φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα. Τρύφωνα και Ζαφείρη, καλή σας μέρα.
Άλλοτε είναι απάτη κι άλλοτε αντίφαση. Δεν μας ενοχλεί, όταν είναι αντίφαση. Άνθρωποι είμαστε, δεν έχουμε όλοι το ίδιο κουράγιο, την ίδια ισχυρή θέληση, τα ίδια ερείσματα. Είναι εύκολο να κατηγορείς, δύσκολο όμως να κατανοείς τον άλλον. Συμβαίνει πολύ συχνά: αλλού εμείς πηγαίναμε κι αλλού η ζωή μας πάει. Επίσης, πολύ συχνά, συνειδητοποιούμε, λίγο πριν κοιμηθούμε, την ώρα που εξομολογούμαστε στον εαυτό μας (λες κι ο ύπνος να είναι θάνατος) ότι δεν ζούμε όπως θα θέλαμε να ζούμε. Ξαφνικά, μια μέρα, αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε οικογένεια και υποχρεώσεις, γυναίκα ή άνδρα που δεν τον/την γουστάρουμε, δουλείά που δεν μας δίνει χαρά και δεν έχει νόημα για μας, υπομένουμε την κατάσταση και είτε περνάμε έτσι τη ζωή μας ή τρελαινόμαστε, αυτοκτονούμε, παθαίνουμε κατάθλιψη ή μας βρίσκει ο λύκος, όπως λένε και στο χωριό μου, ο καρκίνος δηλαδή. Κάποιοι, κάποιες κάνουν τη μεγάλη υπέρβαση. Τα παρατάνε και φεύγουν, παίρνοντας μαζί τους ασφαλώς και τη ψυχή τους. Οι πιο τολμηροί αναδομούν τον χαρακτήρα τους, αλλάζουν τις αντιλήψεις τους, τις αξίες τους, τον τρόπο σκέψης τους, αλλάζουν οι άνθρωποι, αναγκάζονται να αλλάξουν για να μη τα παίξουν. Η αναδόμηση όμως της ζωής μας και της προσωπικότητάς μας δεν είναι εύκολη υπόθεση. Πολλοί και πολλές τα παρατάνε, κάποιοι συνεχίζουν. Εάν αυτοί που συνεχίζουν συναντηθούν μεταξύ τους, τότε ζουν μια περιπέτεια πνευματική και κοινωνική που πολλοί και πολλές θα ήθελαν να ζήσουν. Έχοντας επίγνωση ότι αυτοί οι άλλοι, οι άλλες είναι η δύναμή μας, επιδιώκουμε να τους συναντήσουμε και να συνάψουμε σχέσεις που θα ερείδονται στη συμβίωση, τη συνεργασία, την αλληλοβοήθεια και την αλληλοκατανόηση, την ειλικρίνεια και την ευθύτητα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το άλλα λέμε το πρωί κι άλλα το βράδυ, το λέμε και ξελέμε, το άλλα λέμε κι άλλα κάνουμε, δεν έχει καμιά θέση στη ζωή μας. Καμιά απολύτως.
Το ‘λέμε και ξελέμε’, το ‘άλλα λέμε κι άλλα κάνουμε’ είναι μια κατάρα, είναι ένα πλήγμα που το έχουμε υποστεί πολύ συχνά, το υφιστάμεθα καθημερινά. Οι γονείς δεν κρατάνε τις υποσχέσεις τους κι αυτό είναι τόσο, μα τόσο οδυνηρό για τα παιδιά. Τα οποία ενοχλούνται τόσο πολύ που έχω συγκλονιστεί. Έχω συγκλονιστεί. Ως παιδί, υπέφερα πολύ από αυτό και τώρα είμαι βέβαιος ότι πολλά από τα προβλήματα που είχα στη ζωή μου οφειλόταν σε αυτό. Τα τρελαίνουμε τα παιδιά όταν δεν κρατάμε τις υποσχέσεις μας. Εξαγριώνονται, θα σε φάνε ζωντανό αν δεν κάνεις αυτό που είπες. Αν βέβαια τους υποσχεθείς ότι θα πάτε στη θάλασσα την Κυριακή και την Κυριακή βρέχει, θα το δεχτούνε. Ειδάλλως, την έβαψες.
Αυτό λοιπόν το μοντελάκι της αθέτησης της συμφωνίας και της μη τήρησης της υπόσχεσης είναι τόσο διάχυτο στην καθημερινή μας ζωή που είναι μια αέναη πηγή οδύνης και δυσφορίας. Το ότι μας πληγώνει είναι ενα κίνητρο για κάποιον ή κάποιαν να μας σαδίσει, να μας βασανίσει. Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συνέπεια στς ραντεβού. Στα ραντεβού μου πάω πέντε-δέκα λεπτά πιο νωρίς, μήπως ο άλλος έχει πάει, για κάποιο λόγο, πιο νωρίς και περιμένει και δεν θέλω να κάνω τους άλλους να περιμένουν. Περιμένω δέκα λεπτά μετά την καθορισμένη ώρα και φεύγω. Γιατί με στήνει ο άλλος, γιατί στήνουμε τους άλλους; Για να τον βασανίσουμε, σίγουρα. Σκεφτείτε ο άλλος να περιμένει στο αγιάζι κι εσύ να πίνεις τον καφέ σου μέσα στη καφετέρια! Τι κάβλα, τι ηδονή! Υπάρχει όμως κι ένας λόγος. Όποιος κάνει τον άλλον να περιμένει, προβάλλει αξιώσεις Κυριαρχίας, μιας και αυτός που πρέπει να περιμένει, να υποφέρει δηλαδή, είναι ο υποτελής: ο δεκανέας θα περιμένει, όχι ο λοχαγός, ο υπαλληλος θα περιμένει, όχι το αφεντικό, ο υπουργός, όχι ο πρωθυπουργός.
Εκεί που η ασυνέπεια και η μη τήρηση της υπόσχεσης είναι βασανισμός/αξίωση Κυριαρχίας είναι οι ερωτικές σχέσεις. Πω, πω, σφαγή! Ποιος θα έχει το πάνω χέρι, αυτό διακυβεύεται. Δεν διατυπώνεται, δεν επιβάλλεται με λόγια αλλά με έργα: με την απάτη. Όποιος, όποια στήνει τον άλλον και τον βασανίζει, όποιος άλλα λέει κι άλλα κάνει, αυτός επιθυμεί, ασύνειδα, να είναι ο ισχυρός, να ελέγχει τη σχέση, να είναι Κύριος. Και βέβαια παίζονται πολλά δράματα. Κλάματα, διαμαρτυρίες, οργή, εκδίκηση, αυτοκτονία, φόνος.
Εάν φύγουμε από τον έρωτα και πάμε στις φιλικές ή επαγγελματικές σχέσεις, θα παρατηρήσουμε κι εδώ ότι ισχύει η ίδια κατάσταση. Όποιος κρατάει τα λόγια του, χαρακτηρίζεται μπεσαλής, άνδρας, ντόμπρος. Όποιος μας τη φέρνει, όποιος μας κάνει πουστιά, χαρακτηρίζεται καριόλης, γαμιόλης, πούστης – το γιατί ‘πούστης’ είναι ένα θέμα που θα το αναλύσουμε μια άλλη μέρα. Βέβαια, υπάρχουν άνδρες που φέρνονται πούστικα και πούστηδες που φέρνονται πολύ ντόμπρα και μπεσαλίδικα.
Εκεί που το ‘άλλα λέμε κι άλλα κάνουμε’ θριαμβεύει και κυριαρχεί είναι η πολιτική. Αυτό δεν μας παραξενεύει διότι η πολιτική είναι πόλεμος και γνωρίζουμε ότι ο έρωτας, ο πόλεμος και η πολιτική διέπεται από τους ίδιους κανόνες: η νίκη είναι ο σκοπός, η Κυριαρχία, κι αυτή εξασφαλίζεται με κάθε τρόπο, με τη βία, τον εκφοβισμό, την απάτη. Μπορεί να υπάρξει πολιτική χωρίς απάτη; Ναι, κατά τη γνώμη μου μπορεί να υπάρξει και υπάρχει. Είναι η πολιτική που το κύριο χαρακτηριστικό της είναι η αρχή να μην υπόσχεσαι, η αρχή ‘πρώτα κάνουμε και μετά λέμε.’ Η Αριστερά, οι ηγέτες και τα στελέχη της Αριστεράς, αγνοεί αυτή την αρχή και άλλα λέει κι άλλα κάνει. Μιλάνε για ελευθερία και ισότητα, για δημοκρατία και κομμουνισμό αλλά στη πράξη κάνουν τα ακριβώς αντίθετα. Αυτός είναι ένας πολύ βασικός λόγος που ο κόσμος τους γυρίζει την πλάτη.
Χαίρομαι που γνωρίζω και σχετίζομαι με ανθρώπους που όχι μόνο είναι μπεσαλήδες και ντόμπροι αλλά που έχουν βάλει στο μάτι αυτή τη στάση ζωής και δεν την αφήνουν σε χλωρό κλαρί.
Αυτούς τους ανθρώπους εγώ τους χαρακτηρίζω επαναστάτες.
Σχολιάστε ελεύθερα!