυτό διότι με αυτούς τους τρόπους δεν κάνουμε κακό σε αυτόν που μας αδίκησε με κάποιον τρόπο (μας περιφρόνησε, ταπείνωσε, εξευτέλισε, έκλεψε, χτύπησε, κλπ) αλλά καταφεύγουμε σε τρόπους οι οποίοι μας επιτρέπουν να κάνουμε κακό στον άλλον: να εκδικηθούμε, να επιστρέψουμε την ταπείνωση, τον εξευτελισμό. Με τη βρισιά διοχετεύεται το άγχος και ηρεμούμε. Θα μπορούσαμε να πούμε λοιπόν ότι η βρισιά είναι ένα είδος ψυχοθεραπείας, είναι ένα φυσικό ψυχοφάρμακο, ένα ψυχότροπο ηρεμιστικό πολύ μεγάλης αξίας. Εάν δεν γνωρίζετε, σας λέω ότι οι τρελοί κι αυτοί που βρίζουν δεν παθαίνουν καρκίνο – τυχαίο; Δε νομίζω!
Πριν δούμε τι είναι η βρισιά και πως με αυτήν προξενούμε κακό στον άλλον, ας δούμε πως εκτονώνουμε το άγχος με την άσκηση φυσικής βίας. Υπάρχουν δυο τρόποι: η καταστροφή και η άσκηση βίας σε πρόσωπα. Στη πρώτη περίπτωση σπάμε ό,τι βρούμε μπροστά μας, κλωτσάμε καρέκλες, πόρτες, τοίχους, σπάμε ποτήρια, ρίχνουμε μπουνιά στη πόρτα και άλλα πολλά. Στη δεύτερη, χτυπάμε, δέρνουμε ή σκοτώνουμε αυτόν που μας αδίκησε, εξόργισε και άγχωσε. Ο φόνος, ειδικά στα εκλήματα πάθους, είναι μια αιφνίδια εκτόνωση τεράστιας ποσότητας άγχους: δεν υπάρχει πιο ήρεμος άνθρωπος από έναν φονιά, μόνο που η ηρεμία και η νηφαλιότητα αυτή είναι επίσης μικρής διάρκειας, μιας και το άγχος σύντομα πολλαπλασιάζεται, λόγω ενοχών, φόβου τιμωρίας, στέρησης (ελευθερίας ή ζωής). Αυτό μπορείτε να το επιβεβαιώσετε παρατηρώντας το πρόσωπο ενός φονιά και τα πρόσωπα των αστυνομικών που τον συνοδεύουν μετά τη σύλληψη ή στο δικαστήριο.
Ας δούμε κι άλλη μια πτυχή της βρισιάς ως μια μορφή εκτόνωσης του άγχους. Η εκτόνωση μπορεί να είναι ατομική ή συλλογική. Βρίζουμε άλλοτε μόνοι μας κι άλλοτε μαζί με άλλους. Στην δεύτερη περίπτωση, η ανακούφιση είναι μεγαλύτερη. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα συλλογικου βρισίματος, συλλογικής εκτόνωσης της οργής και του άγχους που προκαλεί η αδικία είναι το γήπεδο και οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας. Στις διαδηλώσεις και στο γήπεδο πάμε και για να βρίσουμε – κάποιοι και κάποιες πάνε μόνο για να βρίσουν. Κάποιοι πάνε και στο γήπεδο και στις διαδηλώσεις, αυτός είναι ένας ακόμα λόγος που οι δυο αυτές πρακτικές είναι συγκοινωνούντα (κοινωνικά) δοχεία.
