φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Πολύ συχνά, ακούμε ή διαβάζουμε μια αφήγηση, ένα μυθιστόρημα λόγου χάριν, κατά την οποία ο πρωτεύων αφηγητής εμφανίζει κάποια πρόσωπα της ιστορίας ως αφηγητές: αυτούς τους αφηγητές η αφηγηματολογία τους αποκαλεί δευτερεύοντες αφηγητές. Οι αφηγήσεις αυτών των αφηγητών ονομάζονται εγκιβωτισμένες αφηγήσεις (αλλά και μετα-αφηγήσεις, κατοπτρισμένα κείμενα, μυθολογικά παραδείγματα ή παράπλευρες αφηγήσεις). Το πιο γνωστό αφηγηματικό κείμενο που περιέχει πολλές και ενδιαφέρουσες εγκιβωτισμένες αφηγήσεις είναι ο Δον Κιχότης του Μ.Θερβάντες.
Διαβάζοντας την Ιλιάδα θα παρατηρήσουμε ότι ο αοιδός, ο πρωτεύων αφηγητής της Ιλιάδας, εμφανίζει και αυτός πολλά πρόσωπα της αφήγησής του ως δευτερεύοντες αφηγητές. Εάν όμως υπάρχει πρωτεύων αφηγητής, ο αοιδός, θα υπάρχουν και πρωτεύοντες ακροατές/αναγνώστες – άρα, οι ακροατές των δευτερευόντων αφηγητών θα είναι οι δευτερεύοντες ακροατές. Εάν ο πρωτεύων αφηγητής είναι ο αοιδός, ο συνθέτης της μνημειώδους Ιλιάδας, οι πρωτεύοντες ακροατές/αναγνώστες είναι το αριστοκρατικό ακροατήριο, είναι οι πλούσιοι και ισχυροί γαιοκτήμονες δουλοκτήτες της αρχαϊκής εποχής (700-500 π.Χ.). Και, εάν οι δευτερεύοντες αφηγητές δεν μπορεί παρά να είναι ήρωες, ήρωες θα είναι και οι δευτερεύοντες ακροατές. Οι διαπιστώσεις αυτές μας ωθούν να θέσουμε τα παρακάτω ερωτήματα και να αποπειραθούμε να διατυπώσουμε μια απάντηση.
Για ποιο λόγο ένας ήρωας της Ιλιάδας αφηγείται μια ιστορία, ένα αξιομνημόνευτο γεγονός, σε έναν άλλο ήρωα; Με άλλα λόγια, ποιος είναι ο σκοπός μιας αφήγησης; Μήπως είναι η τέρψη, η διασκέδαση και ο επηρεασμός, η πειθώ, η τροποποίηση της συμπεριφοράς του ακροατή από τον αφηγητή; Ποιο από τα δυο στοιχεία υπερισχύει;
Και εάν αυτός είναι ο σκοπός της δευτερεύουσας αφήγησης, μήπως αυτός είναι και ο σκοπός της πρωτεύουσας αφήγησης; Και τι υπερισχύει, η τέρψη ή η τροποποίηση της συμπεριφοράς;
Ποιος ήταν ο σκοπός της αφήγησης της Ιλιάδας; Αυτός ο σκοπός ισχύει και σήμερα; Εάν ο αοιδός αφηγούνταν την Ιλιάδα για να αλλάξει τον τρόπο σκέψης των ακροατών/αναγνωστών μήπως θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την Ιλιάδα ως επιχείρημα; Μιας και η λέξη μύθος σημαίνει, όπως θα δούμε, την αφήγηση μιας ιστορίας, μήπως στην χρησιμοποίηση του μύθου ως επιχειρήματος, στην εργαλειακή χρήση του μύθου, βρίσκονται τα πρώτα σπέρματα ενός τρόπου σκέψης που αποκλήθηκε ορθός λόγος; Εάν δηλαδή ο μύθος χρησιμοποιείται για να αυξήσει την ισχύ του γαιοκτήμονα/ακροατή/αναγνώστη, μήπως ο αρθός λόγος είναι ο (κάθε) λόγος που αυξάνει την ισχύ του;
