φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Η λέξη αφεντικό είναι ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου αφεντικός, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από τη λέξη αφέντης, κι αυτή από την αρχαιοελληνική λέξη αυθέντης – η αρχαιότερη μαρτυρία της οποίας ανάγεται στον πέμπτο π. Χ. αιώνα ( Ηρόδοτος, Α 117). Στον Οιδίποδα Τύραννο (107) όμως του Σοφοκλέους διαβάζουμε και τη λέξη αυτοέντης, που παραπέμπει στην πρωταρχική μορφή της λέξης ‘αυθέντης’. Και στις δυο περιπτώσεις, η σημασία της λέξης είναι κάτι παραπάνω από σαφής: δηλώνει αυτόν που φονεύει με τα ίδια του τα χέρια, τον αυτόχειρα φονιά. Την αντωνυμία αυτός την αναγνωρίζετε και την κατανοείτε. Ποιο είναι όμως το δεύτερο συνθετικό (-εντης); Με αυτό το δεύτερο συνθετικό θα ασχοληθούμε σήμερα – και όχι μόνο. Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως πρέπει να έχει σχέση με τη πράξη του φόνου.
Το επίθετο αφεντικός προέρχεται από το αυθεντικός (<αυθέντης), που πλάστηκε κατά την ελληνιστική εποχή (μετά το 300 π. Χ.) από τους αλεξανδρινούς γραμματικούς και σχολιαστές των κειμένων της αρχαϊκής και κλασικής εποχής που συλλέγονταν στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Από αυτό το επίθετο προέρχεται η λέξη αυθεντικότητα. Η αφεντιά προέρχεται από τη λέξη αυθεντία – λέξη των πρώτων χριστιανικών αιώνων, από το ‘αυθέντης’.
Οι λέξεις της νεοελληνικής που έχουν παραχθεί από τις αρχαιοελληνικές αντίστοιχες αυθέντης, αυθεντικός και αυθεντία είναι πάρα πολλές και γνωστές (αφέντρα, αφεντεύω, αφεντάκης, αφεντόπουλο, αφεντοσύνη, αφεντότοπος, κλπ), ενώ από την βυζαντινή προσφώνηση αφέντη μου προήλθε και το τουρκικό efendim. Σήμερα, πολλές από αυτές τις λέξεις, τις προσφωνήσεις και τις εκφράσεις αργοσβήνουν, αν και η λέξη αφεντικό αντιστέκεται, επειδή ακριβώς τη χρησιμοποιούν οι ομιλητές για να εκφράσουν αυτό που δεν μπορεί να εκφράσουν οι λέξεις εργοδότης, προϊστάμενος,κλπ. (‘μας γάμησε σήμερα το αφεντικό μας’).
Μεταχειριζόμαστε όμως τις λέξεις αυθεντία, αυθεντικός και αυθεντικότητα. Να και το δεύτερο αντικείμενο του σημερινού σημειώματος: η προέλευση της σημασίας αυτών των λέξεων, και συγκεκριμένα: η σημερινή τους σημασία έχει κάποια σχέση με την αρχική σημασία των παραπάνω λέξεων και ειδικά με αυτήν της λέξης αυθέντης; Δηλαδή, πώς από τη σημασία ‘αυτόχειρας φονιάς’ φτάσαμε στη σημασία ‘γνησιότητα/εγκυρότητα’ (αυθεντικότητα), ‘προερχόμενο από κάτι/κάποιον που θεωρούμε γνήσιο/έγκυρο’ (αυθεντικός), ‘θεωρούμενο ότι διαθέτει αναμφισβήτητο κύρος για λόγους άσχετο προς τη λογική‘ (αυθεντία);
Πριν καταπιαστούμε όμως με τη σημασιολογική εξέλιξη των υπό εξέταση λέξεων ας επισημάνουμε ένα πραγματολογικό/ιστορικό στοιχείο. Οι λέξεις αυθέντης/αυθεντία/αυθεντικός πλάστηκαν σε μια εποχή που επικρατούσε ο δουλοκτητικός τρόπος παραγωγής, από την αρχαϊκή εποχή (700 π.Χ.) μέχρι τους μέσους βυζαντινούς χρόνους, πάνω από μια χιλιετία, ο οποίος παραχώρησε τη θέση του στις ελεύθερες αγροτικές κοινότητες και σε μια πρώιμη μορφή του φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής που εμφανίστηκε στους τελευταίους αιώνες της βυζαντινής αυτοκρατορίας, την ανάπτυξη του οποίου σταμάτησε η εισβολή/κατάκτηση των τουρκικών ποιμενικών φύλων. (Γι αυτά τα ζητήματα, σας παραπέμπω στα εξόχως ενδιαφέροντα και θεμελιώδη βιβλία του μαρξιστή Πέρι Άντερσον Από την αρχαιότητα στον φεουδαρχισμό και Το απολυταρχικό Κράτος, και τα δύο από τις εκδόσεις Οδυσσέας).
