Γιατί δεν βλέπουμε μέσα στο σκοτάδι; Ποια απάντηση θα έδινε ένας αρχαίος πρόγονός μας, ένας Αθηναίος της εποχής του Περικλή; Αυτήν που θα δίναμε και εμείς, ότι δηλαδή η έλλειψη του φωτός είναι που δεν μας επιτρέπει να δούμε; Όχι! Και πως τα καταφέρνει η κουκουβάγια της θεάς Αθηνάς; Το αντικείμενο του σημερινού μας σημειώματος θα είναι οι αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων για την όραση.
Διαθέτουμε μαρτυρίες σχετικά με το ζήτημα που μας απασχολεί; Σε ποιο κείμενο πρέπει να προστρέξουμε για να αντλήσουμε πληροφορίες σχετικά με την αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων για την όραση; Οι βασικές μας πηγές είναι δυο κείμενα και η ίδια η γλώσσα. Πρόκειται για την Ιλιάδα και τον Τίμαιο του Πλάτωνα.
Στη ραψωδία Ξ ο Δίας προσπαθεί να πείσει την Ήρα να μείνει κοντά του για να χαρούν τον έρωτά τους: της υπόσχεται ότι θα τους σκεπάσει με ένα χρυσό σύννεφο ώστε (Ξ 344-5) ” . . . ουδ’ αν νωϊ διαδράκοι Ηέλιος περ / ου τε και οξύτατον πέλεται φάος εισοράασθαι. ” Να πως μεταφράζουν οι Κακριδής –Καζαντζάκης (υπογρ. δικές μου): ” . . .που μήτε ο γήλιος [θα μας δει] διαπερνώντας το βαθιά ως εμάς να φτάσει / με όσο κι αν έχει φως και δύναμη και διαπερνάει τα πάντα. ” Ο Ήλιος έχει μάτια και βλέπει, όπως εσείς κι εγώ: ήταν άνθρωπος, μεγαλοκτηνοτρόφος στο επάγγελμα· τα κοπάδια του έβοσκαν σε ένα νησί ( ) και τα επιτηρούσαν οι δυο του κόρες, η Λαμπετίη και η Φαέουσα Κάποιοι λιμοκτονούντες ναυτικοί, θα το θυμάστε, τόλμησαν κι έφαγαν μερικά βόδια αλλά ο Ήλιος τους τιμώρησε πολύ αυστηρά: όλοντο (χάθηκαν) οι νήπιοι. Ο Ήλιος βλέπει γιατί διαθέτει οξύτατον φάος, το φως του είναι πάρα πολύ αιχμηρό. Η όραση του Ήλιου είναι οξύτατη, επειδή οι ακτίνες του φωτός που εκπέμπει είναι αιχμηρότατες. Οι φωτεινές ακτίνες του Ήλιου είναι οξύτατα βλήματα τα οποία μπορούν και διαπερνούν τα πάντα. Την ίδια αντίληψη έχει και ο Πίνδαρος (Ο. 7.70): ο Ήλιος εχει τε νιν οξειαν ο γενέθλιος ακτίνων πατήρ. Άλλωστε, η λέξη ακτίς δηλώνει κάτι το αιχμηρό: από την ίδια ρίζα ακ προέρχονται και η λέξης ακίς, ακή, ακμή, ακωκή, αιχμή, ακόνη, άκων, ακόντιον .Θα την εντοπίσουμε ακόμα στο επίθετο αμφ0ακόντιο (δεν λέμε επι ξυρού ακμής; στη κόψη του ξυραφιού;)ίναι Άλλωστε, Για τον Αρχίλοχο ο Σείριος είναι οξύς. Η λέξη ακτίνα
Ο Ήλιος είναι το μεγαλύτερο μάτι του Κόσμου και μπορεί και βλέπει τα πάντα λόγω της λαμπρότητάς του. Η καλή όραση είναι αποτέλεσμα επιτυχούς διείσδυσης του φωτός. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο τύπος φάεα, τα φώτα, απαντά τρεις φορές στην Οδύσσεια (π 15=ρ 39, τ 417) και στις τρεις με τη σημασία “μάτια.” Τα λόγια του Δία μαρτυρούν την αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων για την όραση: πίστευαν ότι βλέπουμε εξ αιτίας των αόρατων αιχμηρών βλημάτων φωτός που εκπορεύονται από τα μάτια. Γιατί δεν βλέπουμε μέσα στο σκοτάδι; Η απάντηση είναι απλή: το σκότος είναι μια ομίχλη που οι αιχμηρές ακτίνες των ματιών μας δεν μπορούν να ξεπεράσουν. Η αποτυχία, η ανικανότητα να δούμε μέσα στο σκοτάδι είναι συνέπεια της αδυναμίας να πετύχουμε την διείσδυση. Στους Ρ 371-3, η λάμψη του ήλιου (αυγή ηελίου) είναι είναι τόσο οξεία, ώστε νέφος δ’ ου φαίνετο πάσης / γαίης ουδ’ ορέων.