1. η εργαλειακή χρήση του μύθου
Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια μας πληροφορούν ότι κατά τους Σκοτεινούς Αιώνες και την αρχαϊκή εποχή εκτός από το ἔπος*, υπήρχαν κι άλλα είδη προφορικής αφήγησης: το παραμύθι*, η γενεαλογία* και ο μῦθος*. Με το ἔπος καταπιάνονταν οι ἀοιδοί, ο Φήμιος και ο Δημόδοκος*, με τον μῦθον οι ήρωες και οι θεοί, οι χαρακτήρες του έπους. Ο μῦθος, στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια, είναι άλλοτε οι διαταγές*, άλλοτε ο κομπασμός και η καυχησιολογία* και άλλοτε η προφορική πεζή αφήγηση μιας ιστορίας. Με αυτή την τελευταία σημασία, είναι σαφές ότι ο όρος μῦθος δεν σημαίνει ό,τι και σήμερα, δεν δηλώνει δηλαδή το περιεχόμενο, αλλά μια κοινωνική πρακτική. Αφηγήσεις ιστοριών από τους χαρακτήρες της Ιλιάδας και της Οδύσσειας έχουμε πολλές, άλλοτε εκτενείς κι άλλοτε σύντομες, άλλοτε ρητές κι άλλοτε υπαινικτικές. Η Ιλιάδα παρουσιάζει τον Νέστορα και τον Μαχάονα μύθοισιν τέρποντο πρός ἀλλήλους ἐνέποντες* (Λ 643). Τους περισσότερους μύθους τους αφηγείται ο πρώτος: πως συμμετείχε στον πόλεμο εναντίον των Κενταύρων(Α 260-73), εναντίον των Ηλείων (Λ 670-762) και πως πήρε μέρος στους επικήδειους αθλητικούς αγώνες που διοργανώθηκαν προς τιμήν του Αμαρυγκέα (Ψ 629-43). Ο Αχιλλέας αφηγείται πως η μητέρα του Θέτις βοήθησε τον Δία να καταστείλει την εξέγερση της Ήρας, της Αθηνάς και του Ποσειδώνα (Α 396-400)* (άλλες εκδοχές της ιστ. σελ. 538)και πως η Νιόβη συνέχισε να θρηνεί ακόμα κι όταν μεταμορφώθηκε σε πέτρα (Ω 599-62)· ο Τληπόλεμος αφηγείται την άλωση της Τροίας από τον Ηρακλή (Ε 638-42)· ο Διομήδης το έγκλημα του Λυκούργου σε βάρος του Διονύσου (Ζ 130-40) και (Ξ 113-27)· ο Γλαύκος την ιστορία του Βελλερεφόντη (Ζ 152-211) και ο Φοίνικας την ιστορία του Μελεάγρου (Ι 524-605)· ο Αίας την υποδοχή του Λυκόφρονα, που είχε καταφύγει Σαλαμίνα εξ αιτίας του φόνου που έκανε στη πατρίδα του, στα Κύθηρα (Ο 430-41)· ο Αγαμέμνονας την επίδραση της Άτης στον Δία (Τ 91-133). Στην Οδύσσεια οι μύθοι είναι πολλοί. Ο ίδιος ο Οδυσσέας αφηγείται στους Φαίακες τις περιπέτειές του ( ), ενώ όταν φτάνει στην Ιθάκη μεταμορφωμένος ως ζητιάνος αφηγείται πέντε πλαστές ιστορίες ( ). Ιστορίες αφηγείται η Πηνελόπη (τ 518, υ 66-78) και ο μνηστήρας Αντίνοος (φ 287-304).