Αυτό είναι το ιστορικό στοιχείο. Ας δούμε τώρα το πραγματολογικό. Ερωτώ: ποια ήταν η τύχη ενός δούλου που αρρώσταινε και δεν επρόκειτο να θεραπευτεί; Του δούλου που πάθαινε κάποιο ατύχημα και δεν μπορούσε να δουλέψει; Του δούλου που ήταν ανυπάκουος; Η απάντηση βρίσκεται στη φράση, ο μη εγαζόμενος μηδέ εσθιέτω, όποιος δεν δουλεύει, δεν τρώει. Δηλαδή πεθαίνει. Δηλαδή, τον άφηναν να πεθάνει από την πείνα. Υπήρχε μια λύση όμως πιο βολική: τον καθάριζαν, τον έβγαζαν από τη μέση, τον σκότωναν. Ο γαιοκτήμονας δουλοκτήτης δεν είχε κανένα απολύτως λόγο να ταΐζε έναν άχρηστο ή επικίνδυνο δούλο. Εσείς τι θα κάνατε στη θέση του;
Κι ενώ αρχικά η λέξη ‘αυθέντης’ δήλωνε τον οποιοδήποτε φονιά, απόκτησε τη σημασία του γαιοκτήμονα, του αφεντικού, του Κυρίου. Μετά από τα ιστορικά/πραγματολογικά στοιχεία που παρέθεσα, γίνεται σαφές ότι η σημασιολογική εξέλιξη της λέξης καταγράφει μια πτυχή της κοινωνικής ύπαρξης του δουλοκτήτη Κυρίου: ο δουλοκτήτης γαιοκτήμονας ήταν και φονιάς. Δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να σκοτώσει κάποιον δούλο του με τα ίδια του τα χέρια.
Έτσι, η λέξη αυθέντης, εκτός από τη σημασία ‘πλούσιος, κτηματίας, απόλυτος Κύριος, άρχων, απεριόριστος δυνάστης ‘ απόκτησε κι αυτήν του αίτιου, του πρωτουργού μιας πράξης, του διοικητή μια επαρχίας, ενώ η λέξη ‘αφέντης’ δηλώνει και τον ιδιοκτήτη, τον πατέρα, τον σύζυγο, τον παπά (αφεντάκης). Η αυθεντία αρχικά δήλωνε την ισχύ την οποία αποκτά κάποιος που είναι αυθέντης, Κύριος, αλλά και την ιδιότητα και το αξίωμα του Κυρίου. Δεν παραξενευόμαστε που απόκτησε και τη σημασία της διαταγής ή της περιοχής την οποία ελέγχει ένας Κύριος. Και μιας και ο Κύριος είναι ο κάτοχος της γνώσης, η λέξη αυθεντία δηλώνει τον βαθύ γνώστη μιας τέχνης ή μιας επιστήμης. Ο δε συνδυασμός Κύριος και γνώση παράγει και τη σημασία του απόλυτου κύρους μιας γνώσης ή πληροφορίας, δηλαδή παράγει τη σημασία της γνησιότητας/εγκυρότητας, της αυθεντικότητας.