Αυγή είναι η λάμψη, το απαύγασμα της φωτιάς ή του Ήλιου αλλά σε ένα (και μοναδικό χωρίο, Ν 837) αυγαί είναι τα μάτια του Δία, τα οποία στον Ν 3 χαρακτηρίζονται φωτεινά (οσσε φαεινώ). Όπως λάμπει ο Ήλιος και βλέπει, λόγω των αθέατων ακτινών που εκπέμπουν τα μάτια του, έτσι λάμπουν και τα μάτια του Δία και τα δικά μας. Την ίδια αντίληψη θα την συναντήσουμε και στον (ομηρικό) Ύμνο στον Ερμή )(45): από τα μάτια μας βγαίνουν σπίθες που στροβιλίζονται στον αέρα (δινηθωσιν απ’ οφθαλμων αμαρυγαί). Ο Εμπεδοκλής μας λέει (απ. 84) ότι τα μάτια είναι σαν λάμπες, σαν φακοί. Η Αφροδίτη μας έφτιαξε τα μάτια με πρότυπο το λυχνάρι: όπως το φως του λυχναριού γλιστράει προς τα έξω με τις αδάμαστες ακτίνες του και φωτίζει, έτσι κι εμείς βλέπουμε. Αυτή την αντίληψη δέχεται και ο Πλάτωνας (Τίμαιος, 45b-46c), ελαφρώς τροποποιημένη: η λάμψη που εκπέμπεται από τα μάτια μας, προερχόμενη από μια εσωτερική φωτιά, συνενώνεται με το έξω φως κι έτσι μπορούμε και βλέπουμε. Τι γίνεται το βράδυ; Να τι μας λέει ο φιλόσοφος; “Όταν όμως η αδελφική (ενν. η εξωτερική) φωτιά χάνεται, καθώς πέφτει η νύχτα, το ρεύμα της όρασης αποκόβεται. Γιατί καθώς βγαίνει από τα μάτια και κατευθύνεται προς κάτι ανόμοιο αλλοιώνεται και τελικά σβήνει, μην μπορώντας να συνενωθεί με τον περιβάλλοντα αέρα που δεν περιέχει φωτιά. Το άτομο δεν βλέπει πια, και έτσι έρχεται ο ύπνος”.
Μετά τον Ήλιο, ο αετός είναι αυτός καλύτερα από όλα τα ζώα που έχουν μάτια. Ζει στα ύψη και βλέπει καθαρά και γρήγορα από πολύ μακριά. Αυτό σημαίνει ότι τα βλήματα του φωτός που εκπορεύονται από τα μάτια του είναι ισχυρότατα και αιχμηρότατα. Στους στ. Ρ 675-8 ο Μενέλαος παρομοιάζεται με αετό, για τον οποίο λένε, σχολιάζει ο αοιδός, ότι οξύτατον δέρκεσθαι υπουρανιών πετεηνων, από όλα τα πουλιά που ζουν κάτω από τον ουρανό έχει την πιο οξεία, την πιο καλή όραση. Ο κροκόδειλος όμως, μας λέει ο Ηρόδοτος (ΙΙ, 68) δεν βλέπει μέσα στο νερό, έξω όμως από αυτό είναι οξυδερκέστατος. Σας πληροφορώ ότι ο κροκόδειλος βλέπει πάρα πολύ καλά μέσα στο νερό αλλά μιας και μέσα στο νερό τα μάτια δεν μπορούν να εκπέμψουν ακτίνες, η σκέψη του Ηρόδοτου αν και δεν στερείται λογικής είναι παντελώς εσφαλμένη.
Πως όμως οι αρχαίοι Έλληνες σχημάτισαν την αντίληψη ότι βλέπουμε χάριν των αόρατων και αιχμηρών ακτινών που απορρέουν από τα λαμπερά μάτια μας; Δεν θα μπορέσουμε να δώσουμε μια απάντηση εάν δεν εξετάσουμε προηγουμένως τη λατρεία της λάμψης και τη λατρεία της οξύτητας.
Σχολιάστε ελεύθερα!