Η διεξοδική μελέτη των μύθων έδειξε ότι ο σκοπός του αφηγητή είναι να τέρψει και να επηρεάσει τον αποδέκτη της αφήγησης. Οφείλουμε να εικάσουμε ότι αυτός ήταν και ο σκοπός του έπους, άρα και της Ιλιάδας. Είναι βέβαιο ότι οι ακροατές των αοιδών που αφηγούνταν την Ιλιάδα τέρποντο, ότι κρέμονταν από τα χείλη του έμπειρου και επιδέξιου αοιδού. Ο στόχος του όμως δεν ήταν μόνο αυτός: επεδίωκε να τους παρακινήσει να σκεφτούν, να στοχαστούν. Ο απώτατος σκοπός ήταν άλλος: ο αοιδός επιδίωκε να παροτρύνει τους αριστοκράτες ακροατές* του να εγκαταλείψουν μια συμπεριφορά και να υιοθετήσουν άλλη. Ήταν όμως πράγματι αυτός ο απώτατος, άρρητος σκοπός του; Ποια συμπεριφορά έπρεπε να εγκαταλείψουν οι αριστοκράτες και γιατί; Ποια να υιοθετήσουν και γιατί;
Οι αφηγητές των μύθων αποσκοπούν μεν στην τροποποίηση της συμπεριφοράς του ακροατή, είναι όμως αναγκασμένοι συχνά να αναπλάσουν μια γνωστή ιστορία για να την προσαρμόσουν στις ανάγκες της υλοποίησης του στόχου τους. Εγείρεται λοιπόν το ερώτημα: μήπως η μνημειώδης Ιλιάδα είναι μια προσαρμογή μιας γνωστής ιστορίας; Ποια ήταν αυτή η γνωστή ιστορία; Ποιοι ήταν οι λόγοι της προσαρμογής; Τι κράτησε ο συνθέτης και τι τροποποίησε;
Για να επιχειρήσουμε μια πρώτη απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα οφείλουμε να εξετάσουμε τη διαδικασία της προσαρμογής του μύθου στις ανάγκες υλοποίησης του στόχου του αφηγητή. Ποιος μύθος θα επιλεχτεί; Πως θα γίνει η προσαρμογή; Είναι αναγκαία μια τροποποίηση του μύθου; Είναι αναγκαία η καινοτομία; Όλα αυτά που ισχύουν για τους μύθους ισχύουν και για την Ιλιάδα;
Η μελέτη των μύθων έδειξε ότι ο αφηγητής οφείλει να επιλέξει μια ιστορία η οποία πρέπει να έχει ένα σημείο σύνδεσης με την περίσταση. Για να τροποποιήσει την συμπεριφορά του Αχιλλέα, ο Φοίνικας πρέπει να αφηγηθεί μια ιστορία ενός οργισμένου ήρωα: στη περίπτωση αυτή, η οργή είναι το σημείο σύνδεσης. Για να είναι αποτελεσματική η αφήγησή του, πρέπει να την προσαρμόσει στις περιστάσεις: να την αφηγηθεί άλλοτε με συντομία, άλλοτε πλήρως αναπτυγμένη, άλλοτε τροποποιημένη, άλλοτε σχολιασμένη. Για να πετύχει το σκοπό του, δεν θα διστάσει να καινοτομήσει. Εφόσον ο σκοπός του είναι να τροποποιήσει την συμπεριφορά του ακροατή, η αφήγηση παίρνει τη μορφή του ηθικού διδάγματος. Από τη στιγμή όμως που ο αφηγητής στοχεύει συνειδητά στην αλλαγή του τρόπου σκέψης και στην αλλαγή της συμπεριφοράς του ακροατή, ο μύθος παύει να είναι μόνο ηθικό δίδαγμα και μετατρέπεται σε λογικό επιχείρημα.
Ας στρέψουμε τώρα την προσοχή μας στην Ιλιάδα και ας επαναλάβουμε τα ερωτήματα που διατυπώσαμε όσον αφορά τους μύθους. Έχει κάποιο στόχο η Ιλιάδα; Δηλαδή, ποιος είναι ο απώτατος σκοπός του αφηγητή-αοιδού; Εάν έχει, ποιος είναι αυτός; Ποιο είναι το σημείο σύνδεσης της αφήγησης (της Ιλιάδας) με την περίσταση; Ποια είναι η περίσταση; Η ιστορία που μας αφηγείται ο αοιδός είναι μια γνωστή ιστορία; Πως την αφηγείται; Την προσαρμόζει στα συμφραζόμενα της περίστασης και πως; Ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα; Παροτρύνει με την αφήγησή του ο αοιδός τους ακροατές να στοχαστούν; Κι αν ναι, ποιο είναι το αντικείμενο του στοχασμού; Είναι, τελικά, η Ιλιάδα-τραγωδία ένα λογικό επιχείρημα;
2. η Ιλιάδα-έπος
Υποστηρίξαμε ότι η Ιλιάδα που έχουμε στα χέρια μας εξυμνεί και αποκηρύσσει τον ηρωισμό και εξηγήσαμε τους λόγους αυτής της δομικής αντίφασης. Η διαπίστωση αυτή μας παροτρύνει να θέσουμε το εξής ερώτημα: υπήρξε άραγε μια Ιλιάδα που μόνο εξυμνούσε τον ηρωισμό; Η Ιλιάδα εξυμνεί τον ηρωισμό διότι αναγκάζεται να τον αποκηρύξει· εάν υπήρξε μια Ιλιάδα που δεν αποκήρυσσε τον ηρωισμό, δεν θα είχε λόγους και να τον εξυμνήσει – θα θεωρούνταν από τον αοιδό και το ακροατήριό του ως κάτι φυσιολογικό.
Το παραπάνω ερώτημα μπορεί να διατυπωθεί και ως εξής: Υπήρχε άραγε μια Ιλιάδα την εποχή που οι ήρωες εξασφάλιζαν την επιβίωσή τους, τον πλούτο και την ισχύ τους από την εκτροφή των ζώων, την εποχή δηλαδή (1100-850) που επικρατούσε ο ημινομαδικός ποιμενικός τρόπος παραγωγής; Δηλαδή: υπήρχαν αοιδοί κατά τους Σκοτεινούς Αιώνες, υπήρχε προφορική ποιητική αφήγηση; Στα ερωτήματα αυτά δεν μπορούμε παρά να απαντήσουμε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο: υπήρχε προφορική ποιητική αφήγηση, επομένως υπήρχαν και αοιδοί. Η Ιλιάδα που διαθέτουμε είναι η κατάληξη μιας μακροχρόνιας προφορικής παράδοσης ποιητικής αφήγησης – επ’ αυτού ελάχιστοι σήμερα ομηριστές προβάλλουν επιφυλάξεις. Μιας παράδοσης που οι αρχές της ανάγονται στη μυκηναϊκή εποχή, μιας και πολλές παραδοσιακές φράσεις, πολλές συμβατικές, στερεότυπες λεκτικές εκφράσεις, γνωστές ως λογότυποι (formulae) σχηματίστηκαν κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους (1600-1100).*
Εφόσον υπήρχε προφορική ποιητική παράδοση κατά τους Σκοτεινούς Αιώνες, δεν θα μπορέσουμε να αποφύγουμε το παρακάτω ερώτημα: Θα αφηγούνταν άραγε οι αοιδοί την μῆνιν του Αχιλλέα, θα αφηγούνταν μια Ιλιάδα; Και σε αυτό το ερώτημα δεν μπορούμε παρά να απαντήσουμε κατηγορηματικά: η ιστορία της οργής του Αχιλλέα έξω από τα τείχη της Τροίας δεν ήταν μια ιστορία που επινοήθηκε την εποχή της σύνθεσης της μνημειώδους Ιλιάδας (750-650) αλλά μια ιστορία που περνούσε από τη μια γενιά αοιδών στην άλλη: εφόσον τα ονόματα των ηρώων πρωταγωνιστών της Ιλιάδας και τα επίθετα που τους αποδίδονται είναι παραδοσιακά, παραδοσιακή θα είναι και η ιστορία στην οποία εμπλέκονται. Ίσως να μην μάθουμε ποτέ πότε ακριβώς για πρώτη φορά κάποιοι αοιδοί αφηγήθηκαν αυτή την ιστορία, είμαστε όμως βέβαιοι ότι δεν επινοήθηκε κατά την αρχαϊκή εποχή. Είμαστε βέβαιοι ότι ο συνθέτης (ή οι συνθέτες) της Ιλιάδας κληρονόμησαν μια προφορική Ιλιάδα, δεν γνωρίζουμε όμως το περιεχόμενό της.
Εάν στη μνημειώδη Ιλιάδα ο Αχιλλέας είναι ήρωας στη ραψωδία Α αλλά όχι στην Ω, εάν όλοι οι ήρωες αποκηρύσσουν τον ηρωισμό, οφείλουμε να υποθέσουμε ότι οι αοιδοί των Σκοτεινών Αιώνων αφηγούνταν μια Ιλιάδα, ας την πούμε ποιμενική ή Ιλιάδα- έπος, στην οποία ο Αχιλλέας παρέμεινε ήρωας από την αρχή μέχρι το τέλος, ότι δεν θα πέρασε ποτέ από το μυαλό κανενός να εμφανίσουν τους ήρωες να αποκηρύσσουν τον ηρωισμό, να αποκηρύσσουν δηλαδή την καταφυγή στην άμετρη, αδίστακτη και παράφορη βία ως του μόνου μέσου εξασφάλισης της επιβίωσης, του πλούτου και της ισχύος.
Εάν έχουν έτσι τα πράγματα, εάν η λέξη κλειδί της αρχαϊκής Ιλιάδας είναι η λέξη ουλομένην (μηνιν, Α 2), όπως υποστηρίξαμε, εάν η μνημειώδης Ιλιάδα αποκηρύσσει την οργή, επομένως κι έναν συγκεκριμένο τρόπο, ιστορικά διαμορφωμένο, εξασφάλισης της ισχύος, τότε οφείλουμε να εικάσουμε ότι η ποιμενική Ιλιάδα δεν θεωρούσε την μηνιν του Αχιλλέα ουλομένην, δεν αποκήρυσσε την οργή, ότι ήταν μια Ιλιάδα-έπος. Εάν όμως δεν αποκήρυσσε την οργή και δεν την θεωρούσε ουλομένην, τότε θα πρέπει να υποστηρίξουμε ότι η Ιλιάδα αυτή θα πρέπει να ήταν πολύ διαφορετική από την μνημειώδη τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς την έκτασή της. Και, πιθανότατα, αποτέλεσμα μιας διαφορετικής τεχνικής αφήγησης, όπως θα υποστηρίξουμε στη συνέχεια.
Ας πιάσουμε το νήμα της πλοκής της μνημειώδους Ιλιάδας από τη αρχή και ας αποπειραθούμε να εντοπίσουμε κάποιες ενδείξεις που θα μας ενθαρρύνουν να σχηματίσουμε μια ευκρινή κατά το δυνατόν εικόνα του ποιμενικού, του ηρωικού υποστρώματος, της Ιλιάδας-έπος. Έχουμε υποστηρίξει ότι σε περιόδους όξυνσης του ποιμενικού αδιεξόδου τα ποιμενικά γένη, οι ήρωες πολεμιστές δηλαδή, εξασφάλιζαν την επιβίωση, τον πλούτο και την ισχύ του με την αρπαγή του πλούτου των γειτονικών γενών, τον οποίο μοιράζονταν μεταξύ τους οι ήρωες. Σε αυτές τις περιόδους, η λεία ήταν συνώνυμο της επιβίωσης και η απώλεια της ισοδυναμούσε με τον θάνατο, την ήττα, την θανάσιμη προσβολή. Η διανομή της λείας δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση. Η Ιλιάδα μας περιγράφει δυο τρόπους διανομής της λείας: τον παραδοσιακό, που αντιστοιχεί σε μια κοινωνική κατάσταση κατά την οποία η κατανομή της ισχύος δεν είναι έντονα διαφοροποιημένη τόσο μεταξύ των ποιμενικών γενών στο πλαίσιο μιας συμμαχίας όσο και μεταξύ των ηρώων μέσα στο γένος (ή σε ένα στράτευμα) και σε ένα μεταγενέστερο, που καταγράφει και αντιστοιχεί σε μια άρχουσα ή εδραιωμένη κοινωνική διαφοροποίηση μεταξύ των γενών και μεταξύ των ηρώων. Στην πρώτη περίπτωση, η λεία διανέμεται μεταξύ των ηρώων, αφού πρώτα οι τιμηθούν οι πολεμιστές που ξεχώρισαν στο πεδίο της μάχης με ένα δώρο, με κάποιο ή κάποια από τα πολυτιμότερα κομμάτια της λείας, που συνήθως ήταν νεαρή γυναίκα, χάλκινο καζάνι, χρυσά κύπελλα, όπλα, μέταλλα, οικιακά είδη, είδη ρουχισμού, άλογα ή ζώα (κρέας). Το δώρο αυτό λέγονταν γέρας.* Η σύγκρουση μεταξύ αυτών των δύο τρόπων διανομής της λείας περιγράφεται με έξοχο τρόπο στη ραψωδία Α και εμφανίζεται ως σύγκρουση μεταξύ του Αγαμέμνονα, του πανίσχυρου* αρχηγού του συμμαχικού στρατού και του Αχιλλέα, του ικανότερου ήρωα, αρχηγού του ισχυρότερου στρατεύματος της συμμαχίας. Ακόμα και κάποιος που έχει διαβάσει μια φορά τη ραψωδία Α θα θυμάται ότι υπερασπιστής του παραδοσιακού τρόπου διανομής της λείας είναι ο τρομερός Αχιλλέας και του μεταγενέστερου ο πανίσχυρος Αγαμέμνων. Μεταξύ όμως του τρομερού και του πανίσχυρου επικρατεί ο δεύτερος. Ο Αχιλλέας όχι μόνο ηττάται, όχι μόνο ενισχύεται και αναπαράγεται η σχέση υποτέλειας μεταξύ αυτού και του Αγαμέμνονα αλλά προσβάλλεται με τον χειρότερο τρόπο: ο αρχηγός του στρατού χάνει το γέρας του (Χρυσηίδα) και αρπάζει το δικό του (Βρισηίδα).
Μέχρι στιγμής και οι δυο αρχηγοί συμπεριφέρονται ως γνήσιοι ήρωες. Δεν θα μπορούσαν να συμπεριφερθούν διαφορετικά. Και θα συνεχίσουν ασφαλώς να συμπεριφέρονται ως ήρωες. Ο Αχιλλέας εξοργίζεται και αυτό που πρέπει να κάνει είναι να εκδικηθεί. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι όχι μόνο οφείλει να καταργήσει τη σχέση υποτέλειας αλλά να αντιστρέψει τους ρόλους: να μετατρέψει τον Αγαμέμνονα σε υποτελή του. Η πραγματοποίηση του πρώτου στόχου όχι μόνο δεν είναι δύσκολη αλλά απαραίτητη για να πραγματοποιηθεί ο δεύτερος. Αποσύρεται από τον πόλεμο και πετυχαίνει μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Αποσυρόμενος από τη σχέση με τον Αγαμέμνονα, καταργεί την εξάρτηση αλλά και μειώνει την ισχύ του συμμαχικού στρατεύματος. Είναι βέβαιος ότι με αυτή την κίνηση ο συσχετισμός ισχύος μεταξύ των Αχαιών και των Τρώων θα ανατραπεί υπέρ των δεύτερων και ότι θα έρθει μια μέρα που οι Αχαιοί, άρα ο Αγαμέμνονας, θα συρθούν στα πόδια του παρακαλώντας τον να επιστρέψει στο πεδίο της μάχης. Σε αυτή την περίπτωση, ο Αχιλλέας θα είναι ο Κύριος και ο Αγαμέμνων ο υποτελής (Κύριος). Μόνο με αυτό τον τρόπο θα ξεθυμάνει η οργή του Αχιλλέα που βράζει μέσα στα στήθια και φουντώνει κάθε φορά που θυμάται την θανάσιμη προσβολή που υπέστη μπροστά σε όλο το στράτευμα από τον Αγαμέμνονα.
Και η μέρα αυτή, όπως το περίμενε ο Αχιλλέας, έρχεται. Κατά τη διάρκεια της τρίτης μέρας του πολέμου, όπως μας τον αφηγείται η Ιλιάδα, ο Αχιλλέας παρακολουθεί από τα καράβια του την λυσσώδη επίθεση των Τρώων και την υποχώρηση των Αχαιών. Ο πρωταρχικός σκοπός των Τρώων είναι να κάψουν τα καράβια – να καταδικάσουν δηλαδή τους εισβολείς σε θάνατο, μιας και με αυτά εξασφάλιζαν την τροφή τους, το κρασί τους και τη λεία τους από τις επιδρομές στα παραθαλάσσια χωριά και στα νησιά του Β. Αιγαίου. Τη στιγμή που οι Αχαιοί υποχωρούν και προσπαθούν να ανασυγκροτηθούν πίσω από το τείχος του στρατοπέδου, ο Αχιλλέας λέει στον Πάτροκλο (Λ 609-10):
ήρθε ο καιρός θαρρώ στα πόδια μου να πέσουν μπρος οι Αργίτες /παρακαλώντας, τι ανεβάσταχτη τους έχει σφίξει ανάγκη.
Ένας απλός αναγνώστης της Ιλιάδας δεν θα μπορέσει να εκτιμήσει τα λόγια αυτά του Αχιλλέα, όσο προσεκτικός κι αν είναι. Θα συνεχίσει το διάβασμα χωρίς να δώσει και μεγάλη σημασία. Ένας μελετητής όμως του κειμένου θα κοντοσταθεί και θα αναρωτηθεί:μα τι είναι αυτά που λέει ο Αχιλλέας; Το προηγούμενο κιόλας βράδυ, πριν δηλαδή από κάποιες ώρες, πέντε Αχαιοί σταλμένοι από τον Αγαμέμνονα, τον επισκέφτηκαν στο καλύβι του (ραψωδία Ι) και επιχείρησαν με λόγια και με δώρα να τον μεταπείσουν να επιστρέψει στο πεδίο της μάχης και αυτός αρνήθηκε κατηγορηματικά, δηλώνοντας (378-387):
Κι όλα τα δώρα του τα οχτρεύομαι και για σκουπίδια τα ‘χω. Κι αν μου ‘δινε και δέκα και είκοσι φορές πιο πλήθια απ’ ότι / το βιος τώρα ακέριο, κι έβαλε κι άλλα από πάνω ακόμα· / του Ορχομενού τα πλούτη αν μου ‘δινε και της αιγύπτιας Θήβας. / τους θησαυρούς κει πέρα αρίφνητους το κάθε σπίτι κρύβει / . . .κι ακόμα τόσα πλούτη αν μου ‘δινεν, όση είναι η σκόνη κι η άμμο, / πάλε δε γίνεται ο Αγαμέμνονας τη γνώμη μου ν’ αλλάξει, / αν τη βαριά ντροπή που μου ‘γινε δε μου πλερώσει πρώτα.
Και πως τα την πλερώσει ο Αγαμέμνονας; Θα την πλερώσει όταν οι Τρώες θα καίνε τα καράβια του, θα αρπάξουν τη λεία του, όταν θα απειλήσουν την ίδια του τη ζωή, όταν αναγκαστεί να συρθεί στα πόδια του Αχιλλέα. Τότε μόνο υα ξεθυμάνει η τσαντίλα του, τότε μόνο θα περάσει ο ψυχικός πόνος του. Όταν εκδικηθεί με τον πιο βάναυσο, τον πιο ανηλεή τρόπο. Ο Αχιλλέας είναι ένας γνήσιος ήρωας.
Ούτε ο Αχιλλέας, άρα ούτε και ο αφηγητής, θυμούνται να έγινε κάποια προσπάθεια να μεταπειστεί ο Αχιλλέας για να επιστρέψει στο πεδίο της μάχης και να ανακόψει την προέλαση των Τρώων. Στη συνέχεια άλλες δυο φορές ο Αχιλλέας και ο ποιητής δεν έχουν ιδέα γι αυτή την προσπάθεια.* Και εγείρεται το ερώτημα: τι γίνεται εδώ πέρα; Είναι ολοφάνερο ότι η αντίφαση αυτή στην πλοκή δεν είναι μια οποιαδήποτε αβλεψία που μπορεί να συμβεί ανά πάσα κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της αφήγησης. Πρόκειται για αντίφαση στον πυρήνα της πλοκής.
Θα αφήσουμε προσώρας στην άκρη αυτό το παράδοξο της πλοκής κι ας ακολουθήσουμε το νήμα να δούμε που θα μας βγάλει. Την ώρα που οι Τρώες είναι έτοιμοι να κάψουν τα καράβια ο Πάτροκλος ζητάει από τον Αχιλλέα να του επιτρέψει να ηγηθεί του στρατεύματος και να βοηθήσει τους Αχαιούς να απωθήσουν τους Τρώες. Ο Αχιλλέας δέχεται αλλά ο Πάτροκλος σκοτώνεται από τα χέρια του Έκτορα. Ο Αχιλλέας μαθαίνει τον θάνατό του και γίνεται κομμάτια. Ο ψυχικός του πόνος τώρα είναι πολύ οξύτερος, έσβησε τον προηγούμενο. Τι θα κάνει τώρα ο Αχιλλέας; Θα κάνει αυτό που πρέπει να κάνει ένας γνήσιος ήρωας: να εκδικηθεί τον θάνατο του επιστήθιου φίλου του. Μόνο με αυτό το τρόπο θα καταλαγιάσει ο πόνος του. Με άλλα λόγια, θα επιστρέψει όσο γίνεται πιο γρήγορα στο πεδίο της μάχης αδιαφορώντας πλήρως εάν αυτή η πράξη ωφελήσει ή όχι τον Αγαμέμνονα.
Στην ραψωδία Τ όμως η μητέρα του Αχιλλέα, η θεά Θέτις, υποδεικνύει στον Αχιλλέα ότι πρέπει πρώτα να συμφιλιωθεί με τον Αγαμέμνονα. Γίνεται συνέλευση και μπροστά στο στράτευμα ο Αχιλλέας όχι μόνο ζητάει ταπεινά συγγνώμη από τον Αγαμέμνονα αλλά παραδέχεται και την ανωτερότητά του αντιπάλου του! Εδώ, δεν έχουμε μπροστά μας έναν ήρωα. Και δεν έχουμε μόνο a penitent and down-looking Achilles but also a mighty prudent one*. Δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με τον ήρωα Αχιλλέα της ραψωδίας Α.
Στην Χ ο Αχιλλέας σκοτώνει τον Έκτορα και εκδικείται τον θάνατο του Πατρόκλου. Στην Ψ, γίνεται η κηδεία του φίλου του και ακολουθούν επιτάφιοι αγώνες κατά την διάρκεια των οποίων ο Αχιλλέας και πάλι δεν συμπεριφέρεται ως ήρωας, δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με τον Αχιλλέα της Α. Εκεί είναι οργίλος· εδώ, είναι διαιτητής και αποσοβεί τη σύγκρουση μεταξύ του Αντιλόχου και του Μενελάου που ερίζουν για τη δεύτερη θέση στο αγώνισμα της αρματοδρομίας. Κάποια στιγμή μάλιστα χαμογελάει*, για πρώτη και τελευταία φορά, καθώς βλέπει στο πρόσωπο του Αντιλόχου τον εαυτό του όπως ήταν στη ραψωδία Α. Κάποτε οργιζόταν, τώρα όχι, μπορεί να αυτοσυγκρατηθεί. Και για άλλη μια φορά, ομολογεί γι΄ άλλη μια φορά την ανωτερότητα του Αγαμέμνονα με τα εξής λόγια (890-1):
Υγιέ του Ατρέα, το ξέρουμε όλοι μας ο πιο τρανός πως είσαι,/ και απ ’όλους πρώτος και στη δύναμη και στ’ άρματα λογιέσαι.
Εάν ο Αχιλλέας παρέμεινε ήρωας, τον Έκτορα θα τον έτρωγαν τα σκυλιά και τα σαρκοφάγα όρνεα. Η Ιλιάδα μας το τονίζει διαρκώς* και παραξενευόμαστε που ο Αχιλλέας δεν είναι συνεπής και δεν πετάει στα σκυλιά το πτώμα του Έκτορα. Οι θεοί του υποδεικνύουν ότι οφείλει να μην είναι συνεπής, οφείλει να πάψει να είναι ήρωας, οφείλει να αποκηρύξει την ηρωική αγριότητα και να επιστρέψει το πτώμα στο γέρο πατέρα, με τον οποίο τρώνε, συζητάνε, κλαίνε και κοιμούνται κάτω από την ίδια στέγη – σε μια καλύβα που περιγράφεται με όρους οδυσσειακού μεγάρου! Εάν ο Αχιλλέας παρέμεινε ήρωας η επίσκεψη του Πριάμου θα ήταν αδιανόητη, κι αν γίνονταν είναι βέβαιο ότι και ο πατέρας θα είχε την τύχη του γιου του: θα τον έτρωγαν τα σκυλιά. Οι αοιδοί των Σκοτεινών Αιώνων δεν θα μπορούσαν σε καμιά περίπτωση να αφηγηθούν μια συγκινητική συνάντηση του Πριάμου και του Αχιλλέα.
Σχολιάστε ελεύθερα!