Και μετά από όλα αυτά, έχω την εντύπωση πως θα ήταν περιττό να εξετάσουμε και την παρεμφερή σημασιολογική εξέλιξη των λέξεων ‘αυθεντικός’ και ‘αυθεντικότητα’. Το μόνο που έχω να προσθέσω είναι η επισήμανση ότι η γραμματικοποίηση της Ιστορίας ( η καταγραφή δηλαδή της αλλαγής των κοινωνικών σχέσεων στη Γραμματική) σε σημασιολογικό επίπεδο (και όχι μόνο μορφολογικό, φωνολογικό και συντακτικό) είναι ένα πολύ ενδιαφέρον αντικείμενο έρευνας και μελέτης και αξίζει τον κόπο να αφιερώσουμε χρόνο και μεράκι.
Απομένει να εξετάσουμε το δεύτερο συνθετικό της λέξης αυθ-έντης, αυτο-έντης. Πρόκειται για τη λέξη (τά) έντεα ( μόνο στον πληθυντικό) που τη διαβάζουμε 29 φορές στην Ιλιάδα και δηλώνει πάντα τα όπλα, αμυντικά και επιθετικά. Αυθέντης είναι αυτός που χρησιμοποιεί τα όπλα του με τα ίδια του τα χέρια. Τη διαβάζουμε και στην Οδύσσεια ( 3 φορές), μόνο που εδώ εκτός από τη σημασία ‘όπλα’ έχει αποκτήσει και τη σημασία ‘οικιακά σκεύη που χρησιμοποιούνται στην κατανάλωση της τροφής’.
Συμπερασματικά: η αυθεντική αυθεντικότητα/γνησιότητα/εγκυρότητα είναι η οπλοφορία και η οπλοχρησία. Η αυθεντική αυθεντία είναι ο οπλοφόρος και ο φονιάς. Ο αυθεντικά αυθεντικός είναι μόνο ο Κύριος, ο ένοπλος ζητιάνος, ο πολεμιστής/έμπορος/καπιταλιστής/βιομήχανος/τραπεζίτης.
Όλα τα άλλα είναι απλώς οδοντόκρεμα.
Αύριο το πρωί, θα στρέψουμε τη προσοχή μας στη γενεαλογία του καπιταλιστή και θα υποστηρίξουμε ότι ο καπιταλιστής (βιομήχανος/τραπεζίτης, χρηματιστής) είναι έμπορος και ότι ο έμπορος είναι πολεμιστής. Εκ των πραγμάτων, και τα τσιράκια του Κυρίου (σύμβουλοι, πολιτικοί, επιστήμονες, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, αθλητές) είναι κι αυτοί μεταμφιεσμένοι πολεμιστές/στρατιωτικοί.
Κι από βδομάδα, θα εξετάσουμε πως πολεμάει ο Κύριος και θα αναρωτηθούμε πως πολεμάμε εμείς: μιμούμαστε τον Κύριο ή έχουμε επεξεργαστεί ένα δικό μας τρόπο διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου; Από τη στιγμή που ο Κύριος είναι πολεμιστής, είμαστε αναγκασμένοι να πολεμήσουμε. Η στρατιωτική/πολεμική/οπλική υπεροχή του Κυρίου πολεμιστή μας πιέζει να διατυπώσουμε το ερώτημα ‘μπορούμε να πολεμήσουμε χωρίς να πολεμήσουμε;’ – και μια απάντηση, ασφαλώς. Να θέσουμε δηλαδή για άλλη μια φορά το ζήτημα του ανεπίστρεπτου τέλους της ένοπλης επαναστατικής βίας και των συνεπειών του.
Πάω στο λιμάνι για ψάρια, στο παζάρι για αβγά, στο κήπο να ποτίσω φασολάκια και ντομάτες.
Σχολιάστε ελεύθερα!