Πως προκαλούμε όμως κακό στον άλλον με τη βρισιά; Τι είναι η βρισιά; Τι κάνουμε όταν βρίζουμε; Τι κάνουμε όταν αποκαλούμε έναν άνδρα πούστη ή μαλάκα ή γαμημένο; Τι κάνουμε όταν βρίζουμε μια γυναίκα πουτάνα, γαμιόλα ή βόδι; Τι κάνουμε όταν χαρακτηρίζουμε κάποιον ηλίθιο, ανόητο ή βλάκα; Τι κάνουμε όταν βρίζουμε ένα παιδί τεμπέλη ή ζωντόβολο; Τον υποβιβάζουμε σε μια κατάσταση την οποία περιφρονούμε, απεχθανόμαστε, θεωρούμε απαράδεκτη. Τι περιφρονούμε όμως, τι απεχθανόμαστε; Περιφρονούμε κάποιον όταν αποκλίνει από το αξιακό μας σύστημα. Ο πούστης δεν γαμάει, δεν είναι λοιπόν άνδρας. Άνδρας είναι αυτός που γαμάει, αυτός που δεν γαμάει ή γαμιέται ή έχει γαμηθεί δεν είναι άνδρας. Το βόδι δεν είναι άνθρωπος – βρίζοντας μια γυναίκα βόδι, την ταυτίζουμε με το βόδι, την υποβιβάζουμε στην κατάσταση του βοδιού. Τι καταφέρνουμε με τη βρισιά; Καταφέρνουμε να εγκαθιδρύσουμε μια σχέση Κυριαρχίας. Εγώ είμαι άνδρας, εσύ είσαι γαμημένος άνδρας. Εγώ είμαι καθώς πρέπει γυναίκα, εσύ είσαι σκύλα. Εγώ είμαι έξυπνος, εσύ είσαι βλάκας.
Να η μεγαλειώδης, μεγαλοπρεπής παγίδα: ενώ η βρισιά είναι ψυχοθεραπεία και ψυχοφάρμακο, ταυτόχρονα εγκαθιδρύει μια σχέση ανωτερότητας-κατωτερότητας, μια σχέση Κυριαρχίας. Η αντίφαση αυτή είναι πολύ μεγάλης σημασίας διότι η ανακούφιση συσχετίζεται με την επιβολή της κυριαρχικής σχέσης, με αποτέλεσμα η επιβολή αυτής της σχέσης να είναι ένας τρόπος που προκαλεί ανακούφιση. Έχουμε δει ότι η διαταγή, σε ψυχικό επίπεδο, είναι μια μορφή εκτόνωσης του άγχους και αυτός είναι ο λόγος που η Κυριαρχία δελεάζει τους υπηκόους. Όταν ο στρατιωτικός, ο πολιτικός, το αφεντικό διατάζουν, καυλώνουν, ας μην το ξεχνάμε. Αυτό επιβεβαιώνεται και στις σαδομαζοχιστικές σχέσεις, όπου έχουμε την εναλλαγή Κυρίου-δούλου.
Η βρισιά είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εκτόνωση του άγχους και με την επιβολή και άσκηση της Κυριαρχίας. Πολλές φορές όμως βρίζουμε τον Κύριο, τον επουράνιο (Θεό) και τον επίγειο. Τι κάνουμε όταν βρίζουμε τα θεία, τον πρόεδρο της Δημοκρατίας ή τον πρωθυπουργό; Είναι μια μοφή ανυπακοής, αντίστασης; Δεν υπάρχει καμιά απολύτως αμφιβολία ότι και σε αυτήν την περίπτωση έχουμε εκτόνωση, διοχέτευση του άγχους. Η βρισιά όμως σε αυτή την περίπτωση συνιστά και επιβολή μιας σχέσης Κυριαρχίας; Ναι. Όποιος βρίζει, είναι Κύριος – είναι στη φύση της βρισιάς να συμπεριφέρεται ως Κύριος. Όταν όμως βρίζουμε τον Κύριο (γαμώ το Θεό μου, κλπ, Παπούλια προδότη, κλπ), η σχέση Κυριαρχίας είναι συμβολική, δεν μπορεί να είναι πραγματική, όπως αυτήν που εγκαθιδρύουμε με τον ‘πούστη’, την ‘καριόλα’ ή το ‘ζωντόβολο’ παιδί. Επειδή είναι συμβολική, μπορεί να πάρει χαρακτηριστικά αντίστασης και ανυπακοής. Από την άλλη, επειδή ακριβώς είναι συμβολική, είναι μια τρύπα στο νερό, μια οπή περιωπής.
Θεωρώ ότι η Κυριαρχία δεν είναι μια ανθρωπολογική σταθερά αλλά ένα ιστορικό φαινόμενο, που έχει φυσικοποιηθεί. Μιας και η βρισιά συνδέεται άρρηκτα με την Κυριαρχία, θεωρώ ότι εμφανίστηκε με αυτήν, ότι είναι ένα ιστορικό φαινόμενο, το οποίο όμως επιβιώνει και θα επιβιώνει για πολλούς αιώνες, ακόμα κι αν ζήσουμε σε κοινωνία μη κυριαρχική, κομμουνιστική. Είναι ένα από τα πολλά, πάρα πολλά κατάλοιπα του παρελθόντος και του παρόντος, τα οποία επιχειρούμε να επισημάνουμε και να μελετήσουμε εδώ στην Κακιά Σχολή, που θα αργήσουν πάρα πολύ να εξαλειφτούν, εάν εξαλειφτούν. Πάντως, γίνονται έρευνες. . .
Αύριο θα ασχοληθούμε με δυο στρατηγικές του Κυρίου που αποσκοπούν στην απόσπαση της αφοσίωσης και της υπακοής των Υποτελών Παραγωγών: την υπόσχεση/ελπίδα και τη μείωση των προσδοκιών.
Καλημέρα αδελφέ,
ενδιαφέρον ερώτημα (πάλι) θέτεις. Πολύ ενδιαφέρουσα και η οπτική σου με την οποία συμφωνώ σε πολλά σημεία.
Προσωπικά θεωρώ το βρίσιμο μια από τις πολλές μορφές βίας. Δεν νομίζω να σε “ελευθερώνει” αφού δείχνει ακριβώς το αντίθετο: ότι είσαι σκλάβος αυτού που σε “αναγκάζει” να το(ν) βρίσεις. Τείνω να πιστεύω ότι όταν έχεις ένα “εγώ” να υπερασπιστείς τότε θα καταφεύγεις πάντα στη βία…
Απέναντι απ’το σπίτι που μένω στα Πατήσια ζει εδώ και πολλά χρόνια ένας άνθρωπος που για τη γειτονιά είναι ο “τρελός”. Μένει σ’ένα χαμόσπιτο και αυτό που κάνει στη ζωή του είναι να βρίζει δυνατά. Εδώ και 20 χρόνια (τουλάχιστον) βρίζει καθημερινά και με ακρίβεια ρολογιού. Όσο είναι βέβαιο ότι θα ξημερώσει, άλλο τόσο είναι ότι θα ξημερώσει με βρισιές. Δεν (θέλει να) έχει κανένα φίλο,συγγενή ή κάτι τέτοιο γιατί βρίζεται και τσακώνεται με τους πάντες. Το μόνο πράγμα που επαινεί (πάλι φωναχτά) είναι ότι έχει να κάνει με το ΚΚΕ, άρα θα ακούσεις βρισίδια του στυλ “γαλαζοπράσινα λαμόγια”, “γαμώ τον παπαντρέα σας” κ.α. Επίσης εξαπολύει χυδαίες σεξιστικές βρισιές σε γειτόνισσες του στυλ “ξεκολιάρα”,”ξερογλυφτρού” και πολλά άλλα ευφάνταστα. Θ’ακούσεις συχνά τη βρισιά “γέρο” που απευθύνεται σ’έναν 60ρη γείτονα, ενώ ο ίδιος είναι τουλάχιστον 75 χρονών! Καμια φορά τραγουδάει κιόλας. Όλη η καθημερινότητά του είναι αυτή: μια ιδιωτική υβριστική διαδήλωση. Ό,τι έχει ζήσει τη μισή του ζωή τον έχει οδηγήσει σε μια χρόνια ψυχική αυτοθεραπεία για την άλλη μισή. Όσο για μένα…ευτυχώς που υπάρχει η συνήθεια και οι ωτοασπίδες. Φρικτό ε;
Αχ (επιφώνημα) εκτονώθηκα κι εγώ, έστω και online. Ευχαριστώ.
Εγώ ουσιαστικά βρίζω χωρίς κανένα συναίσθημα και δεν βρίζω πάντα έτσι. Πιστεύω πως το συναίσθημα είναι μια φθηνή δικαιολογία του άνανδρου και υποκριτή να κρύψει το γεγονός ότι έχει πέσει θύμα της απροσεξίας του.
Είναι πραγματικά πολύ κουτοπόνηρο αυτό, αλλά τέλος πάντων δεν θα ασχολούμαι με ανόητα άτομα που είναι ανόητα γιατί προσπαθούν μάταια να κρύψουν αυτό που έχει προφανέστατα υποθεί.
Παραπέμπω στο θυμό σαν συναίσθημα αδιεξόδου. Βέβαια δεν οργίζομαι και εύκολα. Η οργή είναι υποκατηγορία θυμού που βασικά είναι ο αχαλίνωτος θυμός. Το μίσος είναι ο θυμός που παντρεύεται με μεγάλη απέχθεια. Όταν ο θυμός τροχιάζει είναι το συναίσθημα όπου θα επιβάλλεις την κυριαρχία και θα βλάψεις το πρόβλημα, θα το ξεφουντώσεις ή θα το αφανίσεις.
Όταν βρίσκεσαι σε θυμό είσαι στο πιο υβριστικά δυνατό σημείο, αλλά και στο πιο λεξιλογικά και συναισθηματικά αδύναμο. Αλλά επειδή εμείς σαν λαός δεν έχουμε και πολύ διανοητικό βρίσιμο, έχουμε πολλές κουτοπόνηρες εκφράσεις και ένα κάρο βρισίες και η ευάλωτη κατάσταση του θυμού έχει λίγο αλλοιωθεί. Εννοώντας ότι όταν κάποιος σε πει “Εεεεεεεε καθυστερημένε, τι χαμπάρια” εσύ θα απαντήσεις “Ναι, το ξέρουμε ότι είσαι” και κάτι τέτοια απαίσια ακαταλλαβίστικα πράγματα σαν απάντηση ή “Είσαι βλάκας.” που συνοδεύεται “Άντε ρε μαλακιασμένο που θα με πείς και βλάκα. Βλάκα είσαι και φαίνεσαι”, δηλαδή ψευτομαγκιά “Που θα με πείς εσύ” και κουτοπονηριά “Είσαι και φαίνεσαι”. Ποτέ δεν θα ακούσεις “Ναι, τελικά είσαι πανίβλακας. Οτιδήποτε σου ικανοποιεί το μουνί σου τα βράδια, πριγκίπισα” για απάντηση. Εμείς δεν αγοούμε συνήθως τις υβρεολογίες του άλλου σαν να πετάει ατόφια σκουπίδια απλώς τα αποφεύγουμε και βρίζουμε περισσότερο με πιο υβριστικό τόνο σαν να λέμε “Είμαι καθυστερημένος που νομίζεις ότι είμαι βλακας” στυλ.
Το βρίσιμο μας δεν βγάζει λογικό νόημα(εκτός άμα βρίζουμε πολιτκούς σαν τον Παπανδρέου, Πάγκαλο, Σαμαρά και κτλ που το αξίζουν) όπως όταν βρίζουμε άτομα ώς “καθυστερημένα”, “ηλίθια” και κτλ. γιατί πειράζουν κάποιον ηλικιωμένο ή παππού, ενώ εμείς κάνουμε το ίδιο στον ίδιο που πείραξε τον ηλικιωμένο και αυτό δεν θα τον βγάλει απο εκεί, αντίθετα θα χειροτερεύσει γιατί ανεχλήθηκέ απο αυτού και θα επιμένει επίτηδες. Δηλαδή πώς σχετίζεται η έλλειψη εξυπνάδα(εφευρετικότητας) άμα πειράζεις ένα γέρο ή όχι; Ψευτόμαγκας είσαι, αλλά καθυστερημένος 100% απολύτως σίγουρα απο αυτή τη πράξη όχι δεν είσαι. Αφού η εξυπνάδα είναι να εκμετταλεύεσαι το περιβάλλον προς δικό σου όφελος τότε είναι πολύ σχετική σαν έννοια. Επίσης μια ακόμα ιδιώτητα είναι η επίλυση προβλημάτων απο κοινωνικοπολιτικά μέχρι μαθηματικά. Και ΟΧΙ ψυχολογικά. Εκεί είναι η συναισθηματική εξυπνάδα και όχι η γενική εξυπνάδα.
Στην τελική γραμμή υπάρχουν άτομα που είναι λιγότερα θυμωμένα σαν τους εθνοκεντριστές και βρίζουν ασύστολα και τελείως ασυνάρτητα για να δείξουν τάχα υπεροχή. Βρίζουν την τρύπα του Όζοντος, βρίζω τη θεωρεία της βαρύτητας, βρίζουν την εξέλιξη των ειδών, βρίζουν τον Αϊνσταιν και τις μαύρες τρύπες, βρίζουν τη σύνχρονη επιστήμη, βρίζουν τα ηλεκτρόνια και λένε πως δεν υπάρχουν, βρίζουν χειροποιαστά υλικά στοιχεία, βρίζουν τις λάμπες ηλεκτρισμούς και ούτε αυτοί δεν ξέρουν τι λένε και τι βρίζουν. Βρίζουν για να βρίζουν. Έτσι σπαταλάνε τη πανασύμαντη ζωούλα